Της Μαρίνας Παπαδοπούλου
Στους πρόποδες του Προφήτη Ηλία του Πειραιά ηταν το πατρικό μου σπίτι.Γωνιακό, μεγάλο...
και με μιά θέα νύχτα και μέρα φανταστική. Από τα παράθυρά του έβλεπα την Ακρόπολη, τα Φάληρα και όλη την Αθήνα.
Στραφτολόγαγε στον κατακάθαρο ουρανό,
όλη αυτή η υπέροχη θέα...
Η γειτονιά μας γέμιζε από εμάς τα παιδιά χαρούμενες φωνές, άγαρμπα γέλια και από τσακωμούς αγοριών, κοριτσιών για την διεκδίκηση του χωμάτινου στενού.
Τα κορίτσια θέλαμε να παίξουμε, τζούμ.τζουμ, να οι.μέλισσες περνούν κλπ. Τα αγόρια πάλι, θέλανε να παίξουμε.μπίζζζζ και στο λεπτό γινότανε μάχη με σπρωξίματα, με πετροπόλεμο, κι όλα αυτά μέχρι να μας βάλουν τις φωνές οι μανάδες μας και την διένεξη ακολουθούσε μία μικρή ανακωχή.
Σχεδόν πάντα μετά τον καυγά ο Γιώργος που το έπαιζε αρχηγός, ερχόταν από το σπίτι του με μια μπάλα, μάζευε και τα υπόλοιπα αγόρια της γειτονιάς και άρχιζαν να παίζουν μπάσκετ...
Μπάσκετ! Σαχλαμάρες, πέταγαν την μπάλα στον τοίχο του σπιτιού μας, είχαν ορίσει με το " μάτι " ένα σημείο δήθεν για καλάθι κι άρχιζαν το παιχνίδι τους.
Μπαμπα μπούπα στον τοίχο μας! Μας!!!
Μία δυό, αυτό ήταν. Βγήκα θυμωμένη κι άνοιξα τα χέρια μου στον τοίχο Μας , για να δηλώσω μαυτόν τον τρόπο το δικαίωμα της ιδιοκτησίας.
Και ανατρίχιασα..
Ο τοίχος έτσι όπως ακούμπαγα τα χέρια μου, νόμιζες πως μου τα έγδερνε. Και τότε για πρώτη φορά, είδα την Ακρόπολη από κοντά.
Μπάσκετ! Σαχλαμάρες, πέταγαν την μπάλα στον τοίχο του σπιτιού μας, είχαν ορίσει με το " μάτι " ένα σημείο δήθεν για καλάθι κι άρχιζαν το παιχνίδι τους.
Μπαμπα μπούπα στον τοίχο μας! Μας!!!
Μία δυό, αυτό ήταν. Βγήκα θυμωμένη κι άνοιξα τα χέρια μου στον τοίχο Μας , για να δηλώσω μαυτόν τον τρόπο το δικαίωμα της ιδιοκτησίας.
Και ανατρίχιασα..
Ο τοίχος έτσι όπως ακούμπαγα τα χέρια μου, νόμιζες πως μου τα έγδερνε. Και τότε για πρώτη φορά, είδα την Ακρόπολη από κοντά.
Ο μεγάλος μου αδελφός ζωγράφιζε όπου έβρισκε. Σε χαρτιά, σε τραπέζια παντού.
Έτσι μια μέρα, πήρε ένα μεγάλο καρφί κι ένα σφυράκι κι.αρχισε να χαράζει, να σκαλίζει καλύτερα τον τοίχο, κοιτάζοντας την
Ακρόπολη... Ο τοίχος είχε χρώμα χακί, αυτό το προπολεμικό χακί που έγινε το φόντο που πάνω του χαράκτηκε η Ακρόπολη...
Έτσι μου είπε η μεγάλη μου αδελφή ότι έγινε.
Έτσι μια μέρα, πήρε ένα μεγάλο καρφί κι ένα σφυράκι κι.αρχισε να χαράζει, να σκαλίζει καλύτερα τον τοίχο, κοιτάζοντας την
Ακρόπολη... Ο τοίχος είχε χρώμα χακί, αυτό το προπολεμικό χακί που έγινε το φόντο που πάνω του χαράκτηκε η Ακρόπολη...
