Κώστας Αναγνωστόπουλος
Πώς αποδεικνύει κανείς ότι είναι αλτρουιστής, δηλαδή πραγματικά πολιτισμένος, σε περίοδο «πολέμου»;
Aυτή είναι μια ιστορια, που αφηγείται ο καθηγητής Θεολογίας Γουέιν Μπράουερ.
Όταν πριν από χρόνια η διάσημη ανθρωπολόγος Μάργκαρετ Μηντ τέλειωσε τη διάλεξή της σε ένα πανεπιστήμιο, κάλεσε τους φοιτητές, να κάνουν ερωτήσεις και διάλογο. Ένας φοιτητής τη ρώτησε, ποιό θεωρούσε ως πρώτο σημάδι πολιτισμού σε μια πολιτισμική παράδοση.
Ο φοιτητής, όπως και η συντριπτική πλειονότητα στο αμφιθέατρο, περίμενε, ότι η Μηντ θα μιλούσε για αγκίστρια, πήλινα σκεύη, μυλόπετρες. Η απάντησή της εξέπληξε το ακροατήριό της. Η Μηντ είπε, ότι, κατά τη γνώμη της, το πρώτο σημάδι πολιτισμού εμφανίστηκε σε ένα κάταγμα μηριαίου οστού.
Η Μηντ εξήγησε, ότι στο ζωικό βασίλειο, αν σπάσεις το πόδι σου, πεθαίνεις. Δεν μπορείς να ξεφύγεις από τον κίνδυνο, να πας στο ποτάμι για νερό ή να κυνηγήσεις για την τροφή. Είσαι τροφή ζώων, που ψάχνουν τη λεία τους. Κανένα ζώο δεν επιβιώνει με ένα σπασμένο πόδι, τόσο ώστε να θεραπευτεί το οστό.
Ένα σπασμένο μηριαίο οστό, που έχει θεραπευτεί, αποδεικνύει, ότι κάποιος διέθεσε χρόνο μένοντας με αυτόν που έπεσε, έδεσε το τραύμα του, τον μετέφερε σε ασφαλές μέρος και τον φρόντισε μέχρι να αναρρώσει.
Το να βοηθάς κάποιον άλλο στις δυσκολίες του, εκεί είναι, που ξεκινά ο πολιτισμός, είπε η Μηντ.
ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ μας ήρθαν από τη μακρινή Γουχάν. Γιατροί και νοσηλευτές κοιμόντουσαν σε καθίσματα, σε γραφεία, στο πάτωμα, εξουθενωμένοι από την υπερπροσπάθειά τους να φροντίσουν τους ασθενείς. Κατόπιν, είδαμε τις φωτογραφίες του νοσηλευτικού προσωπικού στο τέλος της βάρδιας τους με παραμορφωμένα πρόσωπα από τη μάσκα και τα προστατευτικά γυαλιά. Και το χειρότερο, φωτογραφίες γιατρών που πέθαναν από τον ιό, με τον οποίο πολεμούσαν, για να σώσουν συνανθρώπους τους· ή από υπερκόπωση, όπως ο 32χρονος Zhong Jinxing που είχε εργαστεί επί 33 συνεχόμενες μέρες στην πρώτη γραμμή εναντίον του κοροναϊού.
Μετά τα είδαμε πιο κοντά μας, στη μαρτυρική Ιταλία. «Δεν είναι φωτοσόπ, είναι το πρόσωπό μου μετά το τέλος της βάρδιας μου», γράφει η νοσηλεύτρια Σαμπίνα Μαόντι, που εργάζεται σε νοσοκομείο του Κάλιαρι, «είναι αυτό που σου συμβαίνει, όταν μένεις τόσες ώρες με τη μάσκα FFP3, γυαλιά, ολόσωμη φόρμα»· και ο νοσοκόμος Αλμπέρτο Παρατσόλι νοσοκομείου του Μιλάνου: «Θα ήθελα να σταθείτε λίγο, στο τι σημαίνει να δουλεύεις σε βάρδιες, χωρίς να μπορείς να πιεις νερό, να φας ή να ικανοποιήσεις την ανάγκη σου να πας τουαλέτα, γιατί ο εξοπλισμός τελειώνει και δεν έχεις την πολυτέλεια να χαραμίζεις μάσκες, αδιάβροχες ολόσωμες φόρμες κ.ά.». Τι είναι η αυτοθυσία, αν δεν είναι ο θάνατος του 67χρονου γιατρού, Ρομπέρτο Στέλλα, που συνέχισε να περιποιείται ασθενείς, ακόμα και όταν τέλειωσε ο προστατευτικός εξοπλισμός; Και σαν να μη έφταναν όλα αυτά, οι γιατροί αναγκάζονται να παίζουν τους μικρούς θεούς, κάνοντας διαλογή των ασθενών στους οποίους θα εστιάσουν τις προσπάθειές τους και αφήνοντας τους άλλους στη μοίρα τους, προκειμένου να μην καταρρεύσει το σύστημα υγείας.
