4 Σεπ 2011

«Μοναδική εναλλακτική στον νεοφιλελευθερισμό η πλήρης απασχόληση»


Στον Χρόνη Πολυχρονίου
Η πλήρης απασχόληση των εργαζομένων είναι το κλειδί για να βγει η παγκόσμια οικονομία από την κρίση και όχι η λιτότητα και η δημοσιονομική πειθαρχία. 

Η διαπίστωση ανήκει στον επιφανή αμερικανό καθηγητή Οικονομικών...
Ρόμπερτ Πόλιν.


Εχετε ξεκινήσει ένα πρότζεκτ με στόχο τη μετατόπιση της προσοχής μακριά από τη δημοσιονομική πειθαρχία και τα μέτρα λιτότητας ως μέσα αντιμετώπισης των σημερινών οικονομικών προβλημάτων στις ανεπτυγμένες οικονομίες και προς την κατεύθυνση της πλήρους απασχόλησης. Πώς ορίζετε την πλήρη απασχόληση;


Μια οικονομία πλήρους απασχόλησης είναι μια οικονομία, όπου υπάρχει αφθονία αξιοπρεπών θέσεων εργασίας. Δουλειές που αμείβουν τους εργαζόμενους με, τουλάχιστον, μισθούς διαβίωσης, όπου οι εργασιακοί χώροι είναι καθαροί και υγιείς, και όπου οι εργαζόμενοι μπορούν να ασκούν το βασικό δικαίωμά τους να οργανώνονται συλλογικά με τον τρόπο που αυτοί θεωρούν πλέον κατάλληλο.
Από την άποψη των επίσημων δεικτών ανεργίας, μια οικονομία πλήρους απασχόλησης θα ήταν γενικά μια οικονομία, όπου ο μετρήσιμος δείκτης ανεργίας είναι λιγότερο από 4%. Αλλά υπάρχει ένα πρόβλημα με τις επίσημες στατιστικές ανεργίας γύρω από το θέμα.
Μια οικονομία μπορεί εύκολα να φτάσει σε χαμηλούς δείκτες ανεργίας, με το να καταστήσει τους ανθρώπους απελπισμένους αρκετά, ώστε να κάνουν οτιδήποτε απλώς για να επιβιώσουν. Ετσι, εάν βλέπουμε χιλιάδες άτομα στους δρόμους να πουλάνε «μπιχλιμπίδια» και «ομπρέλες» και τους υπολογίσουμε ως απασχολούμενους, τότε μπορούμε να φτάσουμε σε επίπεδο «πλήρους απασχόλησης» με το να περιορίσουμε τις ευκαιρίες για αξιοπρεπείς θέσεις απασχόλησης.
Κατά συνέπεια, είναι επιτακτικό ότι η πλήρης απασχόληση αναφέρεται μόνο σε μια αφθονία αξιοπρεπών θέσεων εργασίας, όχι σε οποιεσδήποτε δουλειές.

Είναι το κάλεσμά σας για μια επιστροφή στην πλήρη απασχόληση διαφορετική από την πολιτική πλήρους απασχόλησης που οι ΗΠΑ είχαν υιοθετήσει, για παράδειγμα, κάτω από τις κυβερνήσεις Νίξον-Φορντ-Κάρτερ;

Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν ήταν ποτέ πραγματικά δεσμευμένες απέναντι σε ένα πρόγραμμα πλήρους απασχόλησης όπως εγώ το ορίζω. Εντούτοις, αληθεύει ότι από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και έως την δεκαετία του '70 - συμπεριλαμβανομένων των κυβερνήσεων Νίξον, Φορντ και Κάρτερ - η δημιουργία θέσεων εργασίας αποτελούσε κεντρική πτυχή της οικονομικής πολιτικής.
Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση των ΗΠΑ τροποποιούσε συνειδητά τις πολιτικές κρατικής δαπάνης και τα επίπεδα ελλείμματος (δημοσιοοικονομική πολιτική) και ρύθμιζε επίσης τα βραχυπρόθεσμα επιτόκια (νομισματική πολιτική) για να προωθήσει τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης.
Κατά τη διάρκεια αυτής της εποχής, οι χρηματοοικονομικές αγορές στις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν σχεδόν απόλυτα ελεγχόμενες, προκειμένου να μην εκτοπίσει η κερδοσκοπία τις παραγωγικές επενδύσεις και τη δημιουργία θέσεων εργασίας ως κοινωνικές προτεραιότητες. Αυτοί οι βασικοί πολιτικοί στόχοι και τα συγκεκριμένα εργαλεία διατηρήθηκαν λίγο πολύ ανέπαφα καθ' όλη τη διάρκεια της αρχικής μεταπολεμικής εποχής, ανεξάρτητα από το εάν ήταν στην εξουσία οι Δημοκρατικοί ή οι Ρεπουμπλικανοί.

Κατά την άποψή μου, πρέπει βεβαίως να επανεργοποιήσουμε αυτά τα τυποποιημένα εργαλεία οικονομικής πολιτικής - δημοσιονομική και νομισματική πολιτική, μέσα σε ένα πλαίσιο αυστηρού χρηματοοικονομικού ελέγχου - για να μπορέσουμε να προωθήσουμε μια ατζέντα πλήρους απασχόλησης.
Αλλά πρέπει να πάμε πολύ πιο πέρα.
Κι ο λόγος γι' αυτό έχει να κάνει, εν μέρει, με τις πιέσεις που ασκεί η παγκοσμιοποίηση, όπου οι επιχειρήσεις έχουν όλο και περισσότερο την ικανότητα και το κίνητρο να μεταφέρουν τις δραστηριότητές τους σε χώρες όπου οι μισθοί είναι πολύ χαμηλότεροι απ' ό,τι είναι στις ΗΠΑ και σε άλλες ανεπτυγμένες οικονομίες.
Αλλά, έχει επίσης να κάνει με την περιβαλλοντική κρίση, που είναι πλέον πρωταρχικό ζήτημα. Εχουμε περάσει το σημείο όπου θα μπορούσαμε απλά να σκεφτούμε για τους τρόπους με τους οποίους θα επεκτείνουμε την οικονομική ανάπτυξη και τις ευκαιρίες απασχόλησης χωρίς να εξετάζουμε τις επιπτώσεις αυτής της ανάπτυξης στο περιβάλλον.
Με δεδομένα αυτά τα προβλήματα, πρέπει να στραφούμε, κυρίως, στην προώθηση εκείνων των μορφών επένδυσης, που από τη φύση τους θα παράγουν πολλές θέσεις εργασίας μέσα στην εγχώρια οικονομία και που θα ενισχύουν την περιβαλλοντική βιωσιμότητα.

Από τη στιγμή που έχουμε ήδη μια διεθνοποιημένη οικονομία, δεν θα απαιτούσε εξ ορισμού η επιστροφή σε μια πολιτική πλήρους απασχόλησης την ενίσχυση του εθνικού κράτους και τη στοχοθέτηση εκ μέρους του των οικονομικών εκείνων τομέων που μπορούν να παράγουν νέες και αξιοπρεπείς θέσεις απασχόλησης;

Το κράτος πρέπει οπωσδήποτε να διαδραματίσει έναν ισχυρό ρόλο, ξεκινώντας με τη δέσμευση για τη διατήρηση ενός αποτελεσματικού συστήματος χρηματοοικονομικών ελέγχων και ρυθμίσεων. Εάν επιτραπεί στη Γουόλ Στριτ να λειτουργήσει ξανά αχαλίνωτη, μπορούμε να δούμε πάλι κάποια μορφή οικονομικής ανάπτυξης, που θα καταλήξει, όμως, ακόμα μία φορά σε μια χρηματοπιστωτική φούσκα. Αλλά θα δούμε, επίσης, μιαν άλλη οικονομική κατάρρευση και μια νέα παγκόσμια κρίση.
Πέρα από αυτό, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση πρέπει πραγματικά να δεσμευτεί στη χρησιμοποίηση της δημοσιονομικής και της νομισματικής πολιτικής για να διατηρήσει ένα υψηλό επίπεδο γενικής ζήτησης στην οικονομία.
Και τέλος, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση πρέπει να καθοδηγήσει την οικονομία προς επενδύσεις στην εκπαίδευση, την καθαρή ενέργεια και σε άλλες πτυχές, που είναι δυνατές πηγές εγχώριας απασχόλησης.

