Η Lisa Montgomery είναι η μόνη γυναίκα που καταδικάστηκε σε θάνατο και εκτελέστηκε στις ΗΠΑ τα τελευταία 70 χρόνια. Ποιο ήταν το έγκλημά της και ποιοι την έκαναν δολοφόνο.
Νίκη Μπάκουλη
H Lisa Montgomery έγινε η πρώτη γυναίκα που εκτελείται (με θανατηφόρα ένεση) από τις ομοσπονδιακές αρχές των ΗΠΑ, έπειτα από 70 χρόνια, όταν στην Ελλάδα είχε ξημερώσει η Τετάρτη 13/1. Μια μέρα νωρίτερα, ο δικαστής James Hanlon είχε δώσει εντολή για αναβολή, με τους δικηγόρους της να αποδεικνύουν πως "η ψυχική της υγεία είναι απομακρυσμένη από την πραγματικότητα, στο βαθμό που δεν μπορεί να αντιληφθεί βάσει λογικής, το λόγο της εκτέλεσης της". Ο Ντόναλντ Τραμπ τοποθετήθηκε άμεσα, καθώς ήταν μια από τις τελευταίες αποφάσεις του ως Πλανητάρχη και το Ανώτατο Δικαστήριο συνεδρίασε εκτάκτως, για να καταλήξει τα ξημερώματα στην άμεση εκτέλεση. Έγινε στις 08.31 ώρα Ελλάδος, παρουσία δημοσιογράφων, στους οποίους έστρεψε το βλέμμα της - για λίγα δευτερόλεπτα - η καταδικασμένη (τους χώριζε ένα τζάμι). Η γυναίκα που βρισκόταν από πάνω της, της έβγαλε τη μάσκα και τη ρώτησε, αν έχει να πει κάτι. Εκείνη ψιθύρισε 'όχι', έκλεισε τα μάτια της και δεν τα ξανάνοιξε.
Η Montgomery ήταν η μόνη γυναίκα καταδικασμένη σε θάνατο που υπήρχε στις ΗΠΑ - όπου το 55% εξακολουθεί να πιστεύει πως η κατάλληλη τιμωρία για φόνο είναι η εκτέλεση. Ιστορικά, έχουν εκτελεστεί μόνο τρεις γυναίκες: η Mary Surratt το 1865 (με κρέμασμα -κρίθηκε ένοχη για τη συμμετοχή της σε συνωμοσία δολοφονίας του Προέδρου Abraham Lincoln), η Ethel Rosenberg το 1953 (στην ηλεκτρική καρέκλα -καταδικάστηκε ως κατάσκοπος της Σοβιετικής Ένωσης, μαζί με το σύζυγο της, Julius, ο οποίος επίσης εκτελέστηκε) και η Bonnie Heady επίσης, το 1953 (στο θάλαμο αερίων -μαζί με τον Karl Hall είχαν απαγάγει και δολοφονήσει ένα 6χρονο αγόρι, γόνο εκατομμυριούχου αντιπρόσωπου αυτοκινήτων, αφότου ζήτησαν το μεγαλύτερο ποσό λύτρων που είχε ζητήσει ποτέ απαγωγέας).
Η περίπτωση της Montgomery ήταν άρδην διαφορετική.
Στις 16 Δεκεμβρίου του 2004 η 23χρονη Bobbie Jo Stinnett βρέθηκε δολοφονημένη, στο σπίτι της στο Skidmore του Missouri. Τη σορό ανακάλυψε η μητέρα του θύματος, Becky λίγες ώρες μετά το συμβάν. Η Stinnett, η οποία δεν είχε 'κλείσει' χρόνο παντρεμένη, ήταν έγκυος στον 8ο μήνα. Θα γινόταν για πρώτη φορά μητέρα. Το μωρό δεν βρέθηκε πουθενά.
Μαζί με το σύζυγό της διατηρούσαν εκτροφείο σκύλων, το οποίο διαφήμιζαν μέσω του Internet. Γνώρισε την Risa Marie Montgomery μέσω chatroom για ανθρώπους που ενδιαφέρονταν να αποκτήσουν σκύλους ράτσας terrier. Η Montgomery είχε συστηθεί ως 'Darlene Fischer' και δήλωνε μια τέτοια περίπτωση. Είχε γνωριστεί με τη Stinnett σε σόου σκύλων στο Κansas και τότε κατέστρωσε το πλάνο της.
