Οικονομία και κορονοϊός
Αντώνης Νταβανέλος
Σύμφωνα με μια μέτρηση της Goldman Sachs (ανάμεσα σε περίπου 2.000 από τους ισχυρότερους «πελάτες» της διεθνώς) οι καπιταλιστές διαισθάνονται ή εκτιμούν, ότι ωριμάζουν οι όροι μιας «τέλειας καταιγίδας»: μέσα στους επόμενους 2-3 μήνες είναι πιθανό να...
συμπέσουν και να αλληλοτροφοδοτηθούν μια τεράστια υγειονομική κρίση και μια οικονομική κατάρρευση (οι όροι είναι του ευαγούς ιδρύματος της G.S.).
Είναι κοινό μυστικό, ότι ο κορονοϊός δεν είναι το αίτιο της γενικευμένης οικονομικής επιδείνωσης. Η παγκόσμια οικονομία είχε (σε όλες τις σημαντικές πτυχές) μπει νωρίτερα σε γενικευμένη επιβράδυνση, η πτώση στα χρηματιστήρια είχε αρχίσει πριν την πανδημία, οι αναλυτές προέβλεπαν, ότι το 2020 θα ήταν μια απολύτως κρίσιμη χρονιά, συγκρίσιμη με το 2008.
Σε αυτόν τον «ξηρό κάμπο» ξέσπασε η πυρκαγιά της πανδημίας Cov-19. Οι συνέπειες θα είναι σημαντικές. Το «κλείσιμο» της Κίνας θα έχει τεράστιες επιπτώσεις στο παγκόσμιο εμπόριο. Ο τουρισμός στην Ιταλία είναι κλινικά νεκρός. Η αναπόφευκτη κρίση στον τουρισμό και στην εστίαση στην Ελλάδα κάνουν την «πειθαρχία στο πρόγραμμα» απολύτως μη ρεαλιστική. Όμως, από ένα σημείο και μετά, οι καπιταλιστές έρχονται αντιμέτωποι με πιο θεμελιώδη προβλήματα: η παράταση της καραντίνας σε πολλές και μεγάλες χώρες βάζει αντικειμενικά σε ερώτημα τη δυνατότητα να μείνουν εν λειτουργία μεγάλες βιομηχανικές μονάδες και κρίσιμες επιχειρήσεις στις υπηρεσίες, ενώ προστίθεται το ερώτημα ενός νέου κύκλου εργατικών διεκδικήσεων, που θα ξεκινά από την προστασία της ζωής και της ασφάλειας των εργατών (όπως φάνηκε προειδοποιητικά στην Ιταλία).
Στο Γιούρογκρουπ, όπου προϋπήρχε αγωνία με τις προβλέψεις ότι η οικονομία της Ευρωζώνης παρέμενε εγκλωβισμένη στο πενιχρό ποσοστό «ανάπτυξης» +1,8-2%, ακούστηκαν τώρα φωνές, που προβλέπουν ύφεση -2 ως -2,5%.
Στα διεθνή χρηματιστήρια η πτώση έχει φτάσει στο 30%, ενώ κατά την Goldman Sachs η πτώση του κομβικού δείκτη S&P-500 θα συνεχιστεί αμείωτη κατά 15-20%.
Μπροστά σε αυτήν την καταιγίδα, που αναδεικνύει τη στενή σύνδεση ανάμεσα στα καθήκοντα αντιμετώπισης της υγειονομικής κρίσης με τα αντίστοιχα της οικονομικής, το διεθνές σύστημα δεν έχει ενιαία ηγεσία και κατεύθυνση.
Ο Τραμπ αποφάσισε, ότι απέναντι στον «κινέζικο ιό» δεν χρειάζεται να κάνει τίποτα πέρα από το κλείσιμο των συνόρων, για να μη διαταράξει τις προτεραιότητες της προεκλογικής του καμπάνιας. Ο Τζόνσον αποφάσισε, να ποντάρει στην «ανοσία αγέλης», να αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο να νοσήσει ένα τεράστιο ποσοστό των νεότερων ηλικιών, προκειμένου να υπάρχει «ανοσία» στο ερχόμενο φθινόπωρο, αδιαφορώντας εγκληματικά για τον κίνδυνο θανάτου εκατοντάδων χιλιάδων ηλικιωμένων και άλλων «ευπαθών ομάδων».
Στην ηπειρωτική Ευρώπη, όπου επικράτησε η επιλογή της ταχύτερης μετάβασης στις καραντίνες, αυτό δεν έγινε με ανθρωπιστικά κριτήρια: στην Ιταλία, ημι-επισήμως, οι γιατροί ωθούνται από το κράτος, στο να αποκλείουν από τις ΜΕΘ τους ηλικιωμένους πάνω των 80 χρονών. Παρεμπιπτόντως, αυτή είναι η προοπτική για όλες τις χώρες, αν τα κρούσματα συνεχίσουν να πολλαπλασιάζονται με τους σημερινούς ρυθμούς.
Όπως έγραψε ο Βρετανός οικονομικός αναλυτής, Jeremy Warner «από την οικονομική σκοπιά, ο Covid-19 μπορεί να αποδειχθεί μακροπρόθεσμα ευεργετικός, αφού θανατώνει κυρίως ηλικιωμένα-εξαρτημένα άτομα…» (παρατίθεται από τον Μάικλ Ρόμπερτς, στο άρθρο του «Ήταν ο ιός που το έκανε»). Ίσως, δηλαδή, να πρόκειται και για μια κάποια λύση στα προβλήματα του ασφαλιστικού συστήματος, όπου κατά τους φιλελέδες εξακολουθούν να είναι «παράλογα υψηλές» οι δαπάνες για τις συντάξεις.
Αυτό που ξεχνά αυτή η κανιβαλική «σχολή», είναι ότι οι αποφάσεις εξαρτώνται πάντα από την κοινωνία, η οποία σε περιόδους κρίσης γίνεται πιο άγρυπνη.
Στο Γιούρογκρουπ αποφάσισαν μέσα σε αυτές τις συνθήκες να χαλαρώσουν το δημοσιονομικό «κορσέ» της νεοφιλελεύθερης πειθαρχίας.
Να διαθέσουν κάποια ποσά (38 δισ. ευρώ) για την ενίσχυση των συστημάτων υγείας και (κυρίως!) για την ενίσχυση των επιχειρήσεων. Να διαθέσουν μεγαλύτερα ποσά για την «ενίσχυση της ρευστότητας», δηλαδή για την υπεράσπιση των τραπεζών (αφού ήδη οι ιταλικές τράπεζες θεωρούνται μια απασφαλισμένη «βόμβα» και δεν λείπουν συγκρίσεις τους με την κατάσταση στην Ελλάδα στις αρχές της κρίσης). Να επιτρέψουν μια μεγαλύτερη κυβερνητική-κρατική παρέμβαση στο εσωτερικό των εθνικών οικονομιών. Σε αυτά τα πλαίσια, πχ, η Γαλλία του Μακρόν εξήγγειλε πρόγραμμα 45 δισ. ευρώ για την ενίσχυση των γαλλικών επιχειρήσεων, αλλά και πρόγραμμα «εγγύησης» εταιρικών χρεών από το γαλλικό δημόσιο ύψους 300 δισ. ευρώ.
Για τον Μητσοτάκη αυτά σημαίνουν απαλλαγή από την (ούτως ή άλλως ανέφικτη) υποχρέωση για πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ φέτος, όπως και εξαίρεση του κόστους των έκτακτων μέτρων από το μηχανισμό της «επιτήρησης».
Η χαλάρωση της νεοφιλελεύθερης πειθαρχίας ήταν αναμενόμενη και όχι άλλωστε πρωτοφανής. Το 2008 το διεθνές σύστημα, παρά τα νεοφιλελεύθερα ιδεολογήματα, αντέδρασε στην τότε κρίση μέσω μιας τεραστίων διαστάσεων κρατική (εθνική και διεθνική) παρέμβαση.
Η πραγματική προοπτική της ανατροπής του νεοφιλελευθερισμού σημαίνει άλλα πράγματα, από τη σκοπιά των εργατικών και λαϊκών συμφερόντων.
Στις συγκεκριμένες συνθήκες, η αποφασιστική ενίσχυση του δημόσιου συστήματος υγείας είναι προφανής προτεραιότητα. Που δεν καλύπτεται από τα ελάχιστα κυβερνητικά μέτρα, των περιορισμένων προσλήψεων (ελαστικοποιημένων) γιατρών και νοσοκόμων, όπως και των πόρων για την προμήθεια των απολύτως αναγκαίων υλικών. Ενίσχυση σημαίνει μαζικές προσλήψεις, αποφασιστική μεταφορά πόρων (πχ από τους εξοπλισμούς και την καταστολή…), έμφαση στην έρευνα για φάρμακα και εμβόλια, επίταξη του παρασιτικού ιδιωτικού τομέα υγείας, σύγκρουση με την εμπορευματοποίηση που έχουν επιβάλει οι μεγάλες φαρμακευτικές κ.ο.κ. Ανάλογα μέτρα εξακολουθούν να είναι μακριά από τον ορίζοντα των κυβερνήσεων και της ΕΕ.
Κρίσιμο επίσης είναι, το αν οι πόροι και τα μέτρα «ενίσχυσης» θα καταλήξουν υπέρ των επιχειρήσεων ή των εργαζόμενων σε αυτές. Στην Ιταλία οι εργατικές κινητοποιήσεις έκαναν μια αρχή, βάζοντας το ζήτημα της υγείας και της ασφάλειας των εργατών ως προϋπόθεση για να παραμείνει εν λειτουργία ένα εργοστάσιο. Η σχετική θεματολογία που απλώνεται μπροστά μας είναι τεράστια και αφορά τα πάντα: μισθό, ωράρια, οργάνωση της παραγωγής, σχέσεις εργασίας, δηλαδή τελικά όλον το συσχετισμό δύναμης μέσα στη φάμπρικα.
Ανάλογα, η καραντίνα βάζει τεράστια ζητήματα ενίσχυσης των απλών ανθρώπων. Οι συνταξιούχοι, οι απομονωμένοι, οι αδύναμοι θα χρειαστούν εισοδηματική ενίσχυση, αλλά και ευρύτερη κοινωνική βοήθεια, προκειμένου να αποφευχθούν ακραία φαινόμενα δυστυχίας.
Η κρίση που έρχεται είναι μεγάλη. Το πώς θα γυρίσει μέσα σε αυτήν ο συσχετισμός των κοινωνικών δυνάμεων, είναι κάτι, που δεν μπορεί να προβλεφθεί. Πολλές φορές στην ιστορία, η ακραία πίεση πάνω στους ανθρώπους επέφερε εκτίναξη του ριζοσπαστισμού. Η έκβαση θα κριθεί από τα πράγματα που θα γίνουν, αρχίζοντας από τώρα, αλλά κυρίως αμέσως μετά τα πρώτο (κατανοητό) σοκ.
*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά