Δεν έχει πλάκα! Δεν είναι μαγκιά! Ούτε είναι δικαιολογία να λέμε «έλα μωρέ παιδιά είναι».
Το bullying ή σχολικός εκφοβισμός είναι δυστυχώς μια πραγματικότητα σε πολλά σχολεία στη χώρα μας.
Μπορεί η 6η Μαρτίου να έχει οριστεί ως Παγκόσμια Ημέρα Κατά του Σχολικού Εκφοβισμού, όμως το τελευταίο διάστημα όλο και περισσότερα περιστατικά έρχονται να μας θυμίσουν ότι η συστηματική και επαναλαμβανόμενη βίαιη συμπεριφορά μεγαλύτερου ή δυνατότερου μαθητή προς μικρότερο ή αδύναμο είναι για κάποιους καθημερινότητα.
Ο σχολικός εκφοβισμός μπορεί να λάβει διάφορες μορφές, οι οποίες εκδηλώνονται με άμεση επιθετικότητα όπως σωματικά με κλωτσιές, γροθιές, λεκτικά με απειλές ή προσβολές, με σεξουαλικές χειρονομίες, καθώς και με έμμεση επιθετικότητα όπως η καταστροφή ή η κλοπή αντικειμένων που ανήκουν στο θύμα, ο αποκλεισμός ή η απόρριψή του από κοινωνικές ομάδες, η διάδοση ψευδών ή κουτσομπολιού και η παρενόχλησή του με ηλεκτρονικά μέσα.
Μάλιστα στην πραγματικότητα, ο σχολικός εκφοβισμός και ο κυβερνο-εκφοβισμός έχουν αρχίσει να διασταυρώνονται τόσο πολύ, που ορισμένοι ερευνητές υποστηρίζουν ότι γίνονται το ένα και το αυτό - ειδικά τώρα που τα παιδιά συχνά έχουν τα κινητά τηλέφωνά τους μαζί τους ακόμα και στο σχολείο.
Σύμφωνα με το Ερευνητικό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Ψυχικής Υγείας, Νευροεπιστημών και Ιατρικής Ακριβείας «ΚΩΣΤΑΣ ΣΤΕΦΑΝΗΣ» (ΕΠΙΨΥ), το 2018 ένας στους 5 εφήβους (19,1%) αναφέρει ότι υπέστη εκφοβισμό (bullying- ότι, δηλαδή, κάποιο άλλο άτομο ή ομάδα ατόμων τον/την πείραξε, μείωσε, έβρισε, απείλησε, εκφόβισε, έσπρωξε ή κορόιδεψε) τουλάχιστον 1-2 φορές τους τελευταίους 2 μήνες πριν τη διεξαγωγή της έρευνας ενώ ένας στους 7 εφήβους (14,2%) αναφέρει ότι έκανε ο/η ίδιος/α εκφοβισμό (bullying) σε άλλους μαθητές.
Οι μισοί από τους μαθητές θύματα βίας δεν αναφέρουν πουθενά το γεγονός. Οι υπόλοιποι μισοί το αναφέρουν συνήθως σε φίλους τους και λιγότερο στους εκπαιδευτικούς ή τους γονείς. Τα παιδιά δεν μιλούν είτε γιατί φοβούνται την τιμωρία από τους ενήλικες (οι θύτες) είτε γιατί φοβούνται την εκδίκηση από τους συνομηλίκους (τα θύματα).
Ο σχολικός εκφοβισμός υπήρχε πάντα. Παλαιότερα όμως δεν είχε δοθεί η κατάλληλη προσοχή και εθεωρείτο ότι όλα τα παιδιά το αντιμετώπιζαν κάποια στιγμή στα σχολικά τους χρόνια. «Ποιος δεν θυμάται από τα παιδικά, σχολικά του χρόνια τέτοια συμβάντα. ´Εχουμε δώσει πολλή μεγάλη διάσταση τα τελευταία χρόνια. Όχι πως δεν έχει γίνει ιδιαίτερα σοβαρό το πρόβλημα. Δίνεται όμως μια λάθος διάσταση κοινωνικά στο θέμα, μια λάθος ανάγνωση του προβλήματος, με βάση την οποία περιθωριοποιούνται θύμα και θύτης. Περιθωριοποιούνται και οι δυο και δεν κατανοούμε ότι ο θύτης είναι θύμα κάπου αλλού. Όπως και το ότι ο ένας ρόλος συντηρεί και τροφοδοτεί τον άλλον. Όπως και στους ενήλικες. Με ψυχαναλυτικούς όρους σε ένα ζευγάρι με θύτη και θύμα, οι ρόλοι μεταξύ των ατόμων εναλλάσσονται. Εκτός αυτού, δεν κατανοούμε επίσης ότι θύμα και θύτης είναι στον ίδιο παρονομαστή, μάλιστα στο κλάσμα αυτό βλέπουμε μόνο παρονομαστή. Οφείλουμε επίσης ως προς το φαινόμενο να διακρίνουμε, να διαφοροποιήσουμε τους τσακωμούς από το μπούλινγκ, από τον εκφοβισμό και τη μείωση κάποιου πιο ευάλωτου», ανέφερε παλαιότερα στο tvxs.gr η Γιώτα Αντωνοπούλου, ψυχοπαιδαγωγός και ιδρυτικό μέλος του Ελληνικού Ινστιτούτου Παιγνιοθεραπείας και Δραματοθεραπείας «Το Άθυρμα».
