29 Σεπ 2010

Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΔΗΜΙΑ ΤΗΣ ΠΑΧΥΣΑΡΚΙΑΣ

Του ΓΙΑΝΝΗ ΤΟΥΝΤΑ, αν. καθηγητή Κοινωνικής Ιατρικής, Κέντρο Μελετών Υπηρεσιών Υγείας Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών, προέδρου ΕΟΦ

Είναι απορίας άξιο το γεγονός ότι οι Ελληνες, εκτός από πρωταθλητές στο κάπνισμα, κατάφεραν τα τελευταία χρόνια να γίνουν και πρωταθλητές στην παχυσαρκία....
Μόνο 4 στους 10 Ελληνες έχουν φυσιολογικό σωματικό βάρος, σύμφωνα με την πανελλαδική έρευνα Hellas Health ΙΙ, που πραγματοποιήσαμε πρόσφατα. Υπάρχει, βέβαια, συνεχής αύξηση της παχυσαρκίας στις χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ, αλλά εμείς, ως συνήθως, το παρακάναμε.

Το φαινόμενο αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι λαοί στις ανεπτυγμένες χώρες του ΟΟΣΑ τα τελευταία 30 χρόνια δέχονται αυξανόμενες επιδράσεις ενός φυσικού και κυρίως κοινωνικο-οικονομικού περιβάλλοντος που προάγει την παχυσαρκία. Από την άλλη μεριά, οι μακροχρόνιες επιδράσεις του βελτιωμένου εκπαιδευτικού και βιοτικού επιπέδου έχουν ευαισθητοποιήσει τους πολίτες για τους κινδύνους που διατρέχει η υγεία τους από ανθυγιεινές συμπεριφορές και τους έχουν καταστήσει πιο ικανούς να χειρίζονται σωστά τα ζητήματα που σχετίζονται με την υγεία τους.

Αυτή η δυνατότητα παρέχεται κυρίως στα άτομα από τα ανώτερα κοινωνικο-οικονομικά στρώματα. Η κατανομή των υπέρβαρων και παχύσαρκων ατόμων στις χώρες του ΟΟΣΑ αναδεικνύει σημαντικές κοινωνικές ανισότητες, ιδιαίτερα στις γυναίκες, όπου οι πιο μορφωμένες και με υψηλότερα εισοδήματα είναι λιγότερο υπέρβαρες ή παχύσαρκες.

Παρά τις διαπιστώσεις αυτές, δεν έχει διευκρινιστεί ακόμα ποια είναι η αιτιολογική σχέση μεταξύ εκπαίδευσης και παχυσαρκίας. Μελέτες σε νέους στη Γαλλία υποδεικνύουν ότι η εκπαίδευση μειώνει την παχυσαρκία, παρά το αντίθετο. Οι λόγοι έχουν να κάνουν με την καλύτερη πρόσβαση που έχουν τα εκπαιδευμένα άτομα στη σχετική πληροφόρηση, καθώς και με τις αυξημένες δυνατότητες τους να χειριστούν σωστά την πληροφόρηση αυτή. Επίσης, τα άτομα με ανώτερη εκπαίδευση έχουν καλύτερη αντίληψη για τους κινδύνους που σχετίζονται με τον τρόπο ζωής, ενώ έχουν, επιπλέον, μεγαλύτερο αυτοέλεγχο και σταθερότητα στις προτιμήσεις τους.

Οι διαφοροποιήσεις δε που παρουσιάζονται, ακόμη και μέσα στην ίδια την οικογένεια, υποδηλώνουν πως το φαινόμενο της παχυσαρκίας εξαρτάται περισσότερο από τις ατομικές συνήθειες, κυρίως διατροφής και άσκησης, και λιγότερο από γενετικούς παράγοντες.

Οι προβληματισμού αυτοί δεν εμποδίζουν την επιτυχή υλοποίηση προγραμμάτων πρόληψης και καταπολέμησης της παχυσαρκίας. Στις χώρες του ΟΟΣΑ, τα σχετικά προγράμματα, εκτός από τη μείωση της παχυσαρκίας και συνακόλουθα τη μείωση ορισμένων χρόνιων παθήσεων και κυρίως του διαβήτη, έχουν και θετικές οικονομικές επιπτώσεις λόγω της μείωσης του κόστους περίθαλψης. Οι παρεμβάσεις, όμως, δεν έχουν τα επιθυμητά αποτελέσματα όταν υλοποιούνται αποσπασματικά και δεν εντάσσονται σε ευρύτερα προγράμματα Προαγωγής και Αγωγής Υγείας, που πραγματοποιούνται κατά κύριο λόγο εκτός του συστήματος υγείας, στους χώρους εκπαίδευσης, εργασίας και κατοικίας. Αλλά και στο πλαίσιο των υπηρεσιών υγείας, τα προγράμματα αυτά μπορεί να είναι αποτελεσματικά, όταν εστιάζονται σε άτομα υψηλού κινδύνου, όπως είναι τα υπέρβαρα άτομα ή τα άτομα με βεβαρημένο οικογενειακό ιστορικό. Προγράμματα που απευθύνονται σε παιδιά και εφήβους είναι αποδοτικά σε μακροχρόνιο όμως ορίζοντα, μια που τα θετικά αποτελέσματά τους στην υγεία θα γίνουν εμφανή ύστερα από αρκετά χρόνια