28 Οκτ 2020

Γιατί γιορτάζουμε το ΟΧΙ και όχι την απελευθέρωση; - Ο μύθος γύρω από το ΟΧΙ του Μεταξά


Ξημερώματα 28ης Οκτώβρη του 1940.Ο Ιταλός πρέσβης στην Ελλάδα Εμανουέλε Γκράτσι ξυπνά τον δικτάτορα Ιωάννη Μεταξά για να του επιδώσει το τελεσίγραφο του Μουσολίνι.Η φασιστική κυβέρνηση της Ιταλίας επικαλούμενη το γεγονός ότι βρισκόταν σε εμπόλεμη κατάσταση με την Αγγλία, ζητά από την ελληνική κυβέρνηση να επιτρέψει στις ιταλικές ένοπλες δυνάμεις να καταλάβουν ορισμένα στρατηγικά σημεία επί του ελληνικού εδάφους.

Ο Γκράτσι ενημέρωσε τον Μεταξά πως πρέπει να καθοριστεί η στάση της Ελλάδας σε τρεις ώρες. Η διορία θα έληγε στις 6 το πρωί. Η απάντηση του δικτάτορα ήταν αρνητική. Ο ιταλικός στρατός επιτέθηκε πριν ακόμα λήξει η τρίωρη προθεσμία που όριζε το τελεσίγραφο, στις 5.30 π.μ. σε ολόκληρο το μέτωπο, από το Ιόνιο έως τη λίμνη Πρέσπα.

Ο Μεταξάς δεν είχε καμία άλλη επιλογή από την άρνηση. «Alors, c' est la querre (ώστε έχουμε Πόλεμο)» ήταν η απάντησή του. Κι όταν οδήγησε τον συνομιλητή του στην εξώπορτα, τον αποχαιρέτησε λέγοντας: «Vous etes les plus forts (Είστε οι πιο ισχυροί)». Στάση απόλυτα συνεπής με τα προστάγματα και τους πολύχρονους δεσμούς που είχε διαχρονικά η ελληνική αστική τάξη με τη βρετανική πολιτική.

Η στάση του να αρνηθεί τη συμμόρφωση προς τις ιταλικές απαιτήσεις, για την επίσημη ιστοριογραφία αποτελεί ‘’πράξη αντίστασης ή ηρωισμού’’, στο πλαίσιο της οποίας δεκαετίες ολόκληρες επιχειρείται να εξαγνιστεί το καθεστώς της 4ης Αυγούστου ή τουλάχιστον οι επικεφαλής εκείνης της δικτατορίας.

Το πραγματικό περιεχόμενο στο «ΟΧΙ» του Μεταξά

Ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, από τους κορυφαίους πολιτικούς και διανοούμενους του 20ου αιώνα, έγραφε τη δεκαετία του '60 στις γνωστές συνθήκες της μετεμφυλιακής περιόδου: ‘’Πρέπει να είμεθα, χωρίς άλλο, ευγνώμονες εις τον Ιωάννη Μεταξά, διότι είπε, ολομόναχος εις το σκοτάδι της νυκτός, το μέγα "ΟΧΙ". Λέγουν όσοι αντικρίζουν με εμπάθεια και αυτά τα ανάγλυφα γεγονότα της ιστορίας, ότι το "όχι" δεν το είπεν ο Μεταξάς αλλά ο Ελληνικός Λαός. Ναι, το είπεν ο Ελληνικός Λαός, αλλά αφού το είχε πει ο Μεταξάς’’.

Ασφαλώς πρόκειται για ‘’παιδαριώδη’’ επιχειρηματολογία που ανατρέπεται και μόνο από την απλή διαπίστωση ότι το ΟΧΙ δεν ήταν μια πράξη στιγμιαία, αλλά ο λαϊκός ξεσηκωμός που έφερε το Αλβανικό Έπος. Επιπλέον, το ‘’ΟΧΙ’’ ήταν οι διαθέσεις της ελληνικής κοινωνίας εναντίον κάθε ξένης επιβουλής, διαθέσεις τις οποίες ο Μεταξάς - όπως ο ίδιος έχει παραδεχτεί - γνώριζε πολύ καλά και υποχρεώθηκε να μην τις αγνοήσει την κρίσιμη ώρα.

Δύο ημέρες μετά την έναρξη του πολέμου, στις 30 Οκτώβρη 1940, ο ίδιος εξήγησε στους ιδιοκτήτες και στους αρχισυντάκτες του αθηναϊκού Τύπου ότι αν δεχόταν το ιταλικό τελεσίγραφο η Ιταλία και η Βουλγαρία θα έκοβαν τα χέρια της Ελλάδας, καταλαμβάνοντας η πρώτη, τουλάχιστον την Ήπειρο και η δεύτερη τουλάχιστον τη Θράκη.

Την ίδια ώρα η Αγγλία θα καταλάμβανε την Κρήτη και τα νησιά, με αποτέλεσμα η κυβέρνησή του να απομονωνόταν πλήρως από το ελληνικό λαό.

