Σε πρόσφατη ομιλία του στην Βουλή ο υπουργός ΥΠΑΑΤ κ. Βορίδης αναφέρθηκε στην στήριξη του αγροτικού τομέα λόγω των επιπτώσεων της πανδημίας, τονίζοντας ότι η στήριξη σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι οριζόντια αλλά ότι θα είναι...
στοχευμένη στη βάση μελέτης και τεκμηρίωσης.
Ανακοίνωσε μάλιστα ότι η πραγματική στήριξη φτάνει στα 340 εκατ. ενσωματώνοντας, στην ανακοινωθείσα από τον κ. Σταϊκούρα στήριξη των 150 εκατ. από εθνικούς πόρους, πόρους από το Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης (ΠΑΑ), το Πρόγραμμα Αλιείας & Θάλασσας (ΕΠΑΛΘ), πόρους De minimis κοκ.
Μια σειρά ερωτήματα εγείρονται όμως για μια σειρά θεμάτων που αφορούν στην στήριξη, όπως η επιλογή και προτεραιοποίηση των πληγέντων κλάδων, η μεθοδολογία προσδιορισμού της, το ύψος της και ο χρόνος παρέμβασης, ερωτήματα στα οποία ουδέποτε δόθηκαν απαντήσεις.
Από την άλλη, το έλλειμμα θεσμικής εκπροσώπησης του αγροτικού κόσμου αφήνει τον χώρο σε ορισμένες ομάδες πίεσης να ‘πλασαριστούν’ στην πρώτη γραμμή της στήριξης παρακάμπτοντας κλάδους πρώτης προτεραιότητας.
Τελικά, όπως έχω και σε άλλες παρεμβάσεις μου γράψει, αυτό που διακρίνει την πολιτική διαχείριση της κρίσης στον αγροδιατροφικό τομέα μέχρι σήμερα, είναι η επιλεκτική ιεράρχηση, η αναβλητικότητα, η αποσπασματικότητα και τελικά η έλλειψη σχεδίου για την στήριξη της βιωσιμότητας της ελληνικής γεωργίας και αλιείας.
Όταν μιλούν οι αριθμοί...
Από τις μέχρι σήμερα ανακοινώσεις προκύπτει ότι η στήριξη του αγροτικού τομέα είναι:
Για την Γεωργία-Κτηνοτροφία
1. Στήριξη από κρατικές ενισχύσεις συνδεδεμένη με την πανδημία
10,5 εκατ. ευρώ για τη στήριξη των ανθοπαραγωγών (έχει ήδη την έγκριση της ΕΕ)
31 εκατ. ευρώ για τους αιγοπροβατοτρόφους
17 εκατ. ευρώ για απόσταξη κρίσης οινοποιών
2 εκατ. ευρώ για πράσινο τρύγο αμπελουργών
15 εκατ. ευρώ για τους παραγωγούς των λαϊκών αγορών
3 εκατ. ευρώ, για τους εκτροφείς γουνοφόρων ζώων
------------------------
Σύνολο: 80,5 εκατ.
Εξ αυτών μόνο τα 10,5 εκατ. για την στήριξη των ανθοπαραγωγών αναμένεται να πληρωθούν σχετικά σύντομα. Όλες οι άλλες ενισχύσεις απαιτούν υποβολή σχετικού φακέλου για έγκριση στην ΕΕ και, ακόμα και αν όλα πάνε καλά, δεν αναμένεται να ξεκινήσει εκταμίευση πριν το φθινόπωρο.
2. Στήριξη από De minimis μη συνδεδεμένη με την πανδημία
4,3 εκατ. ευρώ στους βαμβακοπαραγωγούς του Έβρου
2 εκατ. ευρώ για τα θερμοκήπια στην Κρήτη
1,5 εκατ. ευρώ σε παραγωγούς σιτηρών του Έβρου
1 εκατ. ευρώ στους τευτλοπαραγωγούς
----------------------
Σύνολο: 8,8 εκατ.
