Οταν ένα αριστερό ριζοσπαστικό κόμμα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ φθάνει σε ένα κορυφαίο σημείο εκλογικής απήχησης, περίπου ανάλογο με το ποσοστό των αριστερών σε μια κοινωνία συν εκείνων που έχουν αρχίσει να προσδοκούν στην Αριστερά, δύο δρόμοι ανοίγονται μπροστά του.
Ο πρώτος είναι να επιμείνει στη ριζοσπαστική πολιτική πρόταση, που ήδη έτυχε της επιδοκιμασίας των αριστερών και πλέον ενδιαφέρει και όσους άλλους έτειναν ευήκοον ους στην πολιτική του, με
σκοπό να διευρύνει ακόμα περισσότερο την επιρροή και την απήχησή του, πάντα στη βάση του ριζοσπαστικού αριστερού του προγράμματος.
Η διαδικασία αυτή είναι ζείδωρος. Διότι α) κατά τη διάρκειά της το πρόγραμμα μπορεί να εμπλουτίζεται, να ανανεώνεται και να διορθώνεται, με συμμετοχή πλέον του λαού κι εν γνώσει του εκλογικού σώματος. Και β) αν το πρόγραμμα ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα και τις ανάγκες που έρχεται να θεραπεύσει ο ριζοσπαστισμός του, τότε ούτε ουτοπικός, ούτε επικίνδυνος θα φαίνεται στα μάτια όλο και περισσότερων πολιτών, αλλά αντιθέτως θα επιβεβαιώνεται ως χρήσιμος, εφικτός και αποτελεσματικός.
Διότι δεν θα πρόκειται για έναν ιδεοληπτικό κι επινοημένον ριζοσπαστισμό, αλλά για μίαν πολιτική ικανή να λύσει τα προβλήματα που τη γέννησαν. Και όχι μόνον, αλλά να περάσει στη συνέχεια σε ένα ανώτερο επίπεδο, όχι μόνον προσπαθώντας να αποτρέψει την καταστροφή, αλλά προσέτι να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για την πρόοδο.
Ο δεύτερος δρόμος είναι το ριζοσπαστικό αριστερό κόμμα να εκτιμήσει ότι άγγιξε το πεπερασμένο του αριστερού ακροατηρίου μέσα στην κοινωνία και, για να πείσει το υπόλοιπον, κεντρώους, δεξιούς ή ό,τι άλλο, θα πρέπει πλέον να στρογγυλέψει τα πράγματα, να τους μιλήσει τη «γλώσσα τους» ώστε να τους «κερδίσει». Είναι ένα σημείο καμπής,
στο οποίον τα αριστερά ριζοσπαστικά κόμματα χάνουν το παιγνίδι. Και μετά τον εαυτόν τους.
Διότι, αντί να πείσουν τον κεντρώο ή τον δεξιό για το ορθόν και το αναγκαίον της αριστερής πρότασης, αρχίζουν να κολακεύουν, έστω κι εμμέσως, όλες εκείνες τις προγενέστερες επιλογές του που οδήγησαν στο αδιέξοδο. Αντί δηλαδή να προκριθεί το γόνιμο σοκ προς τον πολίτη με τις όποιες (πολλές, αν το πρόγραμμά σου ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα) πιθανότητες σύμπλευσης προς το χρη δραν, «πας με τα νερά του» - αγαπησιάρικα μεν, ατελέσφορα δε - και βαλτώνεις.
Τούτα δεν σημαίνουν ότι η Αριστερά πρέπει να υψώνει το δάχτυλο στους πολίτες (πολλοί από μας έχουν την τάση προς τέτοιες αλαζονείες ισχυρή), αλλά να συνδιαλέγεται και να πείθει για τα ασυνήθιστα συνήθως (με βάση τα κυρίαρχα στερεότυπα και προπαγανδιστικά κλισέ) μέτρα που προτείνει. Αν, όταν φθάσει στην πηγή να πιει νερό αυτή η διαδικασία ρίξει νερό στο κρασί της, μένουν όλοι διψασμένοι.
Τέτοιων άδοξων συμβεβηκότων βρίθει η μεταπολεμική ευρωπαϊκή ιστορία - ο εκφυλισμός της σοσιαλδημοκρατίας (που τώρα πλέον ούτε καν υπάρχει, παρά ως ασήμαντη θεραπαινίς του νεοφιλελευθερισμού) και η υποχώρηση, η αυτοαναίρεση ή η περιχαράκωση των περισσότερων κομουνιστικών κομμάτων είναι ενδεικτικές.
Το τι είναι όμως κάθε φορά αριστερό και ριζοσπαστικό κι όχι αριστερίστικο και σεχταριστικό είναι ένα ζητούμενο. Και μόνο σαφώς διατυπωμένο σε ένα πρόγραμμα μπορεί να κριθεί ως τέτοιο ή άλλο, και απ’ τους αριστερούς, κι απ’ όλους τους άλλους. Στην Αριστερά οι γνώμες για τα προβλήματα και οι γνώμες για τις λύσεις είναι πολλές - και καλώς. Σε ένα ριζοσπαστικό αριστερό κόμμα όμως, οι γνώμες και οι προτάσεις πρέπει να συντίθενται μέσα απ’ τη βάσανο της ίδιας του της συλλογικότητας σε θέσεις.
Μπορεί για πολλούς από μας τα προβλήματα που γεννά ο καπιταλισμός να λύνονται εν πολλοίς στον σοσιαλισμό - τον στρατηγικό μας στόχο άλλωστε - αλλά ώσπου να φθάσουμε εκεί
και κυρίως για να φθάσουμε εκεί, πλήθος προβλημάτων περιμένουν από την Αριστερά τη λύση τους. Κάθε λύση που θα επιτυγχάνεται, θα πείθει όλο και περισσότερους, ότι οι λύσεις που προτείνονται είναι σωστές και εφικτές. Μάλιστα, οι λύσεις που θα μποροούσε να επιτύχει η Αριστερά, όσο φιλολαϊκές είναι τόσο εξασθενίζουν και δεν ισχυροποιούν το σύστημα.
Εχω την εντύπωση, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται σήμερα σε μια στιγμή αναστοχασμού. Και εν σχέσει με τον εαυτόν του και εν σχέσει με την κοινωνία. Κι επειδή το κόμμα αυτό δεν επιφυλάσσει στον εαυτόν του την πολυτέλεια του αναχωρητισμού, όπως το ΚΚΕ, έχει την υποχρέωση να απευθυνθεί εκ νέου προς τον λαό.
Ο ΣΥΡΙΖΑ περιβάλλεται σήμερα και πολιορκείται από μια καθεστωτική προπαγανδιστική οχλαγωγία ότι γίνεται νέο ΠΑΣΟΚ. Από τα χαλκεία του κ. Κεδίκογλου, έως το Mega και (δυστυχώς) ως το ΚΚΕ, «όλα τα σφυριά βαράνε στο ίδιο αμόνι». Από την άλλη, είναι πολύ φυσιολογικό ο ΣΥΡΙΖΑ να έχει προβλήματα ταυτότητας και φυσιογνωμίας. Μάλιστα, και η καταγωγή του, και η άνοδός του τα επιτείνουν. Ταυτοχρόνως,
αντιμετωπίζει σοφές, επειδή είναι παράλογες, επιθέσεις από παντού, όπως, ότι είναι το άλλο άκρο του φασισμού ή ότι οι συνιστώσες του σφάζονται το πρωί και ξανασφάζονται το βράδυ. Στα πάνελ ο κάθε εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ έχει απέναντι του «τρία συν ένα κόμματα και μία πολιτική», ενώ αν φτερνισθεί ο κ. Τσίπρας συναχώνεται το Βατικανό.
Αλλά, αν αυτά συμβαίνουν τώρα, στην περίπτωση που ο ΣΥΡΙΖΑ λάβει την εντολή να κυβερνήσει, θα πέσουν πάνω του (και στη χώρα) θηρία και δαίμονες.
Ο μόνος λοιπόν τρόπος να ξεκαθαρίσει το τοπίο τώρα η ριζοσπαστική Αριστερά και ταυτοχρόνως να δείξει τι θα μπορέσει να κάνει αύριο, είναι η διαμόρφωση μιας σχέσης με τον λαό έξω από το κατεστημένο επικοινωνιακό σύστημα. Σχέση άμεση. Χωρίς ενδιάμεσους. Σε καθημερινή βάση.
Ο λαός πρέπει να ενημερώνεται τακτικά για όλα και ειλικρινώς. Για τους κινδύνους, τις δυσκολίες, τις δυνατότητες και τις προοπτικές. Καμμιά αξία δεν έχει να απαντά ο ΣΥΡΙΖΑ στη Ρηγίλλης με τετριμμένα δελτία Τύπου, αλλά να μιλά στον λαό. Συνεχώς. Για όλα. Με όλους τους τρόπους. Στο διαδίκτυο, προσωπικώς. Στις γειτονιές. Οχι μόνον να ενημερώνεται ο λαός, αλλά και να ακούγεται η γνώμη του. Ξέρει ο γιατρός. Ξέρει ο εργάτης. Ξέρει ο δάσκαλος.
Η ριζοσπαστική Αριστερά έχει πάρει ήδη αρκετή δύναμη απ’ τον λαό. Είναι αδιανόητο να στέκει αμήχανη και να πολιορκείται από στημένα γκάλοπ. Να
υφίσταται την εντροπία που της προκαλούν δικά της στελέχη, βολεμένα κάπου, σε ένα πεθαμένο συνδικάτο που μετράει ήττες και ήττες, σε μια κρατική δουλειά στην ΕΡΤοΝΕΤ ή σε κάποια ΜΚΟ αμφιβόλου σκοπού και ήθους.
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει πάρει ήδη αρκετή δύναμη απ’ τον λαό για να στήσει τηλεοπτικό κανάλι - λαϊκό, χαρούμενο και γενναίο, για να δημιουργήσει λαϊκή τράπεζα, ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να αρχίσει να κυβερνά, πριν να κληθεί να κυβερνήσει και για να κληθεί να κυβερνήσει. Και να
κυβερνά όχι με τον καθεστωτικό τρόπο, όχι με τον κομφορμιστικό τρόπο του πελατειακού συστήματος και της δημαγωγίας, αλλά με τον τρόπο που οι κοινότητες μπορούν να ανιχνεύσουν, να δοκιμάσουν και να υποστηρίξουν.
Μεγάλο και βαρύ έργο, αλλά όταν σου χτυπά την πόρτα η Ιστορία, δεν έρχεται για να δείτε μαζί τσάμπιονς λιγκ.
Στην Ελλάδα, απ’ όλην την Ευρώπη, ο λαός έχει δώσει τη δύναμη στην Αριστερά να διεκδικήσει την κυβέρνηση. Οχι για να εφαρμόσει μια κεντρώα διαχείριση, αυτό ξέρουν να το κάνουν καλύτερα η Δεξιά ή το ΠΑΣΟΚ. Αλλά για να
προχωρήσει σε μια διακυβέρνηση μαζί με τον λαό. Βρίσκοντας τι είναι ωφέλιμο για τον λαό μαζί με τον λαό. Αυτό είναι αριστερό. Η συνεχής διαβούλευση με τον λαό, ώστε η πολιτική που θα παράγεται όχι μόνον να μην μπορεί να τον προδώσει, αλλά να δύναται να τον πάει πιο μπροστά προς το ανθρωπινό, το ουσιώδες, το ωραίο.
Σε μια εποχή που με την τεχνολογία η μισή βδομάδα θα μπορούσε να ’ναι Κυριακή, οι άνθρωποι δουλεύουν οι μισοί σαν σκλάβοι και οι άλλοι μισοί αργούν σαν ζωντανοί νεκροί.