Βάσει αυτού, θα γινόταν φίλη με την Stinnett, υποστηρίζοντας πως αφενός θέλει σκύλο, αφετέρου είναι κι εκείνη έγκυος. Σύντομα οι συνομιλίες έγιναν καθημερινές. Αντάλλαζαν σκέψεις, συναισθήματα και ανησυχίες για τις εγκυμοσύνες τους. Μια μέρα κανόνισαν να συναντηθούν στο σπίτι της Stinnett ήταν 281.5 χιλιόμετρα μακριά από αυτό της Montgomery. Έδωσαν ραντεβού για τις 16/12 του 2004, όταν η Montgomery επιτέθηκε στην οικοδέσποινα, την στραγγάλισε ('με σύρμα ή σκοινί'), έσκισε την κοιλιά της με μαχαίρι κουζίνας, έβγαλε το -πρόωρο- έμβρυο από την μήτρα και το πήρε μαζί της. Η αφαίρεση του εμβρύου ήταν ο λόγος του θανάτου της Stinnett, σύμφωνα με τη νεκροψία.
Κάτοικοι της περιοχής είχαν δει ένα δίπορτο κόκκινο Honda, έξω από το σπίτι του θύματος. Άρχισε αμέσως η αναζήτηση. Τα ξημερώματα της 18ης του Δεκέμβρη το όχημα εντοπίστηκε -παρατημένο- στην Atchison County. Εκδόθηκε αμέσως Amber Alert και άρχισε το ανθρωποκυνηγητό. Η Montgomery (σημείωσε πως το πραγματικό της όνομα αποκαλύφθηκε, όταν οι ντετέκτιβ που διάβασαν τα μηνύματα και τα emails που 'χε ανταλλάξει με το θύμα, εντόπισαν την IP της) συνελήφθη δυο μέρες αργότερα στο Κansas.
Στην αρχή υποστήριξε πως το μωρό ήταν δικό της, κάτι που διαψεύστηκε από τεστ DNA. Τότε ήταν που ομολόγησε τις πράξεις της. 'Εξήγησε' πως έκανε ό,τι έκανε, γιατί είχε πει ψέματα στο σύζυγό της, πως περίμεναν παιδί. Ήταν η πολλοστή φορά που του είχε πει κάτι ανάλογο, σε μια τριετία. Πάντα η 'ιστορία' ολοκληρωνόταν με την απώλεια του εμβρύου. Όταν δολοφόνησε την Stinnett, ήταν με τον Kevin στα δικαστήρια για την επιμέλεια των παιδιών τους. Εκείνος την είχε ενημερώσει πως θα χρησιμοποιήσει τα ψέματα της.
Όπως είχε ενημερώσει η αστυνομία το μωρό ήταν υγιές. H Victoria επέστρεψε στην αγκαλιά του πατέρα της. Οι αρχές ενημέρωσαν και ότι δεν ήταν η πρώτη απαγωγή εμβρύου, αλλά η 9η, από το 1987. Συνήθως οι απαγωγείς ήταν γυναίκες που δήλωναν έγκυες, ενώ δεν ήταν και μετά έπαιρναν τα έμβρυα άλλων. Η κατηγορία που απαγγέλθηκε στη Montgomery ήταν 'απαγωγή που είχε ως συνέπεια το θάνατο'. Στην καλύτερη των περιπτώσεων θα καταδικαζόταν σε ισόβια. Υπήρχε και το ενδεχόμενο να της επιβληθεί θανατική ποινή.Στις καταθέσεις, πριν την πρώτη δικάσιμο νευροψυχολόγος που εξέτασε την κατηγορούμενη είχε πει πως "από ξυλοδαρμούς που υπέστη κάποια χρόνια νωρίτερα, ενδέχεται να καταστράφηκε το μέρος του εγκεφάλου που ελέγχει την επιθετικότητα".