Πρόκειται για στήριξη που ανακοινώνεται συχνά και παραπλανητικά από την ηγεσία του ΥΠΑΑΤ, στο πλαίσιο των μέτρων αντιμετώπισης της κρίσης της πανδημίας, που δεν έχει όμως καμία σχέση με τις επιπτώσεις της πανδημίας. Πρόκειται για στήριξη σε πληγέντες από άλλους λόγους και δεν πρέπει να συνυπολογίζεται στην στήριξη λόγω πανδημίας.
Για την Αλιεία
1. Στήριξη που έχει ανακοινωθεί από πόρους De minimis
15 εκατ. ευρώ για τη στήριξη της παράκτιας αλιείας και
5 εκατ. ευρώ για την μικρή ιχθυοκαλλιέργεια
---------------------
Σύνολο: 20 εκατ.
Δεν έχει όμως ολοκληρωθεί η διαδικασία και δεν έχουν εκταμιευθεί ακόμα οι σχετικοί πόροι.
2. Η Μεγάλη ιχθυοκαλλιέργεια και Μέση αλιεία
Αναμένεται να ανακοινωθεί το ύψος της στήριξης από τα υπόλοιπα ποσά των μέτρων του Επιχειρησιακού Προγράμματος Αλιείας και Θάλασσας (ΕΠΑΛΘ) για την μεγάλη ιχθυοκαλλιέργεια και την μέση αλιεία, χωρίς να έχουν εκτιμηθεί οι πραγματικές επιπτώσεις ακόμα, ούτε και το ύψος της αναγκαίας ενίσχυσης.
Συμπερασματικά
Από τα παραπάνω προκύπτει ότι τρεις μήνες μετά το ξέσπασμα της πανδημίας στην πραγματική αγροτική οικονομία δεν έχει διοχετευτεί ούτε ένα ευρώ στήριξης ακόμα, ενώ η μόνη παρέμβαση που έχει την έγκριση της ΕΕ μέχρι σήμερα είναι αυτή των 10,5 εκατ. για τους ανθοπαραγωγούς.
Ακόμα και αν δεχθεί κανείς ως οριστικό το ποσό των 80,5 εκατ. από τις κρατικές ενισχύσεις για την γεωργία-κτηνοτροφία, αυτό υπολείπεται ακόμα και της De minimis ενίσχυσης των 90 περίπου εκατ. που διέθεσε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ στην τελευταία χρονιά διακυβέρνησής της - και πριν την κρίση της πανδημίας ασφαλώς.
Για άλλη μια φορά γίνεται ξεκάθαρη η έλλειψη σχεδιασμού, ιεράρχησης και συνδυασμού των μέτρων και των εργαλείων πολιτικής. Αυτό προκύπτει από το γεγονός ότι οι ανακοινώσεις στήριξης δεν υπακούουν σε κάποια λογική ιεράρχησης προτεραιοτήτων και συνδυασμού των παρεμβάσεων. Σαν να μην είναι σαφές τι είναι πρωτεύον και τι επείγον, τι δευτερεύον και τι λιγότερο επείγον.
Την παρατήρησή μου αυτή ενισχύει το γεγονός ότι, με βάση πληροφορίες, αρχές Απριλίου αρκετές χώρες υπέβαλαν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τις απόψεις/προτάσεις τους για τις αναγκαίες παρεμβάσεις στον αγροτικό τομέα της χώρας τους λόγω πανδημίας. Οι πληροφορίες λένε ότι η ελληνική πλευρά δεν κατέθεσε συγκεκριμένες απόψεις και αναγκαίες παρεμβάσεις, προφανώς γιατί δεν τις είχε επεξεργαστεί, ούτε προβλέψει.
Ο αγροτικός τομέας ασφυκτιά όμως και από την έλλειψη ρευστότητας.
Παρά τα φημολογούμενα, η ρευστότητα παραμένει όνειρο απατηλό για τον αγροτικό κόσμο. Οι τράπεζες δεν χρηματοδοτούν εύκολα, το Ταμείο Εγγυοδοτήσεων της Αναπτυξιακής Τράπεζας δεν έχει ξεκινήσει την χρηματοδότηση του αγροτικού τομέα και το Ταμείο Εγγυήσεων του ΠΑΑ δεν έχει τεθεί σε λειτουργία.
Η κυβέρνηση δείχνει να μην αντιλαμβάνεται ότι, ως μεγαλύτερο πρόβλημα του αγροτικού τομέα σήμερα αναδεικνύεται πλέον η έλλειψη ρευστότητας, τόσο για κεφάλαιο κίνησης όσο και για την χρηματοδότηση των επενδυτικών σχεδίων.
Και αυτό όταν έχει στα χέρια της μελέτη της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων για τα έτη 2018-2019 που υπολογίζει το χρηματοδοτικό κενό του αγροτικού τομέα σε 4,5-14,3 δις.
Μελέτη που αναφέρει ότι το 50% των αιτούντων χρηματοδότηση απορρίπτονται από τις τράπεζες, ανάμεσα στους οποίους βρίσκεται ένας σημαντικός αριθμός βιώσιμων νέων αγροτών κάτω των 40 ετών ενώ παράλληλα ένα ποσοστό 50% βιώσιμων αγροτών, μεταξύ των οποίων το 23-40% νέοι κάτω των 40 ετών, δεν αιτήθηκε καν χρηματοδότηση λόγω του φόβου απόρριψης της αίτησής τους.
Με άλλα λόγια, η ραχοκοκαλιά της ελληνικής γεωργίας, το πιο δυναμικό κομμάτι της, αποκλείεται από χρηματοδότηση, όπως αναφέρεται στην έκθεση της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων «Financial needs in the agriculture and agri-food sectors in Greece», Ιούνιος 2020.
Αλλά η κυβέρνηση δεν αναζήτησε και άλλους τρόπους να ενισχύσει την ρευστότητα. Δεν πήρε πρωτοβουλίες και δεν έκανε ενέργειες για την προκαταβολή των άμεσων ενισχύσεων πολύ πριν την προβλεπόμενη περίοδο του Οκτωβρίου την στιγμή μάλιστα που η ΕΕ αποφάσισε την αύξησή της από 50% στο 70%.
Παράλληλα, δεν προέβη σε ενέργειες στήριξης της ζήτησης - αξιοποιώντας άμεσα τους εναπομείναντες πόρους των 4,8 εκατ. κοινοτικής χρηματοδότησης του προγράμματος «Φρούτα και γάλα στα σχολεία» για την διανομή τους σε κοινωνικές δομές με την ευελιξία που προσέφερε η ΕΕ με τις αποφάσεις της της 22ας Απριλίου 2020 για τα εξαιρετικά μέτρα - ούτε και λειτούργησε ως κεντρικός αγοραστής για την διανομή σε κοινωνικές δομές, αξιοποιώντας τις κρατικές ενισχύσεις, κάτι που γίνεται σε άλλα Κράτη-Μέλη της ΕΕ, στο Ηνωμένο Βασίλειο και στις ΗΠΑ.
Επίσης καθυστερεί επικίνδυνα και παλινδρομεί χωρίς να παίρνει οριστικές αποφάσεις σε άλλα μέτρα. Παραδείγματα, ο σχεδιασμός της απόσταξης οίνου και η στήριξη των ιχθυοκαλλιεργειών.
Και αν αυτές είναι κριτικές παρατηρήσεις για τα μέτρα στήριξης, άλλο τόσο κριτικές θα πρέπει να είναι οι παρατηρήσεις μας για την έλλειψη σχεδίου και πρωτοβουλιών για την εκμετάλλευση των θετικών εξελίξεων στην κρίση που συνδέονται τόσο με τις εξαγωγές και την εξωστρέφεια, όσο και με την καταναλωτική μεταστροφή προς προϊόντα ποιότητας, οργανικής γεωργίας και ενισχυτικά του ανοσοποιοτικού συστήματος.
Αυτά και άλλα πολλά πρέπει να μας απασχολήσουν σοβαρά αν θέλουμε να στηρίξουμε την μετάβαση σε μια βιώσιμη, με όρους περιβαλλοντικούς, οικονομικούς και κοινωνικούς, ελληνική γεωργία στην μετά πανδημία εποχή.