Ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε υποσχεθεί στους μη προνομιούχους Έλληνες την «Αλλαγή, Εδώ και Τώρα», την Αλλαγή που θα έβγαζε την Ελλάδα από το τέλμα, θα καταργούσε την κηδεμονία των ξένων κέντρων και θα επέβαλε την δίκαιη ανακατανομή του εθνικού πλούτου. Βέβαια, αντικειμενικά η προοπτική για την πραγματοποίηση αυτών των υποσχέσεων δεν εμφανιζόταν ευνοϊκή, δεδομένου ότι το ΠΑΣΟΚ διεκδικούσε την διακυβέρνηση του τόπου με ενάντιο το τότε οικονομικό κατεστημένο, χωρίς να διαθέτει ερείσματα στον ελεγχόμενο από την δεξιά κρατικό μηχανισμό ούτε και έμπειρα στελέχη για κυβερνητικό έργο.
Η επιβίωση εκείνης της πρώτης σοσιαλιστικής κυβέρνησης απειλούνταν άμεσα από τα διαπλεκόμενα συμφέροντα του κατεστημένου που είχε παγιώσει η Δεξιά, συντηρητική παράταξη στην εξουσία. Ο Α. Παπανδρέου επιχείρησε την υπέρβαση αυτών των αντιξοοτήτων λαμβάνοντας άμεσα και ταχύτατα κυβερνητικά μέτρα που αποδυνάμωναν τις αναμενόμενες αντιδράσεις του εγχώριου και ξένου αντι-πασοκικού μετώπου αλλά συγχρόνως εξασφάλιζαν και τη συνεχή λαϊκή εγρήγορση και τον απαιτούμενο χρόνο «χάριτος» στο κυβερνητικό έργο που ξεκινούσε.
Παράλληλα, η νέα κυβέρνηση προχώρησε στη λήψη των πρώτων μεταρρυθμιστικών παρεμβάσεων της που στόχευαν στη σταδιακή εφαρμογή του σοσιαλιστικού της προγράμματος, διατηρώντας συνεχή, ανοιχτή επικοινωνία με την κοινή γνώμη. Με ένα εντυπωσιακό – επαναστατικό θα μπορούσε να πει κανείς– ξεκίνημα, καθώς και με αλλεπάλληλους πολιτικούς ελιγμούς ισορροπιών, τολμηρά άλματα και διορθωτικές κινήσεις, ο Α. Παπανδρέου αδιαφιλονίκητος ηγέτης, πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και πρωθυπουργός της χώρας κατόρθωσε να ανταπεξέλθει στις αντιδράσεις των θιγομένων συμφερόντων.
Τελικά, η πρώτη Ελληνική σοσιαλιστική κυβέρνηση κατάφερε να λειτουργήσει δημιουργικά, ιδιαίτερα στα τέσσερα πρώτα χρόνια της διακυβέρνησης (1981-1985) και στη συνέχεια στα επόμενα τέσσερα χρόνια (1985-1989), να εδραιώσει τη θέση της. Ο Ανδρέας Παπανδρέου κατάφερε να ενεργοποιήσει τις δημιουργικές λαϊκές δυνάμεις, να διαπαιδαγωγήσει μια νέα γενιά πολιτικών στελεχών και να βάλει τα θεμέλια της μεγάλης Αλλαγής που είχε υποσχεθεί, πραγματοποιώντας βασικές μεταρρυθμιστικές πολιτικές και κοινωνικές παρεμβάσεις:
Τεράστια η συμβολή του στην παγίωση της Δημοκρατίας εξάλειψη του φόβου του χωροφύλακα και τη μετεμφυλιακή ψύχωση, συνέβαλε στην ισοπολιτεία, με την κατάργηση των διακρίσεων και στεγανών εις βάρος της Αριστεράς, δικαίωσε επίσημα τους αγώνες και τους αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης, άνοιξε νέους ορίζοντες στην μονόπλευρα-Δυτικά- προσανατολισμένη εξωτερική πολιτική, προπαγάνδισε και πειραματίστηκε με τη συμμετοχική δημοκρατία, λαϊκοποίησε τη διαχείριση της εξουσίας και συνέβαλε στην ανανέωση του πολιτικού προσωπείου, ενίσχυσε σημαντικά τα χαμηλά εισοδήματα και αναζωπύρωσε τις προσδοκίες του ελληνικού λαού για μια δικαιότερη κοινωνία.