Έτσι μου είπε η μεγάλη μου αδελφή ότι έγινε.
- Και οι τρύπες; Έχει η Ακρόπολη τρύπες;
-Ακου, μου είπε η αδελφή μου...
Σε λίγο ξέσπασε ο πόλεμος.Η γερμανική Κατοχή. Η πείνα, το σκοτάδι. Η γειτονιά μας ήταν σαν όλες τις άλλες γειτονιές, μόνο που η δική μας είχε ένα σπίτι, το σπίτι μας, που είχε χαραγμένη την Ακρόπολη στον τοίχο του.
- Ε, και; Κακό ήταν;
Η αδελφή μου άρχισε να μου εξηγεί ότι Γερμανοί, την Ακρόπολη την έβλεπαν με φθόνο γιατί τους θύμιζε την ανωτερότητα της φυλής μας και
- Μια μέρα ξημερώματα άρχισαν να πυροβολούν τον τοίχο μας. Αυτές οι τρύπες είναι από τότε...
-Ακου, μου είπε η αδελφή μου...
Σε λίγο ξέσπασε ο πόλεμος.Η γερμανική Κατοχή. Η πείνα, το σκοτάδι. Η γειτονιά μας ήταν σαν όλες τις άλλες γειτονιές, μόνο που η δική μας είχε ένα σπίτι, το σπίτι μας, που είχε χαραγμένη την Ακρόπολη στον τοίχο του.
- Ε, και; Κακό ήταν;
Η αδελφή μου άρχισε να μου εξηγεί ότι Γερμανοί, την Ακρόπολη την έβλεπαν με φθόνο γιατί τους θύμιζε την ανωτερότητα της φυλής μας και
- Μια μέρα ξημερώματα άρχισαν να πυροβολούν τον τοίχο μας. Αυτές οι τρύπες είναι από τότε...
Την άλλη μέρα, έβαλα όλα τα παιδιά της γειτονιάς να κουβαλάνε νερά με τσίγκινους κουβάδες, για να σβήσουμε την Ακρόπολη από τον τοίχο μας. Γιατί αν ξαναρχόντουσαν οι Γερμανοί και την έβλεπαν στην θέση της, θα μας γκρέμιζαν το σπίτι...
Αλλά ο Γιώργος ο αρχηγός με την σφεντόνα του στο χέρι, σφύριξε λήξη.
- Κουράστηκα να κουβαλάω νερά.
- Βρέ χαζέ, έλα να τελειώσουμε.
- Όχι, οι Γερμανοί δεν.θα ξανάρθουν. Μου το είπε ο μπαμπάς μου. Αλλά και νάρθουν, θα τους ρίξω εγώ με την σφεντόνα μου, που θα τους στείλω πίσω πίξ λάξ πίσω... Κι
Α, στο καλό . Τόσο εύκολο ήταν. Με την σφεντόνα ε; Για φαντάσου πως γινόντουσαν οι πόλεμοι στο μυαλό των μικρών παιδιών.Για φαντάσου.... με την.σφεντόνα...
Εκείνο το βράδυ το τί άκουσα από την μάνα μου που είχα πλημμυρίσει το σπίτι πήγαινε έλα, με τα νερά δεν λέγεται.
Την άλλη μέρα, ο τοίχος με την Ακρόπολη του αδελφού μου, έλαμπε καθαρός από τα νερά που του είχαμε ρίξει. Κι η Ακρόπολη, στην θέση της, με όλες της τις τρύπες πυροβολημένη από του Γερμανούς, χαιρέταγε
τον γαλανό ουρανό.
Αλλά ο Γιώργος ο αρχηγός με την σφεντόνα του στο χέρι, σφύριξε λήξη.
- Κουράστηκα να κουβαλάω νερά.
- Βρέ χαζέ, έλα να τελειώσουμε.
