Αν είχε πάει σε εκείνο το δείπνο, τώρα ενδεχομένως θα ήταν ζωντανή και αυτή και ο 42χρονος φαρμακοποιός. Όμως η 43χρονη απέρριψε ευγενικά την πρόταση, λέγοντας πως είναι κουρασμένη και αυτό φαίνεται της στοίχισε τη ζωή.
Την ίδια ώρα η αστυνομία αναζητά τον βασικό ύποπτο για τη διπλή δολοφονία στο Λουτράκι, έναν άνδρα, γνωστό στις Αρχές, με τον οποίο η 43χρονη φέρεται να είχε ερωτική σχέση στο παρελθόν.
Οι αστυνομικοί περιμένουν τα αποτελέσματα της άρσης του τηλεφωνικού απορρήτου, ώστε να διαπιστώσουν από πού ήταν το τελευταίο στίγμα του κινητού τηλεφώνου του άνδρα που αναζητείται και των τηλεφώνων των θυμάτων, τα οποία δεν έχουν βρεθεί.
Οι ίδιοι εκτιμούν πως πιθανόν ο άνδρας να έχει παραμείνει στην Αθήνα, ωστόσο, δεν αποκλείεται το ενδεχόμενο να πρόλαβε να διαφύγει στην Αλβανία, από όπου κατάγεται.
Η αστυνομία παρακολουθεί τους τελωνειακούς σταθμούς, αεροδρόμια και λιμάνια, αλλά και τα περάσματα που χρησιμοποιούν συνήθως οι λαθρέμποροι για να περάσουν ναρκωτικά, όπλα και ανθρώπους στα ελληνοαλβανικά και τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα.
Το προφίλ του βασικού υπόπτου
Οι αξιωματικοί που έχουν αναλάβει τις έρευνες θεωρούν άκρως σημαντικό τον εντοπισμό του πρώην συντρόφου της 43χρονης, ο οποίος είναι ο βασικός ύποπτος για τη διπλή δολοφονία.
Εκτιμούν πως το γεγονός ότι δεν έχει εμφανιστεί μόνος του στις Αρχές για να δώσει εξηγήσεις, αλλά και από μαρτυρίες ότι ήταν αρρωστημένα ερωτευμένος με την 43χρονη είναι στοιχεία που ενισχύουν την υποψία ότι αυτός είναι ο δράστης του φονικού.
Πρόκειται για έναν άνδρα, αλβανικής καταγωγής, ο οποίος το 2014 είχε συλληφθεί για ληστεία. Το 2017 αποφυλακίστηκε με τον περιοριστικό όρο να εμφανίζεται μια φορά τον μήνα στο Α.Τ Μοσχάτου, όπου είχε δηλώσει τόπο κατοικίας.
Σύμφωνα με τον Γιώργο Καραϊβάζ, αρχές Οκτωβρίου υπάρχει δηλωμένη παρουσία του, όμως δεν υπάρχει κανενός είδος παρουσία του στο σπίτι που είχε δηλώσει ότι κατοικεί. Η επόμενη εμφάνισή του στο αστυνομικό τμήμα είναι στις αρχές Νοεμβρίου, όμως εκτιμάται πως δε θα παρουσιαστεί.
Η αστυνομία εικάζει τέλος πως το έγκλημα έγινε μεταξύ 21:30 και 23:30 το βράδυ του Σαββάτου. Και αυτό γιατί μάρτυρας κατέθεσε πως είδε το φως αναμμένο στο σπίτι της γυναίκας στις 21:30, ενώ στις 23:30 διακόπτεται η εκπομπή σήματος των δύο κινητών τηλεφώνων των θυμάτων, πιθανόν γιατί ο δράστης τα κατέστρεψε.