«Η νύχτα της 18ης Οκτωβρίου 1981 μένει στη μνήμη μου και στην κρίση μου ως η ιστορική νύχτα της μεγάλης νίκης. Νικήσαμε. Μια νίκη αλλιώτικη, ολότελα διαφορετική από αυτές που είχαν προηγηθεί. Διαφορετική από τη μοιρασμένη με τον Σοφοκλή Βενιζέλο νίκη του Νικολάου Πλαστήρα το 1950-1951. Διαφορετική και από εκείνη τη θριαμβευτική του 1964 με τον Γεώργιο Παπανδρέου, που μπορούσαν να την υπονομεύσουν Ανάκτορα, ξένοι και όσοι πρόθυμα συνέπραξαν μαζί τους,
Η παράταξη είχε αποκτήσει επιτέλους την ενιαία και ισχυρή κομματική της έκφραση, από ηγεσία που δεν προσφερόταν σε αμφισβητήσεις. Νικήσαμε. Τριάντα δύο ολόκληρα χρόνια μετά τη λήξη της εμφύλιας σύγκρουσης, δεκαέξι χρόνια μετά το βασιλικό πραξικόπημα του Ιουλίου του 1965. Από την επόμενη μπαίναμε στο στάδιο των ευθυνών και της δοκιμασίας, στις εναλλαγές δικαίωσης και διάψευσης»1
Ήταν η πρώτη φορά που ένα σοσιαλιστικό κόμμα αναλάμβανε τη διακυβέρνηση της Ελλάδας.
Είχε έρθει το πλήρωμα του χρόνου για τον Ανδρέα Παπανδρέου να πραγματοποιήσει το πρόγραμμά του, τα προοδευτικά του σχέδια. Η νέα κυβέρνηση προχώρησε στην εξαγγελία μέτρων «ιστορικής αποκατάστασης» και τόνωσης της δημοκρατίας. Παράλληλα, τόσο στην Ευρώπη, όσο και στην Aμερική οι πολιτικοί ηγέτες έδειχναν επιφυλακτικοί απέναντι στην αριστερή -όπως την εκτιμούσαν- κυβέρνηση της Ελλάδας.
Είναι χαρακτηριστικό ότι μια εβδομάδα αργότερα, συγκεκριμένα στις 25 Οκτωβρίου 1981, ο πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου έδωσε την πρώτη του συνέντευξη στον ανταποκριτή του αμερικανικού τηλεοπτικού δικτύου ABC Mάικ Λι. Ήταν μια ιστορική συνέντευξη με πολλαπλά μηνύματα και πολλούς παραλήπτες. Ο Ανδρέας Παπανδρέου χωρίς δισταγμούς και υπεκφυγές διέγραψε τη θέση της νέας ελληνικής κυβέρνησης απέναντι στους συμμάχους, τους φίλους και τους εχθρούς της χώρας.
Βέβαια, προβληματισμός για τη νέα σοσιαλιστική κυβέρνηση δεν επικρατούσε μόνο στο εξωτερικό. Οι ισχυροί οικονομικοί παράγοντες της χώρας δεν είδαν με καλό μάτι την αλλαγή αυτή στην κυβέρνηση. Η άποψη που επικρατούσε ήταν ότι ο Ανδρέας Παπανδρέου και η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ δεν θα κατάφερναν να αντέξουν στην εξουσία πέραν του έτους. Ο Ανδρέας Παπανδρέου έπρεπε να αποδείξει σε όλους όσους τον εμπιστεύθηκαν και τον ανέβασαν στην εξουσία αλλά και τους αντιπάλους του, ότι είχε τη δυνατότητα να πραγματοποιήσει τις υποσχέσεις του, αλλά ταυτόχρονα να επιδείξει και τη σωφροσύνη ενός ηγέτη, ο οποίος δεν ήταν διατεθειμένος να σύρει τη χώρα του σε περιπέτειες. Ένα πάντως, από τα βασικά προβλήματα που είχε να αντιμετωπίσει το νέο κυβερνητικό σχήμα, ήταν η απειρία των στελεχών του σε κυβερνητικές θέσεις.
Η πρώτη κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ ορκίστηκε στις 21/10. Ο Ανδρέας Παπανδρέου κράτησε και το υπουργείο Άμυνας., ενώ τα άλλα υπουργεία μοιράστηκαν οι Απ. Λάζαρης – Συντονισμού, Ι. Ποττάκης- Αναπληρωτής Συντονισμού, Αγαμ. Κουτσόγιωργας- Προεδρίας, Χαραλαμπόπουλος- Εξωτερικών, Ευστρ. Αλεξανδρής- Δικαιοσύνης, Γεννηματάς- Εσωτερικών, Βερυβάκης- Παιδείας, Δρεττάκης- Οικονομικών, Σημίτης- Γεωργίας, Πεπονής –Ενέργειας και Βιομηχανίας, Ακριτίδης –Εμπορίου, Αυγερινός- Κοινωνικών Υπηρεσιών, Τσοχατζόπουλος- Δημ. Έργων, Κακλαμάνης- Εργασίας, Γιαννόπουλος- Συγκοινωνιών, Σκουλαρίκης- Δημ. Τάξεως, Ευστ. Γιώτας- Εμπορικής Ναυτιλίας, Μελίνα Μερκούρη- Πολιτισμού, Αντ. Τρίτσης- Χωροταξιας, Οικισμού και Περιβάλλοντος, Ιντζές- Βορείου Ελλάδος.
Στις 22 Οκτωβρίου 1981 γίνεται η αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης και τον Απρίλιο του 1982 ψηφίστηκε ο σχετικός νόμος. Επρόκειτο για συμβολική κίνηση με τεράστιο όμως, αντίκτυπο στο χώρο της Αριστερός. H κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ κατάργησε στην πράξη τον διαχωρισμό του Ελληνικού λαού σε “Εθνικόφρονες” και “Μιάσματα”. Αναγνώρισε οριστικά την Ενιαία Εθνική Αντίσταση και τα δικαιώματα των αγωνιστών της στον αγώνα κατά των κατακτητών. Με τον τρόπο αυτό επιτεύχθηκε ένα σημαντικό βήμα για την Εθνική Συμφιλίωση και διαμορφώθηκε κλίμα εθνικής ομαλότητας και ομοψυχίας. Παράλληλα, καταργήθηκαν και οι λεγόμενες «γιορτές μίσους» σχετικές με επετείους του εμφυλίου πολέμου, που συμβόλιζαν τη συνέχιση του διαχωρισμού της ελληνικής κοινωνίας.
Παράλληλα, ο Ανδρέας Παπανδρέου – για να αντισταθμίσει τις πιέσεις της Δύσης- είχε θέσει ως στόχο την ανάπτυξη των καλών σχέσεων με τον αραβικό κόσμο, και στις 15 Δεκεμβρίου πραγματοποιήθηκε η πρώτη επίσημη επίσκεψη του Παλαιστίνιου ηγέτη, Γιάσερ Αραφάτ στην Αθήνα, όπου εκφράζεται η υποστήριξη της Ελλάδας για να αποκτήσουν πατρίδα οι παλαιστίνιοι. Ο Ανδρέας Παπανδρέου εγκαινιάζει επισήμως, μια νέα περίοδο στις σχέσεις της Ελλάδας με τις αραβικές χώρες, αφού ήδη το ΠΑΣΟΚ από την ίδρυσή του, αλλά και νωρίτερα από την περίοδο του αντιδικτατορικού αγώνα, ως ΠΑΚ, διατηρούσε επαφές και καλές σχέσεις με τις ηγεσίες των χωρών αυτών.
Όσον αφορούσε τις εξαγγελίες για την τόνωση του μέσου νοικοκυριού, ο υπουργός Εργασίας Απ. Κακλαμάνης στις 21 Δεκεμβρίου ανακοινώνει την εισοδηματική πολιτική της κυβέρνησης με αυξήσεις των μισθών του ιδιωτικού τομέα, οι οποίες έφθαναν στο 37,5% στα μεροκάματα και 42,5% στους μισθούς. Παράλληλα εξαγγέλθηκε η καθιέρωση της Αυτόματης Τιμαριθμικής Αναπροσαρμογής ως μέτρο κατά του πληθωρισμού. Οι δεσμεύσεις που είχε αναλάβει το ΠΑΣΟΚ προεκλογικά βάρυναν την κυβέρνηση που είχε να αντιμετωπίσει τις στενωπούς της οικονομικής πολιτικής. Η «καμένη γη» που δημοσιοποίησε ότι παρέλαβε η κυβέρνηση από εκείνη της Ν.Δ δεν θεωρήθηκαν αρκετά ισχυρό επιχείρημα για να τηρήσει μια «συντηρητική» -χωρίς πολλά ανοίγματα- οικονομική πολιτική, τουλάχιστον για τα δύο πρώτα χρόνια. Οι παροχές προς τους εργαζόμενους ήταν μια από τις προεκλογικές εξαγγελίες που ο Ανδρέας Παπανδρέου ένιωσε υποχρεωμένος να σεβαστεί, παρότι γνώριζε ότι η τρέχουσα οικονομική κατάσταση δεν επέτρεπε τέτοια ανοίγματα.
