28 Μαΐ 2016

Σσσσσσ, οι Έλληνες κοιμούνται

  
Του Κώστα Εφήμερου
Βρισκόμαστε μόνο λίγες ώρες μετά το Eurogroup, που υποτίθεται ότι θα έβαζε ένα τέλος στην αβεβαιότητα, αλλά τελικά μάλλον έφερε περισσότερη. 

Οι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης κάνουν λόγο για μικρή αναβολή του ελληνικού δράματος, το ΔΝΤ επανέρχεται επισημαίνοντας ότι...

 δεν πρόκειται να προσφέρει χρήματα για το ελληνικό πρόγραμμα και η ελληνική κυβέρνηση αναζητά τρόπους να περάσει τα νέα προαπαιτούμενα χωρίς τη δημοκρατική βάσανο της ψήφισης από τη Βουλή. 
Για ποιο λόγο παίχτηκε λοιπόν αυτό το θρίλερ; Μα για τον ίδιο λόγο που παίζεται πάντα.

Θέλω από την αρχή να σημειώσετε, ότι δεν είμαι οικονομολόγος και άρα, ότι θα περιγράψω παρακάτω, αποτελεί απλά μια θεώρηση, την οποία καταθέτω προς συζήτηση. Το σημερινό κείμενο είναι λίγο μεγαλύτερο από αυτά που συνηθίζω, αλλά ο στόχος μου είναι να έχει μορφή εξωδίκου, δηλαδή να περιέχει στην αρχή τις διαπιστώσεις, βάσει των οποίων θα καταλήξω στο όχι και τόσο πρωτότυπο συμπέρασμα μου. Σας ζητώ προκαταβολικά υπομονή, όπως με τα εξώδικα.

Σύντομο ιστορικό τις ελληνικής κρίσης

 
Η οικονομική κρίση της Ελλάδας ονομάζεται «δημοσίου χρέους». Σύμφωνα δηλαδή με τις αναλύσεις των οικονομικών οργανισμών Ευρώπης και ΔΝΤ το ελληνικό κράτος παράγει περισσότερο χρέος απ' ότι μπορεί να αποπληρώσει, με αποτέλεσμα το οικονομικό μοντέλο της χώρας να κινδυνεύει από κατάρρευση. Μπροστά σε αυτό τον κίνδυνο η Ευρώπη δημιούργησε μια σειρά από διαδοχικούς μηχανισμούς «σωτηρίας» με τελευταίο παιδί τον ESM (European Stability Mechanism). Βρισκόμαστε σήμερα στο «3ο πακέτο σωτηρίας» της ελληνικής οικονομίας και νομίζω ότι έχουμε πλέον αρκετή εμπειρία, να κρίνουμε την αποδοτικότητά τους. Θα ξεκινήσω λοιπόν ανάποδα, δηλώνοντας από την αρχή ότι τα προγράμματα έχουν πετύχει 100% τον στόχο τους. Και ορίστε γιατί:

Όταν η Ελλάδα ζήτησε και πήρε το 1ο πρόγραμμα υποστήριξης είχε ένα δημόσιο χρέος που άγγιζε το 120% του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος. Το σκεπτικό του προγράμματος ήταν, ότι θα δινόταν ένα νέο δάνειο που θα αύξανε μεν το δημόσιο χρέος, ωστόσο με μια σειρά από μεταρρυθμίσεις η ελλειμματική ελληνική οικονομία θα μετατρεπόταν σε πλεονασματική και σε συνδυασμό με περιστολή των ανεξέλεγκτων δημοσίων δαπανών το χρέος θα ήταν πλέον βιώσιμο. Αυτά στα λόγια.

