Χρήστος Σταυρακάκης
Για άλλη μία φορά, άλλη μία εκπαιδευτική αντιμεταρρύθμιση, απασχολεί το δημόσιο διάλογο και για άλλη μία φορά αντιμετωπίζει αγωνιστικές αντιστάσεις.
Το νομοσχέδιο της Κεραμέως είναι άλλο ένα βήμα σε μία μακρά πορεία και προσπάθεια ισοπέδωσης...
του καθολικού δημόσιου και δωρεάν χαρακτήρα της παιδείας, εδώ και περίπου τριάντα χρόνια.
Δεν έχει νόημα κανείς να αναπολεί τις μεγάλες ή τις μικρές νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις κάθε κυβέρνησης. Έχει σημασία, όμως, ότι ανάμεσα στις χώρες της ΕΕ, η Ελλάδα ήταν (και ίσως σε ένα βαθμό είναι) αρκετά «καθυστερημένη» σε σχέση με το προχώρημα του νεοφιλελευθερισμού στην εκπαίδευση, γιατί πολλές προσπάθειες ολομέτωπης σύγκρουσης με την εκπαιδευτική κοινότητα έβρισκαν μπροστά τους μαζικές αντιστάσεις εκπαιδευτικών, φοιτητών, μαθητών. Έτσι την τελευταία δεκαετία περίπου, οι εκάστοτε υπουργοί Παιδείας έχουν εγκαταλείψει την τακτική της ολομέτωπης επίθεσης στη δημόσια παιδεία, επιλέγοντας κάθε φορά να σχετικοποιούν τα χτυπήματα, επιδιώκοντας να ανατρέψουν σταδιακά τη μεγάλη νίκη του φοιτητικού και πανεκπαιδευτικού κινήματος το 2007, που υπερασπίστηκε τη μη αναθέωρηση του Άρθρου 16 του Συντάγματος, που κατοχυρώνει το καθολικό δικαίωμα στη δημόσια και δωρεάν παιδεία.
Το νομοσχέδιο Κεραμέως δεν είναι η αρχή
Το νομοσχέδιο Κεραμέως, είναι ένα ακόμα σημαντικό στιγμιότυπο στην αντιεκπαιδευτική νεοφιλελεύθερη πολιτική της κυβέρνησης. Από την αρχή της θητείας της στο Υπουργείο Παιδείας φρόντισε, να μην αφήσει αμφιβολίες για τις προθέσεις της: κατάργηση του ασύλου, δίδακτρα σε μεταπτυχιακά και προπτυχιακά προγράμματα, επαναφορά της βάσης του 10, αδιαφορία για τα κενά στα σχολεία και την επι χρόνια ανασφάλεια των αναπληρωτών, επαναφορά της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών. Αυτές είναι μόνο κάποιες από τις κομβικές επιλογές της κυβερνητικής πολιτικής στην παιδεία από την αρχή της χρονιάς, οι οποίες συνάντησαν σημαντικές αντιστάσεις, με αρκετά μαζικές και δυναμικές μαθητικές κινητοποιήσεις, καταλήψεις για εβδομάδες και αντίστοιχες κινητοποιήσεις στις σχολές, απεργίες και κινητοποιήσεις των εκπαιδευτικών, παρά τον αρνητικό πολιτικό συσχετισμό και την απροθυμία των συνδικαλιστικών ηγεσιών.
Το νέο νομοσχέδιο της Κεραμέως αποτελεί μία διπλή πρόκληση, παρότι είναι σε μεγάλο βαθμό συνέχεια της πολιτικής που ακολουθείται από την αρχή της χρονιάς. Πρώτον, εξαγγέλθηκε εν μέσω καραντίνας, σε περίοδο μη λειτουργίας του εκπαιδευτικού συστήματος, παρακάμπτοντας κάθε έννοια δημόσιου διαλόγου, έστω και κατ’ επίφαση. Αντίθετα, επιδεικνύει αναλγησία και αυταρχισμό, ακολουθώντας το «μοντέλο» της κυβερνητικής πολιτικής για την αντιμετώπιση της πανδημίας: η κυβέρνηση ξέρει και αποφασίζει το καλύτερο για όλους χωρίς πολλή συζήτηση. Έχει προσπαθήσει να εκμεταλλευτεί τα μέτρα απαγόρευσης κυκλοφορίας και το εκπαιδευτικό lockdown, για να περάσει άλλη μία δέσμη νεοφιλελεύθερων μέτρων.
