Απλώνουμε χέρι συνεργασίας στις άλλες δυνάμεις της Αριστεράς αναφέρει ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Επενδυτής, τονίζοντας ωστόσο πως «δεν θα περιμένουμε αυτούς που επιμένουν στην άρνηση για να κυβερνήσουμε».
Όπως σημειώνει, τις εκλογές θα τις επιβάλλει η...
κοινωνία, καθώς «η πολιτική των Μνημονίων βρίσκεται σε απόλυτο αδιέξοδο». «Η νέα κυβέρνηση βρίσκεται σε κατάσταση εξαιρετικής πολιτικής αδυναμίας. Η κοινοβουλευτική πλειοψηφία είναι ισχνή, και η συνοχή της διασφαλίζεται με απειλές και εκβιασμούς. Την ίδια ώρα η μια αποτυχία διαδέχεται την άλλη, και τα μέτρα γίνονται όλο και πιο εγκληματικά. Δεν πρόκειται να πάει μακριά αυτή η κατάσταση».
Αναφερόμενος το χρονικό ορίζοντα της δικομματικής κυβέρνησης ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ έθεσε ως σημείο αναφοράς τις γερμανικές εκλογές. Όπως λέει, το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ «έχουν βασίσει όλες τους τις ελπίδες στην καλή θέληση της γερμανικής ηγεσίας, μετά τις δικές τους εκλογές. Έτσι, μετά τις Γερμανικές εκλογές, το success story του κ. Σαμαρά τελειώνει ακόμα και ως ανέκδοτο. Η τρόικα θα έρθει με νέα μέτρα, ακόμα πιο σκληρά και αδιανόητα, και η σημερινή κυβέρνηση δεν έχει αντοχές να τα περάσει».
Ερωτηθείς για το ενδεχόμενο ο ΣΥΡΙΖΑ να κερδίσει τις εκλογές αλλά χωρίς αυτοδυναμία ο Αλέξης Τσίπρας απαντάει «η δυναμική που θα βγάλει τον ΣΥΡΙΖΑ πρώτο, είναι σε θέση να διαμορφώσει και κοινοβουλευτική πλειοψηφία». «Είτε με την πιθανή αυτοδυναμία, είτε με πυρήνα τις δυνάμεις της Αριστεράς. Εμείς σε κάθε περίπτωση θα επιδιώξουμε την ευρύτερη δυνατή σύγκλιση σε προοδευτική αντιμνημονιακή κατεύθυνση, και πάντα στην βάση της πολιτικής αξιοπιστίας».
Σχετικά με την ακύρωση του μνημονίου και την επαναδιαπραγμάτευση της δανειακής σύμβασης τονίζει, πως σε περίπτωση που ο ΣΥΡΙΖΑ κυβερνήσει «θα ακυρώσει το μνημόνιο» και προσθέτει, πως «θα χρειαστεί στη συνέχεια ένα μορατόριουμ στην αποπληρωμή των τόκων, διαγραφή ενός μέρους του χρέους και τα περιθώρια που χρειάζονται για να μπορέσουμε να ξαναγίνουμε παραγωγικοί». «Αυτό είναι η επαναδιαπραγμάτευση των δανειακών συμβάσεων. Δεν πρόκειται για ελεημοσύνη. Είναι χρήματα που επιστρέφονται. Και η επαναδιαπραγμάτευση συμφέρει όλες τις πλευρές, όταν η άλλη εναλλακτική είναι το ντόμινο που θα προκληθεί από μια πιθανή εμπλοκή ανάμεσα στα δύο μέρη».
Όπως υπογραμμίζει, «το χρέος δεν είναι βιώσιμο και αν συνεχίσουμε έτσι θα υπάρξει και νέο Μνημόνιο». «Ο Σόιμπλε άλλωστε το είπε ξεκάθαρα. Η Ελλάδα, με σωρευτική ύφεση 25% και με την οικονομία της κατεστραμμένη, δεν μπορεί να βγει στις αγορές. Και αυτό δεν οφείλεται στις διαρθρωτικές μας αδυναμίες, αλλά στις καταστροφικές επιπτώσεις του ίδιου του Μνημονίου. Όχι στην ασθένεια, αλλά στο φάρμακο. Επομένως δεν υπάρχει τζάμπα success story. Αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι, να σταματήσουμε τώρα τα Μνημόνια και να βαδίσουμε σε εντελώς διαφορετικό δρόμο».
