Νικόλ Λειβαδάρη
Η συμφωνία δεν υπεγράφη ποτέ, αλλά επισφραγίζεται καθημερινά στους φράχτες της Ειδομένης και στα κλειστά σύνορα των Βαλκανίων: Ευρώπη και Αθήνα έχουν ήδη αποδεχθεί σιωπηρά, ότι η Ελλάδα θα μετατραπεί για τους επόμενους (λίγους ή και περισσότερους) μήνες στον ευρωπαϊκό...
«κόμβο τράνζιτ» του προσφυγικού κύματος.
Το τίμημα για την Ευρώπη θα είναι, σε πρώτο χρόνο τουλάχιστον, το σχέδιο ανθρωπιστικής βοήθειας των 700 εκατομμυρίων ευρώ, ενώ το πλαφόν που θέτει η Ελλάδα, σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, ως τον μέγιστο αριθμό προσφύγων που μπορεί να φιλοξενήσει, είναι οι 150.000 άνθρωποι.
Η άτυπη «ανακωχή» των κλειστών συνόρων
Είναι η σιωπηρή συμφωνία και η άτυπη ανακωχή των τετελεσμένων και της αυτοεκπληρούμενης προφητείας. Και το ζητούμενο αυτής της «ανακωχής» για τη μεν Ευρώπη είναι η ανάσχεση των ροών και η ελεγχόμενη, και υπό όρους, μετεγκατάσταση των προσφύγων, για τη δε Ελλάδα η διέξοδος από την διπλή κρίση (προσφυγική και μνημονιακή).
Το χρονικό όριο που δίνει η Αθήνα, για να πετύχει αυτή τη διέξοδο είναι ένα τρίμηνο: Τόσο είναι το διάστημα που θα βάλει, σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, η ελληνική πλευρά ως το απώτατο χρονικό όριο αποδοχής του, ανεπίσημου έστω, καθεστώτος των κλειστών συνόρων – ένα διάστημα, μέσα στο οποίο θα πρέπει να αρχίσει η «αναλογική και ισότιμη μετεγκατάσταση των προσφύγων σε όλα τα κράτη-μέλη της Ε.Ε.»
Στον αντίποδα, ο έλληνας πρωθυπουργός θα συναντήσει ξανά και στις δύο επικείμενες συνόδους κορυφής (την ευρωτουρκική της 7ης Μαρτίου και το τακτικό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 18 του μήνα) το πιεστικό αίτημα για ουσιαστική ανάσχεση των προσφυγικών ροών και «προστασία» των εξωτερικών συνόρων της Ε.Ε., ως προϋπόθεση για να προχωρήσει η μετεγκατάσταση.
Το «μη πιθανό» βέτο
Επ’ αυτού, πολλά θα εξαρτηθούν από την εμπλοκή του ΝΑΤΟ στο Αιγαίο και την (όχι ενθαρρυντική) έως τώρα στάση της Τουρκίας, ενώ τα διαπραγματευτικά όπλα που επιστρατεύει η ελληνική πλευρά είναι δύο: Η απειλή του βέτο και η συμμαχία με τη Μέρκελ.
Το βέτο παραμένει στο τραπέζι, μοιάζει όμως θολό και αβέβαιο. Παραμένει ακόμη ασαφές, επί ποιών ευρωπαϊκών αποφάσεων θα μπορούσε να ασκηθεί, ενώ ο ίδιος ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς δήλωσε χθες, ότι «δεν το βλέπει πιθανό», χαρακτηρίζοντας μάλιστα την ενεργοποίησή του «μεθοδολογικά κακή, διότι δυσκολεύει τη διαπραγμάτευση».
Η συμμαχία με τη Μέρκελ και η αξιολόγηση
Η συμμαχία (στρατηγική ή συγκυριακή) με τη Μέρκελ είναι, μέχρι στιγμής, η μεγάλη πολιτική επένδυση της κυβέρνησης. Και υποκρύπτει, πάντοτε, και την προσδοκία μιας πιο ήπιας αντιμετώπισης της Ελλάδας στην μνημονιακή αξιολόγηση.
Αλέξης Τσίπρας, Γιάννης Δραγασάκης και Νίκος Κοτζιάς δήλωσαν κατηγορηματικά και οι τρεις, ότι «η αξιολόγηση και το προσφυγικό δεν συνδέονται». Το επαναλαμβανόμενο όμως πρωθυπουργικό μήνυμα ότι «η χώρα δεν μπορεί να διαχειριστεί δύο κρίσεις ταυτόχρονα» έχει ως πρώτο και βασικό αποδέκτη το Βερολίνο. Και κυβερνητικές πηγές λένε με νόημα, ότι η «ανοχή και η αλληλεγγύη που επέδειξε η Ελλάδα στο προσφυγικό, δεν μπορεί να είναι μονομερής».
Προς μερική, δε, στήριξη αυτών των προσδοκιών ήρθαν και οι πληροφορίες, που μετέδωσε χθες το Bloomberg, και φέρουν τη Γερμανία πρόθυμη να δώσει περιθώρια ευελιξίας στην Ελλάδα για την μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού.
Ωστόσο, η Ανγκελα Μέρκελ ουδέποτε υπήρξε αταλάντευτη στις αποφάσεις και τις «συμμαχίες» της. Ουδέποτε επίσης επέλεξε ρήξεις, που θα της επέφεραν εσωτερικό πολιτικό κόστος. Και στην προκειμένη περίπτωση, το όποιο deal με την Ελλάδα προϋποθέτει ρήξη (ή τουλάχιστον αναμέτρηση) με το ΔΝΤ, το οποίο η γερμανίδα καγκελάριος έφερε μετά δόξης και τιμής στην Ευρώπη. Και το έχρισε, προς εσωτερική γερμανική κατανάλωση, αναντικατάστατο φρουρό της νέας ευρωπαϊκής «ηθικής της λιτότητας»…
ΠΗΓΗ: tvxs.gr