Επρόκειτο για μια ομολογία που αποδείκνυε πως το δικό του «ΟΧΙ» στην ιταλική πρόκληση ήταν το αποτέλεσμα του αδιέξοδου στο οποίο βρέθηκε αλλά, επιπροσθέτως, και των ειδικών δεσμών που είχε η ελληνική με τη βρετανική κυβέρνηση, γεγονός που καθιστούσε δυνατή μια βρετανική επέμβαση στις ελληνικές υποθέσεις.

Μάλιστα ένας άνθρωπος που γνώριζε πολύ καλά τα πράγματα τότε, αφού εργαζόταν στη διπλωματική υπηρεσία του υπουργείου Εξωτερικών ήταν ο Γιώργος Σεφέρης, ο οποίος γράφει: ‘’Ο λαός έκανε ό,τι μπορούσε για να του δώσει να καταλάβει τη βαθιά αλλαγή των πραγμάτων. Από τη νάρκη της αδιαφορίας όπου βρισκότανε ως τις πρώτες ημέρες του Αυγούστου, ξύπνησε σύσσωμος μονομιάς φρέσκος ολοζώντανος. Αλλά είναι ζήτημα αν η κράση του Μεταξά ήταν από εκείνες που αισθάνονταν τα μηνύματα της ψυχής του λαού’’.


Η στάση του κόσμου

Ωστόσο, ο ελληνικός λαός, παρά τις «εκτιμήσεις» του καθεστώτος του Ι. Μεταξά για τον πόλεμο, ήταν ήδη έτοιμος. Ο αρχιστράτηγος Αλ. Παπάγος, λίγες μέρες πριν την ιταλική εισβολή, έλεγε πως αν μας επιτεθούν «θα ρίξωμεν μερικές τουφεκιές διά την τιμήν των όπλων» και ο δικτάτορας Μεταξάς σε συζήτηση με δημοσιογράφους, μόλις άρχισε η ιταλική επίθεση, δήλωνε πως η Ελλάδα δεν πολεμά για τη νίκη και, όπως σημειώνει στο ημερολόγιό του, τον ανησυχούσε «η υπεραισιόδοξος κοινή γνώμη».

Ο ελληνικός λαός από την άλλη, πλημμύρισε τους δρόμους της Αθήνας και σχημάτισε μεγαλειώδεις διαδηλώσεις. «Θάνατος στο φασισμό», φώναζαν ρυθμικά οι διαδηλωτές μπροστά στα μάτια των αστυνομικών. Οι έφεδροι γέμιζαν τα κέντρα επιστράτευσης. Η ίδια εικόνα και σε όλες τις γωνιές της Ελλάδας. Έτσι άρχισε μια απ' τις πιο ένδοξες σελίδες της ελληνικής ιστορίας.

Τι έλεγε ο Μεταξάς

Η δικτατορία του Μεταξά έκανε επιλογές συμμάχων όχι με βάση την ιδεολογία του, αλλά με βάση τα συμφέροντα και τις επιλογές των συμμάχων της αστικής τάξης. Ο ίδιος, μάλιστα, ο Μεταξάς στο «Τετράδιο των σκέψεων», που κρατούσε παράλληλα με το ημερολόγιό του, στις 6/5/1940 έγραφε: «Είναι φυσικό, κράτη παραθαλάσσια σαν εμάς να είμεθα φιλικά με τους Άγγλους και κράτη μεσόγεια σαν τη Βουλγαρία, με τους Γερμανούς. Η διαφορά των πολιτευμάτων δεν παίζει ρόλο, γιατί και το Αγγλικό το δρόμο μας θα ακολουθήσει. Γι' αυτό είναι τραγική η θέσις της Ιταλίας... Και η Ιταλία στο βάθος, τη φιλία προς την Αγγλία ζητά. Μόνο που αυτή ακολουθεί το δρόμο του μεγάλου, ενώ εμείς είμαστε μικροί»(Ι. Μεταξά: «Το προσωπικό του ημερολόγιο», τόμος Δ', σελ. 467).


Είμεθα ουδέτεροι εφ' όσον χρόνον η Αγγλία θέλει να είμεθα ουδέτεροι

Ακόμη πιο σαφής ήταν ο Μεταξάς όταν εξηγούσε τη θέση της Ελλάδας απέναντι στην Αγγλία - και σ' ό,τι αφορούσε την περιβόητη ουδετερότητα - μιλώντας στις αρχές Μάη του '40 με το Βρετανό δημοσιογράφο Αρθουρ Μάρτον και ενώ ήδη η Γερμανία είχε εξαπολύσει τον πόλεμο: «Είμεθα ουδέτεροι εφ' όσον χρόνον η Αγγλία θέλει να είμεθα ουδέτεροι. Τίποτε δεν κάνομε χωρίς συνεννόησιν με την Αγγλία και, τις περισσότερες φορές, ό,τι κάνομε γίνεται κατά σύστασιν ή παράκλησιν της Αγγλίας. Η Ελλάς είναι ζωτικό τμήμα της αγγλικής αυτοκρατορικής αμύνης» (Τα μυστικά αρχεία του Φόρεϊν Οφις, εκδόσεις Πάπυρος, σελ. 76).


Το μένος σε αγωνιστές και αριστερούς

Όλοι οι φυλακισμένοι αντιφρονούντες, αριστεροί και εξόριστοι κομμουνιστές, από την πρώτη στιγμή ζήτησαν να σταλούν στο πολεμικό μέτωπο, στην πρώτη γραμμή. Οι Ακροναυπλιώτες, για παράδειγμα, έστειλαν στην κυβέρνηση Μεταξά γράμμα για να σταλούν στο μέτωπο αλλά αυτή τους ζήτησε δηλώσεις μετανοίας για να τους επιτρέψει να πάνε να πολεμήσουν.

Αλλά οι Ακροναυπλιώτες κρατούμενοι έδωσαν απάντηση με υπόμνημά τους στις 13/11/1940: «Οι ιδέες μας είναι πάντοτε και έχουν για κίνητρο, αφετηρία και σκοπό την εξύψωση και την ευημερία του ελληνικού λαού και του έθνους, ολόκληρο δε το παρελθόν μας είναι μια συνεπής και συνεχής προσπάθεια για την επίτευξη αυτών των σκοπών. Στον αγώνα αυτόν δώσαμε ό,τι πολύτιμο είχαμε, υποστήκαμε αγόγγυστα επί σειρά ετών όλα τα μαρτύρια και τις στερήσεις της εξορίας και της φυλακής και πολλοί από μας έχουν θυσιάσει και τη ζωή τους, χωρίς κανέναν υπολογισμό προσωπικών μας ωφελημάτων. Και σήμερα, ακριβώς διότι μένουμε πιστοί στις αρχές μας και διότι έχουμε για έμβλημά μας "Πάνω απ' όλα τα συμφέροντα του ελληνικού λαού" τασσόμεθα ανεπιφύλακτα στο πλευρό της κυβέρνησης, που διευθύνει την αντίσταση του ελληνικού λαού ενάντια στον επιδρομέα» («Ριζοσπάστης», 28/10/1945).


Η δικτατορία του Μεταξά αρνήθηκε να απελευθερώσει τους κρατούμενους στις φυλακές και τις εξορίες κομμουνιστές και άλλους αγωνιστές προκειμένου, όπως ζητούσαν, να σταλούν εθελοντικά στο πολεμικό μέτωπο. Και όσοι δεν κατάφεραν να αποδράσουν παραδόθηκαν στους Γερμανούς κατακτητές, πολλοί από τους οποίους βεβαίως πέρασαν τη φρικιαστική εμπειρία των στρατοπέδων του Νταχάου, του Αουσβιτς, του Ματχάουζεν και αλλού.


Γιατί γιορτάζουμε το "ΟΧΙ" και όχι την απελευθέρωση

Η Ελλάδα αντίθετα με τα υπόλοιπα κράτη της Ευρώπης, ως προς τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο έχει ορίσει ως εθνική εορτή την 28η Οκτωβρίου και όχι για παράδειγμα την ημέρα της απελευθέρωσής της από τους Γερμανούς (12 Οκτωβρίου του 1944).


Γενικά, εθνικές εορτές σχετικές με τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο έχουν καθιερωθεί σε λίγες χώρες της Ευρώπης. Για παράδειγμα η Ιταλία γιορτάζει το τέλος του φασισμού και της γερμανικής κατοχής στις 25 Απριλίου, ενώ η Ολλανδία γιορτάζει στις 5 Μαΐου το τέλος της γερμανικής κατοχής. Αντίθετα, η Γαλλία τιμά την απόβαση των συμμαχικών δυνάμεων στη Νορμανδία στις 6 Ιουνίου.

Ο ιστορικός Βαλεντίν Σνάιντερ αποδίδει την απόφαση εορτασμού της 28ης Οκτωβρίου στο ότι η Ελλάδα, μετά τη μικρασιατική καταστροφή, ήθελε να διατηρήσει την ουδετερότητά της. Το «Όχι» του Μεταξά ήταν μια άρνηση στην παρέμβαση των μεγάλων δυνάμεων στις ελληνικές υποθέσεις.

Αναφέρει, λοιπόν, πως στα ευρωπαϊκά κράτη οι εθνικές εορτές αφορούν την ανεξαρτησία του κράτους, την απελευθέρωσή του ή τη δημιουργία του.

Όπως και να έχει, η 28η Οκτωβρίου είναι μία ημέρα τιμής του αντιστασιακού αγώνα και των θυμάτων του, ένας αυθεντικός αγώνας της ελληνικής κοινωνίας ενάντια στο ναζισμό και το φασισμό. Τελικά έχουν δίκιο αυτοί που λένε ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται...