Oταν καιγόταν το σπίτι του διπλανού σου, δεν πίστευες ότι η φωτιά θα φθάσει και στο δικό σου. Ισως επειδή δεν επρόκειτο για το σπίτι του, αλλά για τη δουλειά του. Τι δουλειά έχω εγώ με τη δουλειά του αλλουνού, έλεγες.
Και κοίταζες τη δουλειά σου.
Στο μεταξύ η φωτιά τη δουλειά της.
Κάθε μέρα το πρωί, η χώρα ξημερωνόταν χωρισμένη στα δύο. Τη μια μέρα έσφαζαν δημόσιους υπαλλήλους, την άλλη εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα. Καλά να πάθουν έλεγαν ο ένας για τον άλλον οι πιο ολιγοφρενείς. Κουνούσε την μπαγκέτα του
απ’ τον ΣΚΑΪ, φέρ’ ειπείν, o δημοσιογράφος υπηρεσίας και μηρύκαζε ο βλαξ εργαζόμενος στον ιδιωτικό τομέα: «ξέρετε τι τραβάω εγώ απ’ τ’ αφεντικό; Μια στραβή να κάνω, με απέλυσε! γιατί αυτοί στον δημόσιο τομέα να ’ναι ασφαλείς;» Κολοσσός ο νουνεχής! Δουλεύει αυτός στην κόλαση; γιατί να μη δουλεύουνε και οι άλλοι;
Διαρκής εξίσωση προς τα κάτω.
Και στο μεταξύ η φωτιά έκαιγε, αγρίευε.
Με πρόσχημα τους επίορκους (230 εν τέλει) μπούκαραν τα τροϊκανά ανδρείκελα στο Δημόσιο. «Δεν θα πάρουν το δικό μου κεφάλι οι δικοί μου», σκεφτόταν ο πελάτης του ΠΑΣΟΚ. Το ίδιο σκεφτόταν και ο πελάτης της Ν.Δ. Τους πήραν τα κεφάλια και των δύο και οι δύο, Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ (με την ευγενική επικουρία της ΔΗΜΑΡ), και τα
παλούκωσαν στη Μέση Οδό! να βλέπουν τα άλλα κεφάλια και να σκύβουν. Να σκύβουν και να σκέφτονται σωστά: «κοίτα τη δουλειά σου, δικέ μου! με πετσοκομμένο μισθό, με την ασφάλισή σου σκατά, κοίτα τη δουλειά σου, μη μείνεις άνεργος». Και στο μεταξύ
η φωτιά γύρω σου, θηρίο! Εφθασε τους άνεργους στα 2.000.000, έκαψε - έκλεισε χιλιάδες μαγαζιά, πετσόκοψε συντάξεις κι επιδόματα, οδήγησε χιλιάδες στην αυτοκτονία.
Συνεχίζεις εσύ! Γιατί να παίρνω εγώ 500 κι αυτός 800; Να πάρει κι αυτός λιγότερα! Αντί για μένος εναντίον εκείνων που σε δολοφονούσαν, φθόνος εναντίον εκείνων που δεν έφταιγαν. Και η διαρκής εξίσωση προς τα κάτω τον χαβά της.
Η φωτιά που στην αρχή σιγόκαιγε στου διπλανού το σπίτι, τώρα μαίνεται μέσα σε όλη την Πόλη, ό,τι δεν καίει τη μια μέρα, το καίει την επομένη. Και το καίει με τον νόμο - έτσι λέει το Μνημόνιο. Πήραν τους δαυλούς στα χέρια οι εμπρηστές
και βάλανε φωτιά στα τόπια.
