Συνέντευξη της Ζωής Κωνσταντοπούλου
στην εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ της Λέσβου και στην Ανθή Παζιάνου
Έχετε έρθει ξανά στη Λέσβο πριν δύο χρόνια και κάνατε ομιλία στον Μανταμάδο. Τι έχει αλλάξει από τότε;
«Όλα και τίποτα. Έχουν αλλάξει όλα σε σχέση με εκείνους που δεν έμειναν συνεπείς. Δεν έχει αλλάξει τίποτα για όσους υπηρετούν με το ίδιο πάθος, την ίδια αποφασιστικότητα και τα ίδια ιδανικά, τα ίδια όνειρα, αυτά που υπηρετούσαμε και τότε.»
Αισθάνεστε προδομένη;
«Νομίζω προδομένος είναι ένας ολόκληρος λαός, αλλά δεν πρέπει να μείνουμε εκεί. Πρέπει να γράψουμε το επόμενο κεφάλαιο της Ιστορίας, μετά την Προδοσία, που είναι το κεφάλαιο που θα γράψει ο καθένας και η καθεμιά, όλοι εμείς που δεν θα επιτρέψουμε να μπει μια ταφόπλακα στο «όχι» μας, στη διεκδίκησή μας, στο μέλλον μας και στο μέλλον των επόμενων γενεών.»
Εσείς είχατε παρατηρήσει πριν από το δημοψήφισμα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα άλλαζε «πλεύση»;
«Σίγουρα υπήρχαν κάποιες ανησυχητικές ενδείξεις οι οποίες όμως διασκεδάζονταν, ανατρέπονταν από αντενδείξεις. Κυρίως υπήρξε ένα αριστοτεχνικό παιχνίδι εξαπάτησης, υπήρξε μια μέριμνα, ώστε ακόμη και κει που μπορεί να δημιουργούσαν ανησυχία κάποια δείγματα, να δίνονται τα εντελώς αντίθετα σημάδια. Νομίζω ότι η κορύφωση αυτού του παιχνιδιού εξαπάτησης ήταν η εξαγγελία του δημοψηφίσματος. Γιατί μας έπεισε, προσωπικά με έπεισε ότι τα κίνητρα τότε του Αλέξη Τσίπρα ήταν πράγματι συνδεδεμένα άρρηκτα με την υπηρέτηση της λαϊκής εντολής. Αποδείχτηκε ότι αυτό δεν ήταν αλήθεια. Αποδείχτηκε ότι τα κίνητρα ήταν τα πιο ταπεινά και ότι ουσιαστικά επιχειρήθηκε να κρυφτεί ένας πρωθυπουργός και ένα στενό δικό του επιτελείο πίσω από ένα «Ναι» που υπολόγιζαν ότι θα ήταν το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος.»
Υπήρχαν μέλη του ΣΥΡΙΖΑ εκείνη την περίοδο, που είχαν εμπιστευτεί τον πρωθυπουργό σε ό,τι αφορά την εξαγγελία του δημοψηφίσματος, αλλά και το ενδεχόμενο αποτέλεσμα ενός «Όχι». Και θεωρούσαν ότι υπάρχει κάποιο άλλο σχέδιο. Εντοπίσατε εσείς κάποιο έλλειμμα στη σχέση μέλους του κόμματος με το κόμμα και την κυβέρνηση;
«Στην ομιλία μου για το Μνημόνιο στις 14 Αυγούστου κατέθεσα στα πρακτικά της Βουλής ποιες ήταν οι θέσεις μας για τον έλεγχο της κυβέρνησης από τη Βουλή, των κυβερνητικών οργάνων από την εσωτερική δημοκρατική λειτουργία του κόμματος, τη διάκριση μεταξύ κόμματος και κυβέρνησης, τη διάκριση μεταξύ κυβέρνησης και Βουλής, τη διάκριση των εξουσιών. Αυτές ήταν θεμελιώδεις θέσεις, όχι μόνο του ΣΥΡΙΖΑ. Θα έλεγα διαχρονικά της Αριστεράς και των δημοκρατικών, ριζοσπαστικών δυνάμεων του τόπου. Είναι, λοιπόν, πασίδηλο, ότι εκείνα που αποτέλεσαν διακηρυκτικές αρχές και προγραμματικές θέσεις περιφρονήθηκαν από αυτούς που τελικά δεν ήθελαν ένα κόμμα των μελών, αλλά ένα κόμμα- εργαλείο. Το λυπηρό είναι ότι βρέθηκαν πάρα πολλοί μέσα σε αυτό το κόμμα, που όχι απλώς ανέχτηκαν, αλλά υποστήριξαν και υποστύλωσαν αυτή τη λειτουργία.