Τελικά και αναπόφευκτα, τα είδαμε και στη χώρα μας. Περιγράφει ο ειδικευόμενος γιατρός Ν.Κ.: «Είμαι στη δέκατη μέρα από την πρώτη μέρα μηδέν. Έχουν υπάρξει κι άλλες μέρες με χαρακτήρα προσωπικής μέρας μηδέν. Σταμάτησα να μετράω. Ξέρω, πως κάθε μέρα μπορεί να κολλήσω ή να εκδηλώσω συμπτώματα, πλέον. Συνάδελφοί μου έχουν προσβληθεί ήδη. Παράλληλα, είμαι στη δέκατη μέρα αυτοπεριορισμού». Εξουθενωμένος από 32 ώρες συνεχόμενης εργασίας, το μόνο που προσδοκούσε, ήταν να κοιμηθεί λίγο γύρω στα ξημερώματα, και όλα αυτά με αμοιβή πέντε ευρώ την ώρα μεικτά.
Η Μάργκαρετ Μηντ θα ήταν ικανοποιημένη. Με όλες τις δυσκολίες και τα προβλήματα, γιατροί και νοσηλευτές δείχνουν σε όλον τον πλανήτη, ότι ο πολιτισμός έχει προχωρήσει, ότι η φιλαλληλία είναι ουσιαστικό στοιχείο της υπόστασής μας. Όχι, δεν εξωραΐζω καταστάσεις. Φυσικά, δεν ζούμε σε έναν ρόδινο κόσμο αλτρουισμού και καλοσύνης, και όσο ωραία και αν ακούγεται το «All You Need is Love», η απόσταση ανάμεσα στο «πρέπει» και στο τι συμβαίνει γύρω μας, δεν είναι μικρή. Είμαστε, όμως, πολύ μακριά από την ουρανομήκη ανοησία, ότι το μοναδικό κίνητρο της ανθρώπινης δράσης είναι η ιδιωφέλεια.
Ξέρουμε, ότι οι άνθρωποι είναι πολύπλοκα όντα· ότι στην ανθρώπινη φύση υπάρχει ένας βαθμός εξαχρείωσης, ο οποίος απαιτεί έναν ορισμένο βαθμό περίσκεψης και επιφυλακτικότητας, αλλά και άλλες ιδιότητες που δικαιολογούν ένα μέρος εκτίμησης και εμπιστοσύνης (The Federalist, αρ. 55). Τις είδαμε και τις δύο αυτές πτυχές όλες τις προηγούμενες μέρες.
Πώς να συγχωρέσεις την απύθμενη ανευθυνότητα (ελαφρότητα;) ανθρώπων που πηγαίνουν για σεμινάριο διαλογισμού στην Κωνσταντινούπολη εν μέσω πανδημίας, και επιστρέφουν μες την τρελή χαρά αγκαλιάζοντας συγγενείς και φίλους· ανθρώπους που στοιβάζονται σε πλοία και παραλίες, μη τυχόν χάσουν τις «θερινές» τους διακοπές· γονείς που ταξιδεύουν με τα παιδιά τους στον παππού και τη γιαγιά, δίχως να τους περνάει από το μυαλό, ότι ενδέχεται να τους μολύνουν. Πώς να καταλάβεις κάποιον, που πιστεύει ότι μόνον αυτός είναι άτρωτος; Υπάρχουν και χειρότερα: Μητροπολίτες που με το έτσι θέλω κάνουν λειτουργία και κοινωνούν τους πιστούς· επιχειρήσεις που ανοίγουν παρά την απαγόρευση και επιχειρηματίες που υποχρεώνουν εργαζόμενούς τους, να προσέρχονται στη δουλειά μολονότι θα μπορούσαν να τηλεργάζονται· βουλευτές που πουλάνε ελπίδες, για να βγάλουν λεφτά εξαπατώντας τον κόσμο και άτομα και επιχειρήσεις που το πρώτο που σκέφτηκαν ήταν η αισχροκέρδεια.
Από την άλλη, όμως, υπάρχει το νοσηλευτικό προσωπικό, που αναδείχθηκε σε εμβληματική περίπτωση φιλαλληλίας· εθελοντές που βοηθούν ηλικιωμένους και ανήμπορους ανθρώπους και επιχειρήσεις που συνεισφέρουν στη μάχη ποικιλοτρόπως· και βεβαίως η συντριπτική πλειονότητα που ακολουθεί τις οδηγίες — από φόβο, σωφροσύνη, υπευθυνότητα, το πιθανότερο ίσως από συνδυασμό τους (υπάρχει κανείς, που γνωρίζει τα βαθύτερα κίνητρα κάποιου;). Δεν βρισκόμαστε μακριά από τη διαπίστωση του γιατρού Μπερνάρ Ριέ στην Πανούκλα του Καμύ: «Αυτό που μαθαίνουμε σε καιρούς συμφοράς, είναι ότι υπάρχουν περισσότερα πράγματα στους ανθρώπους, που σε κάνουν να τους θαυμάζεις, παρά να τους περιφρονείς».
