Του Κώστα Λαπαβίτσα
Η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται και πάλι σε κρίσιμο σημείο. Η γιγαντιαία κρατική παρέμβαση, μετά την κρίση του 2008-9, απέτρεψε φαινόμενα γενικευμένης κατάρρευσης παρόμοια με του μεσοπολέμου. Το κράτος στο σύγχρονο καπιταλισμό λειτούργησε σταθεροποιητικά, ότι κι αν λένε οι νεοφιλελεύθεροι.
Δε μπήκαν όμως οι βάσεις για ισχυρή ανάκαμψη παγκοσμίως και τα σύννεφα μαζεύονται απειλητικά.
Οι ΗΠΑ είχαν να αντιμετωπίσουν το τεράστιο χρέος των νοικοκυριών και την αποτυχία των ιδιωτικών τραπεζών. Η αμερικανική οικονομία προχώρησε σε αναδιάρθρωση, που διευκολύνθηκε από την άπλετη παροχή ρευστότητας από την κεντρική τράπεζα. Δεν έγιναν όμως δομικές αλλαγές. Η αναδιάρθρωση βασίστηκε στον περιορισμό των μισθών και στη συντριβή του κόστους ενέργειας κυρίως μέσω του φτηνού σχιστολιθικού αερίου. Η αμερικανική βιομηχανία σταδιακά ανακάμπτει, αλλά από χαμηλή βάση και χωρίς ιδιαίτερη άνοδο της παραγωγικότητας.
Η Ιαπωνία χτυπήθηκε λιγότερο από την κρίση του 2008-9, αλλά πέρασε ξανά σε χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, πράγμα φυσικό για μια οικονομία που λιμνάζει επί δύο δεκαετίες και βασίζεται στις εξαγωγές. Εδώ και μερικούς μήνες ξεκίνησε ένα πείραμα απευθείας διάθεσης χρήματος στους παράγοντες της οικονομίας, σε μια προσπάθεια να ξεφύγει από το τέλμα. Πρόκειται για τα περίφημα Αμπενόμικς που έχουν όμως συζητήσιμα και επισφαλή αποτελέσματα μέχρι τώρα.
Οι αναπτυσσόμενες χώρες απέφυγαν τα χειρότερα της κρίσης, γιατί δεν είχαν εκτεθεί στη χρηματοπιστωτική φούσκα της προηγούμενης δεκαετίας. Μετά το 2009 εκμεταλλεύτηκαν τις εξαγωγές πρώτων υλών προς την Κίνα, όπως και τις νέες κεφαλαιακές ροές που δημιουργήθηκαν, καθώς οι κεντρικές τράπεζες της Δύσης παρείχαν αφειδώς πιστώσεις στις δικές τους οικονομίες κατεβάζοντας τα επιτόκια κοντά στο μηδέν. Αλλά οι ρυθμοί ανάπτυξης έπεσαν απότομα την τελευταία χρονιά και πουθενά πιο βίαια από ότι στην Βραζιλία, όπου ήδη έγιναν μηδενικοί προκαλώντας κοινωνική αναταραχή.
Η πιο απειλητική μεταστροφή βέβαια συντελείται στην Κίνα. Η χώρα αντιμετώπισε την κρίση του 2008-9 με διόγκωση των δημοσίων δαπανών και παροχή άφθονων πιστώσεων. Συνεχίστηκαν έτσι οι ταχείς ρυθμοί ανάπτυξης βασισμένης στις τεράστιες εγχώριες επενδύσεις και στις εξαγωγές. Το κινεζικό μοντέλο όμως πλησιάζει πλέον τα όρια του, καθώς η απόδοση των επενδύσεων έχει πέσει δραματικά, ενώ οι εξαγωγές γίνονται όλο και πιο προβληματικές σε μια παγκόσμια οικονομία που παραπαίει. Η Κίνα χρειάζεται ολοσχερή αλλαγή της δομής της οικονομίας της με αύξηση των μισθών και τόνωση της κατανάλωσης, αλλά δεν υπάρχουν ενδείξεις, ότι θα τα καταφέρει.
Στο πλαίσιο αυτό, η θέση της Ευρώπης διαγράφεται ιδιαίτερα δυσχερής. Το ευρώ έχει αποδειχθεί μηχανισμός βαθιάς ύφεσης, ανεργίας και καταδυνάστευσης των χωρών της περιφέρειας. Η Γερμανία κυριαρχεί, γιατί το ευρώ της προσφέρει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, που της επιτρέπει να απορροφά ζήτηση από τον υπόλοιπο κόσμο. Η οικονομία της βασίζεται στους χαμηλούς μισθούς, στον περιορισμό της εγχώριας ζήτησης και στις εξαγωγές ακόμη περισσότερο και από την Κίνα. Στην ουσία η χώρα λειτουργεί ως τεράστια χοάνη απορρόφησης της ικμάδας της υπόλοιπης Ευρώπης και της παγκόσμιας οικονομίας.
Αν συνεχιστεί η τρέχουσα πολιτική, η Ευρώπη είναι καταδικασμένη. Τα εξαγωγικά περιθώρια περιορίζονται ακόμη και για τη Γερμανία, καθώς η παγκόσμια οικονομία παραπαίει. Η γερμανική πολιτική λιτότητας και πίεσης για μείωση του εργατικού κόστους στις άλλες χώρες της ΟΝΕ είναι καθαρός παραλογισμός. Δε μπορούν όλες οι χώρες να έχουν εξαγωγικό πλεόνασμα και σίγουρα όχι όταν η Γερμανία κρατάει τους δικούς της μισθούς χαμηλά. Το αποτέλεσμα θα είναι ύφεση, ανεργία και φτώχεια που σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως της Ελλάδας, πλέον φτάνουν σε εντελώς ακραία επίπεδα.
Για να σταθεί η Ευρώπη θα πρέπει να απαλλαγεί από την αποτυχημένη νομισματική ένωση, ώστε οι χώρες της περιφέρειας να μπορέσουν να ανασάνουν χωρίς την καταστροφική "εσωτερική υποτίμηση". Θα πρέπει επίσης η Γερμανία να αναδιαρθρώσει την οικονομία της ανεβάζοντας τους μισθούς και τονώνοντας την εγχώρια ζήτηση και όχι τις εξαγωγές.
Το ζήτημα θα κριθεί στη Γαλλία, που σταδιακά βρίσκεται αντιμέτωπη με τον παραλογισμό της γερμανικής πολιτικής λιτότητας και μείωσης μισθών εντός της ΟΝΕ. Αν η Γαλλία αποδεχτεί τη γερμανική συνταγή, η Ευρώπη θα καταδικαστεί σε παρακμή με απροσδιόριστες κοινωνικές συνέπειες. Αν την απορρίψει, θα πρέπει επίσης δυναμικά να αλλάξει και το πλαίσιο του ευρώ.
Για μια ακόμη φορά, το μέλλον της Ευρώπης φαίνεται να είναι στα χέρια του γαλλικού λαού.
http://www.inprecor.gr/