Όσοι βρίσκονται δίπλα στον Γιώργο Παπανδρέου υποστηρίζουν πως έχει να συνομιλήσει με τον Αλέξη Τσίπρα πάνω από ενάμισι χρόνο. Όσοι συνομιλούν με τον Αλέξη Τσίπρα λένε πως καμία επικοινωνία δεν υφίσταται μεταξύ των δύο πρώην πρωθυπουργών.
Στην πραγματικότητα το γεγονός ότι ο Αλέξης Τσίπρας και ο Γιώργος Παπανδρέου έχουν ανοιχτό δίαυλο επικοινωνίας είναι γνωστό εδώ και καιρό, σε όσους παρακολουθούν από κοντά τις διεργασίες στον ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία και στο Κίνημα Αλλαγής.Η είδηση δεν είναι ότι γράφτηκε, αλλά ότι το ανέδειξε στο πρωτοσέλιδό της η εφημερίδα «Το Βήμα », που έχει ειδικό βάρος στο χώρο της κεντροαριστεράς. Και μια μέρα πριν το ανέδειξε με σχόλια στο twitter του ο διευθυντής της εφημερίδας Αντώνης Καρακούσης. Και οι δύο πλευρές, από διαφορετική έστω οπτική ο καθένας, διάβασαν το δημοσίευμα του «Βήματος» περί… προκεχωρημένου πολιτικού φλερτ μεταξύ Παπανδρέου-Τσίπρα ως μήνυμα κάποιων που επιχειρούν είτε να πυροδοτήσουν, είτε να αποτρέψουν πολιτικές εξελίξεις, είτε και τα δύο μαζί.
Το ρεπορτάζ του «Βήματος» το οποίο υπογράφει ο διευθυντής της εφημερίδας Αντώνης Καρακούσης, υποστηρίζει πως όχι μόνον υπάρχει σταθερή επικοινωνία Τσίπρα-Παπανδρέου, αλλά και πως η τελευταία παρέμβαση του πρώην πρωθυπουργού στο περιοδικό «Πατρινόραμα» υπέρ της προοδευτικής διακυβέρνησης έγινε κατόπιν συνεννόησης των δύο.
«Οι γνωρίζοντες», γράφει, «επισημαίνουν ότι η δήλωση Παπανδρέου δεν έγινε εν κενώ, παρά ήταν αποτέλεσμα επαφών και συζητήσεων με τον Αλέξη Τσίπρα. Ακριβείς πληροφορίες αναφέρουν ότι μεταξύ τους έχει ανοίξει δίαυλος απ’ ευθείας επικοινωνίας. Κατά μία εκδοχή, τους απασχολεί κυρίως η μετεκλογική συνεργασία υπό το πρίσμα και της απλής αναλογικής με την οποία θα διεξαχθεί η προσεχής εκλογική αναμέτρηση ».
Οι αντιδράσεις
Η αλήθεια είναι πως η δημοσιοποίηση ενός τέτοιου φλερτ είναι αρκετό για να βάλει μπουρλότο στην, ήδη δύσκολη, συζήτηση περί προοδευτικής διακυβέρνησης: Εμφανίζει ακυρωμένη την Φώφη Γεννηματά, δυσκολεύει ακόμη περισσότερο τις όποιες κινήσεις της, και δίνει πολιτικό χώρο στην δεξιόστροφη πλειοψηφία του ΚΙΝΑΛ. Και, ταυτόχρονα, ενεργοποιεί τα «αντιΓΑΠ» αντανακλαστικά του κομματικού ΣΥΡΙΖΑ μαζί με την αντίδραση όσων στην Κουμουνδούρου δεν θέλουν τις γέφυρες με το παλαιό ΠΑΣΟΚ.
Πρώτα αντέδρασε η Φώφη Γεννηματά μέσω του εκπροσώπου της Παύλου Χρηστίδη ο οποίος θύμισε ότι η δική της θέση είναι ότι η προοδευτική διακυβέρνηση προϋποθέτει αλλαγή των πολιτικών συσχετισμών με το ΚΙΝΑΛ πρωταγωνιστή και αυτή η θέση δεν επιδέχεται παρερμηνειών. Ετσι κι αλλιώς η Φ. Γεννηματά αποφεύγει να αναφέρει τη λέξη ΣΥΡΙΖΑ όποτε μιλά για προοδευτικές συγκλίσεις, έχοντας προφανώς επίγνωση της έντασης που θα προκαλέσει αν το κάνει.
Η αντίδραση του Γιώργου Παπανδρέου που ακολούθησε είχε κάτι ποιοτικά διαφορετικό. Διέψευσε και αυτός το δημοσίευμα, όμως με την ευκαιρία διεμήνυσε ότι δεν δέχεται υποδείξεις.
Συνεργάτες του είπαν, συγκεκριμένα, τα εξής: «Για κατασκευασμένες ειδήσεις δεν υπάρχουν σχόλια. Ρωτήστε τους κατασκευαστές. Ουδείς ό,τι και να γράψει ό,τι κι αν πει, θα αποδομήσει τον πολιτικό λόγο του Γιώργου Παπανδρέου. Και με την ευκαιρία, ουδείς θα υποδείξει, επιβάλει κι απαγορεύσει με ποιον θα μιλάει».
Η κυβέρνηση ενδιαφέρεται έντονα για τις σχέσεις ΣΥΡΙΖΑ-ΚΙΝΑΛ και δεν θέλει καμία προσέγγιση. Οχι μόνο για να μην έχει συμμαχίες ο ΣΥΡΙΖΑ αλλά και για να μείνει ελεύθερος ο χώρος του κέντρου για την άλωσή του από τη ΝΔ.
Είναι ενδεικτικό το εκνευρισμένο σχόλιο στο Twitter του υπουργού Ανάπτυξης, Άδωνι Γεωργιάδη, ο οποίος απαντώντας σε ανάρτηση του δημοσιογράφου στην εφημερίδα «Το Βήμα» Άρη Ραβανού τόνισε: «Συγγνώμη επειδή ο κ. Παπανδρέου θέλει να φλερτάρει πολιτικά με τον Τσίπρα, δικαίωμά του, οι υπόλοιποι θα ξεχάσουν τους αγανακτισμένους, τις κρεμάλες, την επίθεση στον ΠτΔ κ. Παπούλια, τον Καμμένο, τα cds κλπ μα πραγματικά απορώ αγαπητέ πώς τα σκέφτεστε αυτά. Καλή χρονιά με Υγεία».
Το παζλ δεν είναι ολοκληρωμένο αν δεν συμπληρωθεί ότι η ευρωπαϊκή συγκυρία για την σοσιαλδημοκρατία ευνοεί την ιδέα της προοδευτικής διακυβέρνησης. Ο επικεφαλής των ευρωσοσιαλιστών Ούντο Μπούλμαν το σημειώνει με κάθε ευκαιρία, ενώ το γερμανικό SPD, που κινδυνεύει να χάσει οριστικά τη δεύτερη θέση από τους Πράσινους στις επόμενες εκλογές, προσανατολίζεται στην αποκήρυξη κάθε συνεργασίας με τους Χριστιανοδημοκράτες και στη δέσμευση "ποτέ ξανά με τη Δεξιά".