Αυτό αν αλλάξει η Αριστερά στην Ελλάδα, θα έχει αλλάξει τον κόσμον όλο...
Ο πρώτος είναι να επιμείνει στη ριζοσπαστική πολιτική πρόταση, που ήδη έτυχε της επιδοκιμασίας των αριστερών και πλέον ενδιαφέρει και όσους άλλους έτειναν ευήκοον ους στην πολιτική του, με
σκοπό να διευρύνει ακόμα περισσότερο την επιρροή και την απήχησή του, πάντα στη βάση του ριζοσπαστικού αριστερού του προγράμματος.
Η διαδικασία αυτή είναι ζείδωρος. Διότι α) κατά τη διάρκειά της το πρόγραμμα μπορεί να εμπλουτίζεται, να ανανεώνεται και να διορθώνεται, με συμμετοχή πλέον του λαού κι εν γνώσει του εκλογικού σώματος. Και β) αν το πρόγραμμα ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα και τις ανάγκες που έρχεται να θεραπεύσει ο ριζοσπαστισμός του, τότε ούτε ουτοπικός, ούτε επικίνδυνος θα φαίνεται στα μάτια όλο και περισσότερων πολιτών, αλλά αντιθέτως θα επιβεβαιώνεται ως χρήσιμος, εφικτός και αποτελεσματικός.
Διότι δεν θα πρόκειται για έναν ιδεοληπτικό κι επινοημένον ριζοσπαστισμό, αλλά για μίαν πολιτική ικανή να λύσει τα προβλήματα που τη γέννησαν. Και όχι μόνον, αλλά να περάσει στη συνέχεια σε ένα ανώτερο επίπεδο, όχι μόνον προσπαθώντας να αποτρέψει την καταστροφή, αλλά προσέτι να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για την πρόοδο.
Ο δεύτερος δρόμος είναι το ριζοσπαστικό αριστερό κόμμα να εκτιμήσει ότι άγγιξε το πεπερασμένο του αριστερού ακροατηρίου μέσα στην κοινωνία και, για να πείσει το υπόλοιπον, κεντρώους, δεξιούς ή ό,τι άλλο, θα πρέπει πλέον να στρογγυλέψει τα πράγματα, να τους μιλήσει τη «γλώσσα τους» ώστε να τους «κερδίσει». Είναι ένα σημείο καμπής,
στο οποίον τα αριστερά ριζοσπαστικά κόμματα χάνουν το παιγνίδι. Και μετά τον εαυτόν τους.
Διότι, αντί να πείσουν τον κεντρώο ή τον δεξιό για το ορθόν και το αναγκαίον της αριστερής πρότασης, αρχίζουν να κολακεύουν, έστω κι εμμέσως, όλες εκείνες τις προγενέστερες επιλογές του που οδήγησαν στο αδιέξοδο. Αντί δηλαδή να προκριθεί το γόνιμο σοκ προς τον πολίτη με τις όποιες (πολλές, αν το πρόγραμμά σου ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα) πιθανότητες σύμπλευσης προς το χρη δραν, «πας με τα νερά του» - αγαπησιάρικα μεν, ατελέσφορα δε - και βαλτώνεις.
Τούτα δεν σημαίνουν ότι η Αριστερά πρέπει να υψώνει το δάχτυλο στους πολίτες (πολλοί από μας έχουν την τάση προς τέτοιες αλαζονείες ισχυρή), αλλά να συνδιαλέγεται και να πείθει για τα ασυνήθιστα συνήθως (με βάση τα κυρίαρχα στερεότυπα και προπαγανδιστικά κλισέ) μέτρα που προτείνει. Αν, όταν φθάσει στην πηγή να πιει νερό αυτή η διαδικασία ρίξει νερό στο κρασί της, μένουν όλοι διψασμένοι.