Φυσικά δεν μπορεί κανείς στα σοβαρά να ισχυρίζεται ότι το ίδιο το κόμμα δρομολόγησε αυτή την πολιτική. Από την άλλη πλευρά, κατά τη γνώμη μου υπάρχει μια τεράστια ευθύνη για το ότι την επέτρεψε και δεν την απέτρεψε. Υπάρχει μια τεράστια ευθύνη κυρίως σε σχέση με όλα όσα διαδραματίστηκαν από τις 10 Ιουλίου και μετά. Από την εξουσιοδότηση δηλαδή και την λεγόμενη συμφωνία και μέχρι το μνημόνιο και στη συνέχεια τη βίαιη διάλυση της βουλής και τις εκλογές.»
Έχετε αισθανθεί την ανάγκη να αναλάβετε κάποια ευθύνη ή να ζητήσετε συγγνώμη για ό,τι έγινε;
«Όχι, δεν έχω αισθανθεί καμιά ανάγκη να ζητήσω συγγνώμη, γιατί έκανα ό,τι περνούσε από το χέρι μου κι ό,τι ακόμα ίσως κάποιοι θεωρούν ότι δεν περνούσε από το χέρι μου προκειμένου να υπηρετήσω την εντολή που μου έδωσαν οι πολίτες και να μείνω πιστή σε όσα αποτελούσαν τις δεσμεύσεις μας και τις δεσμεύσεις μου. Δεν θα μπορούσα να κοιτάξω τον εαυτό μου στον καθρέφτη αν δεν είχα κάνει το παν, προκειμένου να αποτραπεί αυτή η εφιαλτική εξέλιξη που ήταν η ψήφιση του τρίτου μνημονίου.»
Κατά τη διάρκεια της θητείας σας δεχτήκατε πολύ σκληρή κριτική και πολεμική ως πρόεδρος της Βουλής. Αισθάνεστε ποτέ ότι, αν στη θέση σας ήταν ένας άντρας, θα είχε εντελώς διαφορετική αντιμετώπιση;
«Όχι, αισθάνομαι ότι είναι πολύ πιθανό αν στη θέση μου ήταν άλλος, να μην άντεχε και αυτό ως διαπίστωση με πεισμώνει ακόμα περισσότερο. Δεν γίνεται να επιτρέψουμε σε ένα σύστημα προπαγάνδας, εκβιασμών, μιντιακού μπούλιινγκ, πολιτικού μπούλιινγκ να δοκιμάζει τα όρια και τις αντοχές ανθρώπων που θέλουν γνήσια και πραγματικά να υπηρετήσουν το δημόσιο και κοινωνικό συμφέρον.»
