Νικόλ Λειβαδάρη
Η πρώτη φορά που ο Αλέξης Τσίπρας απηύθυνε δημόσιο προσκλητήριο προοδευτικής διακυβέρνησης προς το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ, ήταν το καλοκαίρι του 2017: «Θα χαιρόμασταν ειλικρινά», είχε πει τότε, «εάν το ΠΑΣΟΚ έβρισκε ξανά τον προοδευτικό του προσανατολισμό, αλλά και το...
κουράγιο να ανοίξει έναν ειλικρινή και χωρίς προκαταλήψεις διάλογο με την κυβερνώσα Αριστερά, τον ΣΥΡΙΖΑ, για την προοπτική της προοδευτικής διακυβέρνησης μετά το τέλος των μνημονίων. Εμείς, πάντως, θα είμαστε εκεί. Αλλά νομίζω, ότι έχει πολύ σοβαρά προβλήματα να λύσει, για να φτάσει μέχρι εκεί».
Δεν ήταν το καλύτερο timing, δεν υπήρχε το πολιτικό και προγραμματικό υπόβαθρο, δεν υπήρχε πραγματική πρόθεση σύγκλισης (πέραν του ίδιου του Αλέξη Τσίπρα) ούτε στην Κουμουνδούρου, ούτε στην Χαριλάου Τρικούπη, υπήρχε νωπός ακόμη ο τοξικός πολιτικός πόλεμος της πρώτης μνημονιακής περιόδου και, κυρίως, υπήρχε ακόμη η συγκυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ με τους ΑΝΕΛ.
Στα δυόμισι χρόνια που ακολούθησαν, μεσολάβησαν πολλά. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε τις εκλογές, πλήρωσε αρκούντως ακριβά και τους ΑΝΕΛ και τον Πάνο Καμμένο, και στις 7 Ιουλίου (σύμφωνα με τον ίδιο τον Αλέξη Τσίπρα) έλαβε εντολή «μετασχηματισμού» σε πυλώνα της προοδευτικής και δημοκρατικής παράταξης. Το ΠΑΣΟΚ έγινε ΚΙΝΑΛ, διχάστηκε για το εάν πρέπει να ξαναγίνει ΠΑΣΟΚ, έχασε την προοπτική (που πολλοί και μετά πάθους καλλιέργησαν) της συγκυβέρνησης με την ΝΔ, είδε τα μισά του στελέχη να φορούν υπουργικά κοστούμια στην κυβέρνηση Μητσοτάκη και τα άλλα μισά να δίνουν τα χέρια με τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ, κι έφθασε να βρίσκεται πια αντιμέτωπο με τα έσχατα διλήμματα της πολιτικής του επιβίωσης.
Αυτήν ακριβώς την καμπή επέλεξε ο Αλέξης Τσίπρας, για να ανοίξει την νέα του στρατηγική προσέγγισης με το Κίνημα Αλλαγής (μια στρατηγική «με άξονα από κάτω προς τα πάνω, προγραμματική, χωρίς ηγεμονισμούς και χωρίς προπέτειες», όπως λέει χαρακτηριστικά έμπειρο στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ).
Στην πράξη, το εγχείρημα αυτό σημαίνει άνοιγμα μιας ατζέντας πιθανών συγκλίσεων σε επιμέρους μεν, κρίσιμα δε θέματα (από τα εργασιακά και το ασφαλιστικό έως τον χώρο των δικαιωμάτων και το προσφυγικό). Το πρώτο στίγμα έδωσε ήδη προχθές ο Αλέξης Τσίπρας από τα Γιάννενα, προαναγγέλλοντας πρόσκληση προς τα κόμματα της προοδευτικής αντιπολίτευσης για την από κοινού κατάθεση πρότασης νόμου για την προστασία της πρώτης κατοικίας. Και οι πληροφορίες αναφέρουν, ότι θα ακολουθήσουν και άλλες τέτοιες πρωτοβουλίες, σε ένα πλαίσιο που περιέγραψε εύγλωττα ο Νίκος Βούτσης στην πρόσφατη συνέντευξή του: «Υπάρχει», είπε, «μια ατζέντα, όπου χωρίς να βιάζουμε καταστάσεις και χωρίς να αποκρύπτουμε διαφορές, θα πρέπει να υπάρχει μία μέριμνα από όλους μας, όχι μόνον προς το ΚΙΝΑΛ, για συγκλίσεις και συμπράξεις. Για την διαμόρφωση όχι ενός «αντιΝΔ» μετώπου αλλά ενός αντινεοφιλελεύθερου και αντιαυταρχικού ευρύτερου μετώπου».