Η αλήθεια είναι, ότι κάποιες διατάξεις όπως η αύξηση του αριθμού των μαθητών ανά τάξη μπορεί να πάρθηκαν πίσω, όμως αυτό έγινε αφενός για να χρυσώσει το χάπι η Κεραμέως και αφετέρου να διασκεδάσει την αντιδημοκρατική πρακτική της, μπροστά στις πιέσεις ακόμα και συνδικαλιστών της ΔΑΚΕ.
Το νομοσχέδιο έχει καταρχήν ως στόχο την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Βασικός άξονας είναι η υποβάθμιση του δημόσιου σχολείου. Μειώνοντας τον αριθμό των ολιγομελών τμημάτων μέσω του περιορισμού των κατευθύνσεων όχι μόνο δεν προσπαθεί να καλύψει τα κενά που υπάρχουν στο εκπαιδευτικό προσωπικό, αλλά αντίθετα θα λειτουργήσει ως «δημιουργική τεχνική», που θα βγάλει ένα σημαντικό τμήμα του εκπαιδευτικού προσωπικού ως πλεονάζον. Η λεγόμενη αυτοαξιολόγηση των σχολείων και ο διαχωρισμός τους σε «καλά» και «κακά», κάτι που θα συνδέεται με τη χρηματοδότηση των σχολικών μονάδων, μαζί με την αναβάθμιση πρότυπων και πειραματικών σχολείων, σημαίνει ότι πολλά σχολεία θα θεωρούνται ντε φάκτο δεύτερης και τρίτης διαλογής, δημιουργώντας μαθητές/τριες και εκπαιδευτικούς διαφορετικών ταχυτήτων. Με αυτόν τον τρόπο ενισχύονται τα ιδιωτικά σχολεία αλλά και τα φροντιστήρια, για τα οποία όποια οικογένεια δε θα έχει τη δυνατότητα να πληρώσει, τότε τα παιδιά αυτών των οικογενειών θα είναι πολύ πιο δύσκολο να καταφέρουν να συνεχίσουν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Εάν η μία πλευρά είναι αυτή της εισαγωγής όλο και βαθύτερα των ιδιωτικοοικονομικών κριτηρίων στη λειτουργία του σχολείου αλλά και γενικότερα του εκπαιδευτικού συστήματος, η άλλη πλευρά είναι αυτή της ιδεολογικής «κατήχησης». Η επαναφορά της διαγωγής και των πειθαρχικών ελέγχων των μαθητών/τριών ως προς τη συμπεριφορά τους, ο διαφαινόμενος πειθαρχικός έλεγχος των εκπαιδευτικών (με την αξιολόγηση αλλά και τις κάμερες στις αίθουσες διδασκαλίας), αλλά και η ολοένα μεγαλύτερη εντατικοποίηση της εκπαιδευτικής διαδικασίας με την ενίσχυση του εξεταστικοκεντρικού χαρακτήρα δημιουργούν ένα ασφυκτικό πλαίσιο. Οι εκπαιδευτικοί θα πρέπει να υπακούν στις υποδείξεις ανωτέρων (διευθυντών και υπουργείου) ενώ μαθητές και μαθήτριες «εκπαιδεύονται» σε μία εντατικοποιημένη καθημερινότητα, αντίστοιχη με τη ζούγκλα που επικρατεί στην αγορά εργασίας.
Τα «παρελκόμενα» της πανδημίας
Λόγω του lockdown όλων των βαθμίδων της εκπαίδευσης έχει αναδειχθεί ιδιαίτερα η εντατικοποίηση της εκπαιδευτικής διαδικασίας σε όλες τις βαθμίδες, αλλά και η αναχρονιστική και αντιεκπαιδευτική επιμονή στον κεντρικό ρόλο των εξετάσεων. Η κυβέρνηση επέλεξε να «ανοίξει» τα σχολεία, για να γίνουν κανονικά οι πανελλαδικές εξετάσεις, ρισκάροντας την υγεία (αλλά και την ψυχολογική κατάσταση) μαθητών/τριών και εκπαιδευτικών, ενώ υπήρχε πραγματικά η δυνατότητα να ανοίξει μία ουσιαστική συζήτηση για την κατάργηση των εξετάσεων (τουλάχιστον με αυτό τον τρόπο) και την ελεύθερη πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Η ανακοίνωση εντέλει ενάμιση μήνα πριν τη διεξαγωγή των πανελλαδικών είναι καταστροφική πρωτίστως για τα παιδιά, ενώ ευνοημένοι βγαίνουν μόνο οι φορντιστηριάρχες.