Πήραν τους δαυλούς στα χέρια τα κομματόσκυλα, ύψωσαν τις σημαίες της Μέρκελ στα μπαλκόνια κι άρχισαν να μοιράζουν άδικο: τόσο φόρο θα πληρώνεις εσύ! Αυτά τα νοσοκομεία θα κλείσουν. Εσύ θα κρυώνεις τον χειμώνα. Εσύ θα πεινάς. Πήραν τους
δαυλούς στα χέρια οι εμπρηστές κι έστησαν μπλόκα στις γειτονιές. Αυτά τα παιδιά θα υποσιτίζονται, αυτά τα ύδατα θα πουληθούν, αυτές οι διμοιρίες των ΜΑΤ να ξεπατώσουν στο ξύλο τους πατεράδες μας, όποιος
συνταξιούχος κουνηθεί, όποιος βετεράνος διαμαρτυρηθεί να του σπάτε το κεφάλι. Ημερήσιες Διαταγές
και Προεδρικά Διατάγματα αναρτήθηκαν στα δημόσια κτίρια και στις οθόνες των τηλεοράσεων! «Από σήμερον, 8ης Πρωινής και κάθε μέρα, επιβάλλεται καθ’ άπασαν την Επικράτεια ο Νόμος της Κατάθλιψης. Οι παραβάτες θα τιμωρούνται αυστηρά,
προσφέροντας καταναγκαστική εργασία σε mini jobs και καταβάλλοντας έξτρα φόρους για να συνεχίζουν να παίρνουν τις μίζες τους τα λαμόγια, καθώς και να αυξάνουν τον πλούτο τους οι φοροφυγάδες και οι τοκογλύφοι. Οποιος αρνηθεί να υπακούσει στις διαταγές που δίνει η Κομαντατούρ στον κ. Σαμαροστουρνάρα θα θεωρείται ακραίος. Θα εξορίζεται απ’ το ευρώ. Θα εκτελείται στα Γουναράδικα».
Και αμολήθηκαν στη γύρα οι αληταράδες με τους δαυλούς στα χέρια. Πυρπολούν τα άρθρα του Συντάγματος το ένα μετά το άλλο και ταυτοχρόνως τα ρωτούν αν «καταδικάζουν τη βία απ’ όπου κι αν προέρχεται». Ανδρες ιταμοί και σκούληκες - ταγματαλήτες με τις πλάτες αλλωνών,
τώρα μπαίνουν στα σπίτια σας.
Οχι πολύ καιρό μετά τη φωτιά στην αυλή του διπλανού, τώρα η φωτιά χορεύει μέσα στην εστία μας τον χορό της κατάσχεσης, της έξωσης, του πλειστηριασμού!
«Πώς φθάσαμε ως εδώ;», λες. «Πρόσφυγας ξανά. Να πάρω του παππού τα οστά, τρεις οικογενειακές φωτογραφίες, ένα εικόνισμα και να πάω πού; Στους πέντε δρόμους; στα παγκάκια;».
Ξεσπιτωμένη για άλλη μια φορά απ’ το σπίτι της η Εστία. Πικραμένη θεά. Δεν έχει εδώ και καιρό κεράκι αναμμένο στη χάρη της, παρά μόνον φλόγες από λογαριασμούς, παραστατικά, εντολές πληρωμών, μικρά χαρτάκια γεμάτα τόκους, δόσεις, τρέλα, προσάναμμα της φωτιάς
που σου καίει τα σωθικά, τη δουλειά, το σπίτι, τους βωμούς, τα ιερά και τα όσια...
...μαύρη φωτιά.
Φωτιά που την τρέφει αίμα και ιδρώτας, είναι μαύρη φωτιά. Δεν είναι η γλυκειά ζεστή φωτιά, που κλείνουν τα σπίτια μέσα τους, η φωτιά της Εστίας που ταΐζει και ζεσταίνει, ούτε η παρήγορη φλογίτσα απ’ το καντηλάκι που διώχνει τις σκιές το βραδάκι, πλην όμως απαλά κι ευγενικά, αφήνοντας να τρεμοπαίζουν στο ημίφως τα βλέφαρα της Παναγίας και των ονείρων, είναι
η άγρια μαύρη φωτιά των ναπάλμ. Της κόλασης. Φωτιά από πίσσα κι ανθρώπινη χολή. Χολή των αχόρταγων, των αρπακτικών, των αφρόνων και των ήδη νεκρών.
Αυτή η φωτιά των νεκρών, θα κατακάψει τη ζωή μας;
Του ΣΤΑΘΗ
ΠΗΓΗ: enikos.gr