Στην πραγματικότητα αυτό που συνέβαινε στο τέλος του 2009 ήταν, ότι οι τράπεζες των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (και πρωτίστως της Γερμανίας και της Γαλλίας ) ζούσαν πιο απερίσκεπτα ακόμα και από τις ελληνικές κυβερνήσεις αγοράζοντας τυφλά τα ελληνικά ομόλογα, για να τα σορτάρουν στις αγορές. Μην ξεχνάτε, ότι ως χώρα της Ευρωζώνης η Ελλάδα είχε ανώτατη αξιολόγηση και τα ομόλογά της βελτίωναν πολύ την εικόνα των χρηματοπιστωτικών πακέτων στα οποία συμμετείχαν. Όταν λοιπόν ο Γιώργος Παπανδρέου ανακοίνωσε ένα έλλειμμα της τάξης του 15%, μεγάλα και παχιά σύννεφα συγκεντρώθηκαν πάνω από τις χρηματοπιστωτικές αγορές. Το πρόβλημα ήταν πλέον δυσεπίλυτο και ο μοναδικός οργανισμός που είχε το know how για την εκπόνηση ενός περίπλοκου προγράμματος σωτηρίας (των ξένων τραπεζών) ήταν το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

Το ΔΝΤ ήρθε και ξεκίνησε την εφαρμογή του σχεδίου, που επίσημα λέγεται «σωτηρίας». Σύμφωνα με αυτό, το πρόβλημα της Ελλάδας ήταν ο τεράστιος δημόσιος τομέας, η αλόγιστη σπατάλη του δημοσίου χρήματος και το απαρχαιωμένο καπιταλιστικό (μη ανταγωνιστικό) σύστημα της ελληνικής αγοράς. Έτσι το πρόγραμμα που «πούλησε» το Ταμείο, περιλάμβανε μαζικές απολύσεις στον δημόσιο τομέα, ιδιωτικοποίηση του κράτους, οριζόντια περικοπή δαπανών και απελευθέρωση των κλειστών επαγγελμάτων. Ακούγεται λογικό αλλά το πρόβλημα βρίσκεται στην διαπίστωση.

Η αλήθεια είναι, ότι το ελληνικό δημόσιο δεν ήταν ακριβώς όπως το παρουσίαζαν. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ η Ελλάδα βρισκόταν ακριβώς στον μέσο όρο μεταξύ των κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά τον αριθμό των δημοσίων υπαλλήλων, ενώ οι δαπάνες του προϋπολογισμού για τομείς όπως της Υγείας ή της Παιδείας ήταν πάντοτε από τις χαμηλότερες στην Ευρώπη. Οι μεγάλες σπατάλες του ελληνικού κράτους γίνονταν στα εξοπλιστικά προγράμματα και στα δημόσια έργα υποδομής, εκεί δηλαδή που οι μίζες των μεγάλων ευρωπαϊκών εταιριών έπαιζαν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση των δαπανών.

Όσον αφορά τα κλειστά επαγγέλματα, εκεί οι ισχυρισμοί των διεθνών πιστωτών ακούγονται ως σύντομο ανέκδοτο. Η ελληνική οικονομία δεν χώλαινε εξαιτίας των φαρμακείων ή των ταξί, κλάδων που ανθούσαν πριν την επιδρομή των μνημονίων. Το άνοιγμα του κλειστού επαγγέλματος των μεταφορών όπως αποδείχτηκε δεν μείωσε το κόστος των τροφίμων (το αντίθετο) ενώ το ελληνικό δικαστικό σύστημα δεν αντιμετώπιζε πρόβλημα εξαιτίας των δικηγόρων.

Ο (εσκεμμένος) κύκλος της ύφεσης

 
Η Ελλάδα μπήκε λοιπόν σε έναν μεγάλο κύκλο λιτότητας, καταδικασμένο από την αρχή να αποτύχει ως προς τους υποτιθέμενους στόχους του. Η πραγματικότητα είναι αμείλικτη: Έπειτα από 5 χρόνια εφαρμογής δύο προγραμμάτων «σωτηρίας» η οικονομία συρρικνώθηκε κατά ένα τέταρτο, σαν χώρα που ηττήθηκε σε πόλεμο, ο κοινωνικός ιστός διαλύθηκε, η ανεργία εκτινάχθηκε κατά 20 μονάδες μετατρέποντας τη χώρα σε χώρα ανέργων και οι ελληνικές τράπεζες μετατράπηκαν σε ζόμπι, που εξαρτώνται απόλυτα από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.

