30 Ιαν 2021

Μη… lockdown στην Αττική λόγω οικονομικού black out


Μαρίνα Αλεξανδρή

Το «αυστηρό lockdown» της Αττικής στην πραγματικότητα είναι… μη lockdown. Το μόνο που αλλάζει, είναι, ότι κλείνουν τα μισά καταστήματα επιστρέφοντας στο click away, τα άλλα μισά  (ένδυση, υπόδυση, βιβλιοπωλεία) πάνε σε καθεστώς αγορών με φυσική...

παρουσία κατόπιν ραντεβού και μετατίθεται για μια εβδομάδα (τουλάχιστον) η επιστροφή στις τάξεις των μαθητών του Λυκείου.

Κοινώς, στο τελικό ισοζύγιο η κινητικότητα στο λεκανοπέδιο θα μείνει περίπου η ίδια (εάν δεν αυξηθεί και κατά τι), αφού στις καθημερινές δραστηριότητες προστίθεται και η επαναλειτουργία των Γυμνασίων.

Δεν ήταν αυτή η αρχική εισήγηση των επιδημιολόγων, ή τουλάχιστον της πλειοψηφίας των επιδημιολόγων, που από τις αρχές της εβδομάδας σήμαναν συναγερμό για την έξαρση της πανδημίας στο λεκανοπέδιο. Ηταν όμως η μέση λύση, που τελικά επικράτησε, ανάμεσα στην αγωνία των λοιμωξιολόγων για το επιδημιολογικό φορτίο και την, ίσως ακόμη πιο μεγάλη, αγωνία του οικονομικού επιτελείου για το black out στην αγορά.

Οι επιδημιολόγοι θα προτιμούσαν, και δεν το έκρυψαν ούτε στις δύο τελευταίες τηλεδιασκέψεις της Πέμπτης και της Παρασκευής, πιο δραστικά μέτρα για το λεκανοπέδιο, προκειμένου «να μην γίνει η Αθήνα Θεσσαλονίκη», όπως ειπώθηκε χαρακτηριστικά. Η αρχική τους εισήγηση ήταν η πλήρης επιστροφή του λιανεμπορίου στο click away και η αναστολή λειτουργίας τόσο των Λυκείων όσο και των Γυμνασίων. Ακόμη και χθες το μεσημέρι δε, αρκετοί εκ των επιστημόνων της επιτροπής Τσιόδρα επέμεναν, να μην ανοίξει καθόλου η δευτεροβάθμια εκπαίδευση, η παρούσα όμως στην τηλεδιάσκεψη υπουργός Παιδείας Νίκη Κεραμέως άσκησε ισχυρότατη πίεση, να δοθεί το «πράσινο φως» έστω για τα Γυμνάσια.

Ηδη, επίσης, από το πρωί, και πριν συνεδριάσει η επιτροπή, ο υπουργός Ανάπτυξης Αδωνις Γεωργιάδης είχε αποκλείσει από τηλεοράσεως το κλείσιμο της αγοράς και από την Τετάρτη, στην συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομίας Θεόδωρος Σκυλακάκης είχε προειδοποιήσει, ότι η όποια συνέχιση των μέτρων στήριξης πρέπει να είναι δημοσιονομικά «συνετή και φειδωλή».

Εν ολίγοις, οι αποφάσεις για την Αττική ήταν και πάλι πολιτικές και οι λόγοι πίσω από αυτές εξηγούνται αφενός από τους αριθμούς και αφετέρου από το μοντέλο οικονομικής διαχείρισης που έχει επιλέξει, να ακολουθήσει η κυβέρνηση.

Οι μεν αριθμοί λένε, ότι για κάθε μήνα κλειστής οικονομίας, το κόστος για τα δημόσια ταμεία είναι 3 δις ευρώ. Με την ήπια φόρμουλα που επελέγη για την Αττική, η οποία συγκεντρώνει πάνω από την μισή οικονομική δραστηριότητα της χώρας, το κόστος υπολογίζεται περίπου στα 100 με 150 εκατομμύρια ευρώ την εβδομάδα. Το μηνιαίο κόστος, δηλαδή, περιορίζεται αντί για τα 3 δις στα 500 με 600 εκατομμύρια ευρώ.

Ακόμη κι αυτή η επιβάρυνση θεωρείται ήδη οριακή από το οικονομικό επιτελείο, καθώς οι απώλειες είναι διπλές – τόσο σε δαπάνες για την κάλυψη των αναστολών συμβάσεων όσα και σε χαμένα έσοδα από την απώλεια ΦΠΑ που συνεπάγεται ο χαμηλός, ή και ανύπαρκτος, τζίρος. Θεωρείται επίσης οριακή, διότι στον προϋπολογισμό έχουν εγγραφεί 7,5 δις για τα μέτρα στήριξης έως τον Μάρτιο και, μια ενδεχόμενη έκρηξη της πανδημίας, τον Φεβρουάριο μπορεί να σημάνει πλήρη εξάντλησή τους και κατεπείγουσα ανάγκη για συμπληρωματικό προϋπολογισμό.

Το έτερο ζήτημα είναι, πως η κυβέρνηση δεν είναι διατεθειμένη, να δει ελαστικά αυτούς τους αριθμούς, ούτε να επεκτείνει δημοσιονομικά τα μέτρα που έχει ήδη προϋπολογίσει, παρ’ ότι τα ταμειακά αποθέματα της χώρας φθάνουν στα 34 δις ευρώ.

Ο Χρήστος Σταϊκούρας ήταν σαφής χθες μιλώντας στον Real FM, όπου φρόντισε να τονίσει αρκετές φορές και με έμφαση, ότι η διαχείριση των αποθεμάτων θα είναι «νοικοκυρεμένη».

Η επιλογή αυτή της συντηρητικής στήριξης της οικονομίας (παρά τις δραματικές διαστάσεις της ύφεσης) έχει να κάνει και με τον, όλο και πιο έντονο, φόβο για ενδεχόμενη απώλεια και της επόμενης τουριστικής περιόδου – έναν φόβο, που τροφοδοτεί η μεγάλη καθυστέρηση στα χρονοδιαγράμματα του εμβολιασμού τόσο στην Ελλάδα όσο, και κυρίως, στην Ευρώπη.

Η κυβέρνηση έχει «ποντάρει» όλα τα σενάρια μερικής έστω ανάκαμψης του 2021, στην παραδοχή ότι ο τουρισμός θα πάει φέτος πολύ καλύτερα από πέρσι και θα φθάσει τουλάχιστον στο 60% με 70% των επιπέδων του 2019.

Όμως μόλις προχθές, ακόμη και ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ και εκ των καθηγητών που μετείχαν στην επιτροπή Πισσαρίδη Νίκος Βέττας προειδοποίησε, πως «η προσδοκία για τουριστικά έσοδα που θα ξεπερνούν το μισό, από όσο ήταν πριν την κρίση, είναι αισιόδοξη».


ΠΗΓΗ: tvxs.gr