5 Νοε 2013

Δειλοί, μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα;


Της Μαρίας Τριαντοπούλου
Παρακολουθώντας όλες αυτές τις μέρες τα καβγαδάκια με την Τρόικα, “θάρθει δεν θάρθει” και τις αντιδράσεις των μελών της κυβέρνησης που δήλωναν την αγανάκτησή τους, ενώ έθεταν διάφορες “κόκκινες γραμμές”, μετρούσα να δω, πόσες μέρες θα τους πάρει...
 
 για να αρχίσουν να γυρίζουν σιγά σιγά τα πράγματα, να τελειώνουν οι “σκληρές διαπραγματεύσεις” και να επανέλθουμε στα γνωστά μας: έρχεται η Τρόικα, μας λέει τι δεν έχουμε κάνει σωστά, μας επισημαίνει τι πρέπει να κάνουμε για να επανορθώσουμε, πόσα μέτρα λιτότητας πρέπει ακόμα να επιβληθούν και με ποιό τρόπο, μετά εμείς κάνουμε ότι αντιδράμε και ότι θέτουμε όρια και μετά λέμε, ότι τελικά βρέθηκε μια λύση συμβιβσμού, που είναι αυτό, που από την αρχή είχε αποφασιστεί ότι θα γίνει και εις άλλα με υγεία.

Κι έτσι περνάνε οι μήνες και τα χρόνια, τα πράγματα δεν καλυτερεύουν παρά μόνο πιθανώς στην έντονη φαντασία κάποιων μελών του κυβερνητικού συνασπισμού, η  χώρα και ο λαός της οδηγείται στην εξαθλίωση αλλά η συνταγή παραμένει η ίδια. Σε πείσμα των αντίθετων προβλέψεων και παρά το γεγονός ότι από όσο φαίνεται η συνταγή δεν μοιάζει να πετυχαίνει ούτε στο ελάχιστο, οι σωτήρες της χώρας (τόσο εδώ όσο και στην σύμμαχο Ευρώπη) δεν μοιάζει να αναρωτιούνται, αν χρειάζεται κάτι να τροποποιήσουν, σε αυτά που εφαρμόζουν και ευαγγελίζονται. 
Δεν θα υπεισέλθω στο “γιατί” συμβαίνει αυτό στην παρούσα φάση, ούτε στο αν υπάρχει αδυναμία, ανικανότητα, δόλος ή εξυπηρέτηση οικείων και ξένων συμφερόντων εκ μέρους της κυβέρνησης και των εταίρων μας, αλλά στο γιατί άραγε κατεφέρνουν και εφαρμόζουν κατ' επανάληψη την αποτυχημένη συνταγή τους;

Μα το καταφέρνουν, γιατί δεν βρίσκουν αντίσταση ικανή να τους σταματήσει. Ουρές ο κόσμος στα ταμεία των ΔΟΥ, της ΔΕΗ και των Τραπεζών να εξοφλήσουν τα “χρέη” προς το δημόσιο, να είναι εντάξει με τον λογαριασμό της ΔΕΗ, τις δόσεις των οφειλών, το χαράτσι, τα τέλη κυκλοφορίας. Βλέπω κάθε φορά σε αυτές τις στωικές ουρές την αγανάκτηση, την απελπισία αλλά και τον φόβο που μας έχουν εμπνεύσει, ότι αν δεν πληρώσουμε θα χάσουμε το σπίτι, το μαγαζί, την λίγη αξιοπρέπεια που μας έχει ίσως μείνει. Δουλεύουν οι άνθρωποι με σκυμμένο κεφάλι, πληρώνουν πειθήνια όλα όσα τους έχουν φορτώσει, αποδέχονται τον κομμένο μισθό και την μειωμένη στα όρια της φτώχιας σύνταξη. Ίσως γιατί κάποτε πιστέψαμε, ότι μόνο έτσι θα φτιάξουν τα πράγματα, ότι σε λίγο όλα θα είναι καλύτερα, ίσως γιατί η κυβέρνηση και τα μήντια μας τρομοκράτησαν τόσο πολύ, με τις απειλές της πτώχευσης και τα σενάρια του Αποκαλυπτικού μέλλοντος που μας περιμένει, αν δεν σφίξουμε λίγο ακόμα το ζωνάρι που έχουμε παραλύσει και πάμε σαν αρνιά για τη σφαγή. 
Εννοείται, βέβαια, για να μην παρεξηγούμαι, ότι την ίδια ώρα που οι συνήθως εύκαιροι πληρώνουν, κάποιοι άλλοι στήνουν γλέντια εκατομμυρίων, γιατί αυτοί ούτε φοβούνται ούτε απειλούνται από τίποτα και από κανέναν.

Πόσες φορές όμως πρέπει να πάει και να έρθει πια η Τρόικα, πόσες φορές πρέπει ακόμα να μας παραμυθιάζουν με κόκκινες γραμμές, πόσα ακόμα μέτρα λιτότητας θα πρέπει να επιβληθούν, σε ένα “κουφάρι” που απλά δεν μπορεί να σηκώσει ούτε μισή περικοπή; 
Τι θα κάνουμε εμείς για αυτό; 
Θα καθόμαστε πειθήνια, ώστε να εισπράττουμε τα εύσημα από την κυρία Lagarde και την κυρία Μέρκελ, ώστε να μας χαϊδεύουν στο κεφάλι ως καλά και υπάκουα παιδιά και να μας λένε μπράβο; Ούτε που θα το περίμεναν αυτό φαντάζομαι και όσο μας βρίσκουν τόσο εξόχως πειθαρχημένους, τόσο σπρώχνουν τα όρια της αντοχής μας. 
Στη δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα, ούτε είναι απαραίτητοι οι Μεσίες για να μας σώσουν. 
Να ξυπνήσουμε χρειάζεται, να μην φοβόμαστε χρειάζεται, να αντιδράσουμε χρειάζεται. Ας μην “προσμένουμε ίσως κάποιο θάμα”, γιατί αυτό από μόνο του δεν θα έρθει ποτέ.

ΠΗΓΗ: tvxs.gr