9 Σεπ 2011

Οικονομική ομοσπονδιοποίηση ή διάλυση της ευρωζώνης


Του Μανόλη Γ. Δρεττάκη
Η κρίση του χρέους, που ταλανίζει την Ελλάδα και άλλες χώρες-μέλη της Ε.Ε., δεν είναι νέο φαινόμενο. Υπήρχε και πριν από τη δημιουργία της ευρωζώνης, δηλαδή από τη δεκαετία του '90.
 Το 1995 το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ του Βελγίου ήταν 130,4%, της... Ιταλίας 121,5% και της Ελλάδας 97,0%.

Παρά τον όρο της Συνθήκης του Μάαστριχτ, το δημόσιο χρέος να μην υπερβαίνει το 60% του ΑΕΠ τους, πολλά μέλη της ευρωζώνης παρέκαμψαν το κριτήριο αυτό και ακόμα και το 2007 (δηλαδή πριν από το ξέσπασμα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης), δημόσιο χρέος πάνω από το 60%, εκτός από τις τρεις χώρες που προαναφέρθηκαν, είχαν η Γερμανία, η Γαλλία και η Πορτογαλία.
Το χρέος αυξήθηκε σημαντικά το 2009 και στις 6 χώρες. Αιτία της αύξησής του ήταν από τη μια μεριά η διόγκωση των δημόσιων ελλειμμάτων, λόγω των μέτρων που πήραν οι κυβερνήσεις για την αντιμετώπιση της κρίσης, και από την άλλη τα «κρυφά» χρέη που «πέρασαν» στο δημόσιο χρέος.

Θέλοντας να διαγράψουν την 11ετή αυτή εμπειρία της ευρωζώνης και παραγνωρίζοντας στοιχειώδεις αρχές δημοσιονομικής πολιτικής για την αντιμετώπιση των κυκλικών διακυμάνσεων των οικονομιών και των επιπτώσεων απρόβλεπτων σοκ, το γαλλογερμανικό διευθυντήριο Σαρκοζί - Μέρκελ, στη συνάντησή του στο Παρίσι στις 16.8.11, αποφάσισε να επιβάλει σε όλα τα κράτη-μέλη της ευρωζώνης την υποχρέωση ισοσκέλισης των προϋπολογισμών.
Η απόφαση αυτή υπαγορεύτηκε από την επιμονή της Γερμανίας για εναρμόνιση της δημοσιονομικής πολιτικής των κρατών-μελών της ευρωζώνης, μια άποψη που έχει επανειλημμένως διατυπωθεί από τον υπουργό Οικονομικών της χώρας αυτής.

Οπως, όμως, έχει δείξει η εμπειρία των τελευταίων 10 χρόνων, η λειτουργία της ευρωζώνης δεν ήταν προς όφελος όλων των κρατών-μελών της (βλέπε σχετικό άρθρο μας στην «Ελευθεροτυπία» στις 2.3.11).
Από τα πρώτα 12 κράτη-μέλη της, λιγότερα από τα μισά έχουν απολαύσει μεγάλες αυξήσεις των πλεονασμάτων του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών τους, με τη μερίδα του λέοντος να πηγαίνει στη Γερμανία και κατά δεύτερο λόγο στην Ολλανδία. Αυτή την πραγματικότητα την αναγνωρίζουν τα κράτη που ωφελήθηκαν, χωρίς όμως να παραδέχονται ότι αυτό έχει αποβεί σε βάρος των υπολοίπων.

Σε μια πρόσφατη δήλωσή του ο πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζακ Ντελόρ (βλέπε «Ελευθεροτυπία» της 19ης.8.11) ανάμεσα στα άλλα ανέφερε ότι «η επιτυχία της Ευρώπης στο οικονομικό πεδίο βασίζεται σ' ένα τρίγωνο: την ανταγωνιστικότητα που κινητοποιεί, τη συνεργασία που ενισχύει και την αλληλεγγύη που ενώνει. Πρέπει να περάσουμε σε πράξεις».

Για να υλοποιηθεί το «τρίγωνο» που ανέφερε ο Ζακ Ντελόρ, η πρώτη και βασική πράξη που χρειάζεται είναι η ανακατανομή των ωφελειών από τη λειτουργία της ευρωζώνης.
Ο μόνος τρόπος για να υπάρξει αυτή η ανακατανομή, είναι η δημιουργία ενός κοινού προϋπολογισμού 20πλάσιου του σημερινού, δηλαδή της τάξης του 25% του ΑΕΠ της ευρωζώνης, όσο το ύψος του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού των ΗΠΑ. Την ανάγκη να υπάρξει ένας τέτοιος προϋπολογισμός για την ευρωζώνη διατύπωσε πρόσφατα ο υπουργός Οικονομικών της Μεγάλης Βρετανίας Τζορτζ Οσμπορν, δηλώνοντας λίγο πριν από τη συνάντηση Μέρκελ -Σαρκοζί τα ακόλουθα: «Ημουν κατά της ένταξης της Βρετανίας στο κοινό νόμισμα. Ενας από τους λόγους ήταν, ότι θεωρούσα πως η λογική τού να υπάρχει κοινό νόμισμα, καταλήγει σε μια πολιτική παρόμοια με εκείνη του κοινού προϋπολογισμού. Δεν μπορεί να έχεις το ένα χωρίς το άλλο».

Τα ισχυρά κράτη-μέλη της ευρωζώνης, δηλαδή η Γερμανία, η Ολλανδία, η Αυστρία, η Φινλανδία και το Λουξεμβούργο (και, δυστυχώς, και η Γαλλία), δεν διανοούνται τη δημιουργία ενός κοινού προϋπολογισμού, ανάλογου του ομοσπονδιακού των ΗΠΑ, με τις μεταβιβάσεις προς τα αδύναμα μέλη της ευρωζώνης που απαιτούνται για μια ισόρροπη, κοινωνικά δίκαιη και με ουσιαστική αλληλεγγύη λειτουργία της.
Απόδειξη οι ατέρμονες διαπραγματεύσεις που διεξάγονται ακόμα και για μια ασήμαντη αύξηση του σημερινού ύψους του προϋπολογισμού της Ε.Ε., που ανέρχεται στο γλίσχρο 1,13% του ΑΕΠ του συνόλου των μελών της.

Για όσο διάστημα οι ηγέτες των οικονομικά ισχυρών μελών της ευρωζώνης, με προεξάρχουσα τη Γερμανία, αρνούνται τη δημιουργία του ουσιαστικού κοινού προϋπολογισμού που προαναφέρθηκε, δηλαδή, να προχωρήσουν σε μια οικονομική ομοσπονδιοποίηση της ευρωζώνης, τα προβλήματα που σήμερα αντιμετωπίζουν η Ελλάδα, η Ιρλανδία και η Πορτογαλία μπορεί να επεκταθούν και σε άλλες χώρες (με πρώτες, όπως έδειξαν οι πρόσφατες αναταράξεις στις αγορές, την Ιταλία και την Ισπανία).
Αν συμβεί αυτό, τότε καμιά αύξηση των πόρων των μηχανισμών στήριξης ή έκδοση ευρωομολόγου δεν θα μπορέσει να ανακόψει τη διάλυση της ευρωζώνης, με ό,τι ένα τέτοιο ενδεχόμενο συνεπάγεται όχι μόνο για όλα τα κράτη-μέλη της και την Ε.Ε. ως σύνολο, αλλά και για την παγκόσμια οικονομία.

* Ο Μανόλης Γ. Δρεττάκης είναι πρώην: αντιπρόεδρος της Βουλής, υπουργός και καθηγητής της ΑΣΟΕΕ.

ΠΗΓΗ: enet.gr