Του Ρούντι Ρινάλντι
Η κυβέρνηση σε ρόλο πειθήνιου υπηρέτη, η αντιπολίτευση σε ρόλο αμήχανου παρατηρητή
Το πολιτικό βαρομετρικό αλλάζει σχεδόν κάθε δύο βδομάδες, ανάλογα με τις κάθε φορά εξελίξεις και εντυπώσεις. Δηλωτικό κι αυτό μιας ρευστής...
κατάστασης που χαρακτηρίζεται από διαρκή αναβολή αποφάσεων και διασαφήνισης στρατηγικών επιλογών, ή από την εφαρμογή επιλογών σε κενό στρατηγικής. Δεν πρόκειται για μια «κοντρόλ» πολιτική με μπασκετικούς όρους, ενός πιο αργού ρυθμού, δηλαδή, για το κέρδισμα χρόνου από την ομάδα που είναι μπροστά στο σκορ. Οι αιφνιδιασμοί είναι μέσα στο παιχνίδι και αναστατώνουν όλα τα «συστήματα», που υιοθετούνται ανά πεντάλεπτο του αγώνα.
Οι δανειστές έχουν επιβάλει στον… άτακτο συνεταίρο, όλα όσα ήθελαν και τρίβουν τα μάτια τους για το «θαύμα». Ο χθεσινός αρειμάνιος αντίπαλος έχει μετατραπεί σε πειθήνιο υπηρέτη και εκτελεστή της όποιας επιθυμίας τους. Τώρα η έγνοια τους είναι σε άλλα μέτωπα: Τι θα γίνει στην Αγγλία σε λίγες μέρες στο κρίσιμο δημοψήφισμα; Τι αποτελέσματα θα βγάλουν οι κάλπες στην Ισπανία; Τι θα γίνει με την επιθετικότητα κατά της Ρωσίας, την οποία διατάσσει το ΝΑΤΟ σε όλη την κεντρική και ανατολική Ευρώπη;
Αυτά και μόνο (που δεν είναι και τα μοναδικά) αρκούν για να έχουμε ένα διαφορετικό τοπίο στην Ευρώπη, κοινωνικό, πολιτικό, τραπεζικό. Την ίδια στιγμή, για να το γυρίσουμε στο ποδόσφαιρο τώρα, δεν αναρωτιούνται ποιος θα πάρει το Euro 2016, αλλά αν αυτό θα διεξαχθεί ομαλά και πώς θα σταματήσουν οι κινητοποιήσεις στη Γαλλία, αλλά και στο Βέλγιο.
Αυτοί οι πονοκέφαλοι οδήγησαν στο φλερτ δανειστών και κυβέρνησης Τσίπρα των τελευταίων εβδομάδων κι έτσι η «αξιολόγηση» φθάνει στο τέλος της, αλλά η δόση θα δοθεί σε… δόσεις και αφού έχουν δέσει για τα καλά τη δουλειά. Είπαμε φλερτ, αλλά όχι κανένα συνηθισμένο ή γλυκανάλατο. Φλερτ ανάμεσα σε σαδιστές δανειστές και σε υπηρέτες που ανέχονται όλα τα βίτσια, φτάνει να κρατηθούν στην «καρέκλα».
Η κυβέρνηση Τσίπρα προσπαθεί να αξιοποιήσει την «ευνοϊκή» γι’ αυτήν εξέλιξη, αν και αισθάνεται, ότι όσα ψήφισε και όσα υπογράφει, θα οδηγήσουν σε ποικίλες αντιδράσεις και γενικευμένη δυσφορία. Δεν έχει όμως άλλη επιλογή από το να πανηγυρίζει και να ψάχνει για πολιτικές πρωτοβουλίες και αντιπερισπασμούς, μήπως και λειάνει κάπως την οργή και την αγανάκτηση για όσα κάνει. Ανασχηματισμός, ανοίγματα σε κεντροαριστερούς και άλλους χώρους, εκλογικός νόμος και συνταγματική αναθεώρηση ρίχνονται στο τραπέζι και αναμένεται να απασχολήσουν τους καλοκαιρινούς μήνες. Αυτό σχεδιάζεται σήμερα (τις επόμενες εβδομάδες, αν αλλάξει το βαρομετρικό, μπορεί να δούμε τροποποιήσεις).