Κατά τη γνώμη σας, άρα, το «μπούλινγκ» προήλθε καθαρά από πολιτικές σκοπιμότητες;
«Οι λόγοι ήταν πολιτικοί, ήταν συνυφασμένοι με τη διαπλοκή, ήταν συνδεδεμένοι με συμφέροντα τα οποία ενόχλησα. Προφανώς υπάρχει και η διάσταση, την οποία επισημαίνετε, ότι εκδηλώθηκε με έναν ακραίο τρόπο και ο σεξισμός και μια διάθεση ισοπέδωσης. Και νομίζω ότι δεν ήταν μόνο το θέμα ότι είμαι γυναίκα. Ήταν και το θέμα ότι ήμουν η πιο νέα πρόεδρος της βουλής. Υπάρχει δηλαδή και ένα ζήτημα φύλου και ένα ζήτημα γενεακό. Υπάρχει μία τάση το σύστημα να μην ανέχεται την αντίσταση και την ευθυτενή στάση. Αυτό που έχω κατ’ επανάληψη πει, και δεν αφορά μόνο τη διαδρομή μου ως Προέδρου της Βουλής, αφορά συνολικά τη διαδρομή μου στην πολιτική, γιατί τον πόλεμο αυτό τον δεχόμουν από την πρώτη στιγμή, μιας και από την πρώτη στιγμή τα έβαλα με συμφέροντα. Η πρώτη μου παρέμβαση στη Βουλή αφορούσε τη Siemens. Θα έλεγα ότι πρέπει να πούμε καθαρά αν θέλουμε να επιτρέψουμε σε ένα τέτοιο σύστημα να βάζει στην κρεατομηχανή ανθρώπους οι οποίοι θα μπορούσαν να υπηρετήσουν το λαό.»
Πού τοποθετείτε τον εαυτό σας πολιτικά;
«Έχετε απορία;» (σ.σ. γελάει)
Η «Πλεύση Ελευθερίας» δεν επισημαίνει κάποιο αριστερό πρόσημο στα κείμενά της.
«Είναι σωστό που κάνετε τη διάκριση μεταξύ του πού τοποθετούμαι προσωπικά, πολιτικά και πώς τοποθετείται η Πλεύση Ελευθερίας. Προσωπικά είναι γνωστό ότι η διαδρομή μου είναι στα κοινωνικά κινήματα. Η ταυτότητά μου είναι συνυφασμένη με την Αριστερά. Είναι επίσης γνωστό ότι δεν θα βγάλω το δέρμα μου, δεν θα αλλάξω τα πιστεύω μου. Την ίδια στιγμή θεωρώ ότι σ’ αυτή τη χρονική συγκυρία, η πολιτική μας δράση, πρωτοβουλία και τοποθέτηση, δεν μπορεί να περιορίζεται στα όρια της Αριστεράς και συνολικότερα στα όρια ενός μόνο Τμήματος της πολιτικής Γεωγραφίας. Θεωρώ ότι υπάρχει μια ανάγκη συστράτευσης ανθρώπων που έχουν τέσσερα βασικά χαρακτηριστικά: την προσήλωση στη Δημοκρατία, τον πατριωτισμό, το ριζοσπαστισμό, την τοποθέτηση στην Αριστερά. Αυτά δεν είναι αναγκαίο να συνυπάρχουν, αλλά δεν είναι και αλληλοαποκλειόμενα. Μπορεί κάποιος να συγκεντρώνει και τα τέσσερα, όπως πιστεύω ισχύει για εμένα. Όμως υπάρχουν άνθρωποι που μπορούν να μην τοποθετούνται με τόσο αποκρυσταλλωμένο τρόπο στην Αριστερά και δεν είναι η ώρα να τους το ζητήσουμε, ακριβώς διότι το μείζον ζήτημα αυτή τη στιγμή δεν είναι η εκ των ενόντων αναδόμηση της Αριστεράς. Το μείζον ζήτημα είναι η αναδόμηση της κοινωνίας, είναι να σηκωθεί στα πόδια του ο κόσμος, να σηκώσει το κεφάλι, να μπορέσει να υπάρξει και μέσα από την Κοινωνία να μπορέσει να υπάρξει και η Αριστερά. Χωρίς την κοινωνία δεν υπάρχει Αριστερά. Κι όποιος νομίζει ότι μπορεί να φτιάχνει την Αριστερά έξω από την Κοινωνία και χωρίς αυτήν, καταλήγει στη διάψευση. Και θα έλεγα ότι αυτή τη στιγμή δεν έχουμε πολυτέλεια για τέτοιες εύκολες αυτοδιαψεύσεις. Αντίθετα έχουμε χρέος να καταβάλουμε όλες μας τις δυνάμεις προκειμένου αυτός ο λαός να ξανασηκωθεί κι αυτός ο τόπος να μπορέσει να ευημερήσει με Δημοκρατία και κυρίως με ελευθερία.»
Η «Πλεύση Ελευθερίας» δεν καταπιάνεται με το ζήτημα του νομίσματος, παρόλο που συγκροτήθηκε μετά τη –μη- υλοποίηση της απόφασης του δημοψηφίσματος, η οποία κατά 90% θα ακολουθούσε σε Grexit και στην έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη.
«Δεν είναι ακριβώς έτσι. Η δική μου τοποθέτηση είναι ξεκάθαρη. Το ευρώ χρησιμοποιήθηκε και χρησιμοποιείται αυτή τη στιγμή, όχι ως νόμισμα, αλλά ως όπλο εξόντωσης του ελληνικού πληθυσμού και άλλων πληθυσμών - στην Κύπρο είδαμε την ίδια τακτική τον Μάρτιο του 2013. Το ευρώ δεν έχει λειτουργία νομίσματος. Η ουσία του ερωτήματος δεν είναι το νόμισμα, αλλά η δημοκρατία και η ελευθερία.
Δεχτήκαμε μια επίθεση με χαρακτηριστικά εχθροπραξίας. Εχουμε υποβληθεί σε ένα καθεστώς απολυταρχικό, τυραννικό, ολοκληρωτικό και πρώτο καθήκον μας είναι η άμυνα, η αντίσταση και η ανατροπή αυτού του καθεστώτος. Δεν υπάρχει κανένα επιχείρημα που να μπορεί να υποστηρίξει την επιλογή ενός νομίσματος αντί άλλου, χωρίς αυτή η ανάλυση να περνάει μέσα από το μείζον ζήτημα του πολιτεύματος, της δημοκρατίας. Δεν είμαι οπαδός κανενός νομίσματος. Δραχμή είχαμε και στη χούντα. Με το σημερινό νομισματικό σύστημα, επίσης έχουμε μια αντιδημοκρατική συνθήκη. Δεν υπάρχει νόμισμα που αφ´ εαυτού είναι πανάκεια. Υπάρχει η ανάγκη να έχουμε και τις νομισματικές εκείνες επιλογές, όλες τις εναλλακτικές που θα θωρακίσουν το λαό από τους βέβαιους μελλοντικούς εκβιασμούς»
Έχει ανταπόκριση η «Πλεύση Ελευθερίας». Ποιον ρόλο κατά τη γνώμη σας καλείται να παίξει;
«Εισπράττουμε καθημερινά ένα πολύ συγκινητικό κύμα ανταπόκρισης των πολιτών, όχι όμως με την κλασική έννοια της προσχώρησης σε ένα κόμμα, αλλά περισσότερο με τον τρόπο που θέλουμε και εμείς να λειτουργήσουμε, δηλαδή προσκαλούμε τους πολίτες και την κοινωνία να ενσαρκώσουν την Πλεύση Ελευθερίας. Οι δυνάμεις υπάρχουν και κυρίως στις νεότερες γενιές. Εκείνο που πραγματικά φιλοδοξεί να κάνει η Πλεύση Ελευθερίας είναι να αλλάξει το ρου της Ιστορίας, να ανατρέψει αυτό το καθεστώς και να συμπλεύσει με την κοινωνία, προκειμένου να φτιάξουμε από το μηδέν το μέλλον μας, ένα μέλλον Δημοκρατίας, Ελευθερίας, Δικαιοσύνης, ένα μέλλον στο οποίο θα μπορεί να ζει, να ονειρεύεται να σχεδιάζει και να προσβλέπει ο καθένας κι η καθεμιά, πρωτίστως οι νεότεροι».
Το ΚΚΕ δηλώνει δικαιωμένο σε σχέση με τον ΣΥΡΙΖΑ κι ότι είχε προφητεύσει την αλλαγή του.
