21 Νοε 2011

Ιδιωτική απληστία και δημόσια αρετή


Του JEAN-PAUL FITOUSSI *
Οι καλές λύσεις δεν υπάρχουν, αλλά ορισμένες λύσεις είναι καταστροφικές. Μια από τις μεγάλες διαφορές ανάμεσα στην οικονομική κρίση και στη δυνητική κρίση που ήδη προετοιμάζεται, είναι το ότι η πρώτη είχε ως αιτία την (ιδιωτική) απληστία, ενώ η δεύτερη τη (δημόσια) αρετή...


Τα κράτη-τζίτζικες θέλουν να γίνουν κράτη-μυρμήγκια. Καθώς θεωρούνται ένοχα για τα υπερβολικά χρέη τους, αναζητούν στα γνωρίσματα μιας φαινομενικής αρετής που πρέπει να επιβληθεί - να εργαζόμαστε περισσότερο, να ξοδεύουμε λιγότερα - το κλειδί για μια επιστροφή στην ηθική.


Στην Ευρώπη αυτή η φιλοσοφία μεταφράζεται σε παράλυση των αποφάσεων.  
Υπάρχει μια αντίφαση ανάμεσα στις επιταγές της Ευρωπαϊκής Ενωσης και σε εκείνες της «αρετής». Οι πρώτες προϋποθέτουν την επιβεβαίωση μιας οικονομικής αλληλεγγύης, ενώ οι δεύτερες προϋποθέτουν, ότι καθένας θα βάλει τάξη στο δικό του σπίτι, όποιο και αν είναι το τίμημα που πρέπει να πληρώσει ο πληθυσμός. Από σύνοδο κορυφής σε σύνοδο κορυφής τα ημίμετρα που προτείνονται απρόθυμα δεν μπορούν να πείσουν, δεδομένου ότι εξ ορισμού στερούνται αξιοπιστίας. Τα προγράμματα λιτότητας διαδέχονται το ένα το άλλο στις λεγόμενες περιφερειακές χώρες, ώσπου σήμερα διαδίδονται και στην καρδιά της Ευρώπης.


Στις Ηνωμένες Πολιτείες, η αρετή, επειδή είναι μεροληπτική και τμηματική, δεν κατορθώνει να αποκρύψει τον κυνισμό της. Οι Ρεπουμπλικανοί, στρατευμένοι στη σταυροφορία τους εναντίον της big government, απορρίπτουν κάθε πρόγραμμα μείωσης του ελλείμματος και του χρέους που δεν βασίζεται σε περικοπές των δημόσιων και κοινωνικών δαπανών. Δεδομένου ότι εκείνοι που επωφελούνται απ' αυτές τις δαπάνες είναι οι πιο αδύναμοι τομείς του πληθυσμού, που ήδη δοκιμάζονται σκληρά από την οικονομική κρίση, είναι σαφές ότι αυτές οι περικοπές θα επιδείνωναν ακόμη περισσότερο τις ανισότητες, σε μια κοινωνία ήδη άνιση πέρα από κάθε λογικό όριο. 
Επομένως, αυτή τη φορά, και στις δύο όχθες του Ατλαντικού, είναι η πολιτική περισσότερο και από τις αγορές εκείνη που προκαλεί συμφορές στον κόσμο. 
Στο βάθος, επικρατεί η ίδια εκείνη ιδέα, που θεωρεί «κακή» μιαν υποθετική αναδιανομή (μεταξύ χωρών-μελών στην περίπτωση της Ευρώπης, μεταξύ πολιτών στην περίπτωση της Αμερικής).


Οι γερμανοί φορολογούμενοι δεν θέλουν να χρηματοδοτούν «τις διακοπές και τις συντάξεις» των Ελλήνων και οι πιο πλούσιοι Αμερικανοί αρνούνται να συμβάλλουν στην κοινωνική πρόνοια υπέρ των ασθενέστερων. 
Αυτό που παρουσιάζεται με το προσωπείο της αρετής - η επιστροφή σε ένα περισσότερο βιώσιμο επίπεδο δημόσιου χρέους - αποκαλύπτεται έτσι, ως αυτό που πραγματικά είναι: ο εγωισμός των εύπορων στρωμάτων. 
Πού θα οδηγηθούμε όμως, αν κυριαρχήσει η «ενάρετη» λύση; Η φερεγγυότητα - δηλαδή η ικανότητα να εξοφλούμε τα χρέη μας - είναι ένα ζήτημα που αφορά το μέλλον και εξαρτάται, όπως όλοι γνωρίζουν, από την ποσότητα των εσόδων που θα έχουμε σε σύγκριση με τα ποσά που πρέπει να εξοφλήσουμε.