Ο δικηγόρος Frederick Duchardt (death row lawyer -δικηγόρος καταδικασμένων σε θανατική ποινή) ανατέθηκε στην Montgomery τον Απρίλιο του 2006, από το δικαστή Fenner. Άρθρο της Guardian το 2016 παρουσίασε τον Duchardt ως εξής: “Εχει περισσότερους πελάτες καταδικασμένους σε θάνατο από ομοσπονδιακό δικαστήριο από κάθε άλλο συνήγορο στις ΗΠΑ”. Ο τίτλος του longread ήταν "ο δικηγόρος που χάνει συνέχεια". Mέσα υπήρχαν ουκ ολίγα στοιχεία που έδειχναν, πως κάθε άλλο παρά έκανε καλά τη δουλειά του.
Από το διορισμό του έως το τέλος του 2006, ο Duchardt είχε τόσες υποθέσεις να διαχειριστεί, που δεν κατάφερε να συναντήσει τη Montgomery περισσότερες από τρεις φορές. Το θέμα της εμπιστοσύνης που δεν είχε εκείνη με τους άνδρες τον οδήγησε να στείλει τη σύζυγο του, Ryland να κάνει 16 ραντεβού με την Montgomery. Η Ryland δεν είχε την παραμικρή σχέση με τη δουλειά (ήταν θεραπεύτρια παιδιών με αυτισμό, με τη βοήθεια αλόγων). Όσο πλησίαζε η δίκη (τον Οκτώβρη του 2007) ο δικηγόρος εστίασε στα της ενοχής της.
Ήταν βέβαιος, πως μπορούσε να την αμφισβητήσει, μέσω δυο αντιφατικών στρατηγικών. Κατ' αρχάς θα υπαινισσόταν πως η Stinnett δεν δολοφονήθηκε από την πελάτισσα του, αλλά από τον αδελφό της, ο οποίος είχε δώσει στην Montgomery το παιδί. Μια εβδομάδα πριν εμφανιστεί ενώπιον του δικαστή, έμαθε πως ο Tommy είχε άλλοθι: την ώρα της δολοφονίας ήταν με τον δικαστικό του επιτηρητή.
Επιπροσθέτως, τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας της Montgomery, που θα μπορούσαν να παρέχουν στοιχεία για το πώς μεγάλωσε και ενδεχομένως να τη σώσουν από την εκτέλεση εξαφανίστηκαν, όταν έμαθαν ότι σκόπευε να 'ρίξει' το φταίξιμο στον αδελφό της.
Μοιραία, ο Duchardt πέρασε στη δεύτερη τακτική: θα παραδεχόταν πως ενώ η Μontgomery ήταν η δολοφόνος, δεν ήταν ένοχη λόγω παραφροσύνης - θα υποστήριζε ότι ήταν συνέπεια ψευδοκύησης που 'πέρασε' η πελάτισσα του. Μόνο που όπως τον διαβεβαίωσε ο εμπειρογνώμονας στον οποίον απευθύνθηκε, αυτός ο ισχυρισμός δεν είχε επιστημονική βάση. Κατόπιν αυτών, ο Duchardt πέρασε στην υπερασπιστική γραμμή πως η γυναίκα είχε ψευδαισθήσεις, αυτή απορρίφθηκε από τους ενόρκους, που πρότειναν τη θανατική ποινή -ενώ ο δικαστής Gary A. Fenner είχε επιβάλει ισόβια κάθειρξη. Η αλλαγή επικυρώθηκε στις 4/4 του 2008 και η Montgomery έγινε ο αριθμός 11072-031 στην ομοσπονδιακή φυλακή για γυναίκες, στο Texas -όπου άρχισε να λαμβάνει φαρμακευτική, ψυχολογική και ψυχιατρική θεραπεία. Από το 2017 βρίσκεται στο Ομοσπονδιακό Ιατρικό Κέντρο του Carswell, στο Τexas.
