Τα ευτράπελα σε αυτή τη χώρα δεν έχουν τέλος τελικά! Ο πρώην προϊστάμενος του λογιστηρίου και της γραμματείας του Παντείου Πανεπιστημίου, ο οποίος είχε καταδικαστεί από τα ποινικά δικαστήρια σε ισόβια και 15 χρόνια κάθειρξη για κακοδιαχείριση 2,7 δισ. δραχμών στο Πάντειο το 1998 είναι πλέον δημόσιος υπάλληλος...
Και πώς έγινε αυτό;
Το Συμβούλιο της Επικρατείας ακύρωσε προσωρινά την πειθαρχική ποινή της οριστικής παύσης που του έχει επιβληθεί από τον Οκτώβριο του 2005 για παράβαση καθήκοντος και της χαρακτηριστικώς αναξιοπρεπούς και ανάξιας για υπάλληλο διαγωγής εκτός υπηρεσίας. Το ότι βέβαια χρειάστηκε 7 χρόνια για να παύσει να είναι δημόσιος υπάλληλος και ενδεχομένως να πληρώνεται είναι άλλη κουβέντα.
Υπενθυμίζεται ότι ο πρώην προϊστάμενος καταδικάστηκε από το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων Αθηνών σε ισόβια κάθειρξη και κάθειρξη 15 ετών για τα αδικήματα της πλαστογραφίας, ψευδούς βεβαίωσης, απάτης και υπεξαίρεσης δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ από το Πάντειο Πανεπιστήμιο, την περίοδο 1992-1998. Σύμφωνα με το σχετικό οικονομικό πόρισμα, ο υπάλληλος, χρησιμοποίησε το ποσό αυτό της υπεξαίρεσης για την αγορά υπερπολυτελούς αυτοκινήτου (κόκκινη Ferrari 355). Επίσης, μαζί με τον πρώην υπάλληλο καταδικάστηκαν πρυτάνεις και αντιπρυτάνεις του Πάντειου Πανεπιστημίου, όπως και διοικητικοί υπάλληλοι του εν λόγω Ιδρύματος.
Το Γ’ Τμήμα του ανωτάτου ακυρωτικού δικαστηρίου, με την υπ’ αριθμ. 1927/2013 απόφασή του, ακύρωσε την πειθαρχική ποινή και ανέπεμψε την υπόθεση στη Σύγκλητο του Πάντειου για να επιληφθεί και πάλι της πειθαρχικής υπόθεσης. Οι σύμβουλοι Επικρατείας αφού ερμήνευσαν τη νομοθεσία, ακύρωσαν την πειθαρχική απόφαση της οριστικής παύσης, καθώς αυτή ελήφθη από αναρμόδιο πειθαρχικό όργανο, το δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο του υπουργείου Εσωτερικών, ενώ αρμόδιο όργανο για τις πειθαρχικές περιπτώσεις των ανωτάτων διοικητικών υπαλλήλων των πανεπιστημίων, σε πρώτο και τελευταίο βαθμό, είναι η Σύγκλητος κάθε Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος (ΑΕΙ), η οποία ενεργεί ως υπηρεσιακό συμβούλιο.
Ενδιαφέρον, όμως, παρουσιάζει και η τετραετής πειθαρχική διαδρομή του επίμαχου πρώην υπαλλήλου. Συγκεκριμένα, το πρυτανικό συμβούλιο στις 29 Ιανουαρίου 2001 αποφάσισε ότι δεν μπορεί αυτό να επιληφθεί της υπόθεσης και την παρέπεμψε στη Σύγκλητο του Πανεπιστημίου. Η τελευταία στις 8 Φεβρουαρίου 2001 παρέπεμψε την υπόθεση στο Υπηρεσιακό Συμβούλιο του διοικητικού προσωπικού του Πάντειου. Στις 4.7.2001, το εν λόγω συμβούλιο αποφάσισε την αναβολή της πειθαρχικής υπόθεσης μέχρι να εκδοθεί από τα ποινικά δικαστήρια τελεσίδικη απόφαση. Το Πάντειο κατέθεσε ένσταση σε βάρος της αναβλητικής αυτής πειθαρχικής απόφασης, η οποία όμως στις 25.9.2001 απορρίφθηκε ως απαράδεκτη, με το αιτιολογικό ότι οι ενστάσεις είναι δεκτές μόνο επί οριστικών αποφάσεων. Στη συνέχεια, το υπηρεσιακό συμβούλιο του διοικητικού προσωπικού του Πάντειου αποφάσισε στις 3.4.2002 τη συγκέντρωση συμπληρωματικών στοιχείων και στις 27.5.2002 επέβαλε προσωρινή παύση πέντε μηνών με πλήρη στέρηση των αποδοχών του.
Ο πρώην υπάλληλος υπέβαλε ένσταση, επικαλούμενος ότι το συμβούλιο που επέβαλε την πειθαρχική ποινή είναι αναρμόδιο. Αρχικά η πειθαρχική ποινή ακυρώθηκε λόγω μη νόμιμης κλήτευσης του, ενώ στις 11.5.2004 αποφασίστηκε εκ νέου η επιβολή της πειθαρχικής ποινής της προσωρινής παύσης πέντε μηνών με πλήρη στέρηση των αποδοχών του. Κατά τις τελευταίας αυτής απόφασης άσκησε ένσταση ο γενικός επιθεωρητής δημόσιας διοίκησης και τελικά εκδόθηκε η από 20.10.2005 απόφαση του δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου του υπουργείου Εσωτερικών, με την οποία του επιβλήθηκε η οριστική παύση.