10 Νοε 2013

Το άλλοθι των πρωταιτίων του Μνημονίου


Πριν λίγες μέρες το ΚΕΠΕ διοργάνωσε μια ενδιαφέρουσα συζήτηση για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας με ομιλητές τον κ. Σταϊκούρα, τον κ. Σταθάκη και τον κ. Σαχινίδη.
Ο τελευταίος, υφυπουργός Οικονομικών της πρώτης κυβέρνησης του Μνημονίου και υπουργός Οικονομικών μετά το PSI, διατύπωσε την άποψη, ότι το 2009, παρά...
 
 το γεγονός ότι το έλλειμμα της χώρας ανερχόταν στο 15% του ΑΕΠ, η οικονομία βρέθηκε σε ύφεση. Επομένως, ισχυρίστηκε, όσοι θεωρούν, πως η επεκτατική πολιτική είναι το μέσο για την ανάπτυξη της οικονομίας διαψεύδονται από αυτό το γεγονός. Το επιχείρημα αυτό χρησιμοποιήθηκε ως βάση για την πολιτική της σκληρής λιτότητας και της βάρβαρης δημοσιονομικής προσαρμογής που ακολούθησαν με το Μνημόνιο. Γιατί, προφανώς κατά την άποψή τους, αφού η επεκτατική πολιτική οδήγησε σε ύφεση, ο δρόμος για την ανάπτυξη μάλλον θα περνάει μέσα από την επεκτατική... λιτότητα! 
Αξίζει όμως να δούμε, αν το πρόβλημα βρίσκεται στη γνωστή θέση του Κέυνς ή αν οι επικριτές του συσκοτίζουν και αποκρύπτουν τα οικονομικά δεδομένα, επικαλούμενοι μάλιστα ανεπάρκεια του κεϋνσιανού υποδείγματος, για να ισχυροποιήσουν τα επιχειρήματα τους και κατόπιν με βολονταρισμό να υιοθετήσουν περιοριστική πολιτική.

Ας δούμε λοιπόν, σε τι συνίσταται αυτή η συσκότιση. Όσον αφορά στο σκέλος των δαπανών, αυτές κατά το 2009 είχαν αυξηθεί κατά 20%, ήτοι κατά 10 δισεκατομμύρια περίπου, τα δε έσοδα μειώθηκαν κατά 2,5 δισ. περίπου. Το έλλειμμα αυτό, μαζί με τους τόκους των δανείων της χώρας, δημιούργησε την ανάγκη για νέο δανεισμό, ύψους 34 δισ. περίπου. Παρά λοιπόν την τεράστια αυτή αύξηση της συνολικής δαπάνης, η χώρα διολίσθησε σε ύφεση. Χοντρά - χοντρά, κατά τους επικριτές, η επεκτατική πολιτική δεν είναι αποτελεσματική, και με αυτόν τον αφορισμό εύκολα ξεμπερδεύουν με το θέμα επέκταση-ανάπτυξη, καταφεύγοντας κατόπιν σε άκριτη περιστολή των δαπανών.

Το ζήτημα όμως εδώ είναι να εξετάσουμε, πού διοχετεύτηκε αυτή η δαπάνη. Σε αυτό θα μας βοηθήσει πολύ, αν ρίξουμε μια ματιά στην εξέλιξη του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών την περίοδο εκείνη. Πράγματι, λόγω της ασκηθείσας πολιτικής που ευνόησε τις ανώτερες εισοδηματικά τάξεις, σε συνδυασμό με την πλήρη απελευθέρωση του εξωτερικού εμπορίου και τα κίνητρα υπέρ των εισαγωγών, παρατηρήθηκε πλήρης εκτροχιασμός του εξωτερικού ισοζυγίου.

Αφού λοιπόν επικαλούνται - και ορθά - τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό της περιόδου 2007-2008, δεν είναι δυνατόν να τους διαφεύγει το παραπάνω, ότι δηλαδή η δαπάνη διοχετεύθηκε στο εξωτερικό. Ήταν συνεπώς επόμενο, ότι θα είχαμε μείωση του ΑΕΠ. Επίσης, είναι προφανές ότι αφού το έλλειμμα ήταν κυρίως καταναλωτικό, και όχι επενδυτικό ή παραγωγικό , θα οδηγούσε σε αύξηση του λόγου του χρέους προς το ΑΕΠ.