- Όχι, οι Γερμανοί δεν.θα ξανάρθουν. Μου το είπε ο μπαμπάς μου. Αλλά και νάρθουν, θα τους ρίξω εγώ με την σφεντόνα μου, που θα τους στείλω πίσω πίξ λάξ πίσω... Κι
Α, στο καλό . Τόσο εύκολο ήταν. Με την σφεντόνα ε; Για φαντάσου πως γινόντουσαν οι πόλεμοι στο μυαλό των μικρών παιδιών.Για φαντάσου.... με την.σφεντόνα...
Εκείνο το βράδυ το τί άκουσα από την μάνα μου που είχα πλημμυρίσει το σπίτι πήγαινε έλα, με τα νερά δεν λέγεται.
Την άλλη μέρα, ο τοίχος με την Ακρόπολη του αδελφού μου, έλαμπε καθαρός από τα νερά που του είχαμε ρίξει. Κι η Ακρόπολη, στην θέση της, με όλες της τις τρύπες πυροβολημένη από του Γερμανούς, χαιρέταγε
τον γαλανό ουρανό.
Λίγες μέρες μετά, στην τάξη μας η κυρία Όλγα, μας εξηγούσε την ιστορία του Όχι, και την ιστορική περιπέτεια της Ελλάδας.
- Και τώρα ποιό παιδάκι θα μου πεί κάτι που έχει ακούσει από τους γονείς του;
Τριάντα χέρια σηκώθηκαν στην τάξη.Δήθεν ότι όλοι ξέραμε... Και πού να ήξεραν ΤΙ ήξερα εγώ.
Η φωνή της κυρίας Όλγας με καλούσε να πώ την ιστορική εμπειρία μου.
- Εμάς κυρία, οι Γερμανοί στο σπίτι μας σκότωσαν την Ακρόπολη!
Έμεινε άναυδη η γυναίκα. Με έβαλε να το επαναλάβω δύο τρείς φορές. Μου είπε πως δεν θα μου βάλει τιμωρία για τις σαχλαμάρες που της είπα.
- Και αύριο με την μητέρα σου.
Ήρθε η μητέρα μου την άλλη μέρα και της εξήγησε τί εννοούσα.
- Και τώρα ποιό παιδάκι θα μου πεί κάτι που έχει ακούσει από τους γονείς του;
Τριάντα χέρια σηκώθηκαν στην τάξη.Δήθεν ότι όλοι ξέραμε... Και πού να ήξεραν ΤΙ ήξερα εγώ.
Η φωνή της κυρίας Όλγας με καλούσε να πώ την ιστορική εμπειρία μου.
- Εμάς κυρία, οι Γερμανοί στο σπίτι μας σκότωσαν την Ακρόπολη!
Έμεινε άναυδη η γυναίκα. Με έβαλε να το επαναλάβω δύο τρείς φορές. Μου είπε πως δεν θα μου βάλει τιμωρία για τις σαχλαμάρες που της είπα.
- Και αύριο με την μητέρα σου.
Ήρθε η μητέρα μου την άλλη μέρα και της εξήγησε τί εννοούσα.
Τον τοίχο τον αφίσαμε έτσι, μέχρι που παντρεύτηκε η αδελφή μου και ετοιμάστηκε από την αρχή το σπίτι.
Δεν ξέρω πώς και γιατί, αλλά αυτή η ανάμνηση της χαραγμένης στον τοίχο
από τον αδελφό μου Ακρόπολης, κι αυτές οι τρύπες από τους πυροβολισμούς των Γερμανών, με έχουν στοιχειώσει...
Ποτέ πια πόλεμος.
Ποτέ πια τρύπες στις καρδιές των ανθρώπων..
Ποτέ.
Δεν ξέρω πώς και γιατί, αλλά αυτή η ανάμνηση της χαραγμένης στον τοίχο
από τον αδελφό μου Ακρόπολης, κι αυτές οι τρύπες από τους πυροβολισμούς των Γερμανών, με έχουν στοιχειώσει...
Ποτέ πια πόλεμος.
Ποτέ πια τρύπες στις καρδιές των ανθρώπων..
Ποτέ.