Ακούγεται σαν μια από τις γνωστές «μαύρες ιστορίες» που κυκλοφορούν στις παρέες: ένας άντρας πατάει ένα κουμπί στο Νέο Μεξικό κι ένας άλλος άνθρωπος πέφτει, δευτερόλεπτα μετά, νεκρός στην άλλη άκρη του κόσμου.
Δεν είναι όμως αποκύημα φαντασίας: είναι πραγματικότητα και συνέβη σε έναν αμερικανό στρατιώτη.
Ο 27χρονος Μπράντον Μπράιαντ από τη Μοντάνα υπηρέτησε για έξι χρόνια στην Αεροπορία των ΗΠΑ (USAF), με ειδικότητα χειριστή UAV Predator, τα γνωστά μη-επανδρωμένα αεροσκάφη (drones), που πετάνε επί 24ώρους βάσεως πάνω από «ευαίσθητες» γεωπολιτικά περιοχές, όπως το Αφγανιστάν.
Κλεισμένος μέσα στα σκοτεινά κοντέινερ στο Νέο Μεξικό, απ' όπου διεξάγεται ο χειρισμός των UAV, χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από την πραγματική περιοχή επιχειρήσεων, ο Μπράιαντ πέρασε το μεγαλύτερο μέρος των έξι αυτών ετών, μεταξύ 2005-2011, βλέποντας στον υπολογιστή του ανθρώπινους στόχους που είχαν εστιάσει πάνω τους τα υπέρυθρα «μάτια» των ιπτάμενων drones - και κατόπιν, πατώντας ένα απλό κουμπί που θα σήμανε και την εξολόθρευσή τους. Επαθε νευρικό κλονισμό, παραιτήθηκε και σήμερα ζει στο πατρικό του στη Μοντάνα αγωνιζόμενος να συνέλθει με τη βοήθεια ψυχιατρικής αγωγής.
«Είδα άνδρες, γυναίκες και παιδιά να σκοτώνονται μπροστά στα μάτια μου όλο αυτό το διάστημα» ανέφερε ο Μπράιαντ σε συνέντευξή του στο γερμανικό περιοδικό Spiegel. «Ποτέ δε πίστευα, ότι θα μπορούσα να σκοτώσω τόσο πολύ κόσμο. Για την ακρίβεια, πίστευα ότι δεν μπορούσα να σκοτώσω κανέναν!», εξομολογείται ενθυμούμενος την πρώτη φορά που έγινε δολοφόνος, όταν εκτόξευσε ένα βλήμα Hellfire σκοτώνοντας δύο ανυποψίαστους ανθρώπους στο Αφγανιστάν.
«Είδα δυο αντρες να πέφτουν νεκροί κι έναν άλλον, με κομμένο το ένα του πόδι, να σφαδάζει στο έδαφος, την ώρα που πίδακες αίματος έπεφταν στην άσφαλτο» λέει, προσθέτοντας πως «έκλαψα στο δρόμο όταν γύριζα σπίτι εκείνη την ημέρα και πήρα τηλέφωνο να μιλήσω στη μητέρα μου. Ένιωθα αποκομμένος από την ανθρωπότητα για περισσότερο από μια εβδομάδα».
Κατατάχτηκε στην Αεροπορία τυχαία, μόλις άκουσε ότι τα δίδακτρα για φοίτηση στο Πανεπιστήμιο ήταν δωρεάν. Βγήκε πρώτος στη τάξη του και τοποθετήθηκε σε μια στρατιωτική μονάδα συλλογής πληροφοριών, μαθαίνοντας να αναλύει δεδομένα από αεροφωτογραφίες και μετεωρολογικά δεδομένα, ενώ στη συνέχεια, σε ηλικία 20 ετών, αναβαθμίστηκε σε χειριστή αισθητήρων (δηλαδή Β' κυβερνήτη) που διαθέτουν τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη UAV Predator.
