Γιώργος X. Παπασωτηρίου
Με αφορμή την επίσκεψη του Ρώσου προέδρου στον Άθω, αναρωτιέται κανείς, τι να σημαίνει, άραγε, για τον Βλαντιμίρ Πούτιν το Άγιον Όρος;
Είναι η προσωπική πίστη; Είναι η πολιτική πίστη, με την έννοια ότι σε συμβολικό επίπεδο γίνεται ο ίδιος εκφραστής ενός βασικού στοιχείου, που συνέχει το λαό του, τη ρωσική...
κοινωνία; Είναι ο πολιτικός ρόλος της ίδιας της Εκκλησίας της Ρωσίας; Μπορεί, μάλλον, να ισχύουν και όλα μαζί τα παραπάνω συγχρόνως.
Εξάλλου, το ενδιαφέρον για το Άγιον Όρος ήταν ανέκαθεν ποικίλο: πνευματικό, πολιτικό, οικονομικό κ.ά. Θυμίζουμε τον Γάλλο τραπεζίτη Αλμπέρ Καν (άγνωστο αν είχε κάποια συγγένεια με τον Στρως Καν) που χρηματοδότησε μία αποστολή στο Άγιον Όρος των φωτογράφων Πασσέ και Κυβί. Τότε η περιοχή, αν μιλούσαμε με όρους γεωπολιτικής, ήταν το πολιτισμικό κέντρο βάρους της ευρύτερης Βαλκανικής χερσονήσου· συγχρόνως όμως, ο τραπεζίτης συνέχιζε μία γαλλική παράδοση, που ξεκινάει από τον Μαζαρίνο, κατ’ εντολήν του οποίου ο Αθανάσιος ο Ρήτωρ μετέφερε στο Παρίσι 100 σπάνια χειρόγραφα (4.900 σπάνια ελληνικά χειρόγραφα βρίσκονται στην εθνική βιβλιοθήκη του Παρισιού). Το 1677, επίσης, εκδόθηκε στη Γαλλία από τον Γιοχάνες Μπατίστα Κοτελέριους μία συλλογή με “ρήματα” και κατορθώματα επιφανών γερόντων (6ος-7ος αι.) με τον τίτλο “Ecclesiae Graecae Monumenta”, που δεν είναι άλλο από το περίφημο “Γεροντικόν”. Χειρόγραφα αφαίρεσε και ο Μηνάς Μινωίδης για λογαριασμό του Γάλλου υπουργού παιδείας Βιγεμέν, το 1841. Βέβαια ο Αλμπέρ Καν δεν αφαίρεσε τίποτα, οι φωτογράφοι του απαθανάτισαν μόνο τα μνημεία και τους ανθρώπους του τόπο-συμβόλου της Ορθοδοξίας, που όποιος τον “ήλεγχε” πολιτικά χριζόταν και ιδεολογικός ηγεμόνας του Ορθόδοξου κόσμου, κάτι που επιχειρούσε τότε η Ρωσία αλλά και οι λοιπές μεγάλες δυνάμεις. Δεν είναι ασφαλώς τυχαίο, ότι ο φωτογράφος Πασσέ φθάνει στο Άγιο Όρος μετά την απόβαση εκεί ρωσικών αγημάτων και τη σύλληψη και μεταφορά στη Ρωσία εκατοντάδων ρώσων μοναχών, με την κατηγορία ότι ήταν “ονοματολάτρες” (μία αίρεση όπου το όνομα θεωρείται καθοριστικό για την προσωπικότητα του ανθρώπου). Ο φωτογράφος Κυβίλ φθάνει μετά τη δεύτερη απόβαση των ρώσων, τον Ιανουάριο του 1917. Και οι δύο δεν καταγράφουν γεγονότα αλλά το χώρο πρωτίστως· η οπτική τους είναι διαφορετική, η σκοπιμότητα άγνωστη.
Πάντως, πιο πρόσφατα, μετά τον πόλεμο στην Γιουγκοσλαβία, πολλοί αναζητούσαν σέρβους που καταδιώκονταν από το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης στον Άγιον Όρος. Γέμισε τότε η χερσόνησος με κατασκόπους και διώκτες. Στο βιβλίο «Ταξίδι στον Άθω» ο συγγραφέας Κρίστοφερ Μέριλ (δημοσιογράφος, πολεμικός ανταποκριτής), που θέλησε για εντελώς προσωπικούς λόγους, όπως ισχυρίζεται, να βιώσει τον «καιρό του σιγάν» και τη «μεταμόρφωση των παθών», όταν άκουγε ελικόπτερο στο Άγιο, Όρος σκεπτόταν ότι έρχονταν να πάρουν ή να φέρουν τους Μπλάντιτς και Γκάραζιτς!
Πάντως, στο Άγιο Όρος ο προτεστάντης Μέριλ πλησιάζει να ανακαλύψει τον Βιτγκενστάιν, αλλά δεν τα καταφέρνει. Διαβάζει με μεγαλύτερο ενδιαφέρον τον Βαρλαάμ και λιγότερο τον Παλαμά.
Ο Βαρλαάμ υποστήριζε, ότι ο Θεός βρίσκεται πέραν της λογικής και των κατηγοριών της σκέψης και μπορούμε να μιλήσουμε γι’ Αυτόν μόνο μέσω της προσφυγής στην αναλογία και την ποίηση (δες και την άποψη για το “δεικνύναι” του Βίτγκενστάιν πολλούς αιώνες αργότερα). "Εκείνο που διακρίνει την Ανατολική από τη Δυτική Χριστιανοσύνη είναι η έμφαση της πρώτης στην ακαταληψία του Θεού. Ενάντια στις περίτεχνες αποδείξεις του Ακινάτη για την ύπαρξη του Θεού και την επαγωγική συλλογιστική που διαδόθηκε σε όλη την Ευρώπη, οι ησυχαστές μοναχοί υποστήριζαν ότι η γνώση τους για τον Θεό περιοριζόταν στην ριζική εμπειρία, την ώρα της προσευχής, της θέασης του «Θείου Φωτός»" σημειώνει ο Μέριλ. Αλλά από το άλεκτο και το ανείδωτο δεν φαίνεται να καταλαβαίνει τίποτα ο Μέριλ καθώς αντιπαραθέτει σ’ αυτά τον χυδαίο εμπειρισμό του “ξυραφιού του Όκαμ”, διερωτώμενος απλώς για την πιθανή αποξένωση από μία πνευματική παράδοση!
Η παρέμβαση του Παλαμά και η θέση του για την πανταχού παρούσα παρουσία του Θεού μέσω των ενεργειών Του, εκτιμάται από τον Μέριλ ως μία προσπάθεια εξορθολογισμού του ανατολίτικου μυστικισμού. Το μόνο που αντιλαμβάνεται ο συγγραφέας είναι, πως “Εκείνο που οι μοναχοί αποκαλούν «κένωσις ή πτωχεία», το άδειασμα του Εγώ για να μπορέσει να ενεργήσει ο Θεός μέσα σου… επιτυγχάνεται με τρόπο ιδανικό μέσα από την προσευχή”. Αν και επισημαίνεται το “Χαροποιόν πένθος” (του Ιωάννη της Κλίμακος), αυτό απλώς καταγράφεται, καθώς είναι αδύνατο να γίνει αντιληπτό από έναν δυτικό προτεστάντη ορθολογιστή. Ο Μέριλ αν και δεν τα καταφέρνει καλά στις συγκριτικές θεολογικές του αναφορές, τα καταφέρνει όμως θαυμάσια στις περιγραφές του, παρέχοντας στον αναγνώστη έναν ενδιαφέρον ταξιδιωτικό βιβλίο, που μοιάζει όμως και με έκθεση εναντίον του “πολεμοκάπηλου κλήρου της Σερβικής Εκκλησίας” που “πρέπει να απολογηθεί για την υποστήριξη που παρείχε στον Μιλόσεβιτς…”! Ιδού και πάλι ο πολιτικός ρόλος του Όρους. Ο Μέριλ ανακαλύπτει ακόμα και έναν “μοναχό ονόματι Παΐσιο που η ουκρανική του παιδεία αποκαλύπτει μια πολύπλοκη πνευματική παράδοση”! Αλλά το βλέμμα των δυτικών, το γεγονός δηλαδή ότι βλέπουν με τα δικά τους «γυαλιά», τη δική τους οπτική, εξηγείται καλύτερα από τον Έντουαρντ Σαΐντ (Οριενταλισμός).
