Μαρίνα Αλεξανδρή
Η μία πλευρά του (μετα-πανδημικού) οικονομικού νομίσματος είναι το Ταμείο Ανάκαμψης και τα 32,5 ευρωπαϊκά δις ευρώ που θα αρχίσει να εισπράττει η Ελλάδα από τον Ιούλιο. Είναι η πλευρά που προτιμά να αναδεικνύει η κυβέρνηση, έστω κι εάν ο σχεδιασμός της για την απορρόφηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων είναι...
προσανατολισμένος υπέρ των ολίγων και ισχυρών επιχειρηματικών ελίτ και όχι υπέρ των πολλών που επλήγησαν από την κρίση.Η άλλη όψη είναι εκείνη της επιστροφής στον γύψο (της σταδιακής επιστροφής στην δημοσιονομική πειθαρχία, στα πλεονάσματα της λιτότητας και στο Σύμφωνο Σταθερότητας). Ενδεχομένως με κατά τι πιο χαλαρούς κανόνες, αλλά με αδιαπραγμάτευτη την δημοσιονομική ισορροπία (ήτοι, με ακλόνητη την δέσμευση για εμφάνιση πλεονασμάτων από το 2023). Είναι η όψη, που προτιμά να τονίζει ο επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ, ο πρώην υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και ο νυν υπουργός Οικονομικών της Αυστρίας Γκέρνοτ Μπλιούμελ (ο οποίος έχει ξεκινήσει και πανευρωπαϊκή εκστρατεία για άμεση επιστροφή στην δημοσιονομική ορθότητα).
Το ενδιαφέρον στοιχείο είναι, πως το δόγμα αυτής της πλευράς δείχνει να αποδέχεται και να υιοθετεί πλήρως και εκ προοιμίου και η ελληνική κυβέρνηση, παρ’ ότι στην Ευρώπη υπάρχει αυτή την στιγμή ανοιχτή και θερμή συζήτηση για το εάν, υπό ποιες προϋποθέσεις και με ποιο μοντέλο πρέπει να επιστρέψουμε στον γύψο του Συμφώνου Σταθερότητας. Ή, εάν πρέπει να υπάρξει συνολική αναθεώρηση του Συμφώνου και όλου του δημοσιονομικού πλαισίου της ευρωζώνης.
Η αποδοχή αυτού του δόγματος από την κυβέρνηση επιβεβαιώθηκε τις τελευταίες μέρες από δύο πλευρές: Από τον Κλάους Ρέγκλινγκ και από το ίδιο το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα για την τετραετία 2022-2025 που είναι ήδη έτοιμο και θα υποβάλει αυτή την εβδομάδα η Ελλάδα στις Βρυξέλλες.
Ο Κλάους Ρέγκλινγκ, μετά την παρουσίαση της ετήσιας μεταμνημονιακής έκθεσης του ESM δήλωσε, ότι η Ελλάδα έχει ήδη συμφωνήσει να επιστρέψει σε πλεονάσματα από τον μεθεπόμενο χρόνο: «Τα μέτρα που έχουν ληφθεί από τον Μάρτιο του 2020 λόγω της πανδημίας είναι προσωρινά» δήλωσε απαντώντας σε ερώτηση της «ΕΦΣΥΝ» και θα πρέπει να αρθούν, όταν θα λήξει η ευελιξία του Συμφώνου Σταθερότητας τον επόμενο χρόνο. «Μέχρι στιγμής, δεν έχουμε συζητήσει αυτό το θέμα», πρόσθεσε, «αλλά αυτά που ακούω από την ελληνική κυβέρνηση, είναι ότι επιθυμεί ισορροπημένους προϋπολογισμούς από το 2023 σε σχέση με τα πρωτογενή πλεονάσματα, είναι δηλαδή προς τη θετική κατεύθυνση».
Στο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα, επίσης, προβλέπεται εκτεταμένη δημοσιονομική προσαρμογή (δηλαδή μέτρα λιτότητας), προκειμένου να επιστρέψει η Ελλάδα σε πλεονάσματα από το 2023 και μετά, και μάλιστα σε πλεονάσματα υψηλότερα κι από εκείνα που προέβλεπαν οι μνημονιακές δεσμεύσεις. Συγκεκριμένα, το πρόγραμμα περιλαμβάνει μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής ύψους 16 δις ευρώ για την τετραετία και θέτει τον στόχο για τα πλεονάσματα στο 2% το 2023, στο 2,8% 2024 και στο 3,7% το 2025.
Όλα αυτά συμβαίνουν την ώρα, που η Αυστρία βγαίνει αιφνιδίως μπροστά και ηγείται εκστρατείας για την συγκρότηση μιας «Συμμαχίας Ευθύνης» που θα επαναφέρει την δημοσιονομική τάξη στην Ευρώπη. Την περασμένη εβδομάδα, και την ίδια ημέρα που η Ευρωπαϊκή Ενωση έκανε το ιστορικό βήμα έκδοσης του πρώτου, κοινού 10ετούς ευρωομολόγου για την χρηματοδότηση του Ταμείου Ανάκαμψης, ο υπουργός Οικονομικών της Αυστρίας Γκέρνοτ Μπλιούμελ έστελνε επιστολή στους ομολόγους του στην Ε.Ε. ζητώντας άμεση επιστροφή στους κανόνες του χρέους.
Ο Μπλιούμελ, ο οποίος προέρχεται από το Λαϊκό Κόμμα του καγκελάριου Σεμπάστιαν Κουρτς, διακήρυξε στην επιστολή του, πως δεν επιτρέπεται η Ε.Ε. να εκπέσει σε μία "Ένωση Χρέους" και εξαπέλυσε βολές κατά της Γαλλίας και της Ιταλίας, που ζητούν μόνιμη χαλάρωση του δημοσιονομικού πλαισίου. «Χώρες όπως η Γαλλία και η Ιταλία», είπε, «θα προτιμούσαν να καταργήσουν τους κανόνες του Μάαστριχτ και αυτό είναι ηθικά και οικονομικά αμφισβητήσιμο». Και εν τέλει, είπε, πως αρκετές ακόμη χώρες συντάσσονται με την αυστριακή πρόταση για επιστροφή στην δημοσιονομική ορθοδοξία, αφήνοντας να εννοηθεί πως κοντά σ’ αυτή την θέση βρίσκεται και η Γερμανία.
Όπως είπε, η πρωτοβουλία του έλαβε «πολύ θετικά σχόλια από άλλες πρωτεύουσες», και παρ΄ότι το Βερολίνο δεν έχει ακόμη απαντήσει, η Αυστρία «προωθεί πολύ την θέση της στους Γερμανούς εταίρους». «Αναμένουμε», πρόσθεσε, «περισσότερες από τέσσερις ή πέντε χώρες στην "Συμμαχία Ευθύνης" χωρών με κοινές πεποιθήσεις δημοσιονομικής πολιτικής».
Θα είχε ενδιαφέρον, να απαντήσει η ελληνική κυβέρνηση, εάν έχει εκφράσει και εκείνη «θετικά σχόλια» για την πρωτοβουλία και εάν σκοπεύει να ενταχθεί επίσης στην «Συμμαχία Ευθύνης».
tvxs.gr