Η ομάδα που χειρίστηκε την έφεση, 'έπιασε' την ιστορία της από το μηδέν και την 'έχτισε' μέσω 450 συνεντεύξεων με μέλη της οικογενείας, φίλους, γιατρούς, κοινωνικούς λειτουργούς και ειδικευμένους στη ψυχική υγεία. Ουκ ολίγα στοιχεία αποδείκνυαν, πως ως παιδί είχε υποστεί 'από τις πιο ακραίες και αδυσώπητες περιπτώσεις σωματικής και σεξουαλικής κακοποίησης'. Το μαρτύριο της είχε αρχίσει, πριν καν γεννηθεί. Η αλκοολική μητέρα της της 'πέρασε' το σύνδρομο αλκοολικού εμβρύου.
Η μητέρα της έπιασε τον πατριό στα "πράσα" και απαίτησε ευθύνες από την κόρη της
Για πρώτη φορά κακοποιήθηκε σεξουαλικά, όταν ήταν 3 χρόνων. Ήταν ξαπλωμένη δίπλα στην 8χρονη αδελφή της, Diane, όταν τη βίαζε ο άνδρας που είχε προσλάβει η οικογένεια τους για να 'κρατά' τα παιδιά.
Ο βιολογικός πατέρας εγκατέλειψε το σπίτι και η Judy άρχισε να φιλοξενεί σε αυτό τους συντρόφους της. Η Diane έχει δηλώσει πως "η μάνα μας ήταν εξπέρ στο να χειραγωγεί τους πάντες και δόλια. Απολάμβανε να βασανίζει όσους είχε δίπλα της". Εκείνη γλίτωσε νωρίς, καθώς την απομάκρυνε από το σπίτι η πρόνοια. Η Lisa συνέχισε να μένει με τη μάνα της και τους κατά καιρούς φίλους της.
Στα 11 τη βίασε για πρώτη φορά ο πατριός της, Jack, ο οποίος κατά δήλωση των παιδιών, που είχε αποκτήσει νωρίτερα, ήταν πάντα μεθυσμένος και χτυπούσε καθημερινά εκείνη και τη μητέρα της. Έκτοτε υπόκειτο σε σεξουαλική κακοποίηση μια με δυο φορές την εβδομάδα.
Όταν εκείνη ήταν 13 χρόνων, αυτός 'έφτιαξε' ειδικό δωμάτιο (με ηχομόνωση και δική του πόρτα), πλάγια του trailer όπου έμεναν σε δάσος της Oklahoma, για να τη βιάζει με την 'ησυχία' του. Συχνά την πίεζε με ένα μαξιλάρι στο πρόσωπο. Όταν αντιστεκόταν, την έπιανε από τα μαλλιά και χτυπούσε το κεφάλι της στο πάτωμα (μαγνητική που έκανε πολλά χρόνια αργότερα, απέδειξε πως είχε υποστεί σοβαρό τραύμα).
Η Montgomery κατέφυγε στο αλκοόλ, προκειμένου να 'μπλοκάρει' την πραγματικότητα που ζούσε. Ένα χρόνο αργότερα, η μάνα της, July εισέβαλε στο ειδικό δωμάτιο και 'έπιασε' τον σύζυγο της να κακοποιεί την κόρη της. 'Η Lisa έζησε το μεγαλύτερο εφιάλτη της ζωής της' είπαν οι συνήγοροι. Βλέπεις, η μητέρα της 'κόλλησε' στο δικό της κεφάλι την κάννη, ουρλιάζοντας 'πως μπόρεσες να το κάνεις αυτό σε εμένα;'. Με τα χρόνια, ο Jack άρχισε να καλεί και φίλους του, στους βιασμούς. Αυτοί έκαναν ό,τι διεστραμμένο είχαν στο μυαλό τους, πάνω στη Lisa. Ενίοτε η μάνα της την έδινε στον υδραυλικό ή τον ηλεκτρολόγο, αντί χρημάτων για τις εργασίες τους.
Ως έφηβη η Lisa είχε εμπιστευτεί σε έναν ξάδελφο της (που ήταν αστυνομικός) πως άνδρες την έδεναν, τη χτυπούσαν και μετά ουρούσαν πάνω της. Εκείνος δεν έκανε τίποτα.