Πριν χρόνια, ο Γάλλος Ρεζίς Ντεμπρέ επισκέφθηκε το Άγιον Όρος για τις ανάγκες της έρευνάς του, που εκδόθηκε με τον τίτλο: «Η ζωή και ο θάνατος της εικόνας-μία ιστορία του βλέμματος στη Δύση». Για να προσδιορίσει το βλέμμα του σύγχρονου δυτικού ανθρώπου ο Ρ. Ντεμπρέ ανέτρεξε στην πηγή της Ανατολής. Όπως και ο Οστρογκόρσκι στις αρχές του αιώνα, ο Ρ. Ντεμπρέ τάσσεται υπέρ των εικονολατρών. Ο Πατριάρχης Νικηφόρος, γράφει, διείδε στους εικονοκλάστες μία «ολοκληρωτική τάση». Ο εικονοκλάστης Λέων Ε΄ ήθελε τη συγκέντρωση όλων των εξουσιών περιφρονώντας τη διάκριση μεταξύ εφήμερου και πνευματικού, της αυτοκρατορίας και της εκκλησίας. Η εικόνα, όμως, λειτουργούσε τότε δημοκρατικά· ήταν η διαμεσολάβηση μεταξύ ουρανού και Γης, προφύλασσε συγχρόνως και από την μονολιθικότητα και από την αναρχία· ήταν το εχέγγυο της διάκρισης των εξουσιών, το μέσον επικοινωνίας μεταξύ ανθρώπου και Θεού.
Δεν είναι τυχαίο, ότι το Άγιον Όρος συγκροτήθηκε από μοναχούς διωγμένους από την παραδοσιακά «ολοκληρωτική», ασιατική Ανατολή, όπου κυριαρχούσαν οι εικονοκλάστες. Η χριστιανική εικόνα σύμφωνα με τον Ρ. Ντεμπρέ, έλεγε: Ο Θεός είναι παρών. Ενώ, η σύγχρονη, μεταχριστιανική εικόνα λέει: Το παρόν είναι ο θεός σας. Αυτή η θέαση συνιστά κατά τη γνώμη του και το αδιέξοδο του «δυτικού βλέμματος». Ο περιορισμός του αληθινού μόνο στο ορατό έχει επιφέρει ασφυξία, στειρότητα. Ο ευνουχισμός του δυτικού βλέμματος οδηγεί σε μια ζωή-προσομοίωση, γιατί όταν το ορατό χάνει την ενέργεια του φαντασιακού, τότε έχουμε την προσομοίωση, το κατώτερο στάδιο της ψευδαίσθησης· όταν το καλό χάνει την ενέργεια του κακού, αυτό είναι το κατώτερο επίπεδο της ηθικής· γι’ αυτό πρέπει να στραφούμε στην Ανατολή πρότεινε, ένας άλλος Γάλλος, ο Ζαν Μπωντριγιάρ, για να ξαναβρεί το δυτικό σύστημα αξιών τις αναφορές του.
Πρέπει να ξαναεντάξουμε στο παιχνίδι τους εσωτερικούς, μη ορατούς χώρους, να διευρύνουμε το ζωτικό μας χώρο εκ νέου με την ποίηση, τη γραφή, την ανάγνωση, το μύθο, την υπόθεση και το όνειρο, συμπληρώνει ο Ρεζίς Ντεμπρέ.
ΠΗΓΗ: artinews.gr