Του Πάνου Παναγιώτου
Στον απόηχο της συμφωνίας της 21ης Ιουλίου είχα προτρέψει τους πολιτικούς, να μη βιαστούν να πανηγυρίσουν άλλη μια "νίκη", αλλά να θεωρήσουν το νέο σχέδιο ως μία αναπόφευκτη εξέλιξη και ένα ελάχιστο και με μεγάλη...
καθυστέρηση βήμα στο δρόμο για την αντιμετώπιση της κρίσης χρέους.
Λιγότερο από δυο μήνες αργότερα το σχέδιο είχε ήδη ναυαγήσει ως ιδέα, πριν ακόμη εφαρμοστεί, καθώς γινόταν κοινή συνείδηση πως δε βοηθούσε ούτε την Ελλάδα να κάνει το χρέος της βιώσιμο αλλά ούτε και την Ευρώπη να σταματήσει την επίθεση των αγορών σε άλλα κράτη και στις ευρωπαϊκές τράπεζες.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, η απόφαση της 21ης Ιουλίου δε μπορεί παρά να θεωρηθεί απολύτως ανεπαρκής, αφού η εφαρμογή της όχι μόνο δε θα παρείχε την παραμικρή άμεση ανακούφιση από τη μείωση του χρέους, αλλά στην πραγματικότητα θα επέτρεπε της αύξηση του σε δραματικά επίπεδα μέχρι και το 2014 και την πολύ αργή και ελάχιστη μείωση του μέχρι το 2030 (στοιχεία, ΔΝΤ SocGen & Nomura).
Επιπλέον, η απόφαση αφορούσε μόνο σε ένα τμήμα του χρέους και δεν άγγιζε το μεγάλο θέμα των ιδιωτών κατόχων ελληνικού χρέους που δε συμμετέχουν στο PSI, αφήνοντας, ουσιαστικά, ένα τεράστιο λογικό και πρακτικό κενό το οποίο μπορούσε να λειτουργήσει ως ωρολογιακή βόμβα.
Στην περίπτωση της Ευρώπης, η απόφαση της 21ης Ιουλίου έκανε για άλλη μία φορά το ίδιο λάθος που κάνει η Τρόικα στην προσπάθεια αντιμετώπισης της "ελληνικής κρίσης" από την αρχή της, δηλαδή δε λαμβάνει υπόψη της το ευρύτερο ευρωπαϊκό και διεθνές περιβάλλον όταν κατασκευάζει "σενάρια", ούτε και λαμβάνει υπόψη της την περίπτωση που οι "συστημικές" συνθήκες επιδεινωθούν. Έτσι, η απόφαση δεν προέβλεψε ότι η τιμή των εγγυήσεων στο PSI θα αυξανόταν και πως η Ελλάδα θα χρειαζόταν περί τα 10 – 16 δις ευρώ περισσότερα για να συμμετάσχει στο σχέδιο, ούτε πως το ελληνικό ΑΕΠ θα μπορούσε να αναθεωρηθεί χαμηλότερα, κάτι το οποίο αποτελεί τον κανόνα εδώ και δύο χρόνια, αλλά και δεν προέβλεψε πως η Ελλάδα θα "έχανε" τους δημοσιονομικούς της στόχους και τους στόχους από τις ιδιωτικοποιήσεις, κάτι το οποίο, επίσης, αποτελεί τον κανόνα από την αρχή της κρίσης.
Πρακτικά μιλώντας, η εφαρμογή του PSI θα οδηγούσε στην αύξηση του ελληνικού χρέους κοντά στο 200% του ΑΕΠ μέχρι το 2014 και στη σταδιακή μείωση του από εκεί και πέρα στο 190% το 2020 και στο 160% το 2030 (στοιχεία ΔΝΤ, Nomura Global Economics).
Έτσι, με το PSI 1 να έχει αποτύχει πριν καν δοκιμαστεί, άρχισαν οι ψίθυροι για το PSI 2 το οποίο προτείνεται να περιλαμβάνει μεγαλύτερο "κούρεμα" της τάξης του 30-60%.
Τί θα συμβεί, λοιπόν, αν υιοθετηθεί, όντως, μία τέτοια απόφαση;
Εξετάζοντας το σενάριο ενός κουρέματος της τάξης του 40% με επαναγορά ομολόγων αξίας 20 δις ευρώ στο 50% της αξίας τους, το χρέος θα ανέλθει στο 185% του ΑΕΠ το 2014, έναντι 200% στο PSI 1 και 205% χωρίς καθόλου συμφωνία για "κούρεμα". Σε αυτό το σενάριο το χρέος θα έχει μειωθεί κοντά στο 170% του ΑΕΠ μέχρι το 2020 και περίπου στο 140% του ΑΕΠ το 2030.
Στο σενάριο ενός κουρέματος της τάξης του 60% με επαναγορά ομολόγων αξίας 30 δις ευρώ στο 40% της αξίας τους, το χρέος θα ανέλθει στο 150% του ΑΕΠ το 2014, ενώ θα έχει μειωθεί κοντά στο 130% του ΑΕΠ μέχρι το 2020 και περίπου στο 90% του ΑΕΠ το 2030.
Από τα παραπάνω είναι προφανές, πως το μόνο σενάριο που μπορεί κανείς να υποστηρίξει, ότι συμβάλλει, στοιχειωδώς, στη μετατροπή του ελληνικού χρέους σε βιώσιμο, μέσα στα πλαίσια της λογικής που προσεγγίζεται το πρόβλημα από την Τρόικα μέχρι στιγμής, είναι αυτό ενός PSI με κούρεμα, τουλάχιστον, της τάξης του 60% και επαναγορά ομολόγων αξίας 30 δις ευρώ στο 40% της αξίας τους.
Ωστόσο, ένα κούρεμα τέτοιου μεγέθους θα είναι δύσκολο να προωθηθεί και ήδη υπάρχουν αντιδράσεις τόσο από τις γερμανικές τράπεζες όσο και από την ΕΚΤ.
Αυτό κάνει υψηλότερο το ρίσκο της ανάγκης επιβολής του κουρέματος με κίνδυνο να προκληθεί πιστωτικό γεγονός και να ενεργοποιηθούν τα ασφάλιστρα των ελληνικών ομολόγων, κάτι που θα ανοίξει την πόρτα σε μία νέα φάση στην κρίση και θα αυξήσει τις πιθανότητες μίας χρηματοοικονομικής κρίσης με διεθνείς διαστάσεις.
Επιπλέον, στην περίπτωση ενός κουρέματος ύψους 60% οι ευρωπαϊκές τράπεζες θα χρειαστούν επανακεφαλαιοποίηση, η οποία υπολογίζεται κοντά στα 48 δις ευρώ ενώ οι ελληνικές τράπεζες θα χρειαστούν περί τα 32 δις ευρώ (στοιχεία από Reuters).
Σε αυτό το σενάριο περίπου 45 ευρωπαϊκές τράπεζες θα χρειαστούν επανακεφαλαιοποίηση και αν αυτή δεν πραγματοποιηθεί σε κάθε περίπτωση άμεσα και επιτυχώς, τότε η τραπεζική κρίση μπορεί να επιδεινωθεί επικίνδυνα.
Αλλά ας υποθέσουμε πως όλα τα παραπάνω εξελίσσονται "ομαλά" και ταυτόχρονα η κατάσταση στην Ευρώπη δεν επιδεινώνεται, όσο υιοθετούνται και αρχίζουν να εφαρμόζονται οι αποφάσεις για το PSI του 60%. Ακόμη και έτσι θα παραμείνει ανοιχτό το θέμα των ιδιωτών κατόχων ελληνικού χρέους που δε θα συμμετάσχουν στο PSI και ενώ οι αγορές θα θεωρήσουν, ότι τελικά το κούρεμα θα μεταφερθεί και σε αυτούς, οι ίδιοι θα συνεχίσουν να περιμένουν την αποπληρωμή του στο ακέραιο.
Όπως και να έχει, καθώς το νέο PSI θα συνεπάγεται και ένα νέο, ουσιαστικά, πρόγραμμα προσαρμογής, η πίεση στο εσωτερικό της Ελλάδας θα παραμείνει αφόρητη και το βάρος θα μεταφερθεί στην κυβέρνηση, που ήδη αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα να πείσει για την επιτυχία, τη χρησιμότητα και τη βιωσιμότητα των επιλογών της.
Αυτό, ιδιαίτερα καθώς η BlackRock αναμένεται να βάλει τον πήχη της επανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών ακόμη υψηλότερα, ώστε να καλυφθούν οι απώλειες που αναμένεται να προκληθούν από τις επισφάλειες και την επιδεινούμενη κατάσταση των ελληνικών νοικοκυριών στα επόμενα χρόνια.
Οι πιθανότητες η κυβέρνηση να μη μπορέσει να προχωρήσει μόνη της θα αυξηθούν και η πίεση για συναίνεση σε ένα νέο πρόγραμμα αυτή τη φορά με τη συμμετοχή κομμάτων της αντιπολίτευσης θα γίνει πολύ μεγαλύτερη. Καθώς τα κόμματα της Αριστεράς είναι σχεδόν σίγουρο πως δε θα μπουν σε μία διαδικασία διαπραγμάτευσης με την Τρόικα και τους δανειστές της χώρας, το μεγαλύτερο βάρος θα πέσει στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Έτσι, η πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα θα αρχίσει να μοιάζει όλο και περισσότερο με αυτήν που επικράτησε στην Ιρλανδία και την Πορτογαλία όταν προσέφυγαν στο Μηχανισμό Στήριξης και αυτό θα αυξήσει τις πιθανότητες παράλληλα με τις οικονομικές να υπάρξουν και σημαντικές πολιτικές εξελίξεις.
Στο μεσοδιάστημα η Ευρώπη θα προσπαθήσει να οχυρώσει τις ευρωπαϊκές τράπεζες, την Ισπανία και την Ιταλία, ενώ είναι πιθανό να επιστρέψουν οι πιέσεις στην Ιρλανδία και την Πορτογαλία.
Αν προκύπτει κάτι ως δεδομένο από όλα τα παραπάνω, αυτό είναι πως η ευρωπαϊκή κρίση βρίσκεται ήδη σε ένα εξαιρετικά επικίνδυνο σταυροδρόμι καθώς η πολιτική αστοχία της Γερμανίας, οι ελλιπείς και σε ορισμένες περιπτώσεις επικίνδυνες και επιζήμιες κινήσεις της ΕΚΤ αλλά και η παραδοσιακή ακαμψία και έλλειψη φαντασίας, και διορατικότητας του ΔΝΤ έχουν αφήσει ένα μικρό και διαχειρίσιμο πρόβλημα να λάβει τερατώδεις διαστάσεις.
Έτσι, ακόμη και αν προχωρήσει με επιτυχία ένα PSI 2 δε θα πρέπει να ιδωθεί ούτε αυτή τη φορά ως το απόλυτο φάρμακο κατά της κρίσης αλλά ως ένα νέο, ετεροχρονισμένο βήμα, προς μία εναλλακτικής της σωστότερης κατεύθυνσης, την οποία δεν αφέθηκε αλλά και δεν πέτυχε η Ελλάδα να ακολουθήσει ποτέ.
* O Πάνος Παναγιώτου, είναι χρηματιστηριακός τεχνικός αναλυτής
XrimaNews.gr
ΠΗΓΗ: tvxs.gr