Εκεί που είσαι αναγκασμένος να κάθεσαι σπίτι σου, πρέπει να ζεις από πάνω με τις ενοχές που θέλουν να σου φορτώνουν τα πολιτικά αφηγήματα ένθεν κακείθεν.
Από τα δεξιά, το στόρυ είναι ότι είμαστε τα κακά παιδιά της ιστορίας και χρειαζόμαστε τον υπεύθυνο νεωτεριστή ηγέτη που θα μας ρίξει μερικές...
αυταρχικές σφαλιάρες στον απείθαρχο πωπό μας, για να μην ξανακολλήσουμε Μεταπολίτευση.
Από τα αριστερά (έστω από κάποιους), ο ψαλμός είναι, ότι δεν είμαστε καλοί κομμουνιστές (της γνωστής “πάστας”), γι’ αυτό γκρινιάζουμε για την απαγόρευση κυκλοφορίας και βάζουμε το φρεντουτσίνο μας πάνω από το κοινωνικό σύνολο. Ούτε πλυντήριο δεν μπορώ να βάλω από τις τόσες τύψεις, γι’ αυτό και αποφάσισα να σας τα γράψω και να εξηγηθώ:
Σύμφωνα με το παλιό σύνθημα του εργατικού κινήματος, το 24ωρο του εργάτη θα έπρεπε να χωρίζεται σε τρία μέρη:
– 8 ώρες ύπνο
– 8 ώρες δουλειά
– 8 ώρες σχόλη
Δεν θα υπεισέλθω στο κατά πόσο το σύνθημα αυτό είναι σήμερα πραγματικότητα, αν δηλαδή τηρείται το 8ωρο, τι σημαίνει σχόλη, ανεργία, κλπ. Πάντως, για κάποια/ον που εργάζεται, ιδιαίτερα ως μισθωτή/ος, υπάρχει χοντρικά ένας τέτοιος καταμερισμός.
Με το ξέσπασμα της επιδημίας και με δεδομένη την μη ύπαρξη εμβολίου, τα κράτη χρειάστηκε να επιβάλλουν μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης, απομόνωσης και καραντίνας στον πληθυσμό τους, για να κερδίσουν χρόνο. Το ερώτημα ανέκυψε γρήγορα στις συσκέψεις διαχείρισης της κρίσης: από που θα κόψουμε; Σε ποιο κομμάτι θα επιβάλλουμε τις απαγορεύσεις;
Όσον αφορά τις 8 ώρες ύπνου, τα πράγματα ήταν εύκολα και δεν υπήρχαν πολλές δυνατότητες παρέμβασης. Άντε, έκανε μια παρέμβαση η Υπουργός στο Βέλγιο για τις παρτούζες, έγιναν και κάποιες εκκλήσεις στις ΗΠΑ για προτίμηση στις κατά μόνας ηδονές. Αλλά τι τα θες; Μετρημένα κουκιά.
Το μεγάλο ερώτημα για τις απαγορεύσεις ήταν αλλού; Εργασία ή σχόλη; Παραγωγή εμπορευμάτων ή αναπαραγωγή εργατικής δύναμης;
Ξέρουμε σήμερα, ότι η επιλογή ήταν κατά κύριο λόγο η επιβολή απαγορεύσεων στη σχόλη, στον χρόνο που διαθέτουν οι εργαζόμενοι εκτός ωραρίου δουλειάς. Στο μέτρο δε που επελέγησαν να κλείσουν κομμάτια της παραγωγής, αυτά είχαν πάλι να κάνουν με τη σχόλη (μπαρ, εστιατόρια, καταστήματα ρούχων και καταναλωτικών ειδών, κλπ). Αλλά και στο κομμάτι που το κράτος μείωσε τη δραστηριότητά του, αυτό είχε να κάνει με παύση λειτουργίας του κατά Μπουρντιέ “αριστερού” του χεριού: σχολεία, πάρκα, παιδικοί σταθμοί, δημοτικές παροχές, κλπ, τη στιγμή που το “δεξί” χέρι (σώματα ασφάλειας, κλπ) ενδυναμώθηκε.
Η επιλογή απαγόρευσης κυκλοφορίας φτάνει αυτή τη στρατηγική στο απόλυτό όριό της: οι εργαζόμενοι μπορούν πλέον μόνο να πηγαίνουν στη δουλειά τους με ένα χαρτί του εργοδότη τους. Οποιαδήποτε άλλη κίνησή τους κρίνεται περιττη και μπορεί κατ’ εξαίρεση να πραγματοποιηθεί μόνον με “φύλλο πορείας”. Ενάμισης αιώνας επέκτασης των “8 ωρών σχόλης” πισωγυρίζει μέσα σε λίγες εβδομάδες.
ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΣΤΙΓΜΗ, η επιβολή απαγορεύσεων στην παραγωγή γίνεται με το σταγονόμετρο. Ακόμα και στην Ιταλία, που οι αριθμοί είναι εφιαλτικοί, μόνον πριν λίγες μέρες ο Κόντε ανακοίνωσε το κλείσιμο των μη ουσιωδών βιομηχανιών και επιχειρήσεων στη Βόρεια Ιταλία. Έχουμε εδώ ένα παράδοξο: η κίνηση των εργαζόμενων δαιμονοποιείται όταν βγαίνουν μια βόλτα στην προκυμαία ή βγάζουν βόλτα τον σκύλο τους, αλλά καθαγιάζεται ή ακόμα περισσότερο τίθεται εκτός συζήτησης όταν πάνε για δουλειά.
Ισχυρίζομαι (και θα φανεί, αν θα αποδειχθεί), ότι ο λόγος που η Κίνα ξεπέρασε ευκολότερα την επιδημία (σε πρώτη φάση) δεν έχει να κάνει με πολιτισμικά χαρακτηριστικά αλλά με τη δομή της οικονομίας της, με το ότι δηλαδή το κράτος μπορούσε να διαχειριστεί τις απαγορεύσεις στην παραγωγή με πιο κεντρικά οργανωμένο τρόπο.
Αντίθετα, οι αστικές δημοκρατίες της Ευρώπης και οι ΗΠΑ αρνούνται να θυσιάσουν την παραγωγή, επιλέγοντας μέτρα που επιμένουν δυσανάλογα στις απαγορεύσεις κυκλοφορίας, οι οποίες είναι δεδομένα αναποτελεσματικές, αφού τελικά ζητούν από τους εργαζόμενους να πάνε στη δουλειά τους! Με τον τρόπο αυτό διακινδυνεύουν την υγεία των πολιτών τους, με τα δημόσια συστήματα υγείας να είναι μάλιστα σοβαρά αδυνατισμένα από τη νεοφιλελεύθερη διάβρωση, που τα πλήττει εδώ και δεκαετίες.
Η τραγική ειρωνεία της ιστορίας είναι, ότι κοιτώντας αναδρομικά η καλύτερη λύση, πχ για την Ιταλία και όχι μόνο, θα ήταν να παγώσει ΑΠΟΛΥΤΑ την παραγωγή της για 14 μέρες και να μην κινείται ρουθούνι, την ίδια στιγμή που θα εντόπιζε κάθε κρούσμα γρίπης, θα εξέταζε την ύπαρξη ή μη του ιού και θα τον απομόνωνε. Είναι βέβαιο, ότι αυτό το ριζοσπαστικό μέτρο θα κόστιζε τελικά λιγότερο, τόσο σε ζωές όσο και οικονομικά, από το σύρσιμο της επιδημίας, το “τραβάτε με κι ας κλαίω” των κυβερνήσεων.
Αυτή όμως την ορθολογική σκέψη δεν μπορεί να την κάνει ένα σύστημα, που βασίζεται στην αναρχία της αγοράς και που θεοποιεί την παραγωγή εμπορευμάτων ως την απολύτως ιερή ανθρώπινη δραστηριότητα. “Συσσωρεύστε, συσσωρεύστε, αυτό λένε ο Μωυσής και οι προφήτες του”, όπως ειρωνευόταν ο θείος Κάρολος. Αν οφείλουμε κάτι στον ανεκδιήγητο Τζόνσον, είναι το ότι είπε ανοιχτά, αυτό που οι υπόλοιποι επιτρέπουν να συμβεί εξ αποτελέσματος: η κρίση θα ξεπεραστεί με μια “δημιουργική καταστροφή” των αδυνάτων (των ηλικιωμένων) και την επερχόμενη ανοσία της αγέλης.
Όταν λοιπόν αμφισβητούμε τα μέτρα διαχείρισης της επιδημίας, που λαμβάνει η κυβέρνηση Μητσοτάκη, με αποκορύφωμα την απαγόρευση κυκλοφορίας, δεν είναι γιατί είμαστε γκρινιάρηδες, που δεν θέλουμε να κάτσουμε σπίτι μας. Ούτε γιατί είμαστε φορείς του λαϊκιστικού ιού, ούτε βέβαια γιατί δεν έχουμε συλλογικά γονίδια. Αμφισβητούμε μια εκδοχή διαχείρισης της επιδημίας, που βάζει τα συμφέροντα της καπιταλιστικής παραγωγής πάνω από την υγεία, την ασφάλεια και τα δικαιώματα της εργαζόμενης πλειοψηφίας. Διεκδικούμε άλλο μίγμα απαγορεύσεων, που να πλήττει την καπιταλιστική παραγωγή, να εξασφαλίζει τους εργαζόμενους και να ενισχύει το δημόσιο σύστημα υγείας, με κέντρο ένα συλλογικά αποφασισμένο και οργανωμένο πλάνο.
Αλλά επειδή πολύ μακρηγόρησα, θα επιστρέψω τώρα στο βιβλίο που διαβάζω από χθες: ΤΑ ΤΕΚΝΑ ΤΟΥ ΠΛΟΙΑΡΧΟΥ ΓΚΡΑΝΤ.
Πηγή: Θανάσης Καμπαγιάννης – f/b