Toυ Βασίλη Αυλωνίτη
Κτίριο BAUHAUSE στην Κόρινθο της δεκαετίας του ’60!
Ο άγνωστος Αρχιτέκτονας σαφώς επηρεασμένος από το κτίριο της Αμερικανικής πρεσβείας, του W. Gropius, πέτυχε να εντυπωσιάσει θετικά με την κατασκευή ενός...
ξεχωριστού ¨μοντέρνου¨ κτιρίου, σε μια αντιφατική αρμονία με το νέο-κλασσικό / κορινθιακό στυλ των υπολοίπων κτιρίων της Δαμασκηνού πολλά από οποία υπάρχουν και σήμερα.
Το κτίριο ¨πάταγε¨ γερά στο κέντρο του χώρου του Φλοίσβου, αριστερά της εξόδου της σημερινής Εθν. Αντιστάσεως, τότε Βασ. Κωνσταντίνου και της προέκτασης της Κολοκοτρώνη, που τότε, στο τέλος της, ήταν χωματόδρομος.
Το κτίριο περιβάλλονταν από διαμορφώσεις πρασίνου με γκαζόν φυτά και λουλούδια, με την μπροστινή του πλευρά, αυτή της εισόδου, να ¨ακουμπά¨ το πλακόστρωτο της πλατείας.
Αν και το ύψος για ισόγειο κτίριο δεν ήταν μικρό, ό ευφυής σχεδιασμός της προέκτασης του περιμετρικού προβόλου της ταράτσας σε αρκετό πλάτος, έδωσε βάρος στο κτίριο και το ενσωμάτωσε στο σύνολο της πλατείας ως αναπόσπαστο κομμάτι της μορφολογίας της.
Οι γυάλινες επιφάνειες στις τρεις πλευρές (αυτής που έβλεπε το Λουτράκι, αυτής που έβλεπε το κέντρο της πλατείας και αυτής προς την Δαμασκηνού) αντανακλούσε το ηλιακό φως και έκανε το κτίριο να γυαλίζει την ημέρα ενώ το βράδυ έλαμπε στον σκοτεινό φόντο της θάλασσας και των Γερανίων απέναντι.
Την γενική εξωτερική εικόνα συμπλήρωναν τα άσπρα μεταλλικά τραπεζάκια και καρέκλες (φερφορζέ!) τοποθετημένα καλαίσθητα στον χώρο και στις τρεις πλευρές. Αξιομνημόνευτα ακόμα και τα διάσπαρτα στο γκαζόν ανάμεσα στα τραπέζια, χαμηλά φωτιστικά σε στυλ συστάδας μανιταριών που φώτιζαν με διακριτικότητα τον χώρο χωρίς να ενοχλούν τους καθήμενους ή τους περιπατητές.
Με την είσοδο σου στο κτίριο δεν μπορούσες παρά να εντυπωσιαστείς από την απεριόριστη θέα, 180ο , που απλώνονταν μπροστά σου από οποίο σημείο και αν καθόσουν. Ακόμα και αυτές οι ευμεγέθεις (αντισεισμικές) κολώνες που στήριζαν την οροφή χανότανε μπροστά στην δύναμη της απεριόριστης θέας.
Χανόταν ακόμα και η οροφή του κτιρίου δίνοντας το αίσθημα μιας τρισδιάστατης άπλας. Ένας κεντρικός διάδρομος ανάμεσα στα τραπεζάκια οδηγούσε στο βάθος της αίθουσας εκεί που βρισκόταν ο πάγκος εργασίας των σερβιτόρων, τα ψυγεία με τις φωτισμένες βιτρίνες και οι χώροι παρασκευής των εδεσμάτων.
Χαρακτηριστική στο σημείο, η μυρωδιά του καφέ και πειρασμός η θέα των γλυκισμάτων.
Σχετικά κρυμμένη στο βάθος μια σκάλα οδηγούσε σε ένα πατάρι για όσους δεν έβρισκαν κάθισμα στο ισόγειο ή αναζητούσαν μια πιο ήσυχη και διακριτική γωνία.
Το Τουριστικό μαζί με τα δύο παλαιότερα καφενεία δεξιά και αριστερά της εξόδου της Βασ. Κωνσταντίνου (Εθν. Αντιστάσεως) στην Δαμασκηνού, συγκέντρωναν σχεδόν όλη την κοινωνική ζωή της πόλης.
Ήταν αδύνατον εκείνα τα πρώτα χρόνια τουλάχιστον, να περάσει το βράδυ του Σαββατοκύριακου χωρίς να κάνεις την βόλτα σου από αυτό το σημείο της πόλης και σε όλο το μήκος της Βασ. Κωνσταντίνου από την Κύπρου μέχρι την άκρη του μόλου στον Φλοίσβο.
Ήταν δε τόσος ο κόσμος όλων των ηλικιών, οικογένειες με τα παιδιά τους, ανήσυχοι νέοι και νέες, ακόμα και οι αρχές της πόλης, ώστε για πολλά χρόνια η αστυνομία έκλεινε την διέλευση των αυτοκινήτων στην Δαμασκηνού εκτρέποντας την κυκλοφορία.
