Το δεύτερο lockdown, με διαφορετικά έστω χαρακτηριστικά από το πρώτο, θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο. Τουλάχιστον για την Αττική. Το δείχνει η φορά των πραγμάτων. Δεν το θέλουν (για οικονομικούς λόγους), αλλά θα το επιλέξουν αναγκαστικά, για...
ν’ αποφύγουν τα χειρότερα.
Πριν από οτιδήποτε άλλο, ο ελληνικός λαός θα πρέπει να αποδώσει ευθύνες. Να ζητήσει λογαριασμό. Για μια χούφτα τουριστικά κέρδη οι κυβερνώντες διέλυσαν τη χώρα, βάζοντας τον ελληνικό λαό σε τεράστιο υγειονομικό κίνδυνο. Δεν ερχόμαστε, να το πούμε ως επιμηθείς. Το φωνάζουμε από τον Μάη. Από τότε που άρχισε η σταδιακή άρση του πρώτου lockdown, η οποία τελικά ήταν λιγότερο σταδιακή απ’ όσο σχεδιάστηκε. Βιάζονταν να «επανεκκινήσουν την οικονομία», παίζοντας στα ζάρια τη δημόσια υγεία.
Τι μας έλεγαν τότε; Ο Μητσοτάκης καμάρωνε σαν γύφτικο σκεπάρνι. Και ο Τσιόδρας εξηγούσε, πως ακόμα και ο συγχρωτισμός στις πλατείες και στα μαγαζιά της διασκέδασης, αμέσως μετά το «άνοιγμα», δεν κόστισε, γιατί «είχαμε ρίξει πολύ χαμηλά το Ro».
Τι έγινε, λοιπόν, και ο συγχρωτισμός του καλοκαιριού στους ίδιους χώρους έγινε ξαφνικά βλαβερός; Δε χρειάζεται να είναι κάποιος επιδημιολόγος, για να αντιληφθεί ότι το νέο στοιχείο, η γενεσιουργός αιτία ήταν τα εισαγόμενα, λόγω τουρισμού κρούσματα. Οχι τα ελάχιστα που έπιαναν οι υποτυπώδεις προσχηματικοί έλεγχοι στις πύλες εισόδου της χώρας (μπαλαμουτιάζοντας μάλιστα τα στοιχεία που ανακοίνωναν), αλλά τα πολλά. Οι ασυμπτωματικοί και προσυμπτωματικοί που αλώνιζαν τη χώρα και δημιουργούσαν (παρά την πρόθεσή τους) αόρατες εστίες μετάδοσης.
Τα υπόλοιπα ήταν αναμενόμενα. Αυτοί δεν μας έλεγαν για έναν «ύπουλο εχθρό», που διαδίδεται χωρίς να το καταλάβουμε, με υψηλό ρυθμό μετάδοσης; Ε, αυτό έγινε με τα εισαγόμενα κρούσματα. Τα πραγματικά πολλά, όχι τα λίγα που έβρισκαν. Η μετάδοση πέρασε αναγκαστικά στο ντόπιο πληθυσμό και λόγω της κινητικότητας των διακοπών έγινε αυτό που έγινε.
Από τον Ιούλη κάνουμε σε συνεχή βάση μια απλή στατιστική. Με τα δικά τους στοιχεία (γιατί δικά μας δεν μπορούμε να έχουμε). Τα δικά τους στοιχεία, λοιπόν, ιδιαίτερα η ραγδαία αύξηση των λεγόμενων «ορφανών» κρουσμάτων, έδειχναν καθαρά, ποια θα είναι η εξέλιξη. Φωνάζαμε: κλείστε αμέσως τα σύνορα στον τουρισμό! Φωνή βοόντων εν τη ερήμω.
Οχι μόνο δεν έκλεισαν τα σύνορα, αλλά ο Μητσοτάκης έφτασε μέχρι το Ισραήλ προς άγραν τουριστών! Ναι, στο Ισραήλ, που ήδη είχε τότε έξαρση της πανδημίας και που από χθες είναι η πρώτη χώρα που επέβαλε νέο lockdown τριών εβδομάδων.
Ο Μητσοτάκης, για να υπερασπιστεί το άνοιγμα του τουρισμού, λέει: «Αν κάποιος πιστεύει, ότι έπρεπε να πετάξουμε τα 5 δισ., 4 δισ., όσα είναι τελικά, που θα είναι το οικονομικό όφελος από αυτήν την “κουτσουρεμένη’’ τουριστική περίοδο, να βγουν να το πουν και αυτό. Δεν είχαμε την πολυτέλεια να το κάνουμε αυτό, διότι έπρεπε να στηρίξουμε όχι μόνο τα εισοδήματα αλλά και τις θέσεις δουλειάς».
Τα καπιταλιστικά κέρδη ήθελαν να στηρίξουν και κουτοπόνηρα επικαλούνται τις θέσεις εργασίας (που ήταν ελάχιστες, με την πλειοψηφία των εργατών του τουρισμού να παραμένουν άνεργοι).
Είναι η ίδια κουτοπονηριά με την περιβόητη «ατομική ευθύνη», στην οποία αποδίδουν το δεύτερο κύμα της πανδημίας. «Εμπασαν» ξανά τον ιό σε μαζική κλίμακα στη χώρα, δημιούργησαν ένα ανεξέλεγκτο μπάχαλο και μετά δείχνουν με το δάχτυλο εκείνους που «συγχρωτίζονταν», κάνοντας ό,τι έκαναν και προηγούμενα, αλλά χωρίς συνέπειες, γιατί η διάδοση του ιού ήταν εξαρχής πολύ χαμηλή στη χώρα μας και το πρώτο lockdown την περιόρισε σε πολύ μικρό επίπεδο. Για να μη μιλήσουμε, για τα μηνύματα που οι ίδιοι έστελναν με τη συμπεριφορά τους (όχι μόνο ως άτομα, αλλά και με τις φιέστες υποδοχής τουριστών κτλ.), ενισχύοντας την ασάφεια, την αμφιθυμία, ακόμα και τις «ψεκασμένες» θεωρίες.
Και τι να πεις για το άνοιγμα των σχολείων «σαν να μην τρέχει τίποτα». Με μια μάσκα κι ένα παγουρίνο της ξεφτίλας. Χωρίς να κάνουν τίποτα (κι ας είχαν στη διάθεσή τους ένα ολόκληρο τρίμηνο0 για να εξασφαλίσουν κτίρια με αίθουσες διδασκαλίας και να προσλάβουν το απαραίτητο διδακτικό προσωπικό, έτσι που να μην υπάρχει κανένα τμήμα με περισσότερους από 15 μαθητές.
Αυτήν τη στιγμή (τηρουμένων κάποιων αναλογιών) βρισκόμαστε εκεί που βρισκόμασταν τον περασμένο Μάρτη. Δεν επιτρέπεται κανένας εφησυχασμός. Δεν επιτρέπεται να ξανακούσουμε τάχαμου αγωνιστικές παπάρες ενάντια στα (αναγκαία) μέτρα περιορισμού, που (θα αναγκαστεί να) πάρει η κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Ένα κίνημα που δεν μπορεί να υπερασπιστεί τις ζωές των ηλικιωμένων και των ασθενών του ή που αναθέτει αυτό το έργο στην αστική κυβέρνηση, είναι ανίκανο για οτιδήποτε «πιο μεγάλο», για την υπόθεση της επαναστατικής ανατροπής.
Και βέβαια, η διεκδίκηση για προστασία του λαού μας από την πανδημία, όχι μόνο δεν έρχεται σε αντίθεση, αλλά είναι δεμένη αναπόσπαστα με τις ταξικές διεκδικήσεις, για να μη φορτωθούν τα βάρη της κρίσης στην εργατική τάξη και τους υπόλοιπους εργαζόμενους, καθώς και για την ενίσχυση του δημόσιου συστήματος Υγείας.
Αντίθετα, όταν εγκαταλείπεται το μέτωπο των διεκδικήσεων για την αντιμετώπιση της πανδημίας, αδυνατίζει και το μέτωπο των εργατικών διεκδικήσεων με οικονομικό περιεχόμενο. Τότε, η εργατική τάξη σέρνεται στην ουρά της αστικής τάξης, βάζοντας σε πρώτη γραμμή την «επανεκκίνηση της οικονομίας».
Πηγή: ¨ΚΟΝΤΡΑ“