Έπεσαν έξω οι αναλυτές του Ταμείου; Σύμφωνα με τις επίσημες ανακοινώσεις τους υπήρχαν δύο προβλήματα, στα προγράμματα που εκπόνησαν. Το πρώτο είχε να κάνει με κάτι λάθος μαθηματικούς υπολογισμούς σε αριθμητές και παρανομαστές. Το δεύτερο, υποστηρίζουν, είχε να κάνει με την αδυναμία (ή και απροθυμία) των ελληνικών κυβερνήσεων να εφαρμόσουν τις γενναίες μεταρρυθμίσεις που απαιτούσαν τα προγράμματα. Αλλά είναι αλήθεια αυτό;

Στην πραγματικότητα όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις μέχρι σήμερα έχουν πολλές φορές επιχειρήσει, να προτείνουν ισοδύναμα μέτρα στους εκπροσώπους των δανειστών, αλλά κανένα από αυτά δεν τους ικανοποίησε. Οι ίδιοι τεχνοκράτες, που υποστηρίζουν ότι τα φορολογικά μέτρα προκαλούν ύφεση και άρα προσχώματα στην επιτυχία των προγραμμάτων, αρνούνται οποιαδήποτε παραμετρικά σχήματα τους έχουν προταθεί, με την δικαιολογία ότι το ελληνικό κράτος είναι σε τέτοιο βαθμό διαβρωμένο και αποσαθρωμένο, που δεν θα καταφέρει να έχει αποτελέσματα με οποιονδήποτε άλλο τρόπο πέραν της φορολογίας των φτωχότερων στρωμάτων. Προχωράνε μάλιστα ακόμα ένα βήμα παραπέρα, υποστηρίζοντας δημόσια ότι οι έλληνες πολιτικοί είναι είτε διεφθαρμένοι, είτε ανίκανοι να εφαρμόσουν οποιαδήποτε διαφορετική ιδέα. Αν και δεν έχω διάθεση να υποστηρίξω πραγματικά κανένα έλληνα ηγέτη, αξίζει να σημειώσουμε για ποιους τεχνοκράτες μιλάμε: Για τον Στρος Καν που προσπαθούσε να βιάσει φτωχές γυναίκες κατ εξακολούθηση (εδώ το σχόλιο δεν έχει να κάνει με τη σεξουαλική του ζωή αλλά με το ότι ήταν εκτεθειμένος σε εκβιασμούς), που τον διαδέχτηκε η Λαγκάρντ για την οποία ακόμα τρέχουν δικαστήρια για χρηματισμό της στη Γαλλία, τον Γιούνκερ που ελέγχεται από την ίδια την επιτροπή φοροδιαφυγής της Ε.Ε. ως ο άνθρωπος  που εφεύρε τον νόμιμο μηχανισμό φοροαποφυγής στο Λουξεμβούργο και τον Ντάισεμπλουμ που με δική του υπογραφή ως υπουργός οικονομικών της Ολλανδίας η γνωστή μας Eldorado Gold στέλνει τα χρήματα που θα έπρεπε να πληρώνει ως φόρους στην ελληνική κυβέρνηση στα νησιά Μπαρμπέιντος.

Το πρόβλημα λοιπόν δεν είναι προφανώς η αδυναμία εφαρμογής των μέτρων αλλά τα ίδια τα μέτρα που επιβάλλονται. Το παραμύθι περί μείγματος πολιτικών είναι ξεπερασμένο και αφελές ακόμα και για παιδιά του δημοτικού. Ας είμαστε τότε ειλικρινείς: Τα προγράμματα δεν απέτυχαν εξαιτίας μαθηματικών προβλημάτων ή αδυναμίας εφαρμογής σοβαρών μεταρρυθμίσεων.  

