Θα τη γλιτώσουν αυτοί που βύθισαν τον κόσμο στη μεγαλύτερη δυστυχία από το 1930.
Θα τη γλιτώσουν ατιμώρητοι, επειδή αυτοί είναι οι πραγματικοί ιδιοκτήτες ενός μεγάλου μέρους του πολιτικού συστήματος.
Θα τη γλιτώσουν, επειδή καμιά...
κυβέρνηση στον κόσμο δεν θέλει να τα βάλει μαζί τους.
Ούτε ο Ομπάμα, γράφει με πικρία ο Ρόμπερτ Σέερ στην εφημερίδα «Σαν Φρανσίσκο Κρόνικλ», ο οποίος τώρα πιέζει, όσους κατακάηκαν από τα απατηλά στεγαστικά δάνεια αυτών των τραπεζιτών και διεκδικούν αποζημιώσεις, να βολευτούν με ψίχουλα, παρέχοντάς τους, έτσι, ασυλία από μελλοντική δίωξη.
Και η ασυλία των φτωχών και των ανυπεράσπιστων;
Δεν θα βρεθεί ποτέ κυβέρνηση γι' αυτούς;
Δεν θα ήταν πιο δίκαιο, μια κυβέρνηση να παίρνει από τους μεγάλους και να δίνει στους μικρούς;
Οχι μονάχα δίκαιο, αλλά και οικονομικά ορθό, λέει ο οικονομολόγος Στιβ Κιν, που το αποδεικνύει και μαθηματικά: η οικονομία μιας χώρας που βρίσκεται σε κρίση, ξαναστέκεται στα πόδια της πιο εύκολα, όταν η κυβέρνηση δίνει στους οφειλέτες, παρά όταν δίνει στους δανειστές, επειδή έτσι εξομαλύνονται σε κάποιο βαθμό και πολλές συνέπειες από τις κραυγαλέες εισοδηματικές ανισότητες που αποτέλεσαν μια από τις βασικές αιτίες της κρίσης.
Δανειστές και οφειλέτες χτυπήθηκαν καίρια από τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008.
Οι μεγάλες τράπεζες δεν θα είχαν επιβιώσει χωρίς τις γενναιόδωρες εγγυήσεις και χορηγήσεις των κυβερνήσεων.
Ομως ο κοσμάκης δεν πήρε τίποτα. Αφέθηκε να γλείφει μόνος τα τραύματά του και να εξακολουθεί μέχρι σήμερα να πληρώνει τους μεγαλοτραπεζίτες με τους μισθούς του και τις συντάξεις του.
Για άλλη μια φορά, οι κυβερνήσεις αποφάσισαν ποιοι θα είναι οι νικητές και ποιοι οι ηττημένοι.
Η απόφαση των κυβερνήσεων να στηρίξουν τους δανειστές και όχι τους οφειλέτες έχει καταδικάσει την οικονομία, λένε πολλοί οικονομολόγοι.
Οι μεγάλες τράπεζες που είναι διασωληνωμένες με τους κρατικούς προϋπολογισμούς, στην πραγματικότητα δεν είναι παρά ζόμπι.
Οσο κι αν τρέφονται σήμερα από το αίμα του κοσμάκη, δεν πρόκειται να επανέλθουν ποτέ στην πραγματική ζωή.
Ομως, εξακολουθούν να ελπίζουν, ότι, ακόμη και αν επιδοθούν ξανά στην ίδια κερδοσκοπία που προκάλεσε την παγκόσμια οικονομική κρίση, πάλι οι κυβερνήσεις θα σπεύσουν να τις ξαναδιασώσουν, λέει στο «Χάφινγκτον Ποστ» ο Δημήτρης Παπαδημητρίου, πρόεδρος του ινστιτούτου Levy Economics.
Στην περίπτωση των ΗΠΑ, η διάσωση των μεγαλοτραπεζιτών προκάλεσε τη λαϊκή οργή, επειδή η κυβέρνηση τους έσωσε με τα λεφτά των απλών Αμερικανών. Ηταν πάρα πολύ μεγάλοι για να πεθάνουν.
Με την ίδια λογική οι λαοί εξακολουθούν να πληρώνουν τη σωτηρία των μεγαλοκαρχαριών.
Οι κυβερνήσεις πιστεύουν, ότι «επειδή οι τράπεζες έχουν πάρα πολύ εκτεταμένες διασυνδέσεις μεταξύ τους, είναι υποχρεωμένες να τις βοηθήσουν», λέει ο Δημήτρης Παπαδημητρίου.
«Ομως, αν πάρουμε τα νοικοκυριά στο σύνολό τους, έχουν κι αυτά τέτοιες διασυνδέσεις. Είναι και αυτά πάρα πολύ μεγάλα για να πεθάνουν».
Και μπορεί να γίνουν πάρα πολύ επικίνδυνα.
ΠΗΓΗ: tanea.gr