Τα πολύ αυστηρά προγράμματα λιτότητας περιορίζουν τις προοπτικές αυξημένων εσόδων, ενώ τα υψηλά επιτόκια ανεβάζουν στα ύψη τους τόκους που πρέπει να πληρωθούν. 
Με αυτόν τον τρόπο, η κερδοσκοπία αυτοεπιβεβαιώνεται, παράγοντας τις ίδιες τις συνθήκες της αφερεγγυότητας: αύξηση των επιτοκίων και επομένως του κόστους εξυπηρέτησης του χρέους, που αντισταθμίζεται αριθμητικά από τις περικοπές δαπανών και την αύξηση των φόρων. Αριθμητικά, δεδομένου ότι το πρόγραμμα λιτότητας αποδυναμώνει τις προοπτικές ανάπτυξης.


Μια πρόσφατη μελέτη (Φιτουσί και Τιμπό, 2011) κατέδειξε ότι, δίχως το πρόγραμμα λιτότητας και με ένα επιτόκιο ίσο με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, το ελληνικό χρέος ήταν κοντά στο όριο της βιωσιμότητας. 
Στην πραγματικότητα, όσο δεν υιοθετείται μια «αναδιανεμητική» λύση, η μολυσματική διάδοση της κερδοσκοπίας κινδυνεύει να προκαλέσει μιαν αυξανόμενη αφερεγγυότητα στις χώρες της ευρωζώνης.  
Και όχι μόνον αυτό. Οι τράπεζες που κατέχουν κρατικά ομόλογα θα ζητούσαν ξανά τη βοήθεια των κρατών, τη στιγμή που τα τελευταία δεν θα ήταν πλέον σε θέση να ανταποκριθούν σε αυτό το αίτημα. Οι υπεύθυνοι της ευρωζώνης παίζουν λοιπόν με τη φωτιά και κινδυνεύουν να σπρώξουν την Ευρώπη και τον κόσμο ολόκληρο σε μια νέα μεγάλη κρίση, η οποία θα μπορούσε να αποκαλυφθεί αβάσταχτη για τους πληθυσμούς, που ήδη έχουν υποβληθεί σε σκληρές δοκιμασίες. 
Η ανισορροπία του ευρωπαϊκού οικοδομήματος οδηγεί σε μια πολιτική της ανημπόριας, η οποία με το πρόσχημα της εθνικής ευθύνης οργανώνει την ευρωπαϊκή ανευθυνότητα.


Θα δούμε, αν η ευρωπαϊκή ηγεσία θα δεσμευτεί σε έναν πιο ομοσπονδιακό δρόμο - έκδοση ευρωομολόγων, χορήγηση στο ευρωπαϊκό Ταμείο της εξουσιοδότησης για χρηματοοικονομική σταθεροποίηση, επιτρέποντας στην ελληνική κυβέρνηση να εξαγοράζει τίτλους του δημόσιου χρέους της στη δευτερογενή αγορά, όσο απουσιάζει μια λύση πιο αποφασιστικά ομοσπονδιακή.
Ή αν αντίθετα θα συνεχίσει να αναζητάει απίθανες τεχνικές λύσεις, φοβούμενη να επιβεβαιώσει καθαρά μιαν ευρωπαϊκή αλληλεγγύη.


Είναι τόσο δύσκολο να κατανοήσουμε, ότι η κερδοσκοπία που συντελείται σήμερα πηγάζει από την πολιτική αναποφασιστικότητα, μάλλον, παρά από τη δημοσιονομική κατάσταση της ευρωζώνης, που είναι γνωστό, ότι είναι η πιο υγιής μεταξύ των μεγάλων αναπτυγμένων χωρών;
 
Η αρχιτεκτονική της ευρωπαϊκής διακυβέρνησης - ένα ομοσπονδιακό σύστημα νομισματικής πολιτικής, το οποίο όμως είναι συνομοσπονδιακό σε ό,τι αφορά την πολιτική του προϋπολογισμού - είναι εκείνη που αποδεικνύεται αβάστακτη πολύ περισσότερο και από το δημόσιο χρέος των χωρών της ευρωζώνης.

* Οικονομολόγος, καθηγητής στο Ινστιτούτο Πολιτικών Επιστημών του Παρισιού.

ΠΗΓΗ: enet.gr