Το δίλημμα «πρόοδος ή συντήρηση» φέρνουν σε πρώτο πλάνο η κυβέρνηση και ο Αλέξης Τσίπρας, δείχνοντας καθαρά και την στρατηγική στόχευση των επόμενων μηνών (την απομόνωση της Νέας Δημοκρατίας και την παγίωση των δύο πολιτικών πόλων μεταξύ των οποίων θα κληθεί να πάρει θέση και η κεντροαριστερά).
Η συζήτηση και η ψηφοφορία στην Βουλή για την ταυτότητα φύλου ανέδειξε πλήρως το εν λόγω δίλημμα, με την κυβέρνηση να αντιμετωπίζει μεν εσωτερικές διαφοροποιήσεις και διαρροές, αλλά να καταγράφει, σε πρώτο χρόνο, και διπλό κέρδος: Την ανάκτηση της πρωτοβουλίας στην διαμόρφωση της πολιτικής ατζέντας και την αποδόμηση του φιλελεύθερου προφίλ που επιχειρεί να χτίσει μετά την ΔΕΘ ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Πέραν τούτων, δε, οι επιμέρους χειρισμοί που έγιναν και η πολιτική σημειολογία ανέδειξαν δύο ακόμη στοιχεία με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις μεταμνημονιακές, κι ενδεχομένως και μετεκλογικές, εξελίξεις. Το πρώτο είναι η ύπαρξη, εύθραυστων και ευάλωτων έστω, διαύλων μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και κεντροαριστεράς. Το επίμαχο άρθρο 3, για την αλλαγή ταυτότητας φύλου, στα 15 έτη πέρασε με τις έξι ψήφους των βουλευτών του Ποταμιού, αλλά και δια της απουσίας έξι βουλευτών της Δημοκρατικής Συμπαράταξης - ανάμεσά τους και της προέδρου του ΠΑΣΟΚ Φώφης Γεννηματά - που επέτρεψε να εγκριθεί η διάταξη με σχετική πλειοψηφία.
Το - αναμενόμενο - «όχι» Καμμένου
Το δεύτερο, και συναφές στοιχείο, είναι η πρώτη ευθεία διαφοροποίηση σε ψηφοφορία στη Βουλή του κυβερνητικού εταίρου. Το «όχι» του Πάνου Καμμένου στο άρθρο 3 και το «παρών» στα υπόλοιπα ήταν αναμενόμενο μεν, αλλά το Μαξίμου δεν έκανε τίποτα για να το αποτρέψει, ούτε για να το αμβλύνει.
Στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ παρατηρούσαν χθες στη Βουλή με νόημα ότι η κυβέρνηση θα μπορούσε, χωρίς ουσιαστικό πολιτικό κόστος, είτε να έχει αποσύρει, είτε να έχει «στρογγυλέψει» την διάταξη για την αλλαγή φύλου στους ανηλίκους. Δεν το έπραξε όμως και, κατά τις ίδιες πηγές, η επιλογή δεν ήταν τυχαία. Μια πιο ήπια νομοθετική προσέγγιση θα διευκόλυνε τους συγκυβερνώντες ΑΝΕΛ και θα εξέθετε περαιτέρω τη Νέα Δημοκρατία που θα αρνείτο να ψηφίσει μια φιλελεύθερη τομή στα ανθρώπινα δικαιώματα.
Αντί αυτού η κυβέρνηση επέλεξε την καθαρή ιδεολογική σύγκρουση και ζήτησε την εξίσου καθαρή τοποθέτηση στο δίλημμα και στο δίπολο «προόδου και συντήρησης». Εξ ου και το μήνυμα που εξέπεμψαν αμέσως μετά την ψηφοφορία πηγές του Μαξίμου τονίζοντας: «Το πολιτικό δίλημμα της εποχής εξακολουθεί να είναι ένα: Με την πρόοδο για μία κοινωνία του 21ου αιώνα ή με τη συντήρηση και τον σκοταδισμό. Η ελληνική Βουλή σήμερα απάντησε με σαφήνεια υπέρ της προόδου».
Οι… άθεοι και η στρατηγική αμηχανία της ΝΔ
Στην άλλη όχθη, η επιλογή αυτή κόστισε στη Νέα Δημοκρατία μια ακόμη βύθιση στο στρατηγικό της αδιέξοδο. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναγκάστηκε να υπεραμύνεται ρητορικώς των προοδευτικών καταβολών της παράταξής του ανατρέχοντας στα πεπραγμένα του Κωνσταντίνου Καραμανλή, και την ίδια ώρα να απορρίπτει ένα φιλελεύθερο νομοθέτημα για τα ατομικά δικαιώματα το οποίο, μάλιστα, είχε δεσμευτεί προσωπικά στην ΛΟΑΤ κοινότητα ότι θα στηρίξει. Προέτρεψε την κυβέρνηση να «κάνει μαθήματα φιλελευθερισμού στους ΑΝΕΛ», και ταυτόχρονα φάνηκε ο ίδιος να κρύβεται πίσω από τις κραυγές των πιο ακραίων ιεραρχών και το «Είστε Άθεοι» του Άδωνι Γεωργιάδη.
Αυτός ο πολιτικός αυτο-εγκλωβισμός αποτυπώνεται και στην αμήχανη τακτική της ΝΔ ως προς τα περαιτέρω βήματά της. Η δήλωση του Νίκου Δένδια, ότι το «όχι» των ΑΝΕΛ στο άρθρο 3 εγείρει θέμα δεδηλωμένης, επανέφερε στο προσκήνιο τα σενάρια για ενδεχόμενη κατάθεση πρότασης μομφής κατά της κυβέρνησης, στο πλαίσιο της τακτικής της μετωπικής σύγκρουσης και της συντήρησης της πόλωσης.
Για τα - όχι λίγα - προβληματισμένα στελέχη της ΝΔ η τακτική αυτή δεν οδηγεί πουθενά, πόσο μάλλον σε μια συγκυρία που ο εκλογικός ορίζοντας απομακρύνεται όλο και περισσότερο. Όπως έλεγαν, δε, χθες κάποιοι εξ αυτών στη Βουλή, η «ιερά εξέγερση» μπορεί να αρέσει στο σκληρό κομματικό ακροατήριο, αλλά «δεν θα ρίξει την κυβέρνηση». Ούτε θα διευρύνει την εκλογική βάση της Νέας Δημοκρατίας. Αντιθέτως, η διαρκής (και ετεροβαρής) ταλάντευση του Κυριάκου Μητσοτάκη ανάμεσα στον φιλελεύθερο και τον υπερσυντηρητικό άξονα μπορεί απλώς να ενισχύει την δυναμική των διλημμάτων, που βάζει ο Αλέξης Τσίπρας...