ΚΙΜΠΙ
Ελεύθερος σκοπευτής
Μας κλείσανε με καπουτσίνο και φίλτρου, μας βγάζουν με φρέντο και φραπέ. Μπήκαμε με ισοθερμικά και φούτερ, θα βγούμε με κοντομάνικα κι αμάνικα. Φυλακιστήκαμε στους 8 βαθμούς, αποφυλακιζόμαστε στους 28.
Μπήκαμε με ανάπτυξη, έστω και ισχνή, θα βγούμε με υφεσάρα. Μπήκαμε ανήσυχοι, θα βγούμε εξαγριωμένοι. Πήγαμε για μαλλί, θα βγούμε κουρεμένοι...
Αυτό το τελευταίο εξελίσσεται σε ενδιαφέρουσα κυριολεξία. Ως γνωστόν, η D day της Covid19-εποχής, η Δευτέρα 4η Μαΐου (στις περισσότερες χώρες της Γιουρολάνδης) ξεκινά με απόβαση σε κουρεία και κομμωτήρια. Αξιοπρόσεκτος συμβολισμός για την εποχή της εικόνας και τις προτεραιότητές της. Αλλά στην εποχή της πανδημίας μάλλον εκτρέπεται σε κάτι όχι τόσο ανάλαφρο κι ευχάριστο όσο μια περιποίηση κεφαλής και των επ’ αυτής τριχών (αν έχουμε, όσοι έχουμε, όσες έχουμε, διότι οι καραφλοί ή οι εν χρω κεκαρμένοι έχουν ξενοιάσει από τέτοιες ανησυχίες). Δεν μιλάμε για βάψιμο, κόψιμο, χτένισμα. Μιλάμε για βαθύ, σκληρό κούρεμα. Κούρεμα κοινωνικο - οικονομικό.
Αυτό που με χαριτωμένη αυστηρότητα ο Μητσοτάκης και η αυλή του τιτλοφορούν ως «νέα καθημερινότητα», για να απομακρυνθούν προφανώς από την υπερκαταναλωμένη «κανονικότητα» που απεδείχθη καραμπινάτη (ή καραντινάτη) φούσκα, ο Ρουμπινί το αποκαλεί «τέλεια καταιγίδα». Κι επειδή κι αυτός θέλει να αποφεύγει τα κλισέ (αφού, υποτίθεται, ότι η «τέλεια καταιγίδα» είχε ήδη επέλθει μία δεκαετία πριν) παραθέτει δέκα λόγους, που θα οδηγήσουν σε μια «δεκαετία απελπισίας», χειρότερη κι από τη δεκαετία του Μεσοπολέμου.
Δεν θα αναπαραγάγω τον ζοφερό δεκάλογο του Ρουμπινί, τον βρίσκετε εύκολα. Αλλά ακόμη κι αν συνθέσουμε τη μητσοτακική «νέα καθημερινότητα» με τη ρουμπινική «δεκαετία απελπισίας», δεν γίνεται σαφές, τι θα συμβεί και σε ποιους θα συμβεί. Τα είπαμε και την περασμένη εβδομάδα, συμμετρική κρίση δεν υπάρχει, κι αν το πάγωμα της οικονομίας παγώνει και τις αδικίες, όπως είπε ο Μητσοτάκης στο 4ον πανδημικόν του διάγγελμα (σ.σ. ποιος του τα γράφει αυτά;), το ξεπάγωμά της θα τις αποκαλύψει χαώδεις και αιματηρές.
Γιατί; Γιατί η επόμενη μέρα, ή η επόμενη δεκαετία, είναι η στιγμή της μεγάλης κουράς. Η ώρα της κουράς του Ματθαίου. Ποιος είναι ο Ματθαίος; Θυμάστε την παραβολή των ταλάντων; Εν συντομία: Εστειλε ο αφέντης τρεις δούλους να δοκιμάσει την παραγωγικότητά τους. Στον ένα έδωσε πέντε τάλαντα, αυτός γύρισε με δέκα και τον επιβράβευσε, στον δεύτερο έδωσε δύο τάλαντα, γύρισε με τέσσερα, κι αυτόν τον επιβράβευσε. Ο τρίτος όμως, που του ‘δωσε μόνο ένα, το έκρυψε και το απέδωσε χωρίς τόκο, πράγμα που εξόργισε τον αφέντη, ο οποίος τιμώρησε τον εγκρατή δούλο.
Αλλά αυτό δεν είναι η κεϊνσιανή ευθανασία του ραντιέρη, αλλά σκληρή ευθανασία του προλετάριου (=αυτού που δεν έχει τίποτα). Εξ ου και το ευαγγελικό συμπέρασμα: «Τῷ γὰρ ἔχοντι παντὶ δοθήσεται καὶ περισσευθήσεται, ἀπὸ δὲ τοῦ μὴ ἔχοντος καὶ ὃ ἔχει ἀρθήσεται ἀπ’ αὐτοῦ». Το απλό, αποκρουστικά δαρβινικό συμπέρασμα είναι, ότι ο τρίτος δούλος, ας τον πούμε Ματθαίο, προς τιμήν του Ευαγγελιστή που μας παρέδωσε την παραβολή, οδηγείται στην κουρά, γίνεται ο ίδιος κουρά των προβάτων, και όχι με τον τρυφερό τρόπο ενός κομμωτηρίου ή ενός νεο-μπαρμπέρικου.
Το σύνδρομο του Ματθαίου, που, εν ολίγοις, μας λέει, ότι στη μεταπανδημική εποχή οι πλούσιοι θα γίνουν πλουσιότεροι και οι φτωχοί φτωχότεροι, οι μεγάλοι της επιχειρηματικής οικονομίας θα γίνουν μεγαλύτεροι και οι μικροί θα χάσουν και τον ελάχιστο χώρο που διέθεταν, είναι αυτό που προεξοφλούν ακόμη και οι αναλυτές των απορρυθμισμένων αγορών. Και σε αυτό κυρίως βασίζουν τις εκτιμήσεις για θηριώδη και ιστορικά πρωτοφανή ύφεση.
Κάθε μέρα προσέγγισης στη «νέα καθημερινότητα» θα αφήνει πίσω θύματα. Ένα σημαντικό ποσοστό μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων δεν πρόκειται να αντέξει το κόστος της επανεκκίνησης και της προσαρμογής στην απίστευτα επιταχυνόμενη ψηφιοποίηση της παραγωγής και του εμπορίου.
Το πρώτο μεγάλο «κούρεμα» θα συντελεστεί ακριβώς εκεί, στην επανεκκίνηση, όταν όλοι οι δρομείς της αγοράς θα βρεθούν στην αφετηρία, τυπικά ισότιμοι, αλλά στην πραγματικότητα χωρισμένοι ήδη σε κερδισμένους, χαμένους και απλώς νεκρούς.
Όταν κορυφωθεί η επαναλειτουργία της παραγωγής, της εφοδιαστικής αλυσίδας και των υπηρεσιών, το σύνδρομο του Ματθαίου θα εξελιχθεί σε κανονικό μακελειό.
Οι μεγάλες, παγκόσμιες εταιρείες, που είναι οργανωμένες σε πλατφόρμες και δίκτυα εκτεινόμενα σε όλο τον πλανήτη, ελέγχοντας ταυτόχρονα την παραγωγή, τη μεταφορά και τις ηλεκτρονικές συναλλαγές, βρέθηκαν στο φυσικό τους περιβάλλον, απόλυτα κυρίαρχες, όταν το μεγάλο λοκντάουν πάγωσε το μεγαλύτερο μέρος της οικονομικής δραστηριότητας στον πλανήτη. Όταν η παγκόσμια οικονομία πιάσει έστω ένα ασθμαίνον κι απελπισμένο ρελαντί, θα καταβροχθίσουν αμάσητους μικρούς και μεσαίους παίκτες, στέλνοντας κατά εκατομμύρια στην ανεργία και τη φτώχεια τους εργαζόμενους.
Ο πακτωλός πακέτων στήριξης από κυβερνήσεις και κεντρικές τράπεζες είναι αδύνατο να αποτρέψει το μακελειό, αν δεν διαθέτει ισχυρά αντιμονοπωλιακά φίλτρα κι έναν στοιχειώδη μηχανισμό αναδιανομής από πάνω προς τα κάτω.
Και, τελικά, ο αφέντης, αντί να στείλει στην κόλαση τον φοβισμένο Ματθαίο, θα είχε καλύτερα αποτελέσματα, αν μοίραζε στα τρία τα 15 τάλαντα του κοινωνικού του πειράματος.
Αυτά σκεφτόταν ο Ματθαίος αναποφάσιστος στο κατώφλι του κουρείου. Να μπει κανείς ή να μην μπει; Δεν παιζόταν μόνο το μαλλί του, αλλά και το κεφάλι του.
Θεωρίες για την υπεραξία
Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, κε’ 14-29
Ηρθε και κείνος που είχε πάρει το ένα τάλαντο, κι είπε: «Κύριε, ήξερα ότι είσαι σκληρός άνθρωπος, θερίζεις εκεί που δεν έσπειρες και μαζεύεις από κει που δεν σκόρπισες, κι επειδή φοβήθηκα, πήγα κι έκρυψα το τάλαντό σου στο χώμα, και δες τώρα έχεις ό,τι σου ανήκει». Κι ο αφέντης τού απάντησε: «Πονηρέ και τεμπέλη δούλε, ήξερες, πως θερίζω, εκεί που δεν έσπειρα και μαζεύω από εκεί που δεν σκόρπισα. Επρεπε λοιπόν να βάλεις τα χρήματά μου στους τραπεζίτες κι εγώ όταν θα επέστρεφα, θα τα έπαιρνα πίσω με τόκο. Πάρτε το τάλαντό του και δώστε το σε κείνον με τα δέκα τάλαντα. Διότι σε όποιον έχει, θα δοθούν κι άλλα και θα του περισσέψουν. Από κείνον όμως που δεν έχει, θα του αφαιρεθεί και το λίγο που ‘χει. Και ρίξτε τον άθλιο δούλο έξω στο σκοτάδι, εκεί που επικρατεί το κλάμα και το τρίξιμο των δοντιών. Και λέγοντας αυτά κατέληξε: Ο έχων ώτα ακούειν, ακουέτω.
ΠΗΓΗ: efsyn.gr