Παράλληλα, η οικονομία και τα μέτρα αναθέρμανσης της για την αποφυγή της ανεργίας και την δημιουργία ευκαιριών εργασίας, απασχόλησε την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, η οποία ανακοίνωσε στις 8 Ιανουαρίου 1983 την ενίσχυση του οικοδομικού τομέα με την παροχή στεγαστικών δανείων και τη χρησιμοποίηση στεγαστικών προγραμμάτων λαϊκής κατοικίας, αύξηση του πλαφόν χρηματοδότησης για κεφάλαια κίνησης της μείζονος βιομηχανίας, αύξηση των βιομηχανικών δανείων και των κεφαλαίων που θα διαθέτουν υποχρεωτικά οι Τράπεζες για τη βιομηχανία, μείωση των κλιμακίων φόρου εισοδήματος για τους μεσο-υψηλόμισθους μισθωτούς και συνταξιούχους, ώστε να βελτιωθεί το διαθέσιμο εισόδημά τους, μείωση της εργοδοτικής εισφοράς του ΙΚΑ κατά 40- 60% επί της αύξησης των νέων ημερομισθίων και των προσλήψεων για το 1982 με σκοπό την ελάφρυνση της βιομηχανίας και βιοτεχνίας από τα βάρη της νέας εισοδηματικής πολιτικής.
Εξάλλου, στο πλαίσιο των νέων κυβερνητικών μέτρων για την ανάκαμψη της κυβερνητικής δραστηριότητας έγινε δεκτό το αίτημα της βιομηχανίας για αναπροσαρμογή των παγίων στοιχείων με βάση τον πληθωρισμό από το 1975.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου άρχιζε να θέτει τα θεμέλια της σοσιαλιστικής οπτικής για τη χώρα: «Εμείς θέλουμε να δημιουργήσουμε μια άλλη ποιότητα ζωής, μια ανθρώπινη ζωή στα χωριά και στις πόλεις. Εμείς θέλουμε να φτιάξουμε πόλεις που αξίζει να ζει κανείς. Θέλουμε να φτιάξουμε πάρκα, παιδικούς σταθμούς, ιατρικούς σταθμούς για την πλήρη περίθαλψη του πολίτη, του Έλληνα και τις Ελληνίδας. Θέλουμε να ανεβάσουμε το βιοτικό επίπεδο….»2
Ο Ανδρέας Παπανδρέου πήρε μια σημαντική πρωτοβουλία σε κοινοτικό επίπεδο. Μετά από εντολή του ο υφυπουργός Εξωτερικών, Γρ. Βάρφης, κατέθεσε μνημόνιο στην ΕΟΚ με το οποίο ουσιαστικά ζήτησε και πέτυχε την επαναδιαπραγμάτευση των όρων ένταξης της χώρας μας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Τη βάση του ελληνικού μνημονίου αποτελούσαν τα αιτήματα για τη μεγαλύτερη και αποτελεσματικότερη προστασία της ελληνικής οικονομίας, για περισσότερες επιδοτήσεις προϊόντων και την εξαίρεση της Ελλάδας από κοινοτικές αποφάσεις για τομείς της οικονομίας που η χώρα αντιμετώπιζε προβλήματα. Επίσης, η κυβέρνηση ζήτησε την επέκταση και στην Ελλάδα των ευνοϊκών κανονισμών της ΕΟΚ για τις μεσογειακές περιοχές –οι οποίες δεν ίσχυαν για τη χώρα.
Στο εσωτερικό, στις 5 Ιουλίου, ο πρωθυπουργός προχώρησε σε ανασχηματισμό της κυβέρνησης με κύριο χαρακτηριστικό τη συμμετοχή 14 εξωκοινοβουλευτικών προσώπων, κάτι που συνέβαινε στην έκταση αυτή, για πρώτη φορά στα χρονικά του ελληνικού πολιτικού βίου. Δύο νέα ισχυρά πρόσωπα αναδείχθηκαν οι Γερ. Αρσένης, ως υπουργός Εθνικής Οικονομίας και ο Κ. Λαλιώτης, Υφυπουργός Τύπου. Τις αλλαγές στην κυβέρνηση ακολούθησαν εκείνες στο πολιτικό γραφείο του πρωθυπουργού όπου διευθυντής ανέλαβε ο Αντ. Λιβάνης, ενώ ο μέχρι εκείνη τη στιγμή Διευθυντής, Γ. Κασιμάτης, ορίστηκε ειδικός σύμβουλος.
