27 Μαρ 2020

Η Μέρκελ (ξανα)παίζει στα ζάρια το ευρώ. Ιταλικό «βέτο» στη Σύνοδο Κορυφής


Νικόλ Λειβαδάρη
O Μάριο Ντράγκι δεν μάσησε τα λόγια του. Στο χθεσινό άρθρο του στους Financial Times μίλησε για «ανθρώπινη τραγωδία με δυνητικά βιβλικές διαστάσεις», προειδοποίησε όχι για απλή ύφεση αλλά για ιστορική Μεγάλη Υφεση (Depression) στην ευρωζώνη λόγω της κρίσης του κορονοϊού, και έδειξε, ως μόνη διέξοδο ένα νέο, επιθετικό  new deal:


Πλήρη κρατικοποίηση των χρεών, εγκατάλειψη των «φρένων» δημοσίου χρέους και πρώτη προτεραιότητα στην κάλυψη, μέσα από τους κρατικούς προϋπολογισμούς, της απώλειας εισοδήματος του ιδιωτικού τομέα - επιχειρήσεων και εργαζομένων.

«Είναι ήδη ξεκάθαρο», έγραψε ο πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, «ότι η απάντηση στην κρίση πρέπει να εμπεριέχει σημαντική αύξηση του δημόσιου χρέους. Η απώλεια εισοδήματος στον ιδιωτικό τομέα και όποιο χρέος εκδοθεί για να καλύψει το κενό, πρέπει εντέλει να απορροφηθεί, εν συνόλω ή εν μέρει, από τον κρατικό ισολογισμό. Τα πολύ υψηλότερα επίπεδα κρατικού χρέους θα γίνουν ένα μόνιμο στοιχείο στις οικονομίες μας και θα συνοδευτούν από ακύρωση ιδιωτικού χρέους».

Η διάδοχός του, νυν πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ παρενέβη και εκείνη, σε δραματικούς τόνους, στην χθεσινή τηλεδιάσκεψη των ηγετών της ΕΕ. Προειδοποίησε, σύμφωνα με το Bloomberg, ότι η ευρωζώνη βρίσκεται μπροστά σε κρίση «επικών διαστάσεων» και ζήτησε να ενεργοποιηθούν άμεσα όλα τα διαθέσιμα όπλα: Πιστωτικές γραμμές από τον ESM, ρευστότητα από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και, κυρίως, έκδοση ευρωομολόγων.

Ούτε ο Ντράγκι, ούτε η Λαγκάρντ έκαμψαν το τείχος Γερμανίας-Ολλανδίας, όπως δεν το έκαμψε ούτε η προειδοποίηση Μακρόν, ότι  η κρίση του κορονοϊού απειλεί να σκοτώσει το ίδιο το ευρωπαϊκό εγχείρημα. «Ο κίνδυνος που αντιμετωπίζουμε, είναι ο θάνατος της Σένγκεν», φέρεται να είπε ο γάλλος πρόεδρος ζητώντας, και εκείνος, έμπρακτη αλληλεγγύη και ευρωομόλογο.

Η Ανγκελα Μέρκελ απάντησε σε όλα αυτά (όπως και στους πάνω από 12.000 νεκρούς που μετρούν ήδη Ιταλία, Ισπανία και Γαλλία) με… αμέριστη συμπάθεια και με, ένα ακόμη, κατηγορηματικό «όχι» στο ευρωομόλογο. 
«Δεν πρέπει», είπε, «να υπάρχουν μη ρεαλιστικές προσδοκίες».

Κατόπιν τούτων η, κατ’ όνομα, ενωμένη Ευρώπη μετρά ένα ακόμη ναυάγιο στην πιο βαθιά κρίση της ιστορίας της, και μένει να φανεί, εάν όσα δεν πέτυχαν Ντράγκι, Λαγκάρντ και Μακρόν, θα τα πετύχει το τελεσίγραφο Κόντε.