«Δεν θα αισθανόμουν καλά, αν περιοριζόμουν στο ότι αισθάνομαι δικαιωμένη. Κάποια στιγμή θα πρέπει να γίνει μια ειλικρινής συζήτηση για το ρόλο που διαδραματίζει ο καθένας και η κάθε πολιτική δύναμη και τι επιδιώκει. Το ΚΚΕ όταν προκηρύχθηκε το δημοψήφισμα δεν το στήριξε, πράγμα που αποδείχτηκε ιστορικό του λάθος. Γιατί μέσα από το Δημοψήφισμα γράφτηκε μια λαμπρή σελίδα της σύγχρονης Ιστορίας και δόθηκε η ευκαιρία μιας πολύ συνειδητής έκφρασης μια μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας, που δεν μπορεί να είναι αδιάφορη σε ένα κόμμα που θέλει να τοποθετείται στον χώρο αυτό.
Όμως εγώ είμαι πιο αυστηρή. Διότι έχω και την εμπειρία της προεδρίας μου στη Βουλή. Το ΚΚΕ έλεγε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα κάνει την κωλοτούμπα, ότι δεν πρέπει να εμπιστεύεται κανείς τον ΣΥΡΙΖΑ. Όταν όμως ένα κομμάτι του ΣΥΡΙΖΑ έκανε πράγματι την κυβίστηση, κι ένα άλλο κομμάτι στάθηκε συνεπές, το ΚΚΕ στράφηκε απέναντι σε εμάς που σταθήκαμε συνεπείς.
Όταν ως πρόεδρος της Βουλής, προσπάθησα με όλες μου τις δυνάμεις να αποτρέψω την εισαγωγή του τρίτου μνημονίου, δεν υπήρξε στήριξη από τους βουλευτές του ΚΚΕ. Όταν στη συνέχεια Τσίπρας, Παυλόπουλος και δανειστές μεθόδευσαν τη διάλυση της Βουλής, το ΚΚΕ συμμετείχε στην αποχή όλων των βουλευτών και των κομμάτων –πλην όσων από τον τότε ΣΥΡΙΖΑ καταψηφίσαμε το Μνημόνιο- προκειμένου να επιταχύνει την πρώιμη διάλυση της Βουλής. Απείχε από τις διασκέψεις των προέδρων, από τη συζήτηση στην Ολομέλεια της Βουλής για το πόρισμα της Επιτροπής Αλήθειας δημόσιου χρέους, για τις γερμανικές οφειλές, από την Επιτροπή θεσμών και Διαφάνειας και της διαδικασία εναντίον του κ. Στουρνάρα για τη βίαιη προσαγωγή του σε σχέση με την υπόθεση Siemens. Αυτά δεν είναι και πολύ συμβατά με μια ρητορική αντισυστημική. Αντίθετα δείχνουν ότι οι κοινοβουλευτικοί του εκπρόσωποι, την κρίσιμη στιγμή που έτριξαν τα θεμέλια του συστήματος, προσέτρεξαν για να το στηρίξουν.
Ακόμα, το ΚΚΕ, διαρκούσης της δικής μου θητείας κατέθεσε δύο προτάσεις νόμου που αφορούσαν την κατάργηση των μνημονίων και τις οποίες προσωπικά προώθησα και στο υπουργείο και το Γενικό λογιστήριο του Κράτους κι όταν έγιναν οι σχετικές εκθέσεις τις παρέπεμψα στις αρμόδιες επιτροπές για συζήτηση. Αυτό είναι κάτι που το ΚΚΕ παρασιωπά και δεν εξηγεί γιατί πολέμησε τόσο τη μόνη πρόεδρο που προώθησε αυτές τις προτάσεις».
Αρκετοί, όπως η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ, κατανοούν και δικαιολογούν τη στάση της κυβέρνησης στο προσφυγικό, τη συμφωνία ΕΕ – Τουρκίας, με δεδομένο το κλείσιμο των συνόρων άλλων χωρών.
«Η στάση της κυβέρνησης Τσίπρα στο προσφυγικό είναι εγκληματική. Η συμφωνία που έχει υπογραφεί είναι ό,τι πιο σκοταδιστικό, αναχρονιστικό μπορούσε κανείς να διανοηθεί. Για την ακρίβεια είναι στη σφαίρα του αδιανόητου. Ακυρώνει κεκτημένα προστασίας ανθρωπίνων δικαιωμάτων και διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου δεκαετιών, αλλά και αιώνων. Την ίδια ώρα εγκαταλείπει εντελώς την εθνική κυριαρχία, μέσω των διαδικασιών επιτροπείας από πλευράς αξιωματούχων γειτονικών χωρών και στρατιωτικοποιεί ένα ανθρωπιστικό ζήτημα, επιτρέποντας στο ΝΑΤΟ μια παρουσία προκλητική και πολλαπλώς προσβλητική της διεθνούς ειρήνης και της ανθρωπιστικής διάστασης του προσφυγικού ζητήματος.
Η κυβέρνηση εκμεταλλεύεται το προσφυγικό προκειμένου να παριστάνει το θύμα ενώ είναι θύτης. Την προσφυγιά προκαλεί ο πόλεμος και γι αυτό πρέπει να μιλήσουμε. Τον πόλεμο υποδαυλίζουν οι βιομηχανίες όπλων, οι οποίες με τη σειρά τους θησαυρίζουν μέσα από συμφωνίες μίζας διαφθοράς, διαπλοκής, όπως αυτές που οδήγησαν σε μια πολύ μεγάλη επιβάρυνση των δημοσίων δαπανών στην Ελλάδα και συνδέονται άρρηκτα με το παράνομο και επονείδιστο κομμάτι του ελληνικού χρέους.
Οι μόνοι οι οποίοι δεν ευθύνονται για την αδιανόητη κατάσταση στην οποία εντάσσονται, τις συνθήκες στρατοπέδου συγκέντρωσης σε πολλά χοτ σποτ κ.ο.κ είναι οι πρόσφυγες»
Είχε άλλη επιλογή η κυβέρνηση;
Πάντα υπάρχουν επιλογές και δεν είναι ποτέ επιλογή η παραβίαση των δικαιωμάτων των ανθρώπων. Καμία κυβέρνηση δεν μπορεί να διανοείται ότι μπορεί να ανταλλάσσει τα δικαιώματα, τις ελευθερίες και την ανθρώπινη ζωή με ό,τιδήποτε άλλο. Όταν βλέπει κανείς τι έκαναν οι απλοί άνθρωποι, σε ποια υπέρβαση του εαυτού τους και των δυνάμεών τους μπήκαν για να συμπαρασταθούν και να συνδράμουν, όταν βλέπεις πώς αυτό-οργανώθηκαν πρωτοβουλίες συμπαράστασης από το τίποτα και από ανθρώπους χωρίς μέσα και οικονομική δυνατότητα, είναι ακόμα πιο ορατό και αισθητό πώς μια εξουσία στην πραγματικότητα στρογγυλοκάθεται στο θώκο της και παραμελεί την ευθύνη της και αυτό δεν είναι μια παραμέληση που έχει χαρακτηριστικά απλής αμέλειας. Είναι μια παραμέληση που έχει χαρακτηριστικά εγκληματικά».
Θέλετε κάτι άλλο να προσθέσετε;
«Μου δώσατε την ευκαιρία να έχουμε μια ουσιαστική συζήτηση. Χαίρομαι που βλέπω ότι εδώ στη Μυτιλήνη η δημοσιογραφία ασκείται με τρόπο αχειραγώγητο, ελεύθερο και ουσιαστικό. Θέλουμε τη δημοσιογραφία και τους εκπροσώπους του τύπου να έχουν αυτά τα χαρακτηριστικά της ανεξαρτησίας και της χειραφέτησης.»
http://exodospress.gr/