Ένα από τα φλέγοντα ζητήματα που απασχολούσαν τον Ανδρέα Παπανδρέου ήταν αυτό της εξυγιάνσης του τομέα της Υγείας. Έτσι, έδωσε άμεση προτεραιότητα στην μεταρρύθμιση και αναβάθμιση της Δημόσιας Υγείας. Δημιούργησε το Εθνικό Σύστημα Υγείας (ΕΣΥ) προκειμένου να προσφέρει άμεση εξυπηρέτηση και υψηλού επιπέδου υπηρεσίες υγείας και περίθαλψης σε κάθε πολίτη, σε κάθε γωνιά της χώρας. Αιχμή του συστήματος ήταν η δημιουργία κέντρων υγείας, περιφερειακών και νομαρχιακών Νοσοκομείων στην ξεχασμένη Ελλάδα. Το όραμα του Ανδρέα Παπανδρέου για την αλλαγή στο τομέα της Υγείας και τη γενικότερη κοινωνική πολιτική συναντάται στη διακήρυξη της 3ης Σεπτέμβρη:
«…….Για να καταργηθούν τα προνόμια των ολίγων στην ιατρική, νοσοκομειακή και φαρμακευτική περίθαλψη. Για να προστατευθούν η μητέρα, το παιδί, τα γηρατειά….
Την κοινωνικοποίηση της υγείας που συνεπάγεται την δωρεάν ιατρική, φαρμακευτική και νοσοκομειακή περίθαλψη, την προληπτική υγιεινή για όλους τους Έλληνες, την κατάργηση των ιδιωτικών κλινικών και όλων των προνομίων στην παροχή ιατρικών και νοσοκομειακών υπηρεσιών. Ένα σύστημα κοινωνικής ασφάλισης για υγεία, ατυχήματα, γηρατειά και ανεργία που να επεκταθεί σε όλους τους Έλληνες. Την προστασία της μητέρας και του παιδιού...»
Στις 3 Ιουνίου ψηφίστηκε και το νομοσχέδιο περί κοινωνικοποιήσεων των κρατικοποιημένων δημοσίων επιχειρήσεων και οργανισμών.
Ο εκσυγχρονισμός του συστήματος της Παιδείας ήταν ένας ακόμη, βασικός στόχος του Ανδρέα Παπανδρέου. Με τους νόμους 1268/82 και 1566/85 έγινε βαθιά τομή και αλλαγές στο εκπαιδευτικό σύστημα. Θεσπίστηκε η δημοκρατική και συμμετοχική λειτουργία της εκπαίδευσης. Κατοχυρώθηκε η αυτοδιοίκηση των Τριτοβάθμιων Ιδρυμάτων, ιδρύθηκαν τα ΤΕΙ και δημιουργήθηκε ο θεσμός των Μαθητικών Κοινοτήτων. Τέθηκαν τα θεμέλια για την ανάπτυξη του εκπαιδευτικού συστήματος με κέντρο τον άνθρωπο και με τη συμμετοχή όλων των εκπαιδευτικών και κοινωνικών φορέων.
Το όραμα του ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ ήταν η ανατροπή της χρήσης της Παιδείας ως κύριου οργάνου για την επιβολή και διατήρηση της κυριαρχίας μιας τάξης πάνω στην άλλη. Επιθυμούσε την Παιδεία ενταγμένη στην υπηρεσία μιας ορθολογιστικής παραγωγικής κοινωνίας αλλά και των πνευματικών και ψυχικών αναγκών των πολιτών, μακριά από τη συνήθη πρακτική της παραγωγής στελεχών που αναλαμβάνουν τη στήριξη της ιδεολογίας της άρχουσας τάξης. Πίστευε ότι η Παιδεία είναι ευθύνη του κοινωνικού συνόλου και πρέπει να εξασφαλίζεται δωρεάν και υποχρεωτικά για όλους τους Έλληνες. Επιπλέον, η Παιδεία θα έπρεπε να εμποδίζει τη δημιουργία τάξης διανοουμένων ξεκομμένης από την ελληνική λαϊκή παράδοση. Ο Ανδρέας Παπανδρέου θεωρούσε ότι η σοσιαλιστική κοινωνία θα πρέπει να παρέχει Παιδεία στους πολίτες όλων των ηλικιών για συνεχή διεύρυνση της γνώσης τους μέσα από Λαϊκά – Ανοικτά Πανεπιστήμια, τα οποία θα παρείχαν Παιδεία στους πολίτες χωρίς στενά επαγγελματικούς περιορισμούς, πτυχία και εξετάσεις.