Ποια παιδιά ασκούν bullying και ποιο το προφίλ των θυμάτων
Τα θύματα είναι παιδιά που έχουν κάποια μειονεξία ή είναι διαφορετικά. «Συχνά υπολείπονται νοητικά από τους συνομηλίκους τους, είναι άτομα με σωματικές αναπηρίες, ψυχικές διαταραχές, με διαταραχές ταυτότητας φύλου, παιδιά από μειονότητες, διαφορετικής φυλής, χρώματος, θρησκείας ή εμφάνισης. Οι πολύ καλοί μαθητές μπορεί να είναι θύματα εκφοβισμού από κάποιους άλλους με σαφώς κατώτερες επιδόσεις. Συχνά αισθάνονται αδύναμα, αποτυχημένα, ντρέπονται και δεν είναι ελκυστικά. Επιπλέον, βιώνουν μοναξιά και εγκατάλειψη στο σχολικό περιβάλλον και δεν έχουν έναν κολλητό φίλο στην τάξη»
Ο θύτης ξεκινά την συμπεριφορά του από μικρή ηλικία. Συνήθως η έναρξη δεν είναι παρορμητική αλλά προκύπτει ως απάντηση-αντίδραση σε θυματοποίηση του ίδιου.
Τα παιδιά θύτες έχουν μια δική τους αντίληψη για τα θετικά και αρνητικά της επιθετικής τους συμπεριφοράς. Μπορεί να είναι κυρίαρχες προσωπικότητες αλλά παρατηρείται μια άρση αναστολών απέναντι στην επιθετική συμπεριφορά και αδύναμοι ελεγκτικοί μηχανισμοί.
Δεν έχουν ενσυναίσθηση και δεν κατανοούν τις δυσκολίες του θύματος. Συχνά έχουν γνωσιακά ελλείμματα όπως και ελλείμματα στις κοινωνικές τους δεξιότητες. Οι θύτες μπορεί να επιτίθενται ασκώντας φυσική σωματική βία ή να διαδίδουν φήμες να κατηγορούν και να χαλούν τις σχέσεις των άλλων (κυρίως τα κορίτσια).
Σε ορισμένες περιπτώσεις έχουν το ρόλο του αρχηγού και οι πράξεις τους γίνονται αποδεκτές ενώ σε άλλες απορρίπτονται από τους συμμαθητές τους . Εκείνα που χρησιμοποιούν τη σωματική βία είναι παιδιά παρορμητικά, δυνατά σωματικά. Δυσκολεύονται όμως να αναλάβουν την ευθύνη των πράξεων τους, δεν αντέχουν τις ματαιώσεις και παρουσιάζουν δυσκολία να δεχθούν κανόνες. Πιθανόν έχουν υπάρξει μάρτυρες φυσικής βίας ή θύματα κακοποίησης στο σπίτι τους και έχουν βιώσει έλλειψη γονεϊκής επίβλεψης. Τα παιδιά που ασκούν bullying συνήθως προέρχονται από μια ανώτερη κοινωνική θέση ή θέση εξουσίας. Αυτά τα παιδιά μπορούν να ενεργοποιούν αλά καρτ εκφοβιστικές συμπεριφορές για να ανταποκριθούν στις ανάγκες τους.
Πολλοί θα είναι αυτοί που θα σκέφτονται γιατί ένα παιδί να θέλει να προκαλέσει πόνο, γιατί υποτιμά και γιατί αντίστοιχα το παιδί-δέκτης, το θύμα, δέχεται να υποτιμηθεί κι αφήνεται στον πόνο. «Το άκρως ενδιαφέρον εύρημα ήταν ότι όλοι, θύτες, θύματα και γονείς (θυτών και θυμάτων) είχαν τα ίδια προβλήματα. Και οι τρεις ομάδες είχαν κοινό τόπο ζητημάτων. Έλλειψη επικοινωνίας που σημαίνει δεν με ακούνε, θυμό που δεν ξέρανε τι να τον κάνουνε και παντελή έλλειψη ορίων. Χαρακτηριστικά που συσχετίζονται με τη χαμηλή αυτοεκτίμηση. Δεν μιλάμε λοιπόν για μπούλινγκ αλλά για αυτοεκτίμηση και πως βοηθώ τον εαυτό μου μέσα σε ένα περιβάλλον, όπως το σχολικό, όπου θα υπάρξουν όλα αυτά τα ζητήματα, να τα διαχειριστώ και να τα αντιμετωπίσω. Το παιδί που έχει ανάγκη να εκδηλωθεί με τρόπο βίαιο και να υποτιμήσει κάποιο άλλο είναι ένα παιδί που πριν έχει υποτιμηθεί από κάπου αλλού», είχε τονίσει η Γιώτα Αντωνοπούλου.
