Tου Βασίλη Μπαλάφα
Οι εκλογές τελείωσαν, η συνεργασία και συμφωνία των τριών κομμάτων «κλείδωσε», η κυβέρνηση σχηματίστηκε. Η Ελλάδα...
πλέον βρίσκεται σε εκλογική «ηρεμία», μετά από ένα μεγάλο διάστημα δυσαρμονίας των όσων γίνονταν σε κυβερνητικό επίπεδο, με εκείνα που είχε ψηφίσει ο ελληνικός λαός στις προηγούμενες εθνικές εκλογές, τον Οκτώβριο του 2009. Και αυτό φαίνεται ότι το ξεχνάνε αρκετοί που επιχειρηματολογούν κατά των εκλογών του Μαΐου και λένε ότι δεν χρειάζονταν και κακώς έγιναν. Θα μπορούσα να συμφωνήσω στο ότι πιθανώς θα έπρεπε να είχαν γίνει πολύ νωρίτερα, στο ότι ενδεχομένως θα μπορούσαν να είχαν άλλο περιεχόμενο, αλλά όσοι διαφωνούν πλήρως με τη διεξαγωγή τους, μάλλον τοποθετούνται στην πολιτική με τακτική διαλείψεων.
Αν σκεφτούμε ποιο ήταν το περιεχόμενο των εκλογών του Οκτωβρίου του 2009 και τι τελικά προέκυψε από τις κάλπες ως πλαίσιο διακυβέρνησης, είμαι σίγουρος ότι θα μας φαίνεται σαν να πέρασε τουλάχιστον ένας αιώνας από τότε. Υπάρχει όμως και κάτι άλλο που μάλλον ηθελημένα ξεχνούν πολλοί. Ότι στο μεσοδιάστημα των εθνικών εκλογών του 2009 και των φετινών, είχαν υπάρξει και οι αυτοδιοικητικές εκλογές του Νοεμβρίου του 2010. Ήταν τότε που ο πρωθυπουργός και πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Γιώργος Παπανδρέου δήλωνε ότι μια ενδεχόμενη βαριά εκλογική ήττα θα ήταν λόγος για να καταφύγει σε πρόωρες κοινοβουλευτικές εκλογές. Και μιλούσε για το ενδεχόμενο ήττας των συνδυασμών που είχε στηρίξει το ΠΑΣΟΚ σε Δήμους και Περιφέρειες, έτσι όπως αυτοί είχαν ανακοινωθεί από τον Θ. Τσούρα στη διάρκεια του 9ου Εθνικού Συμβουλίου του ΠΑΣΟΚ, το Σεπτέμβριο του 2010. Σας φαίνονται πολύ μακρινά αυτά ;
Αξίζει να υπενθυμίσω λοιπόν το σαφές δίλημμα – μήνυμα των αυτοδιοικητικών εκλογών του Νοεμβρίου του 2010, σύμφωνα με τον Παπανδρέου και με βάση τις δικές του δηλώσεις για να μην υπάρχουν περιθώρια παρερμηνειών ή «άπιστων Θωμάδων» που θα παριστάνουν ακόμα και τηλεοπτικά ότι δεν θυμούνται τίποτα.
Πριν τις αυτοδιοικητικές εκλογές ο Παπανδρέου δήλωσε στο ιταλικό κιόλας περιοδικό «Panorama», ότι οι εκλογές «μπορούν να είναι και το πράσινο φως για τα σχέδιά μας. Είναι μια ψήφος ευθύνης για τους Έλληνες, οι οποίοι πρέπει να αποφασίσουν αν είναι έτοιμοι να συνεχίσουν να με ακολουθούν. Αν οι ομάδες συμφερόντων, που επλήγησαν από τις μεταρρυθμίσεις, πουν «φτάνει, πρέπει να σταματήσουν οι αλλαγές που βρίσκονται σε εξέλιξη», τότε δεν έχω άλλη επιλογή από το να ζητήσω την ετυμηγορία του Ελληνικού λαού.».
Μετά από τα αποτελέσματα των αυτοδιοικητικών εκλογών και προφανώς με έκδηλη την ικανοποίησή του, ο Παπανδρέου δήλωνε στο «Πρώτο Θέμα» ότι «η χώρα εξακολουθεί σήμερα να διαθέτει σταθερή, ισχυρή κυβέρνηση χάρη στο μήνυμα σταθερότητας που έστειλαν οι πολίτες. Μας ζήτησαν να συνεχίσουμε τη δουλειά μας και να κάνουμε το παν για να σώσουμε και να ανορθώσουμε τη χώρα. Η πολιτική νομιμοποίηση της κυβέρνησης δεν μπορεί να αμφισβητηθεί.».
Εννοείται ότι κανείς από τους τότε συνδυασμούς που δέχθηκαν ή επιζήτησαν τη στήριξη του ΠΑΣΟΚ, στήριξη που προφανώς περιελάμβανε το πλαίσιο παροχής της όπως αυτό περιγράφηκε παραπάνω, δεν αμφισβήτησαν ή δεν διαχώρισαν τη θέση τους. Μερικοί δε εξ αυτών πήραν τη στήριξη και άλλων κομμάτων όπως η τότε ΔΗ.ΣΥ., η ΔΗΜ.ΑΡ., ο ΛΑ.Ο.Σ., κόμματα που επίσης δεν διαχώρισαν τη θέση τους από την τοποθέτηση του Παπανδρέου και το χαρακτήρα που έδωσε ο ίδιος στις εκλογές αυτές με επαναλαμβανόμενα διακαναλικά διαγγέλματά του.
Το Νοέμβριο του 2010 λοιπόν η κυβέρνηση Παπανδρέου έπαιρνε ένα είδος ψήφου εμπιστοσύνης από όλες αυτές τις δυνάμεις και όσους τις υπερψήφισαν. Στο κατώφλι του 2011 δεν θα μπορούσε εύκολα κάποιος να απαιτήσει εθνικές εκλογές με τα δεδομένα που προέκυψαν από τις αυτοδιοικητικές εκλογές και συνεπώς, αν και το περιεχόμενο του Οκτωβρίου του 2009 είχε ήδη ξεθωριάσει, υπήρχε η λογική της «νωπής λαϊκής εντολής» για τους κυβερνώντες. Τα όσα ακολούθησαν ίσως τα θυμάστε και θα τα αναλύσουμε σε επόμενο άρθρο.
Εκείνο που έχει σημασία σήμερα είναι το να ξεκαθαριστεί το περιεχόμενο των εκλογών της 17ης Ιουνίου και να μην υπάρξουν αντίστοιχες «νομιμοποιήσεις» από το παράθυρο σαν αυτές που έγιναν το Νοέμβριο του 2010. Την Κυριακή προέκυψε, μετά από εθνικές εκλογές, μια κυβέρνηση που βασίστηκε σε συμφωνία τριών κομμάτων για σχηματισμό εθνικής ευθύνης που έχει ως στόχο να αντιμετωπίσει την κρίση, να ανοίξει το δρόμο της Ανάπτυξης και να αναθεωρήσει όρους της Δανειακής Σύμβασης, χωρίς να θέσει σε κίνδυνο την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας, ούτε την παραμονή της στο ευρώ.
Αυτοί λοιπόν οι άνθρωποι, με πρωθυπουργό τον Αντώνη Σαμαρά, είναι καταδικασμένοι να πετύχουν και υποχρεωμένοι να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τις στρεβλώσεις όχι μόνο των προηγούμενων 3 ετών, αλλά και των προηγούμενων δεκαετιών. Είναι καταδικασμένοι να οδηγήσουν τη χώρα στην επιφάνεια για να πάρει ανάσα ένας λαός που του αξίζει να είναι περήφανος, που έχει ανάγκη από ένα εθνικό όραμα και που πρέπει να νιώσει στην καθημερινότητά του ότι οι τεράστιες θυσίες του πιάνουν τόπο και φέρνουν απτό, συγκεκριμένο αποτέλεσμα. Προσωπικά, θα ήθελα και κάτι ακόμα που νομίζω ότι είναι πανεθνικά απαιτητό και αναγκαίο. Το να εξασφαλιστούν δικλείδες ασφαλείας για την κοινωνική συνοχή και να υπάρξει ένα χαλύβδινο κατώτατο όριο αξιοπρεπούς διαβίωσης για τους πολίτες της χώρας, άσχετα αν αυτοί υπήρξαν στο παρελθόν συνεπείς ή όχι στις υποχρεώσεις τους απέναντι στην πατρίδα.
Πέρα από όλα αυτά, θα πρέπει και όλοι να αναλάβουν τις ευθύνες τους απέναντι στην ιστορία. Τα προηγούμενα χρόνια ζήσαμε τη βασιλεία της «θολής επικοινωνίας». Και δίνω παράδειγμα. Υπήρξαν παράγοντες της αγοράς που ενώ έχυναν κροκοδείλια δάκρυα για τους κατώτατους μισθούς, έσπευσαν να τους εφαρμόσουν, σαν αυτοί να είναι οι ανώτατοι. Το έχω ξαναπεί, ο κατώτατος μισθός είναι η δικλείδα ότι κάτω από εκεί δεν μπορεί να πάει. Δεν απαγορεύεται να κινηθεί κάποιος πάνω από αυτόν, απαγορεύεται να κινηθεί κάτω από αυτόν και κανείς δεν απαγορεύει την αξιολόγηση των εργαζομένων σε κάθε επίπεδο, αξιολόγηση που τελικά μπορεί να ορίσει και την αμοιβή τους. Η χώρα γνώρισε τα προηγούμενα χρόνια την αποθέωση του «οριζόντιου» και του «όλοι ίδιοι είναι». Λογικές σοβιετικού χαρακτήρα που μαζικοποιούν τελικά τη δυστυχία και εξαφανίζουν εκείνους που μπορούν να ξεχωρίσουν στο ελεύθερο επάγγελμα, στον ιδιωτικό ή τον δημόσιο τομέα, σε κάθε χώρο δουλειάς.
Η χώρα έχει ανάγκη από την προστασία των κατώτατων και το παράδειγμα επιβράβευσης των καλύτερων, των αποτελεσματικότερων, των συνεπών. Αυτό πρέπει να ισχύσει σε κάθε επίπεδο από την εργασία, μέχρι τη φορολόγηση. Η Ελλάδα είναι καταδικασμένη να πετύχει, με σύνεση και ξεκάθαρες στρατηγικές, χωρίς τακτικισμούς και θολούρες.