Αναφερόμενος στο πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων δηλώνει, πως «επιχειρείται μια συνολική -καθολική απόσυρση του δημοσίου από μια σειρά κρίσιμους τομείς» αντίστοιχη με αυτή που είχε επιχειρηθεί μόνο στη Χιλή του Πινοσέτ. «Εκεί, εκτός του ότι η επιλογή προϋπέθετε το βούλιαγμα της χώρας στο αίμα, αποδείχτηκε ότι είναι μια επιλογή ακραία καταστροφική συνολικά για την κοινωνική συνοχή και την οικονομία. Αυτή λοιπόν την επιλογή θα την εμποδίσουμε», δηλώνει και συνεχίζει:
«Θα επανεξεταστούν όλες (ιδιωτικοποιήσεις), και θα μπουν στο μικροσκόπιο και οι όροι με τους οποίους έχει εκχωρηθεί η περιουσία του δημοσίου. Γιατί υπάρχει μια διάχυτη οσμή διαφθοράς και διαπλοκής σε αυτές τις υποθέσεις, που δεν μπορεί να περάσει έτσι. Προφανώς η ανάκτησή τους δεν είναι απλή διαδικασία ούτε από νομικής ούτε από οικονομικής άποψης. Αλλά δεν θα αφήσουμε τίποτα να περάσει έτσι. Δεν θα υπάρξει ούτε βήμα πίσω, στην υπεράσπιση και στην διεκδίκηση των συμφερόντων του δημοσίου.
Ερωτηθείς για το ρόλο που έχει ο ιδιωτικός τομέας στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, απαντάει, ότι στόχος «είναι μια ανάπτυξη που θα δημιουργεί αξιοπρεπείς θέσεις απασχόλησης, θα διαχέει τα οφέλη της στην κοινωνία και θα σέβεται το περιβάλλον». «Σε μια τέτοια ανάπτυξη μπορεί να παίξει ρόλο και ο δημόσιος και ο ιδιωτικός τομέας. Ο δημόσιος τομέας μετά από μια σοβαρή παραγωγική ανασυγκρότηση. Και ο ιδιωτικός τομέας, αν αξιοποιήσει πραγματικά παραγωγικά, πλεονεκτήματα όπως η προηγμένη τεχνολογία, η καινοτομία και η έρευνα, αντί να κυνηγάει υψηλές κερδοφορίες μέσα από το αφορολόγητο, τους μισθούς Κίνας και τις αποικιοκρατικής έμπνευσης Ειδικές Οικονομικές Ζώνες».
Παράλληλα αναφέρει, πως ο ΣΥΡΙΖΑ θα επαναφέρει «τον κατώτατο μισθό στα επίπεδα του 2009, θα καταργήσει όλους του νόμους των Μνημονίων που διευκολύνουν τις απολύσεις και θα επαναφέρει τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, όπως ισχύουν σε όλες τις ανεπτυγμένες χώρες από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα».
«Δεν χρειάζεται δημόσιο χρήμα για αυτά. Η έξοδος από την κρίση απαιτεί ούτως η άλλως να αυξηθούν οι μισθοί. Έτσι θα αυξηθεί η ζήτηση και θα κινηθεί η εσωτερική αγορά. Επομένως δεν είναι μόνο προς το συμφέρον των εργαζομένων αλλά και των ίδιων των επιχειρήσεων. Επιπλέον η θέση των επιχειρήσεων δεν εξαρτάται μόνο από τους μισθούς, αλλά και από μια σειρά άλλους παράγοντες, όπως η φορολογική πολιτική, η αναπτυξιακή πολιτική, και προπάντων η απαλλαγή της οικονομίας από τα παράλογα υφεσιακά μέτρα του Μνημονίου».
Καταλήγοντας σχετικά με την επίσκεψη του Σόιμπλε και τι θα έλεγε σε περίπτωση που είχαν και πάλι μια συνάντηση όπως στο Βερολίνο, ο Αλέξης Τσίπρας απαντά: Θα του έλεγα «ότι το κατοχικό δάνειο και οι αποζημιώσεις είναι απαράγραπτη υποχρέωση της χώρας του. Ότι η αποτυχία του Μνημονίου είναι γύρω του. Στις αυτοκτονίες, στα μαγαζιά που κλείνουν, στην κοινωνική καταστροφή. Ότι το χρέος παρ όλα αυτά δεν είναι βιώσιμο και ο ίδιος το ξέρει. Ότι ζητάνε από τον ελληνικό λαό λεφτά που δεν έχει. Ότι σε περιβάλλον με 30% ανεργία δεν μπορείς να βάζεις το ένα χαράτσι πάνω στο άλλο, γιατί απλά δεν θα το εισπράξεις. Και θα του έδινα ένα αντίγραφο της έκθεσης του ΔΝΤ, που κάνει ότι δεν το βλέπει. Θα του συνιστούσα επίσης να μην σχεδιάζει τίποτα με ορίζοντα πέρα από τις ελληνικές εκλογές, πράγμα πού επίσης νομίζω ότι ξέρει πολύ καλά ήδη».