«Η Παιδεία είναι υπόθεση όλου του Λαού και αποτελεί για μας θεμέλιο της Αλλαγής, ενώ η μέριμνα για την εκπαίδευση είναι υπόθεση του κράτους» έλεγε ο Ανδρέας Παπανδρέου λίγο πριν από τις εκλογές του 1985 που θα του χάριζαν τη δεύτερη τετραετία στην εξουσία.
Τα μέτρα της πρώτης κυβέρνησής του Ανδρέα Παπανδρέου για την Παιδεία:
Α) αύξηση των δαπανών για την εκπαίδευση από τον τακτικό προϋπολογισμό κατά 29,3% καθώς και στο πρόγραμμα Δημοσίων επενδύσεων κατά 72,5%.
Β) κατάργηση των εξετάσεων ανάμεσα στο Γυμνάσιο και το Λύκειο, καθώς και ανάμεσα στο Γενικό και Τεχνικό Λύκειο. Λήψη μέτρων για τον επαγγελματικό προσανατολισμό και την καθιέρωση ενιαίου Πολυκλαδικού Λυκείου καθώς και Μεταλυκειακό Σχολείο ώστε να υπάρξουν δωρεάν ίσες ευκαιρίες προετοιμασίας για τα ΑΕΙ και τα ΤΕΙ για όλους τους νέους.
Γ) Με τη λειτουργία των Μεταλυκειακών Κέντρων επιχειρήθηκε αποφασιστικό χτύπημα στην Παραπαιδεία.
Δ) Ο νόμος 1404/83 αναδιοργάνωσε και αναβάθμισε την ανώτερη τεχνική εκπαίδευση με τη δημιουργία των ΤΕΙ, που είχε επικίνδυνα υποβαθμιστεί με τα ΚΑΤΕΕ.
Ε) Ο νόμος – Πλαίσιο 1268 για τα ΑΕΙ επιχείρησε τη διασφάλιση της ισότιμης συμμετοχής των φοιτητών και όλων των φορέων της πανεπιστημιακής κοινότητας, την κατοχύρωση της πλήρους και ουσιαστικής αυτοδιοίκησης τους, καθώς και τη σύνδεση των ΑΕΙ με την παραγωγή. Αυτή ακριβώς η σύνδεση με την παραγωγή θεωρούσε ο Ανδρέας Παπανδρέου ότι προωθούσε την αυτοδύναμη ανάπτυξη και τελικά, έθετε τις προϋποθέσεις για την εθνική ανεξαρτησία του τόπου.
Στ) Αναβαθμίστηκαν οι παιδαγωγικές σπουδές καθώς και εκείνες της Φυσικής Αγωγής, με την Ίδρυση αντίστοιχων πανεπιστημιακών τμημάτων.
Ζ) Επεκτάθηκε και αναβαθμίστηκε η Λαϊκή επιμόρφωση και η Μέση Επαγγελματική Εκπαίδευση.
Η) Ιδρύθηκαν σχολές του Υπ. Παιδείας και του ΟΑΕΔ.
Θ) Δημιουργήθηκαν νέα πανεπιστήμια στο Αιγαίο, το Ιόνιο και τη Θεσσαλία.
Ι) Αυξήθηκαν οι δαπάνες για την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη των φοιτητών.
Όμως ο Ανδρέας Παπανδρέου θεωρούσε ότι η «Νέα γενιά της Πατρίδας μας, δεν συμμετέχει απλώς αλλά χτίζει τη δικιά της νέα Ελλάδα».
Η ψήφος στα 18 ήταν η πρώτη συμβολική πράξη για την αναγνώριση της μεγάλης προσφοράς της νεολαίας στην υπόθεση της Λαϊκής Κυριαρχίας.
Αλλά, η εποχή εκείνη που το δικαίωμα του πολιτικού δικαιώματος ή απλά των ίσων ευκαιριών εκπαίδευσης είχε πλέον περάσει. Το πρόβλημα της ανεργίας των νέων γινόταν όλο και πιο πιεστικό, κυρίως για τους αποφοίτους πανεπιστημιακών σχολών.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου συνειδητοποίησε το πρόβλημα και υποστήριξε ότι «για το νέο άνθρωπο που τελειώνει το σχολείο ή το πανεπιστήμιο έχουμε ιερή υποχρέωση να του εξασφαλίσουμε το δικαίωμα στη δουλειά».
Ξεκίνησε, λοιπόν, ένα πρόγραμμα νέων θέσεων απασχόλησης. Δημιουργήθηκε το Εθνικό Σύστημα Προστασίας των Νέων από την Ανεργία. Έγινε προσπάθεια απορρόφησης με την συγκρότηση εθνικής τεχνολογίας και την επιδότηση του ιδιωτικού τομέα για νέες θέσεις απασχόλησης. Ταυτόχρονα επιχειρήθηκε ο κοινωνικός πειραματισμός στην ύπαιθρο και στην πόλη με τους συνεταιρισμούς, τις δημοτικές επιχειρήσεις, τους φορείς λαϊκής βάσης.
«Προσπαθήσαμε και προσπαθούμε να αντιμετωπίσουμε τα κοινωνικά αδιέξοδα των νέων μας και να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις της πνευματικής και πολιτιστικής αναγέννησης. …», τόνιζε ο Ανδρέας Παπανδρέου.
Μέσα σε από το πλαίσιο θεσπίστηκε νέος στρατιωτικός κανονισμός που κατοχύρωσε την αξιοπρέπεια και το σεβασμό της προσωπικότητας του φαντάρου, εκσυγχρονίζοντας ένα αυστηρά συντηρητικό κομμάτι της δημόσιας ζωής. Ενώ, δόθηκε και πλήρης υγειονομική, φαρμακευτική και οδοντιατρική κάλυψη σε οικογένειες οπλιτών και πενταπλασιάστηκαν οι αποδοχές τους και για πρώτη φορά παρασχέθηκαν οικογενειακά επιδόματα σε παιδιά κληρωτών.
Οι στρατιωτικές σχολές εντάχθηκαν στο γενικό σύστημα εισαγωγής στα Α.Ε.Ι.
Παράλληλα, ιδρύθηκαν 40 Κέντρα Εργαζόμενης Νεολαίας, αυξήθηκε η σπουδαστική άδεια από 14 σε 16 εργάσιμες μέρες. Συγκροτήθηκαν 32 οικολογικές Μονάδες νέων επιστημόνων και φοιτητών για πρότυπες έρευνες σε σχέση με το περιβάλλον και τις απαιτήσεις της Νέας Γενιάς. Επίσης, καθιερώθηκαν από το Υφυπουργείο Νέας Γενιάς που ιδρύθηκε, εκτεταμένα προγράμματα κοινωνικού τουρισμού και άθλησης για νέους.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου στράφηκε στην αύξηση του προγράμματος για το κτίσιμο νέων σχολείων σε όλη την Ελλάδα, καθώς θεωρούσε ότι: «Αποτελεί για μας η Παιδεία βάθρο και θεμέλιο της μεγάλης Αλλαγής, γι’ αυτό θεωρούμε εθνική ντροπή το ρεκόρ του αναλφαβητισμού που είχε η χώρα μας σ’ ολόκληρη την Ευρώπη…» Ο Ανδρέας Παπανδρέου πίστευε ότι η λειτουργία της Παιδείας γενικά, και του Πανεπιστημίου ειδικότερα, εξαρτάται τελικά από το ποιόν πολίτη θέλει η Πολιτεία.
«Θέλει η Πολιτεία τον πολίτη που a priori τη δέχεται και τη στηρίζει ή θέλει τον πολίτη που δικαιούται να αποφασίσει ο ίδιος, αν θα τη δεχτεί και θα τη στηρίξει; Με άλλα λόγια: Βρίσκεται η μεγάλη αμφισβήτηση μέσα ή έξω από τη νομοτέλεια και τη σκοπιμότητα της συγκεκριμένης πολιτείας;».
Ποιο όραμα Πολιτείας δεχόμαστε αναρωτιόταν ο Ανδρέας Παπανδρέου. Εκείνο όπου η Πολιτεία χωρίς νομιμοποίηση στις κοινωνικές διαδικασίες, αναζητά την προστασία της μέσα σε μια Παιδεία που θα διαμορφώνει τη συνείδηση «κατάλληλων» για αυτή πολιτών. Στον αντίποδα βρίσκεται η Πολιτεία που δεν διαμορφώνει αλλά διαμορφώνεται από τις συνειδήσεις των πολιτών και έχει στόχο τον αέναο ιστορικό της ανακαθορισμό αντί της στατικής της αναπαραγωγής.
