3 Φεβ 2020

Μια μαζική (αυτ)απάτη


Κώστας Δουζίνας
Οι πολιτικοί μοιάζουν με χαρακτήρες που όλο και περισσότερο γίνονται μάσκες του εαυτού τους, ηθοποιοί που διαβάζουν τα λόγια τους, αλλά είτε δεν τα πιστεύουν είτε δεν είναι καλοί στην τέχνη τους. Παρακολουθώντας μια πετυχημένη σαπουνόπερα αναγνωρίζουμε και νοιαζόμαστε για τα προβλήματα των πρωταγωνιστών.


Ομως, ξέρουμε, ότι είναι ηθοποιοί, δημιουργήματα μυθοπλαστικής φαντασίας. Εμείς μπορεί να στενοχωριόμαστε με τις αγωνίες και τα παθήματά τους, αλλά εκείνοι γύρισαν σπίτι τους μετά την κινηματογράφηση.

H απάτη

Στην πολιτική σαπουνόπερα το πρόβλημα είναι αντίστροφο. Ξέρουμε, ότι οι πρωταγωνιστές είναι πραγματικοί άνθρωποι, αλλά τα λόγια που αρθρώνουν και το σενάριο που παίζουν έχει μικρή σχέση με την πραγματικότητα. Μας καλούν, να γνωρίσουμε την οικογένειά τους, να ενδιαφερθούμε για τα ρούχα και το φαγητό τους, να μάθουμε για τις διακοπές και τα παιδιά τους.

Τους λέμε Κυριάκο και Μαρέβα, Μπόρις και Αδωνι σαν να ήταν φίλοι. Είναι πρωταγωνιστές σε ένα σίριαλ, μας ζητούν να πιστέψουμε τις περιπέτειες και τις επιτυχίες τους, αλλά όχι και απόλυτα (να τους μισοπιστέψουμε). Η πολιτική βέβαια ήταν πάντα μια παράσταση, το θεατρικό της μέρος πιο σημαντικό από το επιτελεστικό. Αλλά ως σαπουνόπερα ή ριάλιτι σόου, η πλοκή γίνεται πιστευτή και το έργο πετυχημένο, όσο περισσότερο απέχει, από οτιδήποτε είναι πραγματικό, διαψεύσιμο. Στο θέατρο χανόμαστε για λίγο στον φανταστικό κόσμο που σκηνοθετείται. Στην πολιτική σαπουνόπερα, βρισκόμαστε διαρκώς σε μια ζώνη λυκόφωτος, όπου η αλήθεια και το ψέμα γίνονται ένα.

Είμαστε θύματα και θύτες μιας ομαδικής απάτης. Ξέρουμε ή υποπτευόμαστε την τεράστια απόσταση μεταξύ όσων λέει ο κ. Μητσοτάκης για τη διεθνή θέση της Ελλάδας, τις μεγάλες της επιτυχίες, την τεράστια αγάπη και αλληλεγγύη φίλων και συμμάχων και της πραγματικής κατάστασης. Είδαμε όλοι τον ευτελισμό του πρωθυπουργού στη συνέντευξη του Λευκού Οίκου.

Ξέρουμε ότι ο αποκλεισμός της Ελλάδας από τη συνάντηση του Βερολίνου για τη Λιβύη αποτελούσε τεράστια προσβολή και ήταν αποτέλεσμα πίεσης από τον μεγάλο «σατανά». Εν τούτοις είμαστε διατεθειμένοι να πιστέψουμε, ότι παρεμβάσεις μερικών δευτερολέπτων του Μητσοτάκη στον μονόλογο του Τραμπ ή η επιστολή του Πομπέο με τις ανώδυνες δηλώσεις ενδιαφέροντος, που θα μπορούσαν να διεκδικήσουν βραβείο διπλωματικής κοινοτοπίας, αποτελούν απόδειξη του ενδιαφέροντος των Αμερικανών για τα συμφέροντα της χώρας μας. Οι δηλώσεις και οι πράξεις ανήκουν σε διαφορετικούς επιστημολογικά κόσμους που συγχέονται, σε μια ψεμαλήθεια.