Ο Ιταλός πρωθυπουργός, σε συνεννόηση με τον Ισπανό ομόλογό του Πέδρο Σάντσεθ, άσκησε βέτο στην έκδοση του  (ούτως ή άλλως κενού περιεχομένου) ανακοινωθέντος της χθεσινής συνόδου κορυφής και έδωσε προθεσμία δέκα ημερών για να βρεθεί κοινή λύση: «Μέσα σε δέκα μέρες η Ένωση πρέπει να βρει τη λύση. Αν η Ευρώπη κινηθεί όπως και στο παρελθόν, τότε θα βασιστούμε στις δυνάμεις μας», είπε ο Τζουζέπε Κόντε, σύμφωνα με την Rai.

Κατά τους μυημένους των μεγάλων ευρωπαϊκών παζαριών, το τελεσίγγραφο Κόντε μπορεί απλώς να είναι η αφετηρία ενός ακόμη πολιτικο-οικονομικού πόκερ κι ενός, λιγότερο ή περισσότερο έντιμου, νέου συμβιβασμού.

Κατά τους πιο προβληματισμένους μπορεί να είναι και η αρχή της «ώρας μηδέν» για το ευρώ. Η Ιταλία δεν είναι Ελλάδα (είναι η τρίτη μεγαλύτερη οικονομίας της ευρωζώνης). Και το μήνυμα Κόντε ότι «θα βασιστούμε στις δυνάμεις μας», μπορεί να ερμηνευθεί και ως μήνυμα τελικής δοκιμασίας της συνοχής και της αντοχής της ευρωζώνης και του ευρώ.

Το βέβαιο είναι, πως η κυβέρνηση της Ρώμης έχει ήδη ρίξει στην μάχη κατά της πανδημίας 25 δις ευρώ και, κατά τις πληροφορίες, σχεδιάζει να αυξήσει άμεσα το πακέτο αυτό στα 40 δις μέσω έκδοσης νέων ομολόγων. Οι διεθνείς αναλύσεις συγκλίνουν, επίσης, στο ότι, στην επόμενη μέρα της κρίσης θα χρειαστεί και τουλάχιστον 60 δις από τις πιστωτικές γραμμές του ESM.

Eίναι προφανές, ότι, με το δημόσιο χρέος της να βρίσκεται ήδη στο 135% του ΑΕΠ, η Ιταλία δεν σκοπεύει να αντλήσει αυτά τα ποσά ούτε με βάση τις άγριες διαθέσεις και τα επιτόκια των αγορών, ούτε με τους (light έστω) όρους μιας μνημονιακής συμφωνίας με τον γερμανοκρατούμενο ESM. Θα διεκδικήσει μέχρι τέλους ευρωπαϊκές εγγυήσεις στο κόστος δανεισμού της.

Και είναι επίσης προφανές, ότι η Γερμανία, παρά την τραγωδία της πανδημίας, βλέπει και πάλι την κρίση ως ευκαιρία. Κρατώντας τα κλειδιά του «κουμπαρά» του ESM και πατώντας στο μαξιλάρι των χρόνιων πλεονασμάτων της, βλέπει στην επόμενη μέρα μια νέα κρίση χρέους, από την οποία και πάλι θα βρει κερδισμένη. Τόσο σε όρους οικονομικούς, όσο και σε όρους ηγεμονίας επί μιας εξουθενωμένης Ευρώπης.

Το πρώτο (μάλλον άνισο) ερώτημα είναι, ποια από τις δύο πλευρές, το Βερολίνο ή η Ρώμη, θα αντέξει να φθάσει στα άκρα.

Το δεύτερο, όμως, και θεμελιώδες πια ερώτημα είναι, εάν αντέχει το ευρώ, ως ενιαίο νόμισμα, το τίμημα και το κόστος μιας ακόμη ανθρωπιστικής καταστροφής…