Η κατασκευή του Τουριστικού Περιπτέρου και η άμεση ενσωμάτωση του στην κοινωνική ζωή της πόλης, μετέφερε το κέντρο βάρους της από τα Περιβολάκια στους ανοικτούς ορίζοντες του Φλοίσβου και της θάλασσας.
Απετέλεσε στέκι όλων των Κορίνθιων που κατέκλυζαν τα τραπεζάκια του προερχόμενοι από τις πιο μακρινές γειτονιές της πόλης αλλά και από τα χωριά.
Το Τουριστικό σύντομα έγινε το must στέκι και για την, τότε, νεολαία της πόλης. Στην αρχή κατελήφθη το πατάρι. Η πληρότητα του ιδίως τα πρωινά της Κυριακής (μετά τον κινηματογράφο) υπερέβαινε το 100%, με αποτέλεσμα η κατάληψη να επεκταθεί (ανεξαρτήτως καιρού) και στον εξωτερικό χώρο που έβλεπε το Μαϊάμι και το Λουτράκι.
Όσο πάλιωνε ο χώρος τόσο πιο πολύ αύξαναν οι μυθώδεις προεκτάσεις της κοινωνιολογικής του σημασίας για την νεολαία σε μια εποχή που πρακτικά δεν υπήρχε τηλεόραση, τα computer ανήκαν στον χώρο της επιστημονικής φαντασίας και άλλες διέξοδοι απλά δεν υπήρχαν. Ήρθε λοιπόν αυτός ο χώρος να ελαστικοποιήσει τα ασφυκτικά όρια της συντηρητικής κοινωνίας, να εκμοντερνίσει ήθη και συνήθειες και να στεγάσει τις δημιουργικές ανησυχίες της νεολαίας επιβάλλοντας, σχεδόν, την κοινωνική της παρουσία.
Στο Τουριστικό η νεολαία ¨βρέθηκε¨ για πρώτη φορά μακριά από την αυστηρή επιτήρηση της αυλής του σχολείου. Εκεί δημιουργήθηκαν οι πρώτες παρέες αναζήτησης. Αναζήτησης για το μέλλον το παρόν και το παρελθόν. Αναζήτησης έκφρασης, προβληματισμού, στα μηνύματα και τις προκλήσεις αυτής της δεκαετίας ορόσημο στα παγκόσμια χρονικά.
Το Τουριστικό λειτουργούσε επί 24ώρου περίπου βάσεως. Είτε ήταν ανοιχτό είτε ήταν κλειστό, πάντα υπήρχε κόσμος στα καθίσματα του. Ότι ώρα και αν πήγαινες πάντα θα υπήρχε κάποιος εκεί η κάποιος θα σε έβρισκε και σύντομα θα γινόταν μία πολυπληθής παρέα που θα συζητούσε τα πάντα. Από λογοτεχνία έως ποίηση. Από μαθηματικά έως Ντένιγκεν. Από προσωπικούς και κοινωνικούς προβληματισμούς έως την αγάπη και τον έρωτα. Συζητήσεις ατέλειωτες επί παντός επιστητού. Τεράστιος ο όγκος των πληροφοριών και των γνώσεων που μοιραζότανε, έως πολύ αργά το βράδυ.
Ήταν τόση η ταύτιση της νεολαίας με τον χώρο και τους ανθρώπους του ώστε όταν πήγαινες εκεί δεν χρειαζόταν να παραγγείλεις!
Το γκαρσόνι ήξερε! Σε ήξερε.
Εκεί μάθαμε τον νες καφέ και πώς να τον χτυπάμε στο φλιτζάνι πριν ρίξουμε το νερό. Εκεί και τον περίφημο φραπέ του τουριστικού με τον παχύρευστο αφρό. Εκεί, κάτω από τα αστέρια ερωτευτήκαμε, αγαπήσαμε, τον εαυτό μας και τους άλλους Εκεί, κάτω από τα αστέρια ξαπλωμένοι στις καρέκλες … ανεβήκαμε μέχρι τα’ αστέρια, έλεγε ένας φίλος.
Για όσους έχουν καθίσει στις καρέκλες του Τουριστικού είναι αναμφισβήτητο το γεγονός ότι εκεί σφυρηλατίθηκαν προσωπικότητες, συμπληρωθήκαν και εμπλουτίσθηκαν γνώσεις, επεκτάθηκαν όρια προσωπικών αναζητήσεων, πάρθηκαν αποφάσεις ζωής πολλές φορές. Πολλοί διαμόρφωσαν τη προσωπική τους ζωή και διαδρομή, ξεκινώντας από αυτά τα καθίσματα.
Ποιος άλλος χώρος στην Κόρινθο προσφέρει έστω και το 1/3 όλων αυτών στην σημερινή νεολαία; Και όμως αυτός ο χώρος δεν υπάρχει πιά! Με την κατεδάφιση του κάποιοι έσκισαν μια από τις πιο όμορφες σελίδες της ιστορίας της πόλης. Έκοψαν ένα κομμάτι από την ρίζα μας. Γιατί;
Αρχιτεκτωνίζοντας και νοσταλγώντας μια Κόρινθο που χάθηκε, Βασίλης Αυλωνίτης.2011