Ψυχολογικά προβλήματα που να διαρκούν μέχρι την ενήλικη ζωή
Δυστυχώς οι επιπτώσεις στην ψυχική υγεία είναι πολλές και να διαρκέσουν μέχρι την ενήλικη ζωή. «Τα παιδιά που γίνονται θύματα εκφοβισμού και βίας κινδυνεύουν άμεσα να εκδηλώσουν έντονο άγχος, αισθήματα ανασφάλειας και φοβίες, πολλές απουσίες από το σχολείο ή και σχολική άρνηση, ψυχοσωματικά προβλήματα και σοβαρές συναισθηματικές διαταραχές, όπως κατάθλιψη. Αλλά και μακροπρόθεσμα το κουβαλάνε σαν ένα τραύμα με αυξημένο κίνδυνο να εμφανίσουν ψυχολογικά προβλήματα, όπως διαταραχές άγχους, κατάθλιψη και τάσεις αυτοκτονίας. Αλλά και τα παιδιά που ασκούν τη βία και τον εκφοβισμό κινδυνεύουν να απομακρυνθούν από το σχολείο και να διακόψουν την σχολική φοίτηση. Βρίσκονται επίσης σε αυξημένο κίνδυνο για σχολική αποτυχία, αντικοινωνική συμπεριφορά, παραπτωματικότητα και χρήση ουσιών στην εφηβεία. Εξελίσσονται σε ποσοστό που προσεγγίζει το 50%, σε ενήλικες με αντικοινωνική και παραβατική συμπεριφορά», πρόσθεσε η Ελένη Λαζαράτου.
Ο ρόλος της πρόληψης και της εκπαίδευσης
Ο ρόλος της οικογένειας, του σχολείου και των κρατικών φορέων, όπως και στη συνεργασία τους παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στην πρόληψη και την αντιμετώπιση. Το πρώτο βήμα για να μην βρεθεί το παιδί μας είτε στη μία είτε στην άλλη θέση, είναι ότι πρέπει να γνωρίζει το πρόβλημα. Οι γονείς θα πρέπει να εκπαιδεύσουν τα παιδιά τους ενάντια στην κουλτούρα του εκφοβισμού. Θα πρέπει επίσης να τους μιλούν ανοιχτά ώστε εκείνα να αισθάνονται άνετα να πουν στους μεγαλύτερούς τους εάν δέχτηκαν bullying ή έγιναν μάρτυρες ενός τέτοιου περιστατικού. Οι γονείς θα πρέπει επίσης να καλλιεργήσουν την αυτοπεποίθηση των παιδιών αλλά και να τα ενθαρρύνουν να συμμετέχουν σε δραστηριότητες που θα τους τονώσουν την ομαδική αντίληψη αλλά και τον σεβασμό για τους άλλους.
Από τη μεριά τους οι εκπαιδευτικοί παίζουν τον δικό τους ρόλο όταν αντιληφθούν ότι υπάρχουν «κλίκες» που εκφοβίζουν μαθητές. Τιμωρίες που περιέχουν βία, προκαλούν θυμό, ταπείνωση ή υποτίμηση δεν είναι αποτελεσματικές και μπορεί να επιδεινώσουν το φαινόμενο. Αυτό που θα μπορούσαν να κάνουν είναι να συζητήσουν το θέμα στην τάξη, όπου θα είναι όλοι παρόντες και να μην στοχοποιηθεί κανένας, αλλά να καταλάβουν τι ακριβώς συμβαίνει με αυτή τη συμπεριφορά.
Παράλληλα, μπορούν αν αναπτυχθούν προγράμματα με σκοπό τη μείωση της επιθετικής και αντικοινωνικής συμπεριφοράς στο σχολείο. Το Olweus bullying prevention program το οποίο αρχικά αναπτύχθηκε στην Νορβηγία για παράδειγμα περιλαμβάνει αυστηρούς κανόνες και συνέπειες για την μη ανεκτή συμπεριφορά, ενίσχυση της θετικής συμπεριφοράς, δημιουργία θετικού σχολικού περιβάλλοντος και δημιουργία σωστών προτύπων ενηλίκων, ενώ τα αποτέλεσμα έδειξαν ότι οδήγησε σε 50% μείωση του bullying και δημιούργησε καλύτερο κλίμα συνεργασίας διδασκόντων και μαθητών στο σχολείο.