Κάποια στιγμή η Judy πήρε διαζύγιο από τον Jack. Kαι τότε κατήγγειλε τα αίσχη του. Ο δικαστής τη μάλωσε που δεν είχε καταγγείλει τους βιασμούς, εγκαίρως και το άφησε εκεί. “Υπήρχε ένας γιατρός στην Oklahoma που την είχε εξετάσει, όταν ήταν παιδί και είχε διαπιστώσει τους επαναλαμβανόμενους βιασμούς, αλλά δεν έκανε τίποτα. Όπως δεν έκανε κάτι η πρόνοια, όταν η μάνα της κατήγγειλε τη σεξουαλική κακοποίηση”, επισήμαναν αυτόπτες μάρτυρες.
Αποπειράθηκε να αποδράσει όταν ήταν 18, μέσω γάμου με τον εξ αγχιστείας αδελφό της. Ο σύζυγος της, Carl έγινε συνεχιστής της βίας που ζούσε εκείνη από παιδί. Κατέγραφε τους ξυλοδαρμούς και τους βιασμούς, με βιντεοκάμερα. Το υλικό ανακάλυψε ένας αδελφός της Lisa, τυχαία. Είχε πει "ήταν σαν να βλέπω ταινία τρόμου. Δεν ήξερα τι να πω στην αδελφή μου ή τι να κάνω". Το ζευγάρι απέκτησε τέσσερα παιδιά. Εκείνη υποβλήθηκε σε επέμβαση στείρωσης (έδεσε τις σάλπιγγες), το 1990. Παρ' όλα αυτά, έκτοτε πίστεψε ολίγες φορές πως ήταν έγκυος. Οι φίλοι και οι συγγενείς επισήμαναν ότι χρονικά κάπου εκεί "είχε αρχίσει να φτιάχνει ένα δικό της κόσμο". Πήρε διαζύγιο από τον Carl και λίγο αργότερα, παντρεύτηκε τον Kevin, ο οποίος κατέθεσε το 2004 αίτηση διαζυγίου, έχοντας κουραστεί από τα ψέματα της. Σύμφωνα με τους ειδικούς "φαντασιωνόταν πως είναι έγκυος, όσο 'έχανε' την επαφή με την πραγματικότητα".
Εξετάσεις στις οποίες υποβλήθηκε, μετά την καταδίκη της έδειξαν πως είχε κατάθλιψη, οριακή διαταραχή προσωπικότητας, μετατραυματικό στρες και ψύχωση που ήταν απόρροια σχιζοφρένειας. Θα μου επιτρέψεις να δώσω τον ορισμό της λέξης 'ψύχωση', γιατί από την κατάχρηση έχουν προκύψει παρερμηνείες. “Η ψύχωση δεν είναι νόσος, αλλά σύνδρομο που μπορεί να παρουσιαστεί σε πολλές διαταραχές, ψυχολογικές και σωματικές. Αποτελεί έλλειμμα του ελέγχου της πραγματικότητας, δηλαδή το άτομο αντιλαμβάνεται και αξιολογεί, με έναν δικό του προσωπικό τρόπο, τα ερεθίσματα του εξωτερικού περιβάλλοντος”. Το άτομο δεν έχει επίγνωση της διαφορετικότητας. Είναι βέβαιο πως αισθάνεται όσα πραγματικά συμβαίνουν, ό,τι και αν λένε άλλοι.
Όλες οι διαταραχές που διαγνώστηκαν και 'μπλόκαραν' την επαφή με την πραγματικότητα, προέκυψαν ως αμυντικοί 'μηχανισμοί' επιβίωσης. Εν τω μεταξύ, από τα αλλεπάλληλα χτυπήματα που είχε δεχθεί, είχε πάθει και μόνιμη εγκεφαλική βλάβη.
Αυτά τα στοιχεία δεν ήταν διαθέσιμα στην πρώτη δίκη της, όπου φαινόταν απαθής και αναίσθητη (σαν να μην είχε μετανιώσει για τίποτα) στα μάτια όσων την έβλεπαν στην καρέκλα της κατηγορούμενης. Η απάθεια της είχε να κάνει με τα αντιψυχωσικά φάρμακα που έπαιρνε. Η Janet Vogelsang, κλινική κοινωνιολόγος πέρασε πολλές ώρες με την Montgomery το 2016. Στις 184 σελίδες της αναφοράς της https://beta.documentcloud.org/documents/20429811-jan-vogelsang-social-history, γράφει πως “μιλώντας μαζί της ήταν σαν να μιλάω με βετεράνους πολέμου που κρατούνταν σε κλουβιά και υπόγεια, υπό τις χειρότερες των συνθηκών. Οι σεξουαλικές επιθέσεις, οι ομαδικοί βιασμοί, το σεξουαλικό trafficking και η βία ήταν μόνο η αρχή. Πάντα την εξευτέλιζαν και την υποτιμούσαν.
Από όταν ήταν μικρή, η μητέρα της, της έβαζε ταινία στο στόμα για να μη μιλάει, ενώ την άφηνε γυμνή έξω από το σπίτι, για να τη βλέπουν οι μεθυσμένοι επισκέπτες. Την είχε διαβεβαιώσει πως αν έκανε τον παραμικρό θόρυβο θα την έστελνε κάπου μακριά. Οι γονείς της την έβαζαν να χτυπά με σανίδα την αδελφή της, μέχρι να ματώσει. Όσο για την κακοποίηση από τον πατριό της δεν ήταν μόνο σωματική, αλλά κυρίως ψυχική. Είχε κάνει μια τρύπα στην ντουλάπα, για να βλέπει πότε εκείνη γύριζε από το σχολείο και περνούσε ώρες, παρακολουθώντας την. Εκείνη μαζευόταν, σαν έμβρυο στο σημείο που ήξερε πως ο Jack δεν είχε οπτική επαφή και καθόταν ακίνητη, για ώρες. Ήταν απομονωμένη, της έκαναν συνέχεια πλύση εγκεφάλου, την εξευτέλιζαν, την υποβάθμιζαν και την χτυπούσαν ό,τι ώρα ήθελαν”.
Όσοι ειδικοί της ψυχικής υγείας την είχαν επισκεφτεί, έλεγαν πως ενόσω μιλούσαν εκείνη 'χανόταν'. Όταν τη ρωτούσαν για τα παιδικά της χρόνια, στην αφήγηση είχε "κενό βλέμμα", η φωνή "της έβγαινε με δυσκολία" και αναφερόταν στον εαυτό της, σε τρίτο πρόσωπο.
Όταν κλήθηκε να εξηγήσει ο Duchardt τις παραλείψεις του (το λόγο που δεν έκανε έστω τα βασικά), έγραψε περισσότερες από 100 σελίδες για να υπερασπιστεί το έργο του, επιμένοντας ότι "κανένα από αυτά τα θέματα που έχει εγείρει η ομάδα της έφεσης δεν έχουν αξία". Το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ απέρριψε το αίτημα για επανεξέταση των στοιχείων, στις 19/3 του 2012 και όρισε ως ημερομηνία εκτέλεσης την 8η Δεκεμβρίου του 2020. Λόγω θετικού δείγματος Covid-19 του συνηγόρου της, η εκτέλεση μεταφέρθηκε στην 12η του Γενάρη του 2021.
Την Πρωτοχρονιά, τριμελές πάνελ δικαστών του Δικαστηρίου Εφέσεων της Columbia αρνήθηκε νέο αίτημα για νέα μεταφορά της ημερομηνίας -λόγω τεχνικών θεμάτων. Είχε δώσει σχετική εντολή ο Tραμπ. Σε μια από τις τελευταίες αποφάσεις του ως Πλανητάρχης, πίεζε για την εκτέλεση 10 θανατοποινιτών. Η τελευταία αναβολή που δόθηκε, προφανώς δεν άρεσε και με τις πλέον συνοπτικές των διαδικασιών η υπόθεση πήγε στο Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας, που κατά τη διάρκεια της νύχτας αποφάσισε να γίνει άμεσα η εκτέλεση. Η οικογένεια του θύματος έκανε λόγο για "ολοκλήρωση". Αυτή της θύτη δεν είπε κάτι. Τώρα θα ήθελα να σκεφτείς, πώς αισθάνεσαι εσύ.
news247.gr