Σπύρος Μανουσέλης
Ακόμη κι αν η προστασία που παρέχουν τα εμβόλια από τη νόσο COVID, φτάνει το 95%, αυτή αφορά τα ορατά και πιο σοβαρά συμπτώματα της λοίμωξης από τον κορονοϊό.
Tα εμβόλια αποτελούν αναμφίβολα ένα αποτελεσματικό μέσο, για να περιορίσουμε δραστικά τις πιο αρνητικές ή και...
ανθρωποκτόνους συνέπειες της λοίμωξης από τον κορονοϊό. Ετσι θα καταφέρουν οι άνθρωποι, κάνοντας το εμβόλιο, να ανακτήσουν την προσωπική και κοινωνική τους ζωή.Ποιος, όμως, μπορεί να μας εγγυηθεί, σήμερα, για την αποτελεσματικότητα των διαθέσιμων εμβολίων στο να εμποδίζουν, εκτός από τη σοβαρή νόσηση, και την επιδημική διάδοση του κορονοϊού από τους εμβολιασμένους; Σύμφωνα με τους εμβολιολόγους-επιδημιολόγους και όλους τους διεθνείς ιατρικούς οργανισμούς, τα εμβόλια της Pfizer, της Moderna, της AstraZeneca και της Johnson & Johnson είναι όντως αποτελεσματικά στην αντιμετώπιση των σοβαρών μολύνσεων από τον κορονοϊό και τις πέντε πιο γνωστές παραλλαγές του.
Αν και, όταν οι ειδικοί πιεστούν, παραδέχονται, ότι το μόνο που γνωρίζουμε με βεβαιότητα σχετικά με τα σημερινά εμβόλια, είναι, ότι μειώνουν σημαντικά την πιθανότητα να νοσήσουν βαριά οι εμβολιασμένοι, ενώ αγνοούμε, πόσο διαρκεί η ανοσία που τους παρέχουν ή αν αποκλείουν τη δυνατότητα οι εμβολιασμένοι να μεταδίδουν, ως ασυμπτωματικοί φορείς, τους κορονοϊούς στους άλλους.
Εμβολιασμένοι, αλλά φορείς του κορονοϊού
Οι μέχρι σήμερα κλινικές μελέτες των εμβολίων σε δύο δόσεις κατά του κορονοϊού, όπως αυτά της Pfizer-BioNTech, που θεωρούνται τα πιο αποτελεσματικά, έδειξαν ότι 7 έως 14 ημέρες μετά την πρώτη δόση ο εμβολιασμένος αρχίζει να αναπτύσσει κάποια προστασία στις λοιμώξεις, ενώ μία εβδομάδα μετά από τη δεύτερη δόση η προστασία από τα συμπτώματα της σοβαρής νόσησης αυξάνεται σημαντικά – ανέρχεται περίπου στο 95%.
Βασιζόμενοι, λοιπόν, στα μέχρι στιγμής δημοσιευμένα δεδομένα, ακόμη κι αν η προστασία φτάνει όντως το 95%, αυτό αφορά κυρίως τα ορατά συμπτώματα της λοίμωξης από τον κορονοϊό, ενώ δεν διαθέτουμε ακόμη επαρκή στοιχεία για την ικανότητα του εμβολίου να εξαλείφει τον κίνδυνο μετάδοσης των κορονοϊών σε άλλα πρόσωπα ή και της μελλοντικής επαναμόλυνσης των εμβολιασμένων.
Μολονότι, λοιπόν, υπάρχουν σοβαρές εργαστηριακές και κλινικές ενδείξεις, ότι ο μαζικός εμβολιασμός με τα σημερινά εμβόλια παρέχει αρκετή προστασία από τις πιο σοβαρές εκδηλώσεις της νόσου COVID-19, καθώς και ότι αποτελεί το καλύτερο μέσο που διαθέτουμε, για να περιορίσουμε ταχύτερα την επιδημία της, τα εμβόλια δεν μας διασφαλίζουν την οριστική εξάλειψη του νέου ιού από τη Γη, ούτε καν ότι οι εμβολιασμένοι δεν θα μεταδίδουν τον κορονοϊό στα άλλα άτομα με τα οποία έρχονται σε επαφή!
Επομένως, ενώ γνωρίζουμε ότι τα σημερινά εμβόλια μειώνουν σημαντικά (αλλά για ορισμένο χρονικό διάστημα!) την πιθανότητα οι εμβολιασμένοι να νοσήσουν σοβαρά, δεν τους διασφαλίζουν, ότι η επιθυμητή ανοσία θα επέλθει σε όλες τις περιπτώσεις των εμβολιασμένων.
Για όλους τους παραπάνω λόγους, οι πιο σοβαροί ειδικοί και οι υπεύθυνοι φορείς των υγειονομικών υπηρεσιών επιμένουν, ότι όσοι έχουν ήδη εμβολιαστεί, θα πρέπει να εξακολουθήσουν να φοράνε μάσκες και να τηρούν τα μέτρα προστασίας και υγιεινής, όταν έρχονται σε επαφή με άγνωστα άτομα. Αν όχι για τους ίδιους, τουλάχιστον για την προστασία των άλλων και ειδικά όσων ανήκουν στις πιο ευπαθείς ομάδες.