Τα προγράμματα δεν απέτυχαν. Αντιθέτως, θα έλεγα, πέτυχαν απόλυτα το σκοπό τους.

Τι θέλουν στα αλήθεια οι πιστωτές

 
Πιστεύω, ότι δεν χρειάζεται να είσαι αναγνωρισμένος οικονομολόγος για να αντιληφθείς, ότι και το 3ο νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα που τώρα εφαρμόζει ο ΣΥΡΙΖΑ θα αποτύχει όπως και τα δύο προηγούμενα. Η συνταγή παραμένει η ίδια: αιματηρή λιτότητα και αύξηση του δημοσίου χρέους.

Οι δανειστές μας γνωρίζουν πολύ καλά, ότι δεν θα πάρουν πίσω όλα τους τα χρήματα. Όποιος υποστηρίζει κάτι τέτοιο (είτε ευρωπαίος, είτε κάτι τζιμάνια έλληνες που επιμένουν, ότι εμείς στην Ελλάδα έχουμε καθαρό κούτελο και πλερώνουμε) απλά ψεύδεται εν γνώσει του. Τα στοιχεία είναι τόσο συντριπτικά, που πλέον ακόμα και ο Σόιμπλε δυσκολεύεται να χαρακτηρίσει το ελληνικό δημόσιο χρέος βιώσιμο. Μπορεί για λόγους καταστατικών να αναγκάζονται να κάνουν μαθηματικές αλχημείες, αλλά η αλήθεια είναι, ότι η ελληνική υπόθεση αντιμετωπίζεται ως μηχανισμός damage control.

Οι πιστωτές γνωρίζουν, ότι όσο αυξάνουν το χρέος μέσω δανεισμού και συνεχόμενων ανακεφαλαιοποίησεων πτωχευμένων τραπεζών, η βιωσιμότητά του πάει περίπατο. Για αυτό και το μόνο που τους ενδιαφέρει, είναι να είναι εξυπηρετήσιμο. Μας δίνουν δηλαδή όσα ακριβώς χρήματα χρειαζόμαστε, προκειμένου να πληρώνουμε τις δόσεις και στο μεταξύ προχωράνε στην εκποίηση της ελληνικής δημόσιας περιουσίας, αλλάζουν τις δομές της αγοράς ευνοώντας τις γερμανικές βιομηχανίες σε τομείς που δυσκολεύονταν να ανταγωνιστούν τις ελληνικές (φαρμακοβιομηχανία, χημικές βιομηχανίες κ.λπ.), ξεφορτώνονται τα τοξικά ομόλογα του ελληνικού δημοσίου φορτώνοντάς τα στις κεντρικές τράπεζες και μοιράζονται μεταξύ τους τις πηγές ενέργειας, το νερό και τα φιλέτα της ελληνικής περιουσίας. Δημιουργούν ένα σύστημα απόλυτης εξάρτησης και χρησιμοποιούν την Ελλάδα ως πιόνι στις γεωστρατηγικές τους διαμάχες με τη Ρωσία, την Τουρκία και όπου αλλού.

Ένα συμπέρασμα

 
Λέγεται συχνά, ότι η Ελλάδα αποτέλεσε τον πειραματικό σωλήνα άσκησης της πιο νεοφιλελεύθερης πολιτικής, αλλά αυτό το βγάλαμε μάλλον μόνοι μας, για να νιώθουμε καλύτερα μέσα στην αγωνία μας. Η ανθρώπινη φύση είναι τέτοια άλλωστε, που έφτανε ένας φρουρός στο Άουσβιτς για να οδηγήσει στο κρεματόριο 1.000 ανθρώπους, χωρίς να κινδυνεύει ότι θα του επιτεθούν λίγα μόλις λεπτά πριν χάσουν τη ζωή τους. Ο άνθρωπος αντέχει, δυστυχώς, τα πάντα.