Οι ίδιες πληροφορίες αναφέρουν, ότι ο Αλέξης Τσίπρας θα καλέσει την Φώφη Γεννηματά, να παραβρεθεί και να μιλήσει στο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ. Το εάν η πρόεδρος του ΚΙΝΑΛ θα ανταποκριθεί ή όχι αποτελεί ένα σοβαρό τεστ για το μέλλον, που μπορεί να έχει ή να μην έχει, ως εγχείρημα πολιτικής ωριμότητας πλέον, το νέο «φλερτ» μεταξύ των δύο κομμάτων. Προσώρας, πάντως, και παρά την ευκρινή απομάκρυνση της ηγεσίας του ΚΙΝΑΛ από την γραμμή των ίσων αποστάσεων, ο δρόμος δείχνει δύσβατος. Το δημόσιο ραντεβού Φλαμπουράρη-Γείτονα και οι διαρροές για «μορατόριουμ» μεταξύ Κουμουνδούρου και Χαριλάου Τρικούπη σήμαναν συναγερμό στην σκληρή αντιΣΥΡΙΖΑ πτέρυγα εντός ΚΙΝΑΛ, όπου οι πρόθυμοι να κάψουν τις γέφυρες είναι ουκ ολίγοι. Η χθεσινή συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας ήταν θυελλώδης, οι βουλευτές Δημήτρης Κωνσταντόπουλος, Βασίλης Κεγκέρογλου και Νάντια Γιαννακοπούλου πρωταγωνίστησαν σε σκηνές εσωκομματικής αβρότητας με χαρακτηρισμούς του τύπου «γίδια», και η τελευταία απηύθυνε δημόσια επιστολή στην πρόεδρο του κόμματος ζητώντας διευκρινήσεις για τις «φήμες περί δήθεν σύγκλισης με τον ΣΥΡΙΖΑ».
Στους κάθετα αντίθετους σε οποιαδήποτε συζήτηση με τον ΣΥΡΙΖΑ αθροίζονται τουλάχιστον δύο ακόμη βουλευτές, οι Ανδρέας Λοβέρδος και Οδυσσέας Κωνσταντινόπουλος, και κάποιοι εξ αυτών δεν κρύβουν την επιδίωξή τους ακόμη και για «μετεγγραφές» στην ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη. Όπερ, για την Φώφη Γεννηματά είναι ζητούμενο, όχι μόνον το εάν θέλει, αλλά και το εάν μπορεί, πλέον, να επιχειρήσει την προοδευτική προγραμματική σύγκλιση, χωρίς να ρισκάρει την διάσπαση του κόμματός της.
Το (δύσκολο) τεστ ωστόσο δεν αφορά μόνον το ΚΙΝΑΛ. Αφορά και τον ΣΥΡΙΖΑ, όπου επίσης υπάρχουν πλευρές, που εξακολουθούν να βλέπουν ως κυρίαρχη απειλή την «πασοκοποίηση», τους «εισοδιστές» και το θόλωμα της αριστερής ταυτότητας μέσα από την όσμωση με την κεντροαριστερά. Δεν αρνούνται τις συγκλίσεις, αλλά ζητούν η συνάντηση των προοδευτικών δυνάμεων, να γίνει «στο έδαφος της αριστεράς». Είναι η θέση, που, είτε ως καθαρή ιδεολογική αγωνία, είτε ως καλυμμένος ηγεμονισμός, δεν δίνει ευθεία απάντηση στον πολιτικό και προγραμματικό επαναπροσδιορισμό ενός κόμματος εξουσίας…
tvxs.gr