Τέτοιων άδοξων συμβεβηκότων βρίθει η μεταπολεμική ευρωπαϊκή ιστορία - ο εκφυλισμός της σοσιαλδημοκρατίας (που τώρα πλέον ούτε καν υπάρχει, παρά ως ασήμαντη θεραπαινίς του νεοφιλελευθερισμού) και η υποχώρηση, η αυτοαναίρεση ή η περιχαράκωση των περισσότερων κομουνιστικών κομμάτων είναι ενδεικτικές.
Το τι είναι όμως κάθε φορά αριστερό και ριζοσπαστικό κι όχι αριστερίστικο και σεχταριστικό είναι ένα ζητούμενο. Και μόνο σαφώς διατυπωμένο σε ένα πρόγραμμα μπορεί να κριθεί ως τέτοιο ή άλλο, και απ’ τους αριστερούς, κι απ’ όλους τους άλλους. Στην Αριστερά οι γνώμες για τα προβλήματα και οι γνώμες για τις λύσεις είναι πολλές - και καλώς. Σε ένα ριζοσπαστικό αριστερό κόμμα όμως, οι γνώμες και οι προτάσεις πρέπει να συντίθενται μέσα απ’ τη βάσανο της ίδιας του της συλλογικότητας σε θέσεις.
Μπορεί για πολλούς από μας τα προβλήματα που γεννά ο καπιταλισμός να λύνονται εν πολλοίς στον σοσιαλισμό - τον στρατηγικό μας στόχο άλλωστε - αλλά ώσπου να φθάσουμε εκεί
και κυρίως για να φθάσουμε εκεί, πλήθος προβλημάτων περιμένουν από την Αριστερά τη λύση τους. Κάθε λύση που θα επιτυγχάνεται, θα πείθει όλο και περισσότερους, ότι οι λύσεις που προτείνονται είναι σωστές και εφικτές. Μάλιστα, οι λύσεις που θα μποροούσε να επιτύχει η Αριστερά, όσο φιλολαϊκές είναι τόσο εξασθενίζουν και δεν ισχυροποιούν το σύστημα.
Εχω την εντύπωση, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται σήμερα σε μια στιγμή αναστοχασμού. Και εν σχέσει με τον εαυτόν του και εν σχέσει με την κοινωνία. Κι επειδή το κόμμα αυτό δεν επιφυλάσσει στον εαυτόν του την πολυτέλεια του αναχωρητισμού, όπως το ΚΚΕ, έχει την υποχρέωση να απευθυνθεί εκ νέου προς τον λαό.
Ο ΣΥΡΙΖΑ περιβάλλεται σήμερα και πολιορκείται από μια καθεστωτική προπαγανδιστική οχλαγωγία ότι γίνεται νέο ΠΑΣΟΚ. Από τα χαλκεία του κ. Κεδίκογλου, έως το Mega και (δυστυχώς) ως το ΚΚΕ, «όλα τα σφυριά βαράνε στο ίδιο αμόνι». Από την άλλη, είναι πολύ φυσιολογικό ο ΣΥΡΙΖΑ να έχει προβλήματα ταυτότητας και φυσιογνωμίας. Μάλιστα, και η καταγωγή του, και η άνοδός του τα επιτείνουν. Ταυτοχρόνως,
αντιμετωπίζει σοφές, επειδή είναι παράλογες, επιθέσεις από παντού, όπως, ότι είναι το άλλο άκρο του φασισμού ή ότι οι συνιστώσες του σφάζονται το πρωί και ξανασφάζονται το βράδυ. Στα πάνελ ο κάθε εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ έχει απέναντι του «τρία συν ένα κόμματα και μία πολιτική», ενώ αν φτερνισθεί ο κ. Τσίπρας συναχώνεται το Βατικανό.
Αλλά, αν αυτά συμβαίνουν τώρα, στην περίπτωση που ο ΣΥΡΙΖΑ λάβει την εντολή να κυβερνήσει, θα πέσουν πάνω του (και στη χώρα) θηρία και δαίμονες.