Ξέρουμε την απόσταση μεταξύ δηλώσεων και πραγματικότητας, όσο την ξέρουν και οι πολιτικοί-ηθοποιοί, αλλά είμαστε στρατευμένοι σε μια συμμαχία προθύμων να πιστέψουν. Ετσι λοιπόν η απλή αναλογική φταίει για τον Χίτλερ, τα κολέγια εξισώνονται με τα πανεπιστήμια, γιατί το ζητάει η Κομισιόν, μια συνηθισμένη δικαιολογία των πολιτικών που θα λείψει στον Μπόρις Τζόνσον.

Λένε αξιωματούχοι ψέματα ότι είναι πτυχιούχοι, στημένη επιτροπή καταδικάζει ομάδες σε υποβιβασμό. No problem, αλλάζουμε τον νόμο, δεν χρειάζονται πια πτυχία, κανείς δεν υποβιβάζεται. Οπως έλεγε ένα μεσαιωνικό διάταγμα, η εξουσία του Πάπα (βλέπε Μητσοτάκη) είναι διαπλαστική: μπορεί να αλλάξει τον νόμο ή να εξαιρέσει κάποιον από την εφαρμογή του. Μπορεί να φτιάξει κάτι από το μηδέν, να νομιμοποιήσει τις παρανομίες. Ζώνη λυκόφωτος, ψεμαλήθεια.

Η αυταπάτη

Η απάτη επιβιώνει λόγω της δικής μας χρόνιας αυταπάτης. Ξέρουμ,ε ότι αυτά που πιστεύουμε είναι ανακριβή, λάθος, ψέματα, αλλά εμείς επιμένουμε να τα δεχόμαστε. Πιστεύουμε σε αρχές και αξίες που δεν έχουν σχέση με τη ζωή μας, μια και δεν τις ακολουθούμε.

Πιστεύουμε στα ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά αδιαφορούμε για το τι γίνεται στη Μόρια. Πιστεύουμε στη δημοκρατία, αλλά δεν μας ενοχλεί, ότι οι αντιπρόσωποί μας παραβιάζουν τις δεσμεύσεις τους. Πιστεύουμε στην κοινωνική συνοχή, αλλά δεν μας ενοχλεί το γεγονός, ότι, ενώ η φτώχεια, η ανεργία, η αστεγία γιγαντώνονται, οι ανισότητες και οι εκατομμυριούχοι πολλαπλασιάζονται.

Πιστεύουμε στην ελεύθερη αγορά, αλλά δεν μας πειράζουν τα μονοπώλια. Είναι η αυταπάτη μιας κοινωνίας που αποκωδικοποιεί την υποκριτική τέχνη και την υποκρισία των πολιτικών αλλά δεν αλλάζει. Εχουμε αποδομήσει την ιδεολογία, αλλά συνεχίζουμε να λειτουργούμε σύμφωνα με τις προσταγές της. Σε αντίθεση με προηγούμενες εποχές (πάντα η ιδεολογία φτιασίδωνε την πραγματικότητα) ξέρουμε την απάτη, είμαστε πιο τίμιοι, γιατί είμαστε πιο κυνικοί.

Ετσι η ιδεολογία λειτουργεί ως κριτική της ιδεολογικής ελπίδας: μην πιστεύετε ότι τα πράγματα μπορούν να γίνουν καλύτερα, ότι ο κόσμος μπορεί να αλλάξει. 
Πρώτη δουλειά της ιδεολογίας σήμερα είναι, να καταστρέφει κάθε αντίσταση, παρουσιάζοντάς την αδύνατη, ουτοπική, εξωπραγματική. Εχουμε την ουτοπία πραγματισμό, τη ριζοσπαστική προσδοκία μπανάλ ρεαλισμό. Ζούμε στην εποχή της μαζικής αυταπάτης, είμαστε εθελούσια θύματα του μηδενιστικού κυνισμού.

