Του ΓΙΩΡΓΟΥ Χ. ΠΑΠΑΣΩΤΗΡΙΟΥ
«Θα καταρρεύσουμε ντιπ;»!
Το ερώτημα διατυπώθηκε σε καφενείο χωριού των Τζουμέρκων.
Και επιχειρώντας να το αποκωδικοποιήσω, έκρινα, ότι ο ερωτών θεωρούσε την κατάρρευση δεδομένη, αλλά δεν ήταν βέβαιος, αν αυτή θα ήταν ολική...
Ποια, όμως, είναι η τελειωτική κατάρρευση;
Σύμφωνα με τον υπουργό Οικονομικών Γ. Στουρνάρα ο «πάτος» της κατολίσθησης είναι μακρύς, καθώς «δεν έχουμε δει τίποτα ακόμα από φτώχεια»!
Αλλά πόσο αυτό μπορεί να έχει γενική ισχύ; Τι άλλο μπορεί να δει ο 54χρονος άνεργος Ιταλός, που αυτοπυρπολήθηκε έξω από το Κοινοβούλιο στη Ρώμη; Πόσο μακριά είναι το «ντιπ», δηλαδή το «εντελώς», για τους χιλιάδες απελπισμένους αυτόχειρες;
Τα ερωτήματα εμπεριέχουν την απάντησή τους και καταδεικνύουν, ότι οι συνέπειες της κρίσης δεν είναι για όλους ίδιες. Γι’ αυτό αναπτύσσεται στο εσωτερικό της κοινωνίας μία πρωτοφανής αίσθηση της αδικίας και μία αντιπαλότητα, καθώς, οι ήδη πληττόμενοι από την ανεργία και τη φτώχια θέλουν να φέρουν στη δική τους άθλια κατάσταση όλους τους άλλους, ώστε να αισθανθούν καλύτερα. Πρόκειται για άνεργους που επιχαίρουν για κάθε νέο άνεργο! Για εκπτωχευμένους που χαίρονται υστερικά για κάθε νέα πτώχευση! Πρόκειται για ανθρώπους που έχουν χάσει το πρόσωπό τους και θέλουν να το χάσουν όλοι. Μιλώ για εκείνους, που τείνουν να δημιουργήσουν εμφυλιακές καταστάσεις στο εσωτερικό της κοινωνίας και βρίσκουν πολιτική έκφραση στα άκρα του πολιτικού συστήματος.
Οι πρώτοι που εισπράττουν την υστερία τους είναι οι μετανάστες. Αργότερα θα έρθει η σειρά άλλων κοινωνικών και φυλετικών κατηγοριών, όπως έχουν δείξει ανάλογες κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές συνθήκες αλλού.
Η υστερία αναδύεται, όπως είδαμε, όταν το υποκείμενο αρχίζει να αμφισβητεί ή να δυσφορεί με τη συμβολική του ταυτότητα. Το υστερικό άτομο δεν μπορεί να διακρίνει, ανάμεσα σ’ αυτό που ο ίδιος νομίζει ότι είναι και σε ό,τι βλέπουν οι άλλοι σ’ αυτόν. Αλλά το σημείο απ’ όπου εκκινεί ο φθόνος και η μνησικακία, είναι η επιθυμία της επιθυμίας του άλλου.
Πριν, στο πλαίσιο της καταναλωτικής κοινωνίας και της δανεικής ευημερίας, το παραπάνω σχήμα λειτουργούσε ανταγωνιστικά για την αγορά κοινωνικών συμβόλων (σπιτιών, αυτοκινήτων κ.ά.).
Τώρα, αφού η δικαιοσύνη ως ισότητα δεν ανευρίσκεται στην… κατανάλωση, θεμελιώνεται πλέον στο φθόνο, ακόμη και στο φόνο. Δείτε με τι ευκολία σκοτώνει ένας 30χρονος έναν ταξιτζή, ένας νεαρός κλέφτης μία κοπέλα.
Πως θα ξεφύγουμε απ’ αυτή την κατάσταση;
Μόνο αν ξεφύγουμε από μία κοινωνία, που αξιολογεί με βάση τους παράδες και από μία συμβολική τάξη, που αξιώνει τους ηλίθιους ή τους διεφθαρμένους πλην πλούσιους.
Αλλά τι είναι η συμβολική τάξη;
Είναι ο «τρίτος όρος», που παρεμβάλλεται στις σχέσεις για να μην εκτραπούν σ’ ένα φονικό ξέσπασμα βίας.
Ποιος είναι αυτός ο τρίτος όρος;
Μια ορισμένη ιδεολογία, μια ορισμένη θέαση του κόσμου, μία ηθική (Ο ανθρωπισμός, η φιλαλληλία, η φιλία, η αγάπη…), που αντιμετωπίζει με τόλμη το λανθάνον τερατώδες στοιχείο που ενοικεί στον άνθρωπο και τον καθιστά φθονερό, μισερό και φονιά του ομοίου του.
Η ελληνική κοινωνία χρειάζεται, σήμερα, όσο τίποτ’ άλλο αυτή την «ιδεολογία», αυτή τη νέα κοινωνική και πολιτική ηθική, που θα αρμολογήσει τους διαλυμένους αρμούς της.
Από πού θα προέλθει, όμως;
Η ανάγκη είναι υπαρκτή και αναμένει αυτούς, που θα καταφέρουν με λόγο και πράξη να προβάλλουν τη νέα ηθική, τη νέα συμβολική τάξη.
ΠΗΓΗ: radar-gr