Το πρόβλημα εδώ με τους επικριτές είναι, ότι αποκρύπτουν, πως το κεϋνσιανό υπόδειγμα λειτουργεί αποτελεσματικά υπό την προϋπόθεση του ελέγχου του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Η επεκτατική, επομένως, πολιτική οδηγεί σε αύξηση του ΑΕΠ, υπό την προϋπόθεση όμως ότι η αυξημένη δαπάνη διοχετεύεται στην εσωτερική οικονομία. Μέριμνα επομένως όσων ασκούν την οικονομική πολιτική, και γνησίως επιδιώκουν την αποφυγή ή την έξοδο από την ύφεση, είναι να δημιουργήσουν ακριβώς αυτές τις προϋποθέσεις και όχι απλώς να περιορίσουν τη συνολική δαπάνη με τρόπο ακρωτηριαστικό για τους συντελεστές της οικονομίας, αγνοώντας εγκληματικά την κατεύθυνση και τη σύνθεση της δαπάνης.

Τι έπρεπε λοιπόν - και μπορούσε - να κάνει το οικονομικό επιτελείο στα τέλη του 2009 ακολουθώντας το υπόδειγμα; 
Να επαναφέρει α) τη συνολική δημόσια δαπάνη της οικονομίας στα επίπεδα του 2008, με τέτοιο όμως τρόπο που να μην πληγεί το επίπεδο της εσωτερικής ζήτησης. β) Να ακυρώσει τα κίνητρα που είχαν θεσπισθεί για τις εισαγωγές και να θεσπίσει αντικίνητρα, με σαφή στόχο να κλείσει τάχιστα το εξωτερικό πολυτελές καταναλωτικό άνοιγμα. γ) Να καταπολεμήσει τη φοροδιαφυγή που τροφοδοτεί την πολυτελή κατανάλωση και τις εισαγωγές, με αλλαγή του φορολογικού νόμου και, βεβαίως, με βούληση να τον εφαρμόσει στους ισχυρούς. Με τον τρόπο αυτό θα είχαμε περιορίσει άμεσα τα δύο ελλείμματα, που ήταν οι βασικές αιτίες της δημόσιας και ιδιωτικής υπερχρέωσης.

Τα στοιχεία ήταν εκεί. Αν ήθελε η κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου το 2009 και το 2010 να τα διαβάσει, τότε θα εφάρμοζαν διαφορετική οικονομική πολιτική. Είχαν όλα τα περιθώρια, και χρόνου και διαθέσιμων θεσμικών εργαλείων ανεξάρτητης οικονομικής πολιτικής. Επειδή όμως η συγκεκριμένη ανάγνωση δεν παρουσιάζει βαθμό δυσκολίας, νομιμοποιούμαστε να συμπεραίνουμε, ότι η ορθή ερμηνεία αποσιωπήθηκε, γιατί η απώτερη στόχευση της οικονομικής πολιτικής, που επελέγη τότε, ήταν η εδραίωση ενός ακραία νεοφιλελεύθερου οικονομικού και (αντι)παραγωγικού μοντέλου για τη χώρα.

Το άλλοθι αυτό προβάλλεται από όλα τα πρόσωπα που ανέλαβαν το έργο της ιδεολογικοποίησης της πλατφόρμας των δανειστών, χωρίς να εξαιρείται βέβαια ο κατά δήλωσίν του «κεϋνσιανός οικονομολόγος» και νυν υπουργός Οικονομικών κ. Στουρνάρας.

Ένα από τα καθήκοντα του ΣΥΡΙΖΑ είναι να μη χάσουμε το νήμα της απαρχής της καταστροφής. Να θεραπεύουμε εξαντλητικά τη σύγχυση που προκαλούν σε γεγονότα, θεωρία και έννοιες, οι πρωταίτιοι του Μνημονίου. Είναι δεδομένο, ότι εργαλειοποιούν τη σύγχυση εναντίον της κοινής λογικής, με στόχο τη διά παντός εδραίωση του "μονοδρόμου" στη συνείδηση και τη ζωή του λαού μας.

ΠΗΓΗ: left.gr