Ποιες θεωρείτε ότι είναι οι αμεσότερες πολιτικές προκλήσεις που θα αντιμετωπίσει σήμερα μια πολιτική πλήρους απασχόλησης;

Η αμεσότερη πρόκληση είναι, να συσπειρώσουμε τους ανθρώπους γύρω από την πλήρη απασχόληση ως τη μοναδική αποτελεσματική εναλλακτική λύση στον νεοφιλελευθερισμό και τη λιτότητα. Με πολιτικούς όρους, για την περίπτωση των ΗΠΑ, αυτό σημαίνει ουσιαστικά πίεση προς το Δημοκρατικό Κόμμα να σταματήσει να υποκλίνεται στη Γουόλ Στριτ και να αρχίσει να εκπροσωπεί τους άνθρωπους - τους εργαζόμενους ανθρώπους, συμπεριλαμβανομένων των μελών των συνδικαλιστικών οργανώσεων, της μεσαίας τάξης, των μειονότητων, των φτωχών, και των νέων - που είναι, ουσιαστικά, και οι άνθρωποι που εκλέγουν τους Δημοκρατικούς σε θέσεις εξουσίας.

Πώς βλέπετε την ιδέα της δέσμευσης του δημόσιου τομέα (μια ιδέα που προωθεί ο Τζέιμς Γκάλμπρεϊθ) να προσλάβει τους ανέργους με έναν αξιοπρεπή μισθό και την κυβέρνηση να μειώσει, αντί να αυξάνει, το όριο συνταξιοδότησης ως κεντρικά μέσα οικονομικής πολιτικής για τη μείωση της ανεργίας;

Νομίζω, ότι υπάρχει αξία σ' αυτές τις συγκεκριμένες ιδέες, ειδικά επειδή καθιερώνουν τη δημιουργία αξιοπρεπούς απασχόλησης ως κεντρική πτυχή της οικονομικής πολιτικής. 
Η δική μου συγκεκριμένη προσέγγιση είναι κάπως διαφορετική δεδομένου ότι εγώ:

1. στρέφομαι προς τη μετατόπιση της συνολικής δαπάνης στην οικονομία, συμπεριλαμβανομένης της ιδιωτικής και της δημόσιας επένδυσης, σε τομείς όπως η εκπαίδευση και η καθαρή ενέργεια,

2. δίνω ιδιαίτερη προσοχή στις βιομηχανικές πολιτικές που θα προωθήσουν έναν επιτυχή μετασχηματισμό καθαρής ενέργειας και

3. συνηγορώ υπέρ των μέτρων εκείνων, που θα μπορούν επιτυχώς να περιορίσουν τη μεταφορά θέσεων εργασίας μακριά από την αμερικανική εγχώρια οικονομία.
Η άποψή μου είναι, ότι η αντιμετώπιση των προκλήσεων, που δημιουργούνται από την περιβαλλοντική κρίση, την παγκοσμιοποίηση και το καζίνο της Γουόλ Στριτ είναι απολύτως απαραίτητη προϋπόθεση για την οικοδόμηση μιας βιώσιμης μακροπρόθεσμης πορείας προς την πλήρη απασχόληση.

WHO is who;

Καθηγητής Οικονομικών και συνδιευθυντής του Ινστιτούτου Ερευνας Πολιτικής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο της Μασαχουσέτης στο Αμχερστ. Η έρευνά του εστιάζεται στα μακροοικονομικά, στις συνθήκες για χαμηλά αμειβόμενους εργαζόμενους στις ΗΠΑ και διεθνώς, στην ανάλυση των χρηματοοικονομικών αγορών και στα οικονομικά της καθαρής ενέργειας.
Εχει δημοσιεύσει δεκάδες οικονομικές μελέτες, πάνω από 200 άρθρα και έχει εκδώσει πολλά βιβλία. Εχει συνεργαστεί με το Πρόγραμμα Ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών και με την Οικονομική Επιτροπή του Κογκρέσου των ΗΠΑ.

 ΠΗΓΗ: enet.gr