Ο κυνισμός της εξουσίας

Τα παραδείγματα του κυνισμού και του μηδενισμού της εξουσίας είναι καθημερινά. Ο κυνισμός χρησιμοποιεί την ηθική υποκριτικά για να την υποσκάψει, αφού την αποδέχεται επιφανειακά και ταυτόχρονα την παραβιάζει. «Ξέρουμε ότι αυτά που σας λέμε είναι ψέματα και αυτά που κάνουμε λάθος και άδικα, εν τούτοις τα λέμε, τα κάνουμε και βρίσκουμε και ηθικοφανείς δικαιολογίες». Οι πολιτικοί γνωρίζουν το χάσμα και συνεχίζουν απτόητοι, αξιοποιώντας μια μοντέρνα αρχή, ότι ένα ψέμα που επαναλαμβάνεται συχνά γίνεται αλήθεια και τη μεταμοντέρνα πως ότι επαναλαμβάνεται συχνά καταντά βαρετό και απωθεί τους ανθρώπους, που παύουν να ασχολούνται μαζί του.

Η αναγνώριση της σημασίας της ηθικής αιτιολόγησης κάνει τον κυνισμό μια ιδεολογία, που προσπαθεί να προβλέψει και να απαντήσει εκ των προτέρων στις πιθανές κριτικές στην υποκρισία του. Η υποκρισία βέβαια αποτελεί τον φόρο, που το ψέμα και το άδικο πληρώνουν στην αλήθεια και την αρετή. Από την άλλη εμείς, οι απομυθοποιητές της ιδεολογίας, μοιάζουμε με το παιδί, που, αφού τις τρώει καθημερινά από τον νταή του σχολείου, γυρίζει στο σπίτι χαρούμενο, γιατί κατάλαβε ότι ο νταής είναι βλάκας και αμόρφωτος.

Ξέρουμε ότι υπάρχει απόσταση ανάμεσα στην όμορφη αλλά ψεύτικη μάσκα της εξουσίας και την άσχημη κρυφή πλευρά της, και εξακολουθούμε να προβάλλουμε την ομορφιά της μάσκας. Ξέρουμε, ποια είναι η πραγματικότητα πίσω από το ψέμα, γνωρίζουμε ότι πίσω από τους ισχυρισμούς περί οικουμενικών αρχών βρίσκονται συγκεκριμένα συμφέροντα, αλλά συνεχίζουμε να αποδεχόμαστε τα ψέματα. Ξέρουμε, ότι ο αυτοκράτορας είναι γυμνός, αλλά αφού κανένας δεν το λέει, συνεχίζουμε να υποκρινόμαστε, πως δεν το βλέπουμε.

Ο πολιτικός κυνισμός είναι αποτέλεσμα του καπιταλιστικού κυνισμού, της ψευδεπίγραφης σύζευξης οικονομίας και ηθικής. Ο καπιταλισμός πάντοτε προσπαθεί να φοράει ηθικά ρούχα, μια και η πρακτική του οδηγεί αδήριτα σε αύξηση των πιο αισχρών αδικιών.

Από το «αόρατο χέρι» του Ανταμ Σμιθ στον προτεσταντικό καπιταλισμό του Μαξ Βέμπερ που μετατρέπει τον άκρατο εγωισμό σε υπηρεσία στο κοινό καλό, στο trickle down των Μπλερ, Κλίντον και Σημίτη (τα ψίχουλα που πέφτουν από τα τραπέζια των πλούσιων στους αποκάτω) και στην ανάπτυξη του Μητσοτάκη, η ηθικολογία ήταν πάντα σύντροφος της εκμετάλλευσης. Αλλά όπως λέει ο Σέξπιρ, nothing will come from nothing (ουδέν εξ ουδενός).

*Καθηγητής του Πανεπιστημίου του Λονδίνου και πρόεδρος του Ιδρύματος «Νίκος Πουλαντζάς»

ΠΗΓΗ: efsyn.gr