Ο μόνος λοιπόν τρόπος να ξεκαθαρίσει το τοπίο τώρα η ριζοσπαστική Αριστερά και ταυτοχρόνως να δείξει τι θα μπορέσει να κάνει αύριο, είναι η διαμόρφωση μιας σχέσης με τον λαό έξω από το κατεστημένο επικοινωνιακό σύστημα. Σχέση άμεση. Χωρίς ενδιάμεσους. Σε καθημερινή βάση.
Ο λαός πρέπει να ενημερώνεται τακτικά για όλα και ειλικρινώς. Για τους κινδύνους, τις δυσκολίες, τις δυνατότητες και τις προοπτικές. Καμμιά αξία δεν έχει να απαντά ο ΣΥΡΙΖΑ στη Ρηγίλλης με τετριμμένα δελτία Τύπου, αλλά να μιλά στον λαό. Συνεχώς. Για όλα. Με όλους τους τρόπους. Στο διαδίκτυο, προσωπικώς. Στις γειτονιές. Οχι μόνον να ενημερώνεται ο λαός, αλλά και να ακούγεται η γνώμη του. Ξέρει ο γιατρός. Ξέρει ο εργάτης. Ξέρει ο δάσκαλος.
Η ριζοσπαστική Αριστερά έχει πάρει ήδη αρκετή δύναμη απ’ τον λαό. Είναι αδιανόητο να στέκει αμήχανη και να πολιορκείται από στημένα γκάλοπ. Να
υφίσταται την εντροπία που της προκαλούν δικά της στελέχη, βολεμένα κάπου, σε ένα πεθαμένο συνδικάτο που μετράει ήττες και ήττες, σε μια κρατική δουλειά στην ΕΡΤοΝΕΤ ή σε κάποια ΜΚΟ αμφιβόλου σκοπού και ήθους.
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει πάρει ήδη αρκετή δύναμη απ’ τον λαό για να στήσει τηλεοπτικό κανάλι - λαϊκό, χαρούμενο και γενναίο, για να δημιουργήσει λαϊκή τράπεζα, ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να αρχίσει να κυβερνά, πριν να κληθεί να κυβερνήσει και για να κληθεί να κυβερνήσει. Και να
κυβερνά όχι με τον καθεστωτικό τρόπο, όχι με τον κομφορμιστικό τρόπο του πελατειακού συστήματος και της δημαγωγίας, αλλά με τον τρόπο που οι κοινότητες μπορούν να ανιχνεύσουν, να δοκιμάσουν και να υποστηρίξουν.
Μεγάλο και βαρύ έργο, αλλά όταν σου χτυπά την πόρτα η Ιστορία, δεν έρχεται για να δείτε μαζί τσάμπιονς λιγκ.
Στην Ελλάδα, απ’ όλην την Ευρώπη, ο λαός έχει δώσει τη δύναμη στην Αριστερά να διεκδικήσει την κυβέρνηση. Οχι για να εφαρμόσει μια κεντρώα διαχείριση, αυτό ξέρουν να το κάνουν καλύτερα η Δεξιά ή το ΠΑΣΟΚ. Αλλά για να
προχωρήσει σε μια διακυβέρνηση μαζί με τον λαό. Βρίσκοντας τι είναι ωφέλιμο για τον λαό μαζί με τον λαό. Αυτό είναι αριστερό. Η συνεχής διαβούλευση με τον λαό, ώστε η πολιτική που θα παράγεται όχι μόνον να μην μπορεί να τον προδώσει, αλλά να δύναται να τον πάει πιο μπροστά προς το ανθρωπινό, το ουσιώδες, το ωραίο.
Σε μια εποχή που με την τεχνολογία η μισή βδομάδα θα μπορούσε να ’ναι Κυριακή, οι άνθρωποι δουλεύουν οι μισοί σαν σκλάβοι και οι άλλοι μισοί αργούν σαν ζωντανοί νεκροί.
Αυτό αν αλλάξει η Αριστερά στην Ελλάδα, θα έχει αλλάξει τον κόσμον όλο...
Του Στάθη
ΠΗΓΗ: enikos.gr