Μια όμως αποστολή πάνω από το Αφγανιστάν είναι καρφωμένη στο κεφάλι του και δεν θα την ξεχάσει μέχρι να πεθάνει. Στόχος ήταν ένα οίκημα σε απόσταση 10.000 χλμ. από αυτόν, στο ορεινό Αφγανιστάν, που οι ντόπιοι το χρησιμοποιούσαν ως στάνη για πρόβατα και κατσίκες.
Ο χειριστής που καθόταν δίπλα του εκτόξευσε τον πύραυλο πιέζοντας ένα κουμπί και οι επόμενες στιγμές του φάνηκαν αιώνας ολόκληρος. «Συνολικά πέρασαν 16 δευτερόλεπτα μέχρι να φτάσει το στόχο του, αλλά μου φάνηκε σαν αργή κίνηση. Μέχρι και τη τελευταία στιγμή θα μπορούσα να αστοχήσω αν ήθελα, να στρέψω αλλού τον πύραυλο», διηγείται ο 27χρονος χειριστής, συνεχίζοντας «όμως, 3 δεύτερα πριν ο πύραυλος ανατινάξει το σπίτι, ένα παιδί εμφανίστηκε στη γωνία του δρόμου. Το επόμενο πράγμα που θυμάμαι, είναι μια λάμψη, το σπίτι να καταρρέει και το παιδί να εξαφανίζεται. Μου ήρθε εμετός. Ρώτησα τον διπλανό μου: «μόλις σκοτώσαμε ένα μικρό παιδί;» για να πάρω απάντηση, από τα μικρόφωνα, από κάποιον ανώτερο στρατιωτικό «όχι, αυτό που σκοτώσατε ήταν ένας σκύλος». «Ένας σκύλος σε δυο πόδια;», αναρωτήθηκα».
Έπειτα από την αποστολή αυτή, ο Μπράιαντ αποξενώθηκε πλήρως από φίλους, οικογένεια, ακόμη και την κοπέλα του και υπέφερε από συστηματική έλλειψη ύπνου βρίσκοντας διέξοδο στη γυμναστική. Μέχρι που μια μέρα, εν ώρα υπηρεσίας, άρχισε να φτύνει κυριολεκτικά αίμα πάνω στα μόνιτορ, κατέρρευσε σωματικά και μεταφέρθηκε επειγόντως σε στρατιωτικό νοσοκομείο.
Μπορεί να μην είχε ρίξει ούτε μία σφαίρα αλλά η διάγνωση των στρατιωτικών γιατρών ήταν σαφής: διαταραχή μετα-τραυματικού στρες μάχης.
Λίγο μετά κατάλαβε, ότι δεν θα μπορούσε να συνεχίσει αυτό που κάνει, με αποτέλεσμα τελικά να παραιτηθεί από την Αεροπορία και να επιστρέψει στον τόπο καταγωγής του προσπαθώντας να ξεχάσει τι έζησε για έξι χρόνια. Και θυμάται τη στιγμή που αποφάσισε να τα αφήσει όλα πίσω του και να αρχίσει μια καινούργια ζωή: «Ηταν η μέρα που έπρεπε να πάω και να υπογράψω την επόμενη σύμβαση εργασίας μου. Δεν μπόρεσα να το κάνω. Ήταν η μέρα που, μπαίνοντας στο θάλαμο επιχειρήσεων, έπιασα τον εαυτό μου να ρωτάει τους συνάδελφους μου «μάγκες, ποιους γαμ... θα σκοτώσουμε σήμερα;»».
Η ψυχική του υγεία δεν έχει αποκατασταθεί.
Καθημερινά παλεύει, με τη βοήθεια ειδικών, για να διαχειριστεί τις ενοχές και την αδυναμία του να αναγνωρίσει ελαφρυντικά στον εαυτό του, για την εξ αποστάσεως φονική εργασία που έκανε επί έξι ολόκληρα χρόνια.
BHMA
ΠΗΓΗ: radar-gr