Αντίστοιχα, στα πανεπιστήμια επικρατεί πραγματικό χάος με τις εξετατικές, χωρίς να είναι γνωστά τα προγράμματα της εξεταστικής αλλά πιο σημαντικά ο τρόπος διεξαγωγής τους. Αντί αυτού, θα έπρεπε να επιλεγεί ένας άλλος τρόπος να περάσουν οι φοιτητές/τριες τα μαθήματά τους, πχ παραδίδοντας κάποια εργασία και σίγουρα με μειωμένη ύλη. Στις περισσότερες σχολές ωστόσο, η ύλη μεγαλώνει, οι απαιτήσεις για κάθε μάθημα αυξάνονται, με βασικό μοχλό την καραντίνα και την τηλεκπαίδευση. Αλήθεια, γιατί τα πανεπιστήμια παραμένουν κλειστά ενώ τα σχολεία έχουν πλέον ανοίξει, αν όχι για χάρη των εξετάσεων;
Ακόμα και η ίδια η τηλεκπαίδευση αποτελεί μία επιλογή υποβάθμισης της πανεπιστημιακής εκπαιδευτικής διαδικασίας, όταν σχεδόν για ένα ολόκληρο εξάμηνο δεν υπάρχει κανένα «κανονικό» μάθημα, με επιλογή αυτών που διαρκώς κόπτονται τάχα για την ποιότητα της εκπαίδευσης και τα χαμένα εξάμηνα όταν οι φοιτητικοί σύλλογοι αποφασίζουν κινητοποιήσεις. Είναι βεβαιο, ότι ένας σημαντικός αριθμός φοιτητών/τριών και μαθητών/τριών αδυνατεί να παρακολουθήσει μια διαδικασία βίαιης και ταχείας ψηφιοποίησης, λόγω έλλειψης προσβασης σε υπολογιστή ή σε μία επαρκή σύνδεση στο διαδίκτυο, εντείνοντας διαρκώς τους ταξικούς φραγμούς.
Να υπερασπιστούμε τον καθολικά δημόσιο και δωρεάν χαρακτήρα
Όμως, κατά τη διάρκεια της πανδημίας και της καραντίνας, αναδείχθηκε και η σημασία της ύπαρξης ενός ισχυρού συστήματος δημόσια υγείας. Το νεοφιλελεύθερο αφήγημα περί μεγαλύτερης ικανότητας και αποτελεσματικότητας του ιδιωτικού τομέα απέναντι στο δημόσιο αποδείχθηκε φαιδρό. Κι όμως η κυβέρνηση και το υπουργείο προκαλούν, δίνοντας το ποσό των 18.000€ σε ιδιωτική εταιρεία για τη δημιουργία εφαρμογής help desk για την εξ αποστάσεως εκπαίδευση.
Όπως το δικαίωμα στην υγεία, έτσι και το δικαίωμα στην παιδεία μπορεί να διασφαλιστεί μόνο μέσω του καθολικά δημόσιου και δωρεάν χαρακτήρα και γι' αυτό η υπεράσπισή του είναι κομβικής σημασίας απέναντι στα κυβερνητικά σχέδια. Επιπλεόν, αυτή η διάσταση διαπερνάει οριζόντια όλα τα πληττόμενα στρώματα της κοινωνίας αυτή τη στιγμή, ενώ βρίσκεται σε σύγκρουση με τον πυρήνα του νεοφιλελευθερισμού, που θέλει την πλήρη εμπορευματοποίηση όλων των κοινωνικών αγαθών. Οι πρώτες απαντήσεις έχουν ήδη δοθεί με συνεχιζόμενες εκπαιδευτικές κινητοποιήσεις, από τις οποίες λείπει ο απαραίτητος συντονισμός, που θα επέτρεπε σε όλα τα κομμάτια της εκπαίδευσης να μαζικοποιήσουν ένα πλατύ αγωνιστικό μπλοκ που θα μπορεί να ανατρέψει τα σχέδια της Κεραμεώς.
*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά