Toυ ΣΤΑΥΡΟΥ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ
Θα πρέπει να ήταν δέκα μέρες πριν τις εκλογές του Μαΐου.
Στην είσοδο της Νέας Δημοκρατίας στην Συγγρού στριμωχνόταν πολύ κοστούμι.
«Σας έφερα το ανιψάκι μου, που ξέρει από κομπιούτερςςς». «Φέρτε μου...
αφίσες του Σαμαρά, να γεμίσω το χωριό μου». «Η κόρη μου τελείωσε αριστούχα το Οικονομικό και θέλει να βοηθήσει». Οι θυρωροί, όρθιοι μπροστά στις σκάλες και τους ανελκυστήρες προσπαθούσαν να βάλουν σε μια σειρά τους «εθελοντές», που αδημονούσαν να προσφέρουν.
Η ψυχρολουσία από την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε έρθει ακόμη και οι «παράγοντες» στοιχημάτιζαν ότι οι κάλπες θα βγάλουν μόνο γαλάζια εξουσία. Στον όροφο του Προέδρου επικρατούσε μεγαλύτερη τάξη. Πιο σικ εμφανίσεις, πιο περιποιημένες κομμώσεις. Τα λουστρίνια με την μεγάλη χρυσαφί αγκράφα, που φορούσε ο κύριος απέναντι μου, φανέρωναν, παρά την ταλαιπωρία τους, ότι ο κάτοχος τους δεν ήταν ο "πάσα εις", τυχαίος πολιτευτής. Και δεν έκανα λάθος. Ήταν ο Χαλιλόπουλος, ο Πρόεδρος των Ελλήνων Αθιγγάνων. Χαιρετιστήκαμε με θέρμη. Μόλις είχε βγει από «τον Αντώνη» - έτσι μου είπε - και συμφώνησαν ότι «μαζί θα προχωρήσουν».
Στην «παρέα», λίγο πριν κλείσει η πόρτα του ανελκυστήρα και αρχίσει η κάθοδος, ήρθε να προστεθεί, βιαστικός, ο Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος.
«Και πώς είπαμε λοιπόν το ονοματάκι σου;». Το ερώτημα είχε τον τόνο, που μόνο ένας πολυάσχολος πρόεδρος μπορεί να δώσει. Ο Αρβανιτόπουλος, που είχε ζήσει ήδη πολλά, ως υποψήφιος βουλευτής του μεγάλου λιμανιού, πρόφερε με ψυχραιμία αν και σχεδόν συλλαβιστά το επώνυμό του. «Και είσαι εδώ στην γύρα, κοντά στον Αντώνη;». Το ερώτημα συνοδεύτηκε αυτή τη φορά με μια στριφογυριστή κίνηση του δεξιού δείκτη. Για να αποσοβήσω πιθανές εκρήξεις στο στενάχωρο ανελκυστήρα, εξήγησα στον παλιό μου γνώριμο Χαλιλόπουλο, ότι ο Αρβανιτόπουλος είναι αναπληρωτής υπουργός Παιδείας και πιθανόν, αν η Νέα Δημοκρατία σχηματίσει κυβέρνηση, θα είναι και πάλι υπουργός. «Ωραία, θα τα λέμε λοιπόν» ολοκλήρωσε την «συζήτηση» ο Χαλιλόπουλος προσθέτοντας με στεντόρεια φωνή την ιδιότητα του (ελαφρώς παραλλαγμένη). «Πρόεδρος των απανταχού Τσιγγάνων».
«Σας ζητάει ο πρόεδρος», μου ανήγγειλε στην αρχή της εβδομάδας μια νεανική μπάσα φωνή. «Ποιος πρόεδρος», προσπάθησα να ρωτήσω, αλλά ήδη είχα μπει στην αναμονή. Το τηλέφωνο που με καλούσε ξεκινούσε από 55, Ασπρόπυργος σκέφτηκα, πριν ακούσω τη φωνή του Χαλιλόπουλου (πιθανότατα ήταν ο Νίκος που συνάντησα προεκλογικά στην Νέα Δημοκρατία, αλλά ποτέ δεν μπορείς να είσαι σίγουρος με τους Χαλιλοπουλέους, καθότι υπάρχουν τουλάχιστον τρεις - ο Νίκος, ο Γιώργος, ο Δημήτρης - που συστήνονται ως πρόεδροι των Ρομά).
Ο πρόεδρος, λοιπόν, ήταν θυμωμένος. «Δεν μας ρυθμίζουν τα δάνεια», «δεν μας δίνουν οικόπεδα να χτίσουμε δυο δωμάτια», «δεν μαζεύουν τα σκουπίδια στο Σοφό», «δεν μας δίνουν διπλώματα», «δεν μας γράφουν στα σχολεία», «δεν μας εγκρίνουν άδειες μικροπωλητών», «δεν βγάζουν τα παιδιά από την φυλακή». Ένας καταιγισμός των «δεν», που έκλεινε με ένα μεγάλο παράπονο. «Δεν μπορούμε να τους βρούμε». Εδώ ο πρόεδρος ήταν απαρηγόρητος. «Στην Συγγρού δεν υπάρχει κανείς, στα υπουργεία δεν μας αφήνουν να μπούμε, ο Σαμαράς δεν προλαβαίνει να μας δει». «Πήγες στους άλλους;», το ερώτημα το υπέβαλα περισσότερο για να δώσω μια ελπίδα στον συνομιλητή μου. «Πήγα. Ο Βενιζέλος και ο Κουβέλης δεν ανακατεύονται». Και γιατί να ανακατευτούν;
Οι τσιγγάνοι, όπως και πολλοί άλλοι που δεν συμμετέχουν σε καμία σπουδαία συντεχνία, έχουν φωνή μόνο λίγες μέρες πριν τις εκλογές . Μετά η εξουσία παίζει με τους συμπαίχτες της. Δείτε την εναγώνια προσπάθεια των τριών αρχηγών να «δώσουν κάτι στους πρυτάνεις»:
Ναι, αυτή ακριβώς είναι η φράση που θα σου πουν στα επιτελεία του Σαμαρά, του Βενιζέλου, του Κουβέλη. Δεν θα σου πουν, ότι ο νόμος της Διαμαντοπούλου είναι λάθος. Δεν θα σου πουν, ότι έχουν στο νου κάποιο καινούργιο νόμο για την Παιδεία. Κανείς δεν θα σου μιλήσει για μεταρρύθμιση ή αντιμεταρρύθμιση. Αυτό που θα σου πουν είναι, ότι «δεν μπορούμε να πάμε κόντρα στους πρυτάνεις». Ο Σαμαράς (που ψήφισε τον προηγούμενο νόμο) «δεν θέλει άλλο ένα μέτωπο». Καλή είναι η πυγμή αλλά για το ΠΑΜΕ και την Χαλυβουργία (άλλωστε «η ΔΑΠ είναι με τους πρυτάνεις»). Ο Βενιζέλος (που ήταν και αντιπρόεδρος της κυβέρνησης που προώθησε τον προηγούμενο νόμο) ανακάλυψε εσχάτως την πρυτανολαγνεία (άλλωστε στην συγκυβέρνηση είναι αυτός που διορίζει μόνο πανεπιστημιακούς - στα υπουργεία, στις γενικές γραμματείες, στα διοικητικά συμβούλια). Και ο Κουβέλης (επηρεασμένος προφανώς από τον πρύτανη υφυπουργό του) προσχώρησε τελικά στην άποψη, ότι «νόμος είναι το δίκιο του πρυτάνεως».
«Και τι πειράζει να επιτρέψουμε σε δέκα πρυτάνεις να ολοκληρώσουν την θητεία τους;» με ρωτούσε πρόσφατα στέλεχος της ΔΗΜΑΡ. Όχι, δεν πειράζει. «Και τι έγινε αν ικανοποιήσουμε το αίτημα των πρυτάνεων και τους αφήσουμε να ολοκληρώσουν την θητεία τους;», αναρωτιόταν στα ραδιόφωνα ανερχόμενο στέλεχος της Ιπποκράτους.
Έλα ντε. Εξήντα χρόνια αυτό ήταν το έμβλημα της πολιτικής μας.
Τώρα θα το αλλάξουμε; Να το κάνουμε, όμως, οργανωμένα. Και κάθε μήνα να δίνουμε και σε κάποιους «κάτι». Κανονικά βέβαια θα έπρεπε να αρχίσουμε από το άλφα - Αθίγγανοι - αλλά έστω και έτσι, από εδώ και στο εξής, να βάλουμε τα πράγματα σε μια τάξη. Να ξεμπερδεύουμε γρήγορα με τις ρυθμίσεις για τους πρυτάνεις και να πάμε στο ρο – Ρομά, μετά στο σίγμα - Σιδηροδρομικοί (εκεί να δεις αιτήματα), μετά στο ταφ - Τραπεζίτες (ή εκεί έχουμε ήδη δώσει;), μετά στο ύψιλον Υπάλληλοι, μετά στο φι - Φαρμακοποιοί κοκ.
Και μόλις τελειώσει η άλφα βήτα ξανά από την αρχή.
Ελληνική Ευκαιριακή Δημοκρατία - τον επόμενο μήνα μπορεί να είσαι εσύ ο τυχερός.
ΠΗΓΗ: protagon.gr