Πριν από λίγες ημέρες με κάλεσαν στη δημόσια τηλεόραση σε ένα πάνελ με θέμα συζήτησης το νέο μνημόνιο. Σε κάποια στιγμή διαφωνίας με έναν συνάδελφο σχετικά με το οικονομικό μοντέλο του Μνημονίου η παρουσιάστρια της εκπομπής επεσήμανε, ότι είναι φυσιολογικό να έχουμε διαφορετική άποψη, επειδή εγώ είμαι γνωστός υπέρμαχος της εξόδου από το ευρώ και της επιστροφής στη δραχμή. Αυτό είναι πέρα για πέρα αναληθές.

Η αλήθεια είναι, ότι φοβάμαι πάρα πολύ την επιστροφή σε εθνικό νόμισμα, για χίλιους λόγους που δεν υπάρχει λόγος να αναφέρω σε ένα ήδη μακροσκελές κείμενο. Η μόνη διαφορά είναι, ότι κάνω διαφορετική ανάλυση, εφόσον πιστεύω ότι το σχέδιο επιστροφής στη δραχμή είναι το δικό τους σχέδιο. Θεωρώ, δηλαδή, ότι τα (εσκεμμένως) ανεδαφικά προγράμματα «σωτηρίας», που ακολουθούμε, έχουν ημερομηνία λήξης και ότι στο τέλος τους είναι ήδη γραμμένη και αποφασισμένη η εξώθηση της Ελλάδας από τη νομισματική ένωση, όταν πλέον δεν θα έχουν κάτι άλλο να πάρουν από αυτή και όταν η επιστροφή στη δραχμή θα τους συμφέρει.

Γιατί συν τω χρόνω οι αναλυτές των χρηματοπιστωτικών οργανισμών σίγουρα προετοιμάζονται για αυτό το ενδεχόμενο (το έχουν παραδεχτεί άλλωστε αρκετές φορές) και είμαι σίγουρος, ότι όταν θα έρθει η ώρα, θα είναι πάλι οι διεθνείς πιστωτές που θα κερδίσουν από την αλλαγή.

Για τους παραπάνω λόγους ακούω με πραγματικό ενδιαφέρον (χωρίς μάλιστα να είμαι πεισμένος) όσους υποστηρίζουν, ότι πρέπει να αναλάβουμε εμείς την πρωτοβουλία και να θέσουμε εμείς τους όρους της σωτηρίας της χώρας.

Δεν είμαι σίγουρος, λοιπόν, ότι έξοδος από το ευρώ είναι η ιδανική λύση. Δεν νομίζω ότι υπάρχει άλλωστε πλέον ιδανική λύση. Είμαι όμως για κάτι απόλυτα σίγουρος.

Και μια πρόταση

 
Αυτές τις ημέρες κλείνουμε 5 χρόνια από το κίνημα των αγανακτισμένων. Ένα κίνημα που εν πολλοίς θεωρείται αποτυχημένο στην Ελλάδα. Προσωπικά είμαι περισσότερο επιεικής και πιστεύω, ότι, όπως οι εξεγέρσεις των 15χρονων το 2008 μετά το θάνατο του Γρηγορόπουλου, ήταν η μαγιά του κινήματος των αγανακτισμένων, έτσι και αυτοί με τη σειρά τους μπορούν να δώσουν τη σκυτάλη σε κάτι ουσιαστικότερο.

Η έλλειψη αγωνιστικότητας, που είναι εμφανής τους τελευταίους μήνες, οφείλεται ξεκάθαρα στο στραπάτσο που έφαγε η κοινωνία των αγανακτισμένων των πλατειών, η οποία μετατράπηκε σε ψήφο στον ΣΥΡΙΖΑ, ένα κόμμα που αγκάλιασε το κίνημα και του υποσχέθηκε ότι μπορεί να το εκπροσωπήσει. Το πρόβλημα λοιπόν, σύμφωνα πάντα με την μη ακαδημαϊκή μου ανάλυση, δεν βρίσκεται στους αγανακτισμένους, αλλά στο ότι πόνταραν στο λάθος άλογο. Κάτι που μου φαίνεται πολύ φυσιολογικό.

Επειδή λοιπόν κάθε φορά που γράφω τις δυσάρεστες οικονομικές αναλύσεις μου, εμφανίζονται στα σχόλια, αυτοί που πίστεψαν στην TINA (There Is No Alternative) και μου λένε «είναι εύκολο να κάνεις αναλύσεις, αλλά δεν αξίζουν μία, όσο δεν έχεις να προτείνεις μια πρακτική εναλλακτική λύση» αυτή τη φορά έχω κάτι πολύ συγκεκριμένο να προτείνω:

Υπάρχει κάτι που μπορεί να τους χαλάσει τα σχέδια: Ένα νέο κίνημα ανυπακοής. Το παράδειγμα της Γαλλίας προσφέρεται για πολύ χρήσιμα συμπεράσματα. Ένα κίνημα που μετέτρεψε τις πλατείες του Nuit Debout σε εργατικό ξεσηκωμό (μέσω φυσικά των πανίσχυρων συνδικάτων) και προκαλεί ασφυξία στον Ολάντ, για ένα νομοσχέδιο μάλιστα που έχει ήδη περάσει.

Ένα κίνημα, που θα έκανε διεθνώς αίσθηση (όπως έκαναν οι αγανακτισμένοι του ’11), που θα τους έκανε να φοβούνται για την εξάπλωσή του στις χώρες τους, που θα ήταν αποτελεσματικός μοχλός πίεσης, για να αρθούν τα σκληρά αντισυνταγματικά μέτρα που εφαρμόζουν διαχρονικά οι ελληνικές κυβερνήσεις υπό ευρωπαϊκή επιτροπεία και που προκαλούν καθημερινή ανθρωπιστική κρίση στη χώρα μας, θα ήταν ένα ισχυρότατο όπλο.

Ένα τέτοιο κίνημα θα μπορούσε να επιβάλει και μια ουσιαστική συζήτηση για το μέλλον μας εντός ή εκτός της ευρωζώνης, αφού για διάφορους λόγους είναι πλέον αποδεδειγμένο, ότι αυτή η συζήτηση δεν μπορεί να ξεκινήσει από κόμματα εξουσίας. Μόνο εντός ενός τέτοιου κινήματος, που θα θέσει ως πρωταρχικό του στόχο την ακρόαση όλων των εισηγήσεων υπέρ ή κατά της παραμονής μας στην Ευρωζώνη, μπορεί να επιτευχθεί ένας σημαντικός διπλός στόχος: Η ουσιαστική ενημέρωση των πολιτών και η εξασφάλιση του απαραίτητου χρόνου για να σχηματιστεί μια νέα δυναμική στην κοινωνία, αφού η ύπαρξή του και μόνο θα δυσχεράνει την εκτέλεση των προγραμμάτων, που απεργάζονται οι πιστωτές.

Πριν από έξι χρόνια ένα πανό των Indignados στη Μαδρίτη, που έγραφε «Σσσσσ, οι Έλληνες κοιμούνται», ήταν αρκετό για την έκρηξη των αγανακτισμένων της πλατείας Συντάγματος. 

Αυτή τη φορά το μήνυμα έρχεται από τη Γαλλία. Το μήνυμα είναι το ίδιο. Μένει μόνο να δούμε, αν αυτή τη φορά έχουμε τη δύναμη να πάρουμε τα πόδια μας.

ΠΗΓΗ: thepressproject.gr