Στον Άνταμ Σμιθ πιστώνεται μια από τις πλέον ανηλεείς κριτικές του ισχυρισμού, ότι η φιλαυτία είναι το μοναδικό κίνητρο των ανθρώπων και στον ίδιο η πεποίθηση «η Φύση εξωθεί τους ανθρώπους σε πράξεις αγαθοεργίας» (Η Θεωρία των Ηθικών Συναισθημάτων, ΙΙ.ΙΙ.ΙΙΙ.4). Η σκέψη του, βεβαίως, δεν εξαντλείται στη διαπίστωση αυτή. Ο σκωτσέζος φιλόσοφος, λόγου χάριν, παρατηρεί ευφυώς, ότι περισσότερη φιλαυτία μπορεί να οδηγήσει σε περισσότερη αγαθοεργία. Ότι κάποιος μπορεί να αντιπαλέψει τη φιλαυτία με περισσότερη φιλαυτία:
"Δεν είναι η αγάπη προς τον πλησίον, δεν είναι η αγάπη προς την ανθρωπότητα, που πολλές φορές μας ωθούν στην άσκηση αυτών των θείων αρετών. Είναι μια δυνατότερη αγάπη, μια δυνατότερη αισθηματική επένδυση, που κατά κανόνα, λαμβάνει χώρα σε αυτές τις περιπτώσεις. Η αγάπη προς ότι είναι άξιο τιμής και ευγενές, η αγάπη προς τη μεγαλοσύνη, την αξιοπρέπεια και την ανωτερότητα του χαρακτήρα μας".
Η Θεωρία των Ηθικών Συναισθημάτων, ΙΙΙ.ΙΙΙ.4
Ο ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ ΣΥΝΗΓΟΡΕΙ ΣΕ ΑΥΤΟ. Ο ανθρωποφόντης λοιμός, που ενέσκηψε στην Αθήνα κατά τον δεύτερο χρόνο του Πελοποννησιακού Πολέμου, καταρράκωσε και το σύστημα αξιών και το ηθικό των Αθηναίων. Αθυμία κατέκλυζε τους ασθενείς, οι δε συγγενείς φοβούμενοι ότι θα μολυνθούν, τους εγκατέλειπαν στη μοίρα τους και έφθαναν μάλιστα στο σημείο, να μην τους μοιρολογούν. Παρά ταύτα, ορισμένοι με «ευγένειαν αισθημάτων» (ἀρετῆς τι μεταποιούμενοι) επισκέπτονταν τους ασθενείς φίλους τους, αψηφώντας τον προσωπικό κίνδυνο, διότι το θεωρούσαν «καθήκον τιμής» (αἰσχύνῃ γὰρ ἠφείδουν σφῶν αὐτῶν). Κυρίως, όμως, ευσπλαχνίζονταν τους ασθενείς όσοι είχαν θεραπευθεί από τη νόσο, διότι αφενός είχαν υποστεί τα δεινά της και, αφετέρου, δεν φοβόντουσαν, επειδή κατά κανόνα δεν προσέβαλλε δύο φορές τον ίδιο άνθρωπο ή αν τον προσέβαλλε, δεν ήταν θανατηφόρος. Μάλιστα, έφθασαν να έχουν «προς το μέλλον κάποιαν επιπολαίαν ελπίδα, ότι δεν θ' απέθνησκαν πλέον ούτε από άλλην ασθένειαν». (Θουκυδίδου Ιστορίαι: Β΄.51)
Λέγεται, πως βρισκόμαστε σε πόλεμο, σε έναν ιδιόμορφο πόλεμο στον οποίον ο εχθρός δεν είναι άλλοι άνθρωποι. Αν κρατήσουμε την αναλογία, στον πόλεμο αυτό οι γιατροί και νοσηλευτές βρίσκονται στη γραμμή του πυρός και όλοι εμείς στα μετόπισθεν, είναι σαν να έχουμε στείλει τα παιδιά μας στο μέτωπο. Αν θέλουμε πραγματικά να τους βοηθήσουμε, αν θέλουμε να βοηθήσουμε τους συνανθρώπους μας και τον ίδιο τον εαυτό μας, πρέπει να ελαφρύνουμε το έργο τους τηρώντας ευλαβικά τις οδηγίες των αρμοδίων.
Και αν το κάνουμε, θα αποδείξουμε, ότι είμαστε αλτρουϊστές, δηλαδή πραγματικά πολιτισμένοι.
Πηγή: www.lifo.gr