Θέμης Τζήμας
Θυμόμαστε, υποθέτω ακόμα, εκείνη την «σπάνια» στιγμή ομοψυχίας στην τότε Βουλή, όταν η Άννα Διαμαντοπούλου (τότε υπουργός του Γιώργου Παπανδρέου, νυν πουλέν του Μητσοτάκη και «διαπρέψασα» κρατικοδίαιτη) ψήφιζε νόμο για τα πανεπιστήμια από κοινού με τη ΝΔ.
Αγαλλίαζε ο ΣΚΑΙ, γιατί θα χτυπιόταν η ανομία στα ΑΕΙ, γιατί επιβαλλόταν το συμβούλιο διοίκησης και μέσω αυτού και των ξένων μάνατζερ, ένα σύστημα εκλογής τύπου Χονγκ- Κονγκ, με προεπιλογή υποψηφίων δηλαδή και επιπλέον γιατί η παντοδυναμία της καθηγητικής έδρας επανερχόταν, με παράλληλη δημιουργία εργαζομένων πολλαπλών ταχυτήτων εντός ΑΕΙ και γενικευμένης επισφάλειας.Η Ελλάδα εισερχόταν τότε στη μνημονική καταστροφή και προφανώς όφειλε προκαταβολικά, να διαλύσει κάθε εστία ελεύθερης σκέψης και επομένως αντίδρασης. Η συνταγή για να πλασαριστεί η καταστολή στα πανεπιστήμια (όπως και κάθε αντίστοιχη) ήταν και παραμένει απλή: κάθε νέος υπουργός, ταυτοχρόνως, εξηγεί, ότι έχουμε υπέροχους ακαδημαϊκούς και ότι θα πρωτοπορήσουμε στις τεχνολογικές εξελίξεις, ενώ διεκτραγωδεί την κατάσταση στα πανεπιστήμια ως άντρα ανομίας.
Φυσικά και τα δύο είναι ψέματα: έχουμε αρκετούς καλούς ακαδημαϊκούς (και όχι μόνο στις θετικές αλλά και στις κοινωνικές επιστήμες οι οποίες όλως τυχαίως δεν αναφέρονται ποτέ, προφανώς γιατί εντοπίζονται εκεί ακόμα εστίες προοδευτικής σκέψης) αλλά έχουμε και ένα μεγάλο μέρος, συχνά υπερ-προβαλλομένων από τα συστημικά μέσων ενημέρωσης μετριοτήτων, που κυριαρχούν χάρη στον εναγκαλισμό κάθε εξουσίας, στην επανάληψη κυρίαρχων κοινοτοπιών, στην οικογενειοκρατία και στη ροή χρημάτων μέσω προγραμμάτων.
Από την άλλη, τα ελληνικά ΑΕΙ έχουν και προβλήματα παράνομων συμπεριφορών, οι οποίες όμως εντοπίζονται σε χαμηλότερο επίπεδο από αυτό που φιλοτεχνούν τα μέσα ενημέρωσης και από γειτνιάζουσες (και μη) αστικές περιοχές. Αλήθεια, παρεμπιπτόντως, πού είναι τα στοιχεία του υπουργείου, που αποδεικνύουν υψηλότερο δείκτη εγκληματικότητας στα ΑΕΙ από ό,τι στις πόλεις εντός των οποίων λειτουργούν; Επιπροσθέτως, ήδη από το νόμο 1268/82 (τον νόμο που ήταν ο πιο δημοκρατικός από τους μέχρι σήμερα υιοθετηθέντες, εξ ου και τον πολεμούν ακόμα, ενώ δεν υφίσταται) η ΕΛ.ΑΣ. διέθετε και διαθέτει το αναγκαίο νομικό οπλοστάσιο, ώστε να αντιμετωπίζει κάθε εγκληματική ενέργεια εντός των ΑΕΙ.
Παρόλα αυτά και παρότι τα πραγματικά προβλήματα των πανεπιστημίων μας είναι γνωστά (ανεπαρκείς υποδομές, αναξιοκρατία και αυθαιρεσία συχνά, κυριαρχία, προϊόντος του χρόνου, μιας αρτηριοσκληρωτικής σκέψης επιστημονικά, υποχρηματοδότηση) και παρότι, παρά τα προβλήματα, τα ΑΕΙ μας επιμένουν να δημιουργούν το τόσο αναγκαίο για την πατρίδα μας επιστημονικό δυναμικό, προτάσσονται και πάλι, αλλά αυτή τη φορά με πραγματικά πρωτοφανή ένταση, πολιτικές απαξίωσής τους.
Δεν πρόκειται απλώς για το μίσος της Δεξιάς προς το ελληνικό, δημόσιο πανεπιστήμιο ως θεσμό, επειδή συμβολίζει αλλά και επειδή αποτελεί ακόμα εστία αμφισβήτησης της συντήρησης, παρά την κυριαρχία της ΔΑΠ. Άλλωστε, το πρόβλημα της Δεξιάς δεν είναι οι πλειοψηφίες εντός των ΑΕΙ αλλά οι πρωτοπορίες.
Πρόκειται επιπλέον για χυδαία και κυνική προσπάθεια αφενός ενίσχυσης των απίθανων (με την αρνητική έννοια) ιδιωτικών κολλεγίων, ως επί το πλείστον της κακιάς ώρας και αφετέρου δημιουργίας ενός διπόλου “νόμου και τάξης” από τη μια και “ανομίας” από την άλλη. Σε αυτόν τον κυνικό σχεδιασμό φαίνεται ωστόσο και το όριο της συλλογικής σκέψης, δηλαδή της συλλογικής ανοησίας της Δεξιάς.
Η ενίσχυση στους σχολάρχες των κολλεγίων, όπου με ένα μεταπτυχιακό και με ένα 10ευρω την ώρα, το οποίο ίσως ο διδάσκων να πληρωθεί ένα χρόνο μετά, κάνεις ότι διδάσκεις και οι σπουδαστές κάνουν ότι μαθαίνουν, υπό την έννοια της αναγνώρισης επαγγελματικών δικαιωμάτων και ίσως της δυνατότητας συμμετοχής στις κατατακτήριες εξετάσεις των ΑΕΙ για τους αποφοίτους των κολλεγίων (κατά ευθεία παραβίαση του άρθρου 16 του Συντάγματος) σηματοδοτεί την αντιπαράθεση της κυβέρνησης όχι με κάποια αριστερή ιδέα, αλλά με το κεκτημένο της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού, που κατοχύρωσε, ότι κρίσιμα επαγγέλματα συνδέονται με πιστοποίηση γνώσεων δια της απόκτησης πανεπιστημιακού πτυχίου. Επιλογή που η ανθρωπότητα υιοθέτησε για λόγους πρώτα και κύρια δημόσιας ασφάλειας.
Γνώσεις επιστημονικές που ένα ΙΕΚ δεν μπορεί να προσφέρει, διότι δεν είναι πανεπιστήμιο και ούτε θέλει να γίνει: αν ήθελε, θα έπρεπε για αρχή να προσλαμβάνει προσωπικό με τα προσόντα που επιβάλλονται σε πανεπιστημιακό επίπεδο (διδακτορικό, δημοσιεύσεις κτλ.), να το αμείβει τουλάχιστον το ίδιο, να έχει αντίστοιχες διοικητικές και ακαδημαϊκές δομές, αντίστοιχη επένδυση σε υποδομές κτλ. Αν η κυβέρνησή μας και η όποια κυβέρνηση πίστευε όντως σε ιδιωτικά πανεπιστήμια, θα είχε επιβάλλει όλα τα παραπάνω στα κολλέγια, ούτως ώστε να αναγνωριστούν ως πανεπιστήμια.
Η κυβέρνηση (η παρούσα και οι προηγούμενες «μεταρρυθμιστικές» κυβερνήσεις) δεν θέλουν όντως ιδιωτικά πανεπιστήμια: θέλουν φροντιστήρια που θα μαζεύουν λεφτά, πουλώντας φύκια για μεταξωτές κορδέλες. Εξ ου και ήδη, ακόμη και κυριαρχούμενα από τη δεξιά επιμελητήρια έχουν αντιδράσει στις κυβερνητικές προτάσεις περί των επαγγελματικών δικαιωμάτων.
Ωστόσο, όπως κάθε νεοφιλελεύθερος σκιτζής θα έκανε, Κεραμέως και Μητσοτάκης κλείνουν το δρόμο προς τα ΑΕΙ για τους μαθητές και τους ανοίγουν το δρόμο στα απαξιώμενα κολλέγια. Φανταστείτε, εν μέσω πανδημίας, η κυβέρνηση να περιόριζε την πρόσβαση στα δημόσια νοσοκομεία και να μας υποχρέωνε να προσφεύγουμε σε ιδιωτικές κλινικές – μήπως το κάνει εδώ που τα λέμε και αυτό; Θα το ανεχόμασταν; Αυτό κάνει με τα πανεπιστήμια. Ενόσω η 4η βιομηχανική επανάσταση ξεδιπλώνεται, αντί η κυβέρνηση να φτιάχνει καλύτερα και μαζικότερα πανεπιστήμια, μας προτρέπει ως κοινωνία και μας αναγκάζει να καταφύγουμε στα κολλέγια, που όλα τα σφάζουν και όλα τα μαχαιρώνουν, προκειμένου να φτιάξουμε μια νέα γενιά ελαχίστων ή και μηδενικών γνώσεων και επαγγελματικών προσόντων.
Παραλλήλως, ωστόσο και προκειμένου να καλύψει την επίθεσή της στον ελληνικό λαό συνολικά, για τον οποίο το πανεπιστήμιο αποτέλεσε βασικό εργαλείο κοινωνικής εξέλιξης, η κυβέρνηση αποφάσισε, ότι πρέπει να επαναφέρει όλο το χουντικό οπλοστάσιο αστυνόμευσης των πανεπιστημίων επεκτείνοντάς το, ψευδώς επικαλούμενη μάλιστα ότι δήθεν υπάρχει κάποιο τέτοιο γενικευμένο υπόδειγμα στα πανεπιστήμια του εξωτερικού.
Στην πραγματικότητα αστυνομικά σώματα εντός των ΑΕΙ υπάρχουν σχεδόν μόνο στις ΗΠΑ και σε ελάχιστες άλλες περιπτώσεις επιμέρους ΑΕΙ. Στις δε ΗΠΑ ήδη προσπαθούν να απαλλαγούν από αυτά, μετά και τα γεγονότα του προηγουμένου χρόνου, με δεδομένο επιπροσθέτως ότι αντίστοιχες ρατσιστικές συμπεριφορές, η αστυνομία είχε μεταφέρει και εντός πανεπιστημίων.
Η ίδρυση όχι πανεπιστημιακού σώματος φύλαξης των χώρων των ΑΕΙ αλλά αστυνομικών μονάδων με αποστολή την αστυνόμευση των φοιτητών και των πολιτών που μπαίνουν στους χώρους των ΑΕΙ, η κάρτα εισόδου που θα ελέγχεται από το παραπάνω σώμα και θα αποτρέπει την επισκεψιμότητα των ΑΕΙ, η επιβολή κεντρικά αποφασισμένου ποινολογίου από την κυβέρνηση στους φοιτητές (είπε κανείς τίποτα για τη φιλελεύθερη αυτοδιοίκηση και αυτονομία των ιδρυμάτων παρεμπιπτόντως;) ακόμα και για αντιγραφές και σίγουρα για φοιτητικές κινητοποιήσεις, η συνδιοίκηση, όχι εσωτερικά από την ακαδημαϊκή κοινότητα αλλά από τα όργανα διοίκησης των ΑΕΙ και την αστυνομία, οι κάμερες παντού για να παρακολουθούν και πάλι τους φοιτητές δεν έχουν τίποτα να κάνουν με τον περιορισμό της εγκληματικότητας στα ΑΕΙ.
Αφορούν το «μάντρωμα» των φοιτητών και την καταστολή των δικών τους δράσεων, σε συνδυασμό με τη διαμόρφωση ΑΕΙ με κατεσταλμένη την ελευθερία της σκέψης μέσω κυρίως, του ελέγχου των χρηματοδοτήσεων από ευρωπαϊκά κονδύλια, ιδίως δε στις κοινωνικές επιστήμες.
Τα επίδοξα και νυν μέλη ΔΕΠ χειραγωγούνται με το γάντι και οι φοιτητές με τα κλομπς.
Η κυβέρνηση ελπίζει, ότι οι «νοικοκυραίοι» θα συνταχθούν μαζί της. Κούνια που την κούναγε: οι ίδιοι άνθρωποι που καταστρέφονται οικονομικά εκ νέου, εξαιτίας της διαχείρισης της πανδημίας από την κυβέρνηση και από τα οριζόντια απαγορευτικά, θα αναγκαστούν και πάλι εξαιτίας της κυβέρνησης είτε να πληρώνουν ιδιωτικά κολλέγια, είτε να βλέπουν τα παιδιά τους να τα δέρνουν στο πανεπιστήμιο αστυνομικοί-βύσματα του κάθε βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας. Ξεχνά η κυβέρνηση, ότι εκείνη θα πληρώσει (και φυσικά και τα ΑΕΙ) την πρώτη σπίθα, που μετά βεβαιότητας θα ανάψει.
Ο πρωθυπουργός κινείται ως ο μεγάλος προβοκάτορας, εν μέσω πανδημίας. Το δοκίμασε ο πολύ ικανότερός του, Ντόναλντ Τραμπ και δεν του βγήκε.
* Ο Θέμης Τζήμας είναι δικηγόρος, διδάκτορας δημοσίου δικαίου και πολιτικής επιστήμης του ΑΠΘ και μεταδιδακτορικός ερευνητής. Έχει δημοσιεύσει μελέτες σε διεθνή συνέδρια και σε νομικές επιθεωρήσεις και έχει συμμετάσχει σε διάφορες διεθνείς αποστολές.