Δεν μπορώ να ακούω άλλο αυτό το «καταδικάζω τη βία απ’ όπου κι αν προέρχεται», αποβλακώνει τη συζήτηση. Είναι επιπέδου Παπαμιμίκου, αλλά και Βορίδη.
Ο κ. Βορίδης, ο κ. Μπαλτάκος, ο κ. Λαζαρίδης είναι έξυπνοι άνθρωποι. Και ακριβώς για αυτό γνωρίζουν, ότι η εξάπλωση της βλακείας είναι προϋπόθεση της διαχείρισης του φόβου, του «σοκ και του δέους».
Η αποκολοκύνθωση πασπαλισμένη με δόσεις κατατρομοκράτησης είναι η πρώτη ύλη της προπαγάνδας
που κυριαρχεί στις αστικές δημοκρατίες, καθώς αυτές σιγά-σιγά (και σταθερά τα τελευταία τριάντα χρόνια) εκφυλίζονται και διολισθαίνουν προς αστικές τυραννίδες.
Απ’ την εποχή της «Θεογονίας» είναι γνωστό, ότι το Κράτος και η Βία είναι αδέρφια, το Κράτος και τη Βία βάζει ο Αισχύλος να ανεβάζουν τον Προμηθέα στον βράχο του μαρτυρίου.
Είναι επίσης γνωστό, ότι στις συντεταγμένες αστικές δημοκρατίες (όπως και στις λαϊκές ή τις σοσιαλιστικές) το κράτος έχει (και πρέπει να έχει) το μονοπώλιο της βίας. Μέσα απ’ τους θεσμούς. Δηλαδή, μιας βίας νόμιμης. Που, εκτός των άλλων, αντιμετωπίζει την παράνομη βία. Εκείνην που όχι μόνον δεν προβλέπουν, αλλά απαγορεύουν οι θεσμοί.
Εδώ πρέπει να σημειώσουμε, ότι συχνά και συνήθως παράνομη βία ασκεί και το κράτος, είτε όταν υπερβαίνει τα θεσμισμένα (οπότε μιλάμε για αυταρχισμό και καταστολή) είτε όταν μετέρχεται παρακρατικές μεθόδους, είτε όταν υφίσταται πραξικόπημα και εκτρέπεται απ’ το πολίτευμα. Ολα αυτά χαρακτηρίζουν το
αστικό κράτος και τη βία που ασκεί, διότι είναι ένα ταξικό κράτος (όπως άλλωστε και το σοσιαλιστικό), ώσπου να φθάσουμε στην αταξική κοινωνία και να μαραζώσει το κράτος (και μαζί του η αδελφή του η βία). Οταν λοιπόν οι Παπαμικοβορίδες λένε ότι «καταδικάζουν τη βία απ’ όπου κι αν προέρχεται», τι ακριβώς εννοούν;
Οτι καταδικάζουν τη συνταγματική και νόμιμη βία του κράτους;
Οτι καταδικάζουν την αντισυνταγματική και παράνομη βία των μνημονίων;
Οτι καταδικάζουν τη νόμιμη αντίσταση του λαού στην παράνομη βία που ασκούν εναντίον του δυνάμεις «υπεράνω του νόμου»;
Τί ακριβώς καταδικάζουν; Καταδικάζουν εν τέλει την πολιτική;
Διότι σε μια ταξική κοινωνία το φαινόμενο της βίας, νόμιμης και παράνομης, έμμεσης και άμεσης, είναι ακριβώς το επίδικο της πολιτικής.
Πόσο ακόμα θα πρέπει να αποβλακωθούμε ακούγοντας παρλαπίπες; Πλην όμως, άκρως τρομοκρατικές παρλαπίπες. Μιλάμε για τη βία λες και πρόκειται για ένα μεταφυσικό φαινόμενο. Η βία έχει προσδιορισμούς. Αν δεν μιλάμε για τη βία στη βάση αυτών των προσδιορισμών, αερολογούμε.
Για παράδειγμα η βία της «ελεύθερης αγοράς». Δεν υπάρχει μεγαλύτερη βία, απ’ αυτήν που ασκείται εναντίον των εργαζομένων, στο πλαίσιο αυτής της ζούγκλας που ακούει στον ευφημισμό «ελεύθερη αγορά». Οπως και δεν υπάρχει μεγαλύτερο ψέμα στην εποχή μας από αυτό το ίδιο το σόφισμα της «ελεύθερης αγοράς». Μπορεί να
μην είναι το μεγαλύτερο ψέμα όλων των εποχών, είναι όμως το μεγαλύτερο ψέμα της εποχής μας. Η «ελεύθερη αγορά» είναι απολύτως διευθυνόμενη. Διευθύνεται απ’ το 1% του παγκόσμιου πληθυσμού που διαθέτει το 60% του παγκόσμιου πλούτου (εις ό,τι αφορά την παραγωγή του) και το 80% (εις ό,τι αφορά τη διαχείρισή του). Διευθύνεται από τράπεζες και πολυεθνικές με άκρα αγριότητα. Με υπαγορεύσεις του κεφαλαίου προς τα κράτη και κατ’ ακολουθίαν υπαγορεύσεις των κρατών προς τους λαούς.