Για τον Ανδρέα Παπανδρέου το παραδοσιακό Πανεπιστήμιο, όπως το γέννησε ο Μεσαίωνας και επιβίωσε μέχρι την «μεγάλη Αμφισβήτηση» – όπως αποκαλούσε – την οποία πρόβαλε ο γαλλικός Μάης του ’68, το φοιτητικό κίνημα και οι προοδευτικοί δάσκαλοι της εποχής, λειτούργησε ως μηχανισμός αναπαραγωγής και συντήρησης της ίδιας ιδεολογίας. Ο οραματισμός του προσανατολιζόταν σε μια διδασκαλία που θα εξόπλιζε το νέο να μπορεί να κάνει τις δικές του επιλογές. Αυτή την πραγματικά επαναστατική μεταβολή έβλεπε ότι θα συντελείται στο πλαίσιο των διαδικασιών ολοκλήρωσης της Δημοκρατίας και των πρώτων βημάτων του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού του κράτους και της ελληνικής κοινωνίας.
Όμως, το Σοσιαλιστικό όραμα του Ανδρέα Παπανδρέου δεν αφορούσε μόνο μια αναμορφωμένη, αναδομημένη Παιδεία. Η Παιδεία συνδυαζόταν με τους κοινωνικούς στόχους, οι οποίοι κατείχαν πρωτεύουσα θέση στο πρόγραμμα της Οικονομικής και Κοινωνικής Ανάπτυξης.
Το κοινωνικό κράτος έλαβε ιδιαίτερη πρόνοια για τις ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού. Οι άστεγοι, οι άποροι, τα άτομα με ειδικές ανάγκες απέκτησαν μια θέση στην κοινωνία και λήφθηκαν μέτρα για την περίθαλψη και επαγγελματική αποκατάστασή τους. Ενώ, η ίδρυση των ΚΑΠΗ υπήρξε ιδιαίτερα σημαντική για τα άτομα της τρίτης ηλικίας, που απέκτησαν ένα δικό τους μέρος συγκέντρωσης και δραστηριοποίησης μέσα από διάφορες πολιτιστικές εκδηλώσεις, εκδρομές κ. λ. π.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου έφερε για πρώτη φορά στη χώρα το θεσμό του «κοινωνικού μισθού». Οι δαπάνες για την Υγεία, την Πρόνοια και την Παιδεία δημιούργησαν το υπόβαθρο της καθιέρωσης του λεγόμενου κοινωνικού μισθού. Η ίδρυση των μεταλυκειακών κέντρων είχαν στόχο την απαλλαγή του εργαζόμενου από την καταβολή δαπανών στην παραπαιδεία και την ιδιωτική εκπαίδευση. Η δημιουργία του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων, των Κέντρων Υγείας και ο θεσμός του νοσοκομειακού γιατρού είχε, επίσης, στόχο, πέρα από το χτύπημα στην εμπορευματοποίηση της υγείας, να συμβάλλει στην διεύρυνση του κοινωνικού μισθού. Με την έννοια αυτή στον κοινωνικό μισθό εντάχθηκαν η δημιουργία βρεφονηπιακών σταθμών, άλλα και η ύδρευση, τα αντιπλημμυρικά έργα και η προστασία στους χώρους δουλειάς.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου με τις ιδέες και τα οράματά του για την Παιδεία και το Κοινωνικό Κράτος έφερε μια νέα πνοή. Ιδέες που είχαν τις ρίζες τους στην επιστημονική του κατάρτιση, αλλά και στις βαθιές επιρροές που είχε δεχθεί από τον πατέρα του, Γεώργιο Παπανδρέου.
Κατοχύρωση του 5θήμερου, 40ωρου και 4 εβδομάδων αδείας.
Αύξηση στους κατώτατους μισθούς των συνταξιούχων – Επέκταση της ασφαλιστικής κάλυψης του ΙΚΑ σε όλη την Ελλάδα.
Προστασία του εισοδήματος με την Αυτόματη Τιμαριθμική Αναπροσαρμογή.
Αυτοτελή σύνταξη για την Αγρότισσα- Δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη προς όλους τους αγρότες.
Δημιουργία Εθνικού Συστήματος Υγείας
Οργάνωση Δημόσιων Βρεφονηπιακών Σταθμών – Διακοπών για παιδιά οικογενειών με χαμηλό εισόδημα.
Μέτρα για την καταπολέμηση της ανεργίας
Σήμερα τα οράματα του Α. Π είναι πιο επίκαιρα από ποτέ. Σήμερα που αμφισβητούνται και διαγράφονται τα δικαιώματα των εργαζομένων που κερδήθηκαν με αιματηρούς αγώνες….
1 Αναστάσης Πεπονής, 1961-1981 Τα γεγονότα και τα πρόσωπα, εκδ. Λιβάνη, Αθήνα 2002
2 Απόσπασμα από ομιλία στην ΚΟ του ΠΑΣΟΚ. 2.2.1983