Η θάλασσα πέφτει μακριά φέτος και το βουνό είναι κομματάκι δύσκολο να το πλησιάσει κανείς. Βενζίνες,διόδια, ανασφάλιστο αυτοκίνητο, ληγμένο δίπλωμα και λογαριασμοί συλλογή στην πόρτα του ψυγείου.
Τιμωρία, αυτοεξορία, ανέχεια - απ' όλα έχει ο μπαξές.
Μα κυρίως ανασφάλεια για το αύριο, που ξημερώνει απειλητικό και δυσοίωνο.
Μέσα στο σπίτι, θηρίο στο κλουβί. Τραυματισμένο θηρίο. Πότε γλύφει τις πληγές, πότε μουγκρίζει, πότε σιχτιρίζει την τύχη του. Μια στο μπαλκόνι, μια στην αυλή, μια στο σαλόνι. Όλα ενοχλητικά και βαρετά. Όλα δυσνόητα και γκρι, προς το μαύρο γκρι, όχι μολυβί, ποντικί ή γκριζάκι σπαστό. Μαύρα γκρι.
Λίγη μουσική, απαλή και ήπια, μοιάζει να γλυκαίνει τη μαυρίλα. Τα λόγια, ο σκοπός, οι νότες που πετάνε στον αέρα σαν μικρές μικρές ελπίδες. Αχνές και τοσοδούλες, αλλά ελπίδες.
Φεγγαράδα απόψε, όμορφη γαλήνια φεγγαράδα. Λαμπερή να φωτίζει το μπαλκόνι. Τα φώτα σβηστά κι εδώ και απέναντι, στο μπαλκόνι του γείτονα. Ζέστη έχει και υγρασία. Άπνοια. Ιδρώνεις, ξεϊδρώνεις, λίγο νερό, ένα σκούπισμα στο μέτωπο με το ανάποδο της παλάμης, όπως τότε που δούλευες και...
Ήρθε η ιδέα και κάθισε στο κάγκελο σαν πυγολαμπίδα.
Δεν φωνάζεις και το γείτονα, να περπατήσετε λίγο στην συνοικία; Στα στενά που παίζουν ακόμη, στερημένα αλλά αμέριμνα τα παιδιά. Ησυχία έχει, βραδάκι είναι, μπορεί να πεταχτείτε και μέχρι το παρκάκι της γειτονιάς. Εκεί, κάτω απ' τις λεύκες, όσο να πεις, θα 'χει μια δροσιά. Θα ανταμώσετε τις ανεργίες και τις ανασφάλειες σας, θα πείτε όσα λέτε πεταχτά όποτε πετάτε τα σκουπίδια στον κάδο, πιο αναλυτικά και εμπεριστατωμένα.
Πού ξέρεις, μπορεί να έχει και το πακέτο του δυο τσιγάρα, και δύο τα δικά σου, θα 'ρθει κι ο παρακάτω γείτονας, άνεργος κι αυτός, με τρία τσιγάρα, θ' αλλάξεις τρεις κουβέντες, βρε παιδί μου.Τι λες, καλή ιδέα δεν είναι;
Ωωπ, στο συρτάρι είχα ξεχάσει και μια σακούλα πασατέμπο, καλή συντροφιά θα είναι κι αυτός. Πάω να φωνάξω το γείτονα.
Γιώργο, έλα, πάμε βόλτα στα στενά. Έρχομαι, βάζω παντόφλα κι έρχομαι.
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΤΣΕΡΕΜΕΓΚΛΗΣ
ΠΗΓΗ: Ημερολόγιο ενός ανέργου