Τι είναι το μνημόνιο; Αποτέλεσμα της ελεύθερης σχέσης της προσφοράς με τη ζήτηση; Πώς διαμορφώνονται οι τιμές; Απ’ τον ελεύθερο ανταγωνισμό ή από εναρμονισμένες πρακτικές; Ο ελεύθερος ανταγωνισμός δεν οδηγεί (μετά βραχύ διάστημα) στην εξόντωση του ασθενέστερου απ’ τον ισχυρότερο; Δεν οδηγεί συνεπώς εκ νέου σε μονοπώλια, τραστ κι ολιγοπώλια; Κρατικά και ιδιωτικά! Πόσο ελεύθερη είναι μια αγορά στο πλαίσιο της οποίας καταστρέφεται η εργατική νομοθεσία, το ασφαλιστικό σύστημα και το κοινωνικό κράτος; Τι είδους ελευθερία χαρακτηρίζει μιαν αγορά που σκλαβώνει τους πολλούς και αποθηριώνει τους λίγους;
Αν, λοιπόν, η «ελεύθερη αγορά» είναι τόσο ψέμα όσον οι «ανθρωπιστικοί πόλεμοι», πόσο ψεύτικη μπορεί να είναι η προσδοκία της ομαλότητας και της νομιμότητας, μέσα σε ένα σύστημα που κάθε δέκα-δεκαπέντε χρόνια παρουσιάζει μια κρίση πιο αδηφάγο απ’ την προηγούμενη;
Αλλά, αν είναι έτσι τα πράγματα, ο λαός τι ρόλο παίζει; Τι κάνει; Τι ειδικό βάρος έχει; Εν μέσω δύο εξεγέρσεων αμύνεται. Εν μέσω δύο επαναστάσεων υπομένει. Από τις κατακτήσεις που επιτυγχάνει κάθε φορά, είτε με μεταρρυθμίσεις είτε με επαναστάσεις, προσπαθεί να μην του τα πάρουν όλα πίσω, εκείνοι που εξακολουθούν να κρατούν την εξουσία. Από τη μιαν επανάσταση έως την επόμενη ο λαός αγωνίζεται να κρατήσει όση πιο πολλή δημοκρατία μπορεί, απέναντι στη διαρκή παλινόρθωση της αντίδρασης, που, με τη σειρά της, προσπαθεί να κάνει τη δημοκρατία κούφιο γράμμα. Ωσπου να πάρει ο λαός
την εξουσία στα χέρια του είτε επί μακρόν είτε οριστικώς, το καπιταλιστικό σύστημα θα αφαιρεί διαρκώς απ’ τον λαό, ό,τι ο ίδιος κάθε φορά κατακτά, καθώς και ότι ο καπιταλισμός είχε αναγκασθεί να του παραχωρήσει.
Αυτή είναι
η ταξική πάλη και διεξάγεται με βία. Συνεπώς, όταν στις μέρες μας η Αριστερά ομιλεί για ομαλότητα και νομιμότητα, επιδιώκει να υπερασπισθεί, το μέτρο εκείνο της δημοκρατίας που δεν θα άφηνε τον λαό εντελώς απροστάτευτο απέναντι στην άγρια βία της αγοράς (της ελεύθερης(!) αγοράς) όπως και στην ομοίως άγρια βία εκείνων που έχουν τη νόμιμη (κι ενίοτε παράνομη) βία του κράτους στα χέρια τους - των πολυεθνικών, των τραπεζών και γενικώς του θεϊκού εκείνου 1% που κουμαντάρει τον πλανήτη.
Οσον πιο πολύ ασκείται λοιπόν η Αριστερά στην υπεράσπιση της ομαλότητας και της νομιμότητας, αμυνόμενη υπέρ της δημοκρατίας, τόσο πιο πολύ εκπαιδεύει εαυτήν και τον λαό για την επόμενη περίοδο που νομοτελειακώς ακολουθεί, την επαναστατική.
Ας μην ξεχνάμε, ότι ουδεμία επανάσταση ξεκίνησε επιδιώκοντας τους στόχους που εν τέλει πέτυχε. Η αμερικανική ξεκίνησε για να ανατρέψει τη φορομπηχτική πολιτική των Αγγλων κι έφθασε στην ανεξαρτησία, τη γέννηση ενός νέου έθνους. Στη Γαλλία, οι Γιρονδίνοι δεν ήταν παρά το πρελούδιο των Ιακωβίνων. Στη Ρωσία, ο Λένιν πήρε την επανάσταση απ’ τα χέρια του Κερένσκυ και ο σοσιαλισμός οργανώθηκε στην πρώτη του εκδοχή. Η Κίνα, η Κούβα, το Βιετνάμ, πλήθος τα παραδείγματα εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων που μετεξελίχθηκαν σε σοσιαλιστικά.
«Μα», θα πει κανείς, «με κάτι τέτοια που λες, καρβουνιάζει το μυαλό των νεοφιλελεύθερων! Ποιος μιλάει στην εποχή μας για επαναστάσεις;». Ούτε το 1770, ούτε το 1780, ούτε το 1840, ούτε το 1870, ούτε το 1910 μιλούσαν πολλοί.
Τώρα, παραδόξως (για τους νεοφιλελεύθερους), μιλούν περισσότεροι. Διότι μετά την «ένδοξη εποχή» 1945-1980 (του σοσιαλισμού, του κοινωνικού κράτους και των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων) καθώς και τη μαύρη περίοδο της αντιδραστικής παλινόρθωσης απ’ το 1990 ώς σήμερα, η συσσώρευση των αντιθέσεων εκείνων που προκαλούν εξεγέρσεις ή κύμα μεγάλων προοδευτικών μεταρρυθμίσεων ή επαναστάσεων, έχει φθάσει στο μάξιμουμ.
Είναι θέμα χρόνου...
Του ΣΤΑΘΗ
ΠΗΓΗ: enikos.gr