Αντιπολίτευση χωρίς εναλλακτική
Η αντιπολίτευση μοιάζει κάπως σαστισμένη από το φλερτ που εξελίσσεται και πρέπει να αναπροσαρμόσει την τακτική της. Το ανέβασμα των τόνων και η γενική καταγγελία της κυβέρνησης εναρμονίζονται με τη θέληση μιας κοινωνικής βάσης, αλλά η ουσία της πολιτικής δεν διαφοροποιείται προφανώς από τις μνημονιακές και νεοφιλελεύθερες προδιαγραφές. Δεν έχει άλλη εναλλακτική, διαφορετική από την εφαρμογή όσων υπογράφονται σήμερα και υποστηρίζει, πως αυτό πρέπει να γίνει με «σοβαρότητα» και όχι με «λαϊκισμό και προχειρότητα». Δεν τολμά καν να αξιοποιήσει την εκτίμηση, ότι ακόμα και ο Μεταξάς, ο Παπαδόπουλος, ο Καραμανλής, ο Σαμαράς δεν θα τολμούσαν να ψηφίσουν τέτοια ξεπουλήματα, όπως αυτά που κάνει τώρα ο Τσίπρας και η κυβέρνησή του. Το έχουμε ξαναπεί: Το δίδυμο Τσίπρας – Μητσοτάκης (κυβέρνηση – αξιωματική αντιπολίτευση) είναι ό,τι χειρότερο για τον τόπο.
Το ίδιο σαστισμένη είναι η παραδοσιακή κεντροαριστερή παράταξη. Παρά τα λίφτινγκ, νιώθει λίγο εγκατελειμμένη από τους σοσιαλιστές «συντρόφους» της Ευρώπης, που έχουν αγκαλιάσει τον Αλ. Τσίπρα. Πρόσφατα, κατά την επίσκεψη του (σοσιαλιστή) πρωθυπουργού της Γαλλίας, δεν υπήρξε καμιά συνάντηση με την κ. Γεννηματά…
Το γενικό αυτό κλίμα, αναγκαστικά προκαλεί τριγμούς και μέσα στον οικονομικό και διαχειριστικό κόσμο. Η υπόθεση του Ελληνικού αποδεικνύει την άμεση εμπλοκή και συνενοχή μεγάλων ομίλων (Λάτση κ.λπ.), που απολαμβάνουν τη στήριξη των δανειστών και τις εκδουλεύσεις της κυβέρνησης. Η διαχείριση των «φιλέτων» προκαλεί, όμως, και ενδοκυβερνητικές τριβές. Οι κραυγές Σπίρτζη δεν είναι άσχετες, όπως και η πρόταση να αναλάβει ο ίδιος ο Τσίπρας το Υπουργείο Ανάπτυξης στη θέση του Σταθάκη, για να κατευθύνει τα ΕΣΠΑ. Το ίδιο, μέσα από το μιντιακό και όχι μόνο σύστημα, εντείνονται οι εκβιασμοί, οι απειλές και οι διαρροές. Φάκελοι, δικαστικές υποθέσεις, εισαγγελίες και σκάνδαλα θα φουντώσουν, αντανακλώντας τις ανακατατάξεις των ντόπιων μεγαλοεργολάβων – μεταπρατών.
Κι όμως το «μοριακό» είναι καθοριστικό
Ως «μοριακές» διαδικασίες αναφέρονται, εκείνες που γίνονται σε συνειδησιακό επίπεδο, σε επίπεδο ατομικής και κατ’ επέκταση ευρύτερης κοινωνικής ψυχολογίας. Στο επίπεδο αυτό, επιδρούν ακόμη το σοκ του περσινού καλοκαιριού, το διαρκές και ασύστολο ψέμα των κυβερνώντων, ο κυνισμός και η χρησιμοποίηση των ίδιων μεθόδων με τους «προηγούμενους». Με όσα έχουν ψηφιστεί και γίνει γνωστά, γίνεται αισθητό πλέον, ότι «αυτοί» είναι χειρότεροι από τους άλλους. Δεύτερο σοκ, τώρα που μειώνονται συντάξεις, βρέχει κατασχετήρια, ακριβαίνουν τα πάντα. Οι πολίτες κοιτάζουν τα πορτοφόλια τους, μετρούν κάθε σεντ, απελπίζονται που δεν τους φτάνουν για να εξασφαλίσουν τα στοιχειώδη, χρωστάνε δεξιά κι αριστερά, ψάχνουν να βρουν κάποια λύση.
Η βάση της Δεξιάς συσπειρώνεται και αποκτά επιθετικά χαρακτηριστικά απέναντι στην «αριστερή κυβέρνηση» και ξεχνά σιγά-σιγά τις αμαρτίες των προηγούμενων. Το «να φύγουν οι χειρότεροι» αγκαλιάζει πολύ κόσμο και δίνει κάποια άφεση στους «προηγούμενους». Η κίνηση «Παραιτηθείτε» εγκαινιάζει μια νέα κατάσταση κι αν «πιάσει», τότε σίγουρα θα δρομολογηθούν κι άλλες εκδηλώσεις τέτοιου τύπου. Η κυβέρνηση είναι θορυβημένη από αυτές τις εξελίξεις και όλα τα επιτελεία αναμένουν να δουν, τι θα κατορθώσει η πρωτοβουλία αυτή.
Τα δύο παλιά μεγάλα κόμματα μέχρι τώρα δεν μπορούσαν να κινητοποιήσουν κόσμο. Όποιο βρισκόταν στην κυβέρνηση μάλιστα, είχε να δοκιμάσει την οργή και τις αποδοκιμασίες του κόσμου, οργανωμένες, μισο-οργανωμένες, αυθόρμητες. Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ είχαν να αντιμετωπίσουν το «κάζο» που είχαν πάθει με το «Ναι» και είχαν μαζευτεί λίγο. Η ανάδειξη του Κυρ. Μητσοτάκη και οι πρωτοβουλίες της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, κάτι εισέπρατταν σαν επιστροφή ψηφοφόρων τους, που είχαν επιλέξει ΣΥΡΙΖΑ σε προηγούμενες εκλογές. Τώρα δοκιμάζουν μια κινητοποίηση σε πρότυπα ήπιας «κατσαρόλας», αχρωμάτιστα, χωρίς κόμματα κ.λπ. Ελπίζουν να θέσουν σε κίνηση έναν μοχλό αντικυβερνητικό μεν, φιλοσυστημικό δε.
Ο μεγάλος απών είναι άλλος και συνδέεται με όλες τις πολιτικές, κοινωνικές και μοριακές εξελίξεις: Ο λαϊκός παράγοντας με τη μορφή του μαζικού λαϊκού κινήματος. Αυτή η απουσία προσφέρει τη δυνατότητα για αντιπερισπασμούς της κυβέρνησης και κινητοποιήσεις της συστημικής αντιπολίτευσης. Κάτι λείπει. Η «απόσυρση» αφήνει μεν έδαφος, ενώ παράλληλα δείχνει μια απόσταση από τα δύο μπλοκ. Δεν είναι όμως ενεργητική και ίσως παράγει αδράνεια και «κάθισμα».
Οι αριστερές «προτάσεις», δηλαδή η γενική καταγγελία, ο στελεχικός – αρχηγικός ακτιβισμός, η παρατεταμένη προεκλογική προετοιμασία, δεν έχουν καμιά σχέση με διαδικασίες και στόχους ενός μαζικού λαϊκού πολιτικού κινήματος, και γι’ αυτό στερούνται κάθε αξιοπιστίας.
ΠΗΓΗ: Δρόμος της Αριστεράς