Νικόλ Λειβαδάρη
H Νέα Δημοκρατία έφριξε με την πρόταση Τσίπρα για πιο δυναμικό μοντέλο διαχείρισης της πανδημίας, και δη των εμβολιασμών. Την πρόταση για σύναψη διμερών συμφωνιών με χώρες ή εταιρίες που παράγουν εμβόλια κατά του κορονοϊού, εάν δεν...
καταφέρει η Ευρωπαϊκή Ενωση να εξασφαλίσει τις πατέντες για την παραγωγή των αναγκαίων δόσεων και για να καλύψει τα τεράστια κενά που έχει αφήσει η διαπραγμάτευση φον ντερ Λάιεν με τις φαρμακοβιομηχανίες.Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος εξεμάνη, εγκάλεσε τον Αλέξη Τσίπρα ότι πήγε αδιάβαστος και μη ενημερωμένος στην συνάντησή του με την Πρόεδρο της Δημοκρατίας και τον πληροφόρησε, πως «τα 27 κράτη-μέλη της ΕΕ έχουν συμφωνήσει, ότι πορεύονται μαζί όσον αφορά στην αγορά εμβολίων και δεν επιτρέπεται να κινούνται μονομερώς».
«Προτείνει μήπως ο κ. Τσίπρας, να παραβιάσουμε την κοινή ευρωπαϊκή συμφωνία; Αυτό είναι ξεκάθαρα εις βάρος της χώρας», κατέληξε αγανακτισμένος ο Χρήστος Ταραντίλης.
Το πρόβλημα για τον κυβερνητικό εκπρόσωπο είναι, πως μάλλον ο ίδιος δεν διαβάζει ούτε Politico, ούτε Bild, ούτε καν τα όσα λέει ο γερμανός ομόλογός του (τα οποία μπορεί, τελικά, και να είχε διαβάσει ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης πριν πάει στο Προεδρικό Μέγαρο).
Το πρόβλημα για την χώρα είναι, πως η κυβέρνηση δεν διαβάζει (ή δεν θέλει να διαβάσει) την πραγματικότητα στην Ε.Ε. και τα ευρωπαϊκά αδιέξοδα που δημιουργούν ξανά οι πολιτικές Μέρκελ, αυτή την φορά σε μια ιστορική υγειονομική κρίση. Κι πως, επίσης, δεν δηλώνει, ότι η Ελλάδα παρήγγειλε και αγόρασε πολύ λιγότερα εμβόλια της Moderna από όσα δικαιούται, με βάση την ευρωπαϊκή συμφωνία που επικαλείται ο κ. Ταραντίλης.
«Όταν έρχεται η ώρα της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης και στο εμβόλιο, η Γερμανία παίρνει απλώς την μερίδα του λέοντος» γράφει το Politico, αποκαλύπτοντας και το κόλπο γκρόσο της κυβέρνησης Μέρκελ, μέσα από το οποίο το Βερολίνο παίρνει πολύ περισσότερες δόσεις εμβολίων απ’ όσες αναλογούν στα 83 εκατομμύρια του πληθυσμού της με βάση την ευρωπαϊκή συμφωνία.
Πώς το πέτυχε; Όταν, όντας προεδρεύουσα της Ευρωπαϊκής Ενωσης, έκανε σταυροφορία για κοινή πολιτική αγοράς των εμβολίων από τα κράτη-μέλη, ταυτόχρονα έκλεισε πρόσθετες και διμερείς συμφωνίες με τις φαρμακοβιομηχανίες (ανάμεσά τους τις BioNTech/Pfizer και CureVac) για να πάρει η ίδια επιπλέον δόσεις. Και πέραν αυτών των συμφωνιών, τώρα παίρνει και… επιπλέον πρόσθετες δόσεις εμβολίων, τα οποία δεν αγοράζουν άλλες χώρες της ΕΕ, που τα δικαιούνται.
Και κάπως έτσι, όπως γράφει το Politico, «η Γερμανία, μια χώρα με 83 εκατομμύρια κατοίκους, ανακοινώνει τώρα, ότι παίρνει 94 εκατομμύρια δόσεις του εμβολίου BioNTech/Pfizer – 64 εκατομμύρια μέσω του μεριδίου που της αναλογεί από την συμφωνία της ΕΕ και άλλα 30 εκατομμύρια βάσει διμερούς, ξεχωριστής συμφωνίας. Επιπλέον, θα αποκτήσει εμβόλια, που δεν θέλουν άλλες ευρωπαϊκές χώρες, παίρνοντας 50 εκατομμύρια δόσεις από τις συνολικά 160 εκατομμύρια δόσεις του εμβολίου της Moderna – πολύ περισσότερες απ’ ό,τι της αναλογούσε».
Το δεύτερο, εξίσου ενδιαφέρον και αποκαλυπτικό στοιχείο, είναι, το γιατί και ποιες χώρες δεν απορρόφησαν όλα τα εμβόλια της Moderna που τους αναλογούν (και ανάμεσά τους, σύμφωνα με το Politico, βρίσκεται και η Ελλάδα).
Αρκετές χώρες, όπως επισημαίνει επικαλούμενο υψηλόβαθμους ευρωπαίους αξιωματούχους, και κυρίως οι φτωχότερες της Ε.Ε. πόνταραν εξ αρχής στο εμβόλιο της AstraZeneca, επειδή είναι το φθηνότερο και όχι σε εκείνα της Pfizer και της Moderna που βασίζονται στο mRNA και είναι πολύ ακριβότερα. Κατά συνέπεια δέσμευσαν λιγότερες δόσεις εμβολίων της Moderna από εκείνες που τους αναλογούσαν.
Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Politico, η Πολωνία για παράδειγμα παρήγγειλε μόνον 6,6 εκατομμύρια δόσεις από την Moderna, ενώ θα μπορούσε να πάρει πάνω από 13 εκατομμύρια, η Βουλγαρία πήρε μόνον 500 χιλιάδες ενώ θα μπορούσε να παραγγείλει πάνω από 2 εκατομμύρια και η Ελλάδα φέρεται να παρήγγειλε μόνον 1,8 εκατομμύρια, ενώ δικαιούτο να δεσμεύσει άλλα 2 εκατομμύρια (δηλαδή, η Ελλάδα θα μπορούσε να πάρει συνολικά 3,8 εκατομμύρια δόσεις της Moderna).
Aυτές τις επιπλέον δόσεις εμβολίων, από τα «αδιάθετα των φτωχών», σαρώνει τώρα η Γερμανία. Στο όνομα, πάντοτε, της… ευρωπαϊκής αλληλεγγύης και των δημοσιονομικών της πλεονασμάτων. Και της προσήλωσης, επίσης, της ελληνικής κυβέρνησης στην… ευρωπαϊκή συμφωνία και στο συμφέρον της χώρας.