11 Απρ 2016

Ο πόλεμος των φορολογικών παραδείσων


Οι αποκαλύψεις των Panama Papers προσφέρουν κάτι περισσότερο από αποδείξεις για διαφθορά πολιτικών και επιχειρηματιών. 
Είναι ο καθρέφτης της νέας αρχιτεκτονικής του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος. 
"Οταν ρώτησαν τον Mossack (της Mossack Fonseca)...
 

πού έχει τα χρήματά του, απάντησε στο Ντέλαγουερ των ΗΠΑ"
                                                      Τζέιμς Χένρι, οικονομολόγος   

Στο Αμπλσάιντ, μια περιοχή ξεχασμένη και από τον θεό στη βορειοδυτική Αγγλία, υπάρχει ένα πέτρινο σπιτάκι χτισμένο πάνω (και όχι μέσα) από το ρέμα που διατρέχει την κωμόπολη. Οι κάτοικοι δηλώνουν με υπερηφάνεια, ότι εδώ βρισκόταν το πρώτο apple store (λογοπαίγνιο με τις λέξεις «κατάστημα μήλων» που σήμερα χρησιμοποιείται για τα υποκαταστήματα της Apple) αλλά και ένας από τους παλαιότερους φορολογικούς παραδείσους της Ευρώπης. Για την ακρίβεια, το κατάστημα χτίστηκε πάνω από το ποτάμι, προκειμένου οι ιδιοκτήτες του να μη χρειάζεται να πληρώνουν έγγειο φόρο.

Οι φορολογικοί παράδεισοι, βέβαια, θεωρούνται από αρκετούς ερευνητές τόσο παλιοί όσο και η ίδια η έννοια της φορολογίας. Η λεγόμενη βιομηχανία των οffshore, όμως, άρχισε να παίρνει τη σημερινή μορφή της μετά το 1815 και το συνέδριο της Βιέννης, όταν οι υπερδυνάμεις της εποχής καθόρισαν τη νέα αρχιτεκτονική του διεθνούς συστήματος και επιβεβαίωσαν τη διαρκή «ουδετερότητα» της Ελβετίας – επιτρέποντάς της να μετατραπεί σε τραπεζικό κέντρο.

Εκτοτε οι φορολογικοί παράδεισοι, αν και αντιμετωπίζονται σαν αυτόνομα κέντρα φορολογικής ανομίας, ακολουθούν και υπηρετούν τις εκάστοτε ισορροπίες δυνάμεων μεταξύ των οικονομικών υπερδυνάμεων του πλανήτη. Η παλαιά διάκριση π.χ. ανάμεσα στους φορολογικούς παραδείσους των βρετανικών αποικιών και των χωρών Benelux έδωσε αργότερα τη θέση της σε νέα γεωγραφική κατανομή, που αντικατόπτριζε καλύτερα την ισχύ των νέων οικονομικών κέντρων.

Οταν λοιπόν κυκλοφόρησαν οι πρώτες πληροφορίες από τα Panama Papers, τέθηκαν αμέσως δύο εύλογα ερωτήματα: Γιατί τα πρώτα 24ωρα όλοι ασχολούνταν με τις (ατράνταχτες και πέραν πάσης αμφισβήτησης) κατηγορίες εναντίον του Πούτιν αφήνοντας στην άκρη εκατοντάδες ανάλογες υποθέσεις και γιατί απουσίαζαν προκλητικά από τις λίστες οι μεγάλες αμερικανικές εταιρείες και οι πολιτικοί.

Στο πρώτο ερώτημα βρήκε αρκετές απαντήσεις, όταν ξέσπασε η σύγκρουση ανάμεσα στη Διεθνή Σύμπραξη Ερευνητών Δημοσιογράφων (ICIJ) και τα Wikileaks. Οταν ο διευθυντής της ICIJ κατηγόρησε τα Wikileaks για «ανεύθυνη δημοσιογραφία», η ομάδα του Ασάνζ παρουσίασε τις πηγές χρηματοδότησης της σύμπραξης: το ίδρυμα Open Society του Τζορτζ Σόρος, που κατηγορείται για την αποσταθεροποίηση φιλορωσικών καθεστώτων στην ανατολική Ευρώπη, το Ιδρυμα Ροκφέλερ αλλά και το Ιδρυμα Φορντ, που επίσης κατηγορείται για επιχειρήσεις αποσταθεροποίησης σε κυβερνήσεις της Λατινικής Αμερικής.

Η ουσία του ζητήματος, βέβαια,
όπως επισήμαναν εκπρόσωποι των Wikileaks, δεν βρίσκεται μόνο στη χρηματοδότηση, αλλά στο γεγονός ότι η βάση δεδομένων των Panama Papers δεν είναι διαθέσιμη στο κοινό, όπως συμβαίνει με τις αποκαλύψεις των Wikileaks.

«Δεν θέλω να αποφασίζουν τα κυρίαρχα, ιδιωτικά ΜΜΕ, ποιες πληροφορίες θα δούμε και ποιες όχι» έλεγε λίγο αργότερα ο Βρετανός πρώην διπλωμάτης Κρεγκ Μάρεϊ συμπληρώνοντας ότι αν κάποιο έγγραφο αφορά τους ιδιοκτήτες αυτών των μέσων ενημέρωσης, ποιος μας εγγυάται ότι δεν θα «θαφτεί», αν δεν έχουμε στη διάθεσή μας το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων.

Οι βάσιμες αυτές καταγγελίες έδωσαν, δυστυχώς, πάτημα σε αρκετούς συνωμοσιολόγους, να απαντήσουν στο δεύτερο ερώτημα (γιατί υπάρχουν αναλογικά λιγότερες αμερικανικές εταιρείες στα Panama Papers) καταγγέλλοντας απόκρυψη στοιχείων. Στην πραγματικότητα, όπως εξηγούσε στο The Real News Network o οικονομολόγος και αναλυτής Τζέιμς Χένρι, «οι Αμερικανοί δεν χρειάζεται να πάνε στον Παναμά, για να κρύψουν τα χρήματά τους. Μπορούν να το κάνουν στο Ντέλαγουερ ή σε πολλές ακόμη Πολιτείες όπου τα στοιχεία τους προστατεύονται».

Η συγκεκριμένη απάντηση είναι ενδεικτική της νέας αρχιτεκτονικής οικονομικής ισχύος, που αντικατοπτρίζουν οι φορολογικοί παράδεισοι. Για τις ΗΠΑ ο Παναμάς είχε μετατραπεί σε ένα ανταγωνιστικό χρηματο-οικονομικό κέντρο και συνεπώς είχαν κάθε λόγο να χειροκροτήσουν μια διαρροή εγγράφων, που μειώνει την αξιοπιστία του.

Μήπως όμως αυτό ακριβώς δεν συνέβη και στην Κύπρο μετά τη δήμευση καταθέσεων που αποφάσισε η Ε.Ε.; Οπως μας εξηγεί ο πρώην πρόεδρος της Κύπρου Δ. Χριστόφιας, σε συνέντευξη που μας παραχώρησε για το ντοκιμαντέρ This is not a coup, «κάποιοι εκμεταλλεύτηκαν την κρίση για να χτυπήσουν και το ρωσικό κεφάλαιο» που έβρισκε καταφύγιο στο τραπεζικό σύστημα της Κύπρου.

«Οι Γερμανοί δεν ήθελαν να υπάρχει ένα χρηματοοικονομικό κέντρο που να μην ελέγχεται» μας είπε ο βουλευτής του ΑΚΕΛ Πάμπος Παπαγεωργίου, θυμίζοντάς μας επίσης ότι «πριν από την επιβολή του bail in είχε προηγηθεί μια φοβερή επικοινωνιακή επίθεση και η διαρροή έκθεσης των γερμανικών μυστικών υπηρεσιών, που έλεγε, ότι η Κύπρος είναι τόπος ξεπλύματος βρόμικου χρήματος».

Αν και ελάχιστοι είναι αυτοί που θα αμφισβητήσουν τη συγκεκριμένη κατηγορία, εύλογα προκύπτει το ερώτημα, γιατί δεν υπήρξαν ανάλογες καταγγελίες, για χρηματο-οικονομικά κέντρα που βρίσκονται στη σφαίρα επιρροής του Βερολίνου;

Αυτή όμως ήταν πάντα η «μαγεία» των συγκρούσεων ανάμεσα σε φορολογικούς παραδείσους και τις οικονομικές υπερδυνάμεις που τους ελέγχουν και τους χρησιμοποιούν. Εκτός από τις πολύτιμες ειδήσεις που μας προσφέρουν για τη σάπια ψυχή του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος, καταγράφουν και τις τεκτονικές μετακινήσεις των οικονομικών κέντρων ισχύος.

 

 Άρης Χατζηστεφάνου
ΠΗΓΗ: ef-syn