30 Αυγ 2011

«Εξευρωπαϊσμός» της γερμανικής πολιτικής


Του Ναπολέοντος Μαραβέγια
Θεωρείται από πολλούς, ότι, οι δισταγμοί και οι καθυστερήσεις της Γερμανίας στην αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης στην Ευρωπαϊκή Ενωση, καθώς και η οικονομική πολιτική της αυστηρής λιτότητας που προσπαθεί να επιβάλει σ' ολόκληρη την ευρωζώνη, έχουν... παρατείνει και ενδεχομένως επιδεινώσει την κρίση με σοβαρό κίνδυνο αποδόμησης του ενιαίου νομίσματος.

Είναι γεγονός, ότι η Γερμανία δεν είχε δείξει ενθουσιασμό για τη δημιουργία κοινού νομίσματος. Αντίθετα, δέχθηκε απρόθυμα τη γαλλική ιδέα της νομισματικής ένωσης της Ευρώπης, επιβάλλοντας όμως, τους δικούς της όρους προκειμένου να συμφωνήσει.
Η γερμανική πολιτική δημοσιονομικής πειθαρχίας και ανεξαρτησίας της Κεντρικής Τράπεζας έγινε δεκτή , τότε, από τη Γαλλία και τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, με την πεποίθηση ότι θα εξασφάλιζε στη νεότευκτη νομισματική ένωση σταθερότητα, χαμηλό πληθωρισμό και διεθνή ανταγωνιστικότητα, αποτρέποντας τα κράτη-μέλη από τους πειρασμούς της δημοσιονομικής χαλαρότητας.


Για το λόγο αυτό έγινε δεκτό από όλες της χώρες της ευρωζώνης το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, δηλ. το στενό όριο του 3% του ΑΕΠ στο έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού, αν και με αρκετές αντιρρήσεις για τη χρησιμότητά του και την αντικειμενική δυνατότητα τήρησής του από τις λιγότερο ισχυρές οικονομίες, ιδιαίτερα σε συνθήκες οικονομικής κρίσης.

Πράγματι, στα χρόνια που πέρασαν από το 2000 που υιοθετήθηκε το κοινό νόμισμα, επιτεύχθηκαν ικανοποιητικοί ρυθμοί οικονομικής μεγέθυνσης, κυρίως χάρη στη σταθερότητα του ευρώ, τον χαμηλό πληθωρισμό και τα χαμηλά επιτόκια, σ' όλες σχεδόν τις χώρες της ευρωζώνης. Το Σύμφωνο Σταθερότητας προφανώς δεν τηρήθηκε με ευλάβεια, ούτε από την ίδια την Γερμανία, αλλά σε καμία χώρα, ούτε στην Ελλάδα, δεν ξέφυγε ποτέ πάνω από το 6% περίπου όλα αυτά τα χρόνια.


Η οικονομική κρίση, όμως, ανέτρεψε όλα τα δεδομένα και ανάγκασε τις περισσότερες χώρες να ασκήσουν επεκτατική δημοσιονομική πολιτική μπροστά στον κίνδυνο της οικονομικής ασφυξίας.
Από την άλλη πλευρά τα φορολογικά έσοδα μειώθηκαν λόγω της ύφεσης, με αποτέλεσμα το έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού, σχεδόν σ' όλες τις χώρες της Ε.Ε., να ξεφύγει από κάθε όριο, με αποκορύφωμα στην Ελλάδα που το 2009 έφθασε στο 15% του ΑΕΠ.

Προφανώς, στις χώρες της ευρωζώνης με ισχυρές οικονομικές δομές και αυστηρή δημοσιονομική παράδοση, όπως π.χ. η Γερμανία και άλλες βόρειες χώρες, οι οποίες εξάλλου είχαν επωφεληθεί περισσότερο από τη νομισματική ένωση, η κατάσταση γρήγορα τέθηκε υπό έλεγχο. Αντίθετα, στις χώρες με ασθενείς δομές και χαλαρή δημοσιονομική παράδοση, όπως π.χ. η Ελλάδα και οι άλλες νοτιότερες χώρες, η κατάσταση ξέφυγε από κάθε έλεγχο και σήμερα βρίσκονται σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης.


Σ' αυτές τις συνθήκες δεν μπορεί να εφαρμοσθεί η γερμανική πολιτική, όπως μέχρι σήμερα.
Η δημοσιονομική λιτότητα, που επιβάλλει η πολιτική αυτή στις υπερχρεωμένες χώρες, προκειμένου να πληρώσουν τα χρέη τους, επιδεινώνει την κρίση και διευρύνει τα ελλείμματα λόγω αδυναμίας είσπραξης δημοσίων εσόδων.

Απαιτείται, συνεπώς, αναθεώρηση της οικονομικής πολιτικής της ευρωζώνης προς αναπτυξιακή κατεύθυνση μέσα στις νέες συνθήκες. Αν η Γερμανία θέλει να συνεχίσει να ασκεί το ηγεμονικό της ρόλο στην Ε.Ε. πρέπει να αναγνωρίζεται η ορθότητα των επιλογών της και από όλες τις άλλες χώρες-μέλη, όπως είχε συμβεί το 2000, προκειμένου να εξασφαλισθεί η σταθερότητα της ευρωζώνης.

Συνεπώς, η Γερμανία έπρεπε να αλλάξει πολιτική αποδεχόμενη το κόστος της «ηγεμονίας» της. Αντί να επιδιώκει τον «εκγερμανισμό» της πολιτικής όλων σχεδόν των άλλων χωρών της ευρωζώνης, έπρεπε να «εξευρωπαΐσει» τη